Σάββατο 18 Ιουνίου 2022

ΕΝΑΣ ΚΡΥΜΜΕΝΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ

   «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ἐπῆγα ἀρχές Δεκεμβρίου τοῦ 2019 στό Λονδίνο, καλεσμένος ἀπό τόν ρουμᾶνο ἱερέα π. Κωνσταντῖνο νά κάνω ὁμιλίες σέ ἕξι ρουμανικές ἐνορίες τους. Μέ μετέφεραν γιά διαμονή στό σπίτι τῆς γιαγιᾶς Κούλας, μίας κυρίας πού κατάγεται ἀπό τήν Κύπρο καί ἀπό τά 23 της χρόνια εἶναι ἐδώ στήν ξενητειά παντρεμμένη μέ 5 παιδιά. Μέχρι τώρα ἔχουν πεθάνει ὁ ἄνδρας της καί δύο παιδιά της. Ἡ ἴδια εἶναι 94 χρονῶν. Ζεῖ μόνη της στό σπίτι της, ἀφοῦ οἱ ὑπόλοιποι ἄνοιξαν δικές τους οἰκογένειες. Τό παράδοξο εἶναι ὅτι ὁδηγεῖ αὐτοκίνητο, πού σημαίνει ὅτι βλέπει καί ἀκούει θαυμάσια, πηγαίνει γιά ὀψώνια στό πολυκατάστημα τροφίμων καί στήν ἐκκλησία, χωρίς φόβο καί ἀγωνία.

Μ᾿ ἐντυπωσίασαν τά πρῶτα της λόγια, ὅταν συναντηθήκαμε καί γνωρισθήκαμε:

 «Πάτερ, σέ ἔστειλε ὁ Ἅγιος Νεκτάριος; «Ὄχι, τῆς εἶπα, ἦλθα μέ εὐλογία τοῦ Γέροντός μου ἐδῶ γιά μερικές ὁμιλίες, ὄχι στούς Ἕλληνες, ἀλλά στούς ρουμάνους πού ζοῦν ἐδῶ ὡς μετανάστες. «Πάτερ, μοῦ εἶπε, παρακαλοῦσα τόν Ἅγιο Νεκτάριο, νά μοῦ στείλει ἄνθρωπο, νά διηγηθῶ, ὅσα θαυμάσια ἔχει κάνει στήν ζωή μου ἡ Ἁγία Τριάδα, πρίν κλείσω τά μάτια μου. Καί εἶδα ὅτι ὁ Ἅγιος μοῦ ἔστειλε ἐσένα».

Ἄκου, πάτερ, μου. Ἐμένα μ᾿ ἀγαποῦσε ἀπό τά νειάτα μου ἡ Θεοτόκος. Πρίν φύγω ἀπό τήν Κύπρο, γιά τήν Ἀγγλία, τό 1953, ἦλθε στόν ὕπνο μου ὁ Χριστός καί μοῦ εἶπε: «Μετανοεῖτε ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν...». Μία ἄλλη νύκτα ἦλθε ἡ Παναγία στόν ὕπνο μου καί μοῦ εἶπε νά εἰπῶ στούς συμπατριῶτες μου νά ἐπισκευάσουν τίς ἐκκλησίες τους, πού τίς ἄφησαν καί ἐρήμωσαν. Ἄλλη νύκτα ἦλθε ἡ Παναγία καί μοῦ εἶπε: «Θά σᾶς βομβαρδίσει ἡ Τουρκία καί θά χάση ἡ μάννα τό παιδί καί τό παιδί τήν μάννα. Ἐσεῖς θά σωθῆτε διά τῆς προσευχῆς σας. 

Ὅταν ἔκαμα τό 5ο παιδί μου ἤθελα νά εἶναι κορίτσι καί νά τοῦ δώσω τό ὄνομα Αἰκατερίνη. Ἦταν ὅμως ἀγόρι. Κι ἐγώ στενοχωριόμουν. Ἦλθε ἡ Θεοτόκος τήν νύκτα καί μοῦ εἶπε νά τοῦ δώσω τό ὄνομα Ρένος, πού βγαίνει ἀπό τό Αἰκατερίνη. Ἔτσι ἔκανα καί ἡσύχασα. Ὅταν ἦλθα ἐδῶ στήν ξενητειά εἶχα ἀγωνία ξένη ἐν μέσῳ ξένων. Μία νύκτα εἶδα ἕνα σταυρό στόν οὐρανό καί ἄκουσα μία φωνή πού μοῦ ἔλεγε: «Μή μαραζώνεις καί μία ἀνωτέρα δύναμις θά σέ βοηθήσει. Ἕνα πρωϊνό ἐπήγαινα στήν δουλειά μου, εἴχαμε ραφεῖο μέ τόν ἄνδρα μου καί στόν δρόμο ἔψαλλα τό «Τῆ Ὑπερμάχῳ....». Καί ξαφνικά ἀκούω φωνή στ᾿ αὐτιά μου καί μοῦ ἔλεγε: «Αὐτός ὁ Ὕμνος ἦταν ὁ ἐθνικός Ὕμνος τῶν Ἑλλήνων στό Βυζάντιο». Τό 1966 μία ἡμέρα Παρασκευή πρωΐ, καί πονοῦσε ἡ μέση μου. Ἔβαλα τό βιβλίο τοῦ ἁγ. Νεκταρίου στό σημεῖο τοῦ πόνου καί τοῦ εἶπα νά μέ κάνει καλά καί νά τοῦ στείλω λάδι στόν τάφο του. Ἀμέσως μέ περιεκύκλωσε ἕνα δυνατό φῶς!  Φοβήθηκα... Ἔφυγε τό φῶς, ἀλλά ἤμουν σαστισμένη ἀπό τόν φόβο μου καί θεραπευμένη. Πῆγα στό ταχυδρομεῖο καί ἔστειλα τό λάδι γιά τήν Αἴγινα. 

Τό 1973 μοῦ εἶπε ἡ Θεοτόκος ὅτι θά γίνει πόλεμος στήν Κύπρο, λόγῳ τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἄνδρας σου θά πάει, ἀλλά νά προσέχει διότι τήν νύκτα πού θά εἶναι στό φυλάκιο θά ἔλθη κάποιος νά τόν μαχαιρώσει. Νά προσέχει. Τό 1968 ἤμουν στό σπίτι μου στήν Κύπρο. Ἦλθε μπροστά μου ἡ Μεγαλόχαρη. Τήν ρώτησα ποῦ πηγαίνει καί μοῦ εἶπε: «Περιπλανῶμαι στά βουνά τοῦ Κύκκου». Καί ξαφνικά εἶδα ἕξι γάτους μαύρους καί ἕξι κόκκινους νά γκρινιάζουν καί νά ἀνεβοκατεβαίνουν τά σκαλιά τῆς Μονῆς τοῦ Κύκκου! Εἶχε φύγει ἡ Θεοτόκος ἀπό τήν Μονή της, λόγω τῆς «ἀψόγου» ζωῆς τῶν Πατέρων. Τό 1969, εἶδα στόν ὕπνο μου τρεῖς ἀγγλικανούς ἱερεῖς νά καθαρίζουν μία δική τους ἐκκλησία. Καί ἐκεῖ κοντά εἶδα τόν Ἅγιο Νεκτάριο. Κατάλαβα ὅτι ζητεῖ δική του ἐκκλησία. Μαζέψαμε ὑπογραφές τίς δώσαμε στόν Μητροπολίτη μας. Ἐπήραμε τήν εὐλογία του. Τήν  νύκτα ἦλθε ὁ Ἅγιος Νεκτάριος καί μοῦ εἶπε νά ἀγοράσουμε τήν ἀγγλικανική (τάδε) ἐκκλησία, διότι τώρα (1970) τίς πωλοῦν οἱ Ἀγγλικανοί. Ἐπλήρωσε ὅλα τά χρήματα ὁ ἄνδρας μου, τότε 35.000 λίρες. Καί τήν ἐπήραμε. Ὁ Ἅγιος ἦλθε πάλι στόν ὕπνο καί μοῦ εἶπε: «Αὐτή ἡ ἐκκλησία μου θά γίνει κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας». Ἐγώ ἔπαυσα πλέον νά ἐκκλησιάζομαι στήν ἐκκλησία τῆς Κοιμήσεως διότι ἐρχόμουν στήν κοντινότερη, τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Καί ἐσκεπτόμουν μήπως λυπηθῆ ἡ Παναγία πού ἔφυγα ἀπό τήν δική της καί πῆγα στήν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγ. Νεκταρίου; Καί εἶχα στενοχώρια. Μία νύκτα ἐπάνω στήν σκεπή τῆς ἐκκλησίας εἶδα τίς δύο εἰκόνες τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Ἁγίου νά εἶναι ἀγκαλιασμένες. Τότε κατάλαβα ὅτι δέν ἔχουν μαλώσει γιά μένα πού ἄλλαξα ἐνορία! Μία νύκτα εἶδα τόν Χριστό τοῦ τέμπλου στόν ὕπνο μου. Μέ ρώτησε: «Ποιός νομίζεις ὅτι εἶμαι;» «Ὁ Ἐπουράνιος Βασιλεύς». Τοῦ εἶπα. «Καί ἐσύ, μοῦ εἶπε, νά ξέρεις ὅτι ἔχεις ἐπάνω σου τό Ἅγιο Πνεῦμα». Καί ἐγώ δέν καταλάβαινα τί σημαίνει ὅτι ἔχω τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τί εἶναι αὐτό; Ποτέ μου δέν τό εἶδα...». 

Τό 1980 ἐπῆγα στά Ἱεροσόλυμα. Τήν Μεγάλη Τετάρτη εἶδα στόν ὕπνο μου ἕνα ἄνθρωπο σκεπασμένο μέ κουβέρτα κάτω στό δάπεδο. Σήκωσα τήν  κουβέρτα καί εἶδα ὅτι ἦταν ὁ Κύριος καί Θεός μου. Τοῦ εἶπα νά τοῦ πλύνω πόδια χέρια, ἀλλά δέν δέχθηκε. Δίπλα του εἶδα τρεῖς στρατιῶτες, αὐτούς πού τόν βασάνιζαν. Ἔφτιαξα εἰκόνα μέ ὅ,τι εἶδα καί δέν ἤξερα τί νά γράψω. Ἄκουσα τήν φωνή τοῦ Χριστοῦ καί μοῦ εἶπε: Νά γράψης ὁ Κύριος στό Πραιτώριο». 

Μία νύκτα ἦλθε στόν ὕπνο μου ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί μοῦ εἶπε: «Ν᾿ ἀνάβης τό καντήλι τήν νύκτα στό προσκυνητάρι σου γιά νά φεύγη ὁ σατανᾶς». Ἄλλοτε μοῦ ἔλεγε: «Προσευχή. Πολλή προσευχή. Μήν ἀμελεῖς τήν προσευχή». Μία ἄλλη νύκτα ρώτησα τόν Χριστό ἄν θά γίνει ὁ μέγας πόλεμος πού λένε τά βιβλία. Καί ὁ Κύριος μοῦ εἶπε: «Ναί». Τί θά γίνουμε ἐμεῖς τότε τόν ρώτησα. Καί μοῦ εἶπε: «Νά εἶσθε προσκολημμένοι στόν Κύριον». 

Τό 2010, μία νύκτα ὅταν ξάπλωσα ἄκουσα φωνή στό αὐτί μου: «Οἱ Ἅγιοι προσεύχονται στόν Χριστό γιά τήν ἀπελευθέρωσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Νά στέλλεις καί σύ τίς προσευχές σου». Καί τοῦ εἶπα: «Ἐν τάξει». Ἄλλη νύκτα μοῦ εἶπε ὁ Χριστός: Μετά τήν κοίμησί σου δέν θά εἶσαι μαζί μέ τόν ἄνδρα σου. Θά εἶσαι σέ ἄλλο μέρος. Ἄφησα τόν ἄνδρα σου 22 χρόνια στό καρότσι νά ταλαιπωρηθῆ γιά νά μετανοήσει καί να σωθῆ. Καί τελικά σώθηκε». Ἄλλη νύκτα ἦλθε ὁ Ἅγιος Νεκτάριος καί μοῦ εἶπε: «Νά λές στίς γυναῖκες πού ἔχουν ἄρρωστα παιδιά νά τά φέρνουν σέ μένα. Κι ἐγώ θά τά βοηθάω». 

Κυρά Κούλα, φοβᾶσαι τόν θάνατο; Τήν ἐρώτησα. Καί μοῦ εἶπε: «Τί σημαίνει θάνατος. Δέν καταλαβαίνω. Ἐγώ ἀγαπῶ πάρα πολύ τόν Χριστό. Ὅπου εἶναι Αὐτός ἐκεῖ θά πάω κι ἐγώ». Κάθε βράδυ πού προσεύχομαι, ἡ μεγάλη εἰκόνα του γεμίζει ἀπό ἕνα οὐράνιο φῶς, ἐνῶ ξέρω ὅτι τά μαλλιά του καί τό γένειό τους εἶναι μαῦρα. Πῶς γίνονται λευκά; Δέν ξέρω!! Κάνω καί 25 μεγάλες μετάνοιες κάθε νύκτα μπροστά του. Ἄλλη φορά μοῦ εἶπε: «Νά ξέρεις κυρά Κούλα, ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ (ὁ Ἴδιος) ἔχει πολλούς τρόπους νά σώσει τόν κόσμο». Καί τώρα πάτερ μου, πού θά πᾶς Ἑλλάδα, νά τά γράψης νά τά διαβάσει ὁ κόσμος νά δοξάζουν τόν Θεό.

Ἀπό π. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη.

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου