Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Τίτ. 2, 5) λέγει: «σώφρονας, ἁγνὰς οἰκουρούς, ἀγαθάς, ὑποτασσοµένας τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν, ἵνα µὴ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ βλασφηµῆται». (: καὶ νὰ εἶναι ἐγκρατεῖς, ἁγναί, νὰ φροντίζουν διὰ τὰ σπίτια των, νὰ εἶναι ἀγαθαὶ καὶ νὰ ὑποτάσσωνται εἰς τοὺς ἰδίους των ἄνδρας, διὰ νὰ µὴ βλασφηµῆται ἀπὸ αὐτοὺς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας τῆς δυστροπίας τῶν γυναικῶν των).
Μέγα τὸ ἁμάρτημα τῆς βλασφημίας.
- Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος τονίζει:
«Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας θεωροῦν τὸν βλάσφημο χειρότερο καὶ ἀπὸ τὸν δαίμονα, γιατί ὁ μὲν σατανᾶς ἀκούγοντας τὸ ὄνομα, τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, τὸ Θεῖον τοῦ Θεοῦ ὄνομα, φρίττει καὶ τρέμει, ὁ δὲ βλάσφημος μὲ ἀχαριστία καὶ ἀσέβεια Αὐτὸν βλασφημεῖ.
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει περὶ τῶν βλασφήμων: Αὐτὸς ποὺ ἁμαρτάνει παραβαίνει τὸ Νόμο, ὁ δὲ βλάσφημος ἀσεβεῖ στὴν Θεότητα. Ἐὰν ὁ παραβάτης τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ κολάζεται, πόσον μᾶλλον ὁ βλάσφημος ποὺ βρίζει τὸν Νομοθέτη;
Τελειώνοντας, σᾶς παρακαλῶ νὰ βοηθήσετε τοὺς βλάσφημους νὰ μετανοήσουν, νὰ πλησιάσουν στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως καὶ νὰ ζητήσουν τὸ ἔλεος καὶ τὴν συγγνώμη τοῦ ἁγίου Θεοῦ καὶ νὰ σταματήσουν τὸ βρώμικο αὐτὸ πάθος, διαφορετικὰ ἀπομακρυνθεῖτε ἀπὸ κοντά τους, ὅπως φεύγετε μακριὰ ἀπὸ μία ὀχιά, μήπως καὶ διορθωθοῦν, πρᾶγμα ποὺ εὔχομαι».
- Ἀξίζει να παραθέσουμε μερικὰ χαρακτηριστικὰ παραδείγματα τιμωρίας βλασφήμων:
Σ’ ἕνα χωριό τῆς ὀρεινῆς Ναυπακτίας, βοσκός, ὅταν ἐβλασφήμησε τὸν Τίμιο Σταυρό, τὸ κεφάλι του στράφηκε βιαίως πρὸς τὰ πίσω καὶ ἀλλοιώθηκαν τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ προσώπου του. Λέγεται δὲ ὅτι ὁ μικρός του γυιός, μόλις τὸν εἶδε «ἔτσι», κρύφθηκε, δίπλα στὸ καλύβι τους. Ὁ βλάσφημος, μετὰ τὴν τιμωρία αὐτή, μετανόησε εἰλικρινὰ καὶ τὸ κεφάλι του ἐπανῆλθε στὴν θέση του μετὰ ἀπὸ Παρακλήσεις, ποὺ ἔκανε ὁ Ἱερέας τοῦ χωριοῦ.
* * *
Στὸ προάστιο Καγιάνι Λέσβου, κάποιος νεαρὸς ἀρνήθηκε νὰ παραλάβη ἕνα κομμάτι ἄρτου, ἀπὸ τὴν ἀρτοκλασία, ποὺ ἔγινε στὸ Ἱ. Ναὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, τὸ ὁποῖο τοῦ ἔδιναν οἱ οἰκεῖοι του, ἀλλὰ ταυτόχρονα ἐβλασφήμησε καὶ τὸν Ἀρχάγγελο. Ἀργότερα, καθὼς ἐκινεῖτο μὲ τὸ μοτοποδήλατό του, ἔπαθε βλάβη πλησίον τοῦ Ναοῦ τοῦ Ταξιάρχη καὶ κατέβηκε νὰ δῆ τί συνέβαινε. Ἔξαφνα, παρουσιάζεται ἐμπρός του ὁ Ἀρχάγγελος, μὲ φοβερὴ ὄψη, τὸν ραπίζει καὶ τοῦ ζητεῖ διευκρινίσεις, γιατί δὲν πῆρε τὸν ἄρτο καὶ τὸν ἐβλασφήμησε. Ὁ νεαρὸς ταράχθηκε καὶ ἀμέσως ζήτησε συγχώρηση ἀπὸ τὸν Ταξιάρχη. Ὁ Ἀρχάγγελος ἐξαφανίσθηκε, ἐνῷ ὁ νεαρὸς μετανόησε γιὰ τὸ ἁμάρτημά του αὐτὸ καὶ δὲν ξαναβλασφήμησε.
* * *
Ἕνας πολύτεκνος πατέρας, πολὺ καλὸς ἄνθρωπος καὶ ἔντιμος οἰκογενειάρχης, ποὺ ἔμεινε στὸν Πειραιά, εὑρεθεὶς ἐκτὸς ἑαυτοῦ μία ἡμέρα βλασφήμησε τὰ Θεῖα καὶ στὴ συνέχεια ἐκτύπησε στὸ εἰκονοστάσι μὲ τὴν γροθιά του μία παλιὰ ξύλινη καὶ μεγάλη εἰκόνα τῆς Παναγίας.
Ἡ εἰκόνα ἀπὸ τὸ κτύπημα ράγισε σὲ δύο σημεῖα (κάθετα) Ὁ βλάσφημος μετὰ τὴν πράξη του συνῆλθε, μετανόησε καὶ παρεκάλεσε τὴν Παναγία νὰ τὸν συγχωρήση. Ἐκάλεσε μάλιστα τὸν Ἱερέα τῆς Ἐνορίας του στὸ σπίτι του καὶ ἔκανε Παρακλήσεις καὶ Εὐχέλαιο, ἐνὼ ἡ σύζυγός του, ἡ ὁποία ἦταν εὐσεβέστατη, παρακαλοῦσε νυχθημερὸν τὸν Κύριο καὶ τὴν Παναγία νὰ τὸν συγχωρήσουν.
Καὶ πράγματι! Ἔπειτα ἀπὸ καιρό, τὰ ραγίσματα ἔκλεισαν —θαυματουργικὰ— καὶ ἡ εἰκόνα ἔγινε, ὅπως ἦταν καὶ προηγουμένως. Ὁ Κύριος καὶ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μὲ τὸ θαῦμα ἔδειξαν πώς συγχώρησαν τὸν βλάσφημο.
- Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ποὺ ἦταν αὐστηρότατος στοὺς βλάσφημους παρατηρεῖ:
α. «Καὶ μὲ τὸ στόμα, ἀνόητε καὶ πονηρὲ ἄνθρωπε, ἀποτολμᾶς καὶ ὑβρίζεις τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ παραδίδεις; Ὁμοίως καὶ τοὺς Ἁγίους; Δὲν φοβᾶσαι τρισάθλιε, μήπως ἀνοίξη ἡ γῆ καὶ σὲ καταπιῆ; Ὁ διάβολος δὲν ἀποτολμᾶ νὰ ὑβρίζη τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, διότι φοβεῖται μήπως πέση ἀστραπὴ καὶ τὸν κατακαύση- καὶ σύ, ἄγνωστε ἄνθρωπε, ἀνοίγεις τὸ κατηραμένο στόμα σου καὶ παραδίδεις τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλοίμονο εἰς ἐκείνους ὅπου ὑβρίζουν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, διότι θὰ τοὺς καίη ὁ πύρινος ποταμός πάντοτε».
β. «Ἕνας ἄνθρωπος νὰ μὲ ὑβρίση, νὰ φονεύση τὸν πατέρα μου, καὶ ὕστερα τὸ μάτι νὰ μοῦ βγάλη, ἔχω χρέος ὡσὰν Χριστιανὸς νὰ τὸν συγχωρήσω. Τὸ δὲ νὰ ὑβρίση τὸν Χριστόν μου καὶ τὴν Παναγίαν μου, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω».
* * *
Ἡ βλασφημία τῶν θείων στὶς μέρες μας ἔχει καταστῆ μεγάλη πληγὴ καὶ μαστίζει τὴν κοινωνία μας ὡς νόσος φοβερώτατη. Ἔγινε πραγματικὸ καρκίνωμα τῆς ἁμαρτωλῆς καὶ ἀγνώμονος ἀνθρωπότητας. Ἡ νόσος αὐτὴ δὲν εἶναι σωματική, ἀλλὰ ψυχική. Ἔγινε ἐλάττωμα τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς καὶ ἁμάρτημα κληρονομικό. Διαιωνίζεται καὶ μεταδίδεται ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά. Εἶναι ζήτημα σοβαρώτατο καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε: Ἂν δὲν ἀγωνιστοῦμε νὰ ἐξαφανιστῆ ἡ βλασφημία ἀπὸ τὸ νοῦ, τὰ στόματα καὶ τὶς καρδιές μας, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν συνανθρώπων μας Χριστιανῶν, θὰ πρέπη —ὁπωσδήποτε— νὰ ἀναμένουμε νὰ ἐκσπάση ἐπὶ τῶν κεφαλῶν μας ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ.