Οι άρχοντες του κόσμου τούτου, οι ηγεμόνες και οι βασιλείς, τα έθνη, ο κόσμος γενικώς αντιστρατεύεται τον Θεό. Αλλά ο κόσμος είναι και μέσα μας. Χίλια δυο πράγματα μέσα μας σαν να είναι, τρόπον τινά, ζωντανοί άνθρωποι, ζωντανές υπάρξεις, που επαναστατούν κατά του Θεού. Και όλο το μυστικό είναι να θελήσει να δεχθεί κανείς την εγκατάσταση του ουρανίου βασιλέως μέσα του. Όπως δηλαδή, με βάση αυτό που λέει εδώ – «Εγώ δε κατεστάθην βασιλεύς υπ’ αυτού επί Σιών όρος το άγιον αυτού» (Ψαλμ 2:6) –, ο Θεός έρχεται να εγκαταστήσει τον Χριστό, τον Μεσσία, στο όρος το άγιο, στη Σιών, βασιλέα όλης της οικουμένης – και τον εγκατέστησε, αλλά τελικώς γίνονται μέλη και πολίτες της βασιλείας του όσοι άνθρωποι τον δέχονται – έτσι ο βασιλεύς αυτός εγκαθίσταται μέσα στην καθεμιά καρδιά.
Εάν κανείς θέλει να γίνει χριστιανός, να γίνει πράγματι άνθρωπος του Θεού, πρέπει να αφήσει τον ουράνιο Πατέρα να εγκαταστήσει μέσα του βασιλέα δια του Πνεύματος του Αγίου τον Μεσσία, τον Χριστό. Να αναλάβει τα ηνία της υπάρξεώς μας, της καρδιάς μας, του είναι μας, ο Χριστός. Να αρχίσει να κυβερνά την ψυχή μας ο βασιλεύς αυτός.
Μια ψυχή είναι όσο όλος ο κόσμος. Να το ξέρετε. Ένας άνθρωπος είναι όλος ο κόσμος, και ο ουράνιος και ο επίγειος. Γιατί ο άνθρωπος, επειδή είναι ύλη και πνεύμα, μετέχει και των δύο κόσμων, και του ουράνιου κόσμου, του πνευματικού, και του επίγειου κόσμου, του υλικού. Στον άνθρωπο έχουμε τον όλον κόσμο, όλη την κτίση. Και κτίση δεν είναι μόνο τα βουνά και τα λαγκάδια και τα αστέρια, αλλά είναι και όλος ο ουράνιος, ο πνευματικός κόσμος. Ένας άνθρωπος είναι όλη η κτίση, και ο Κύριος, πρωτίστως, εγκαθίσταται βασιλεύς και, εν συνεχεία, κάνει τη βασιλεία του μέσα στην καθεμιά καρδιά, μέσα στην καθεμιά ψυχή, μέσα στον κάθε άνθρωπο. Έτσι, κατακτώντας και κυριεύοντας, με την καλή έννοια της λέξεως, τη μια καρδιά, την άλλη, την άλλη, επεκτείνει τη βασιλεία του, και αγκαλιάζει η βασιλεία του όλους τους ανθρώπους.
Εάν αυτό το καταλάβουμε, αδελφοί μου, εάν δηλαδή θελήσουμε να δεχθούμε να γίνει κύριος του είναι μας ο Χριστός, τότε όλα αυτά που φωνάζουν και αντιδρούν μέσα μας, που κλωτσούν και επαναστατούν, όχι απλώς θα φοβηθούν και θα τρέξουν να κρυφτούν, αλλά θα εξαφανισθούν. Εάν όμως κάποιος δεν βάζει μέσα του βασιλιά τον Χριστό, εάν φοβάται να βάλει μέσα του κύριο τον Χριστό και εξακολουθεί ο ίδιος να είναι βασιλεύς του εαυτού του και απλώς πιστεύει στον Χριστό, παρακαλεί τον Χριστό, ζητάει βοήθεια από τον Χριστό, ζητάει τη χάρη του Χριστού, τότε δεν μπορεί να γίνει αυτό.
Όπως δηλαδή συμβαίνει με έναν άνθρωπο γνωστό, φίλο, που τον σεβόμαστε, τον εκτιμούμε, τον αγαπούμε, και ζητούμε τη βοήθειά του και δεχόμαστε ευχαρίστως τη βοήθειά του, αλλά δεν αφήνουμε αυτός να κουμαντάρει το σπίτι μας. Όσο φίλος κι αν είναι, όσο καλός κι αν είναι, όσο γνωστός κι αν είναι, έστω κι αν παίρνουμε με το παραπάνω τη βοήθεια που μας προσφέρει, δεν τον αφήνουμε να κουμαντάρει το σπίτι μας. Σ’ αυτή την περίπτωση βέβαια καλώς κάνουμε, αλλά αναφέρω το παράδειγμα, για να καταλάβουμε ότι δεν φθάνει απλώς να παρακαλούμε τον Κύριο, να ζητούμε τη βοήθειά του, να τον πιστεύουμε, και κάθε φορά που έχουμε ανάγκη να τρέχουμε σ’ αυτόν. Δεν φθάνει αυτό. Δεν μπορεί αυτό να μας κάνει χριστιανούς.
Χριστιανός θα γίνει κανείς, όταν θα αποφασίσει, όταν θα θελήσει να κάνει βασιλέα του τον Κύριο και θα κυβερνάει ο Χριστός όλη την ύπαρξή του. Τίποτε δηλαδή να μη γίνεται χωρίς τη δική του έγκριση, τίποτε να μη γίνεται που να μην το κινεί εκείνος και να μην το εμπνέει εκείνος. Όσοι έγιναν χριστιανοί, όσοι έγιναν αληθινά πνευματικοί άνθρωποι, αληθινά άνθρωποι του Θεού, έτσι έγιναν.
Επειδή εμείς σήμερα αλλιώς τον καταλάβαμε τον χριστιανισμό, αλλιώς τον πήραμε, και τελικά άλλα πράγματα κυβερνούν την ύπαρξή μας, γι’ αυτό χωλαίνει η πνευματική μας ζωή. Πιο πολύ δηλαδή μπορεί να βάλαμε μέσα μας, για να κυβερνούν το είναι μας, σύγχρονα είδωλα, τέτοια ή αλλιώτικα, που μας αρέσουν, που μας ευχαριστούν, και να μη βάλαμε τον Χριστό. Γι’ αυτό δεν θα μπορέσουμε να μπούμε στον δρόμο τον χριστιανικό, έτσι που να το καταλάβει η ψυχή μας, να το χορτάσει, να το χαρεί και να πει: «Χριστέ μου, αυτό περίμενα κατά βάθος και ήθελα· να με κατακτήσεις και να με κυβερνήσεις εσύ». Και αυτό είναι κάτι που δεν εκφράζεται με λόγια. Μόνο το ζει κανείς και αισθάνεται το πόσο καλό είναι, το πόσο άγιο είναι. Αλλιώς η ψυχή θα παιδεύεται.
Μην πει βέβαια κανείς ότι είναι δύσκολο αυτό, ότι δεν γίνεται. Δύσκολο είναι, αν μείνουμε στις δικές μας δυνάμεις. Αλλά είναι πολύ εύκολο, εάν το αναθέσουμε στον Χριστό, γιατί ο Χριστός γι’ αυτό ήλθε. Ήλθε στη γη, για να εγκατασταθεί βασιλεύς της οικουμένης. Βασιλεύς που θα βασιλεύει στην πνευματική βασιλεία, βασιλεύς στον κάθε άνθρωπο, που είναι όλη η οικουμένη, και βασιλεύς στην καρδιά του ανθρώπου, όπου είναι η πνευματική βασιλεία. Εάν πούμε στον Κύριο ότι έτσι θέλουμε να γίνει, εάν το ζητήσουμε αυτό και δείξουμε στην πράξη ότι το θέλουμε, είναι αδύνατο να μη μας το κάνει. Θα το κάνει, διότι γι’ αυτό έγινε άνθρωπος.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Ο άνθρωπος του Θεού”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2002, σελ. 79.