Μία πρεσβυτέρα διηγήθηκε πως οι δικοί της δεν ήθελαν να έλθει σε γάμο με αυτόν που θα γινόταν ιερέας. Ο όσιος Γεώργιος, όταν την πρωτοείδε, της είπε: «Γιατί οι δικοί σου δεν ήθελαν να πάρεις τον παπά; Ήθελαν να σε δώσουν καλύτερο, εσύ όμως επέμενες και καλά έκανες».
Ο όσιος επίσης της αποκάλυψε ότι ήταν από την Κερασούντα. Κάθε φορά που την έβλεπε, Κερασούντια την έλεγε. Αργότερα έμαθε ότι πράγματι η καταγωγή της ήταν από την Κερασούντα του Πόντου.
Όταν με τη θέλησή της έχασε το δεύτερο παιδί της κι επισκέφθηκε τον όσιο Γέροντα, της φέρθηκε πολύ αυστηρά, λέγοντας: «Εσύ, Κερασούντια, άλλο δεν θα ‘ρθεις να κοινωνήσεις».
–«Γιατί; ζήτησε και τον λόγο, εγώ θα ‘ρθω».
–«Καλά, έλα και θα τα πούμε».
–«Θα είμαι μέσα στον κόσμο και δεν θα με δεις».
–«Εγώ όμως πάντα σε βλέπω. Πρώτα θα ‘ρθεις να μιλήσουμε και μετά θα δούμε αν πρέπει ή δεν πρέπει να κοινωνήσεις».
–«Μα εγώ ντρέπομαι, τι θα πούμε εμείς οι δύο;»
–«Καλά, εκεί που πήγες δεν ντράπηκες και εδώ που θα μιλήσουμε θα ντραπείς;».
Εκείνη έμεινε άφωνη, γιατί νόμιζε πως αυτό που έκανε, ήταν δικό της μυστικό και κανείς άλλος δεν το γνώριζε. Όμως τ’ αγνισμένα μάτια του οσίου Γέροντος έβλεπαν τα πάντα. Κρυφό και μυστικό δεν υπήρχε γι’ αυτόν. Σε διάβαζε σαν ανοιχτό βιβλίο, όπως λέγουν.
Όταν ήταν να γεννήσει η πρεσβυτέρα αυτή, πέρασε από το μοναστήρι να πάρει την ευχή του οσίου. Μόλις την είδε, άρχισε να μετράει με τα δάχτυλά του, ένα, δύο, τρία, μόλις έφτασε στο εννέα σταμάτησε και της ευχήθηκε: «Άντε πήγαινε, με το καλό, με την ευχή μου, όλα θα πάνε καλά». Ήξερε καλύτερα από τη μητέρα πότε θα γεννήσει. Την ένατη ημέρα πράγματι γέννησε ένα υγιέστατο παιδί.
Μια φορά πήγε μία νέα με τη θεία της στον όσιο. Μόλις έφθασαν και κάθισαν στην αυλή, ο όσιος είπε στη θεία: «Εσύ μαύρη κάρβουνο είσαι. Τι έκανες και είσαι κάρβουνο;» Εκείνη απορημένη ρώτησε: «Γέροντα, τι έκανα και είμαι κάρβουνο;» «Εσύ το ξέρεις».
Επειδή η θεία δεν απαντούσε, ετοιμάσθηκε να μιλήσει η ανιψιά. Ο όσιος ξαναείπε: «Αυτή η νέα το ξέρει, και εσύ το ξέχασες; Θα ‘ρθεις άλλη φορά, για να σου πω τι θα κάνεις για να συγχωρεθείς».
Ο όσιος Γέροντας Γεώργιος εκινείτο σε άλλες σφαίρες. Αυτό που μόνο τον ένοιαζε ήταν η σωτηρία των ψυχών των ανθρώπων που τον πλησίαζαν και η δόξα του Θεού. Γι’ αυτό χρησιμοποιούσε διάφορους τρόπους.
Από το βιβλίο: (†) Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Ο Όσιος Γεώργιος της Δράμας. Έκδοσις Ι. Μ. Αναλήψεως του Σωτήρος, Ταξιάρχες (Σίψα) Δράμα 2016, σελ. 153, 295 (αποσπάσματα).