Και πρώτα πρώτα (στην Προσκομιδή), αφού πάρει στα χέρια του ο ιερεύς τον άρτο, από τον οποίο θα κόψει το ιερό τμήμα, λέγει: «Εις ανάμνησιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού», σύμφωνα με την παραγγελία Του. Διότι Εκείνος λέγει: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22:19).
Και αυτό δεν το λέγει ο ιερεύς μόνο για τον άρτο εκείνο, αλλά και για το σύνολο της τελετής, σαν να αρχίζει την ιερουργία με τον τρόπο που θα την τελειώσει. Διότι και ο Κύριος, αφού ετέλεσε όλο το μυστήριο, πρόσθεσε αυτό το λόγο: «Αυτό να κάνετε σε ανάμνησή μου».
Αλλά ποια είναι αυτή η ανάμνηση; Πώς μέσα στην τελετή θα θυμηθούμε τον Κύριο; Σε ποιες πράξεις και σε ποια κατάστασή Του θα τον θυμηθούμε; Με άλλα λόγια, τι θα θυμηθούμε ή τι θα διηγηθούμε γι’ Αυτόν; Μήπως ότι ανέστησε νεκρούς και έδωσε την όραση σε τυφλούς και διέταξε τους ανέμους να ησυχάσουν και με λίγα ψωμιά χόρτασε χιλιάδες ανθρώπους, αυτά δηλαδή που τον απέδειξαν Θεό και παντοδύναμο; Καθόλου. Αλλά μάλλον εκείνα που φανερώνουν αδυναμία, τη σταύρωση, το πάθος, τον θάνατο, επάνω σ’ αυτά μας διέταξε να τον θυμόμαστε. Έτσι το εννόησε ο Παύλος, που γνώριζε καλά τα του Χριστού.
Γράφοντας δηλαδή προς τους Κορινθίους για το μυστήριο αυτό και αφού διηγήθηκε ότι ο Κύριος είπε: «Αυτό να κάνετε σε ανάμνησή μου», πρόσθεσε: «Διότι όσες φορές τρώγετε τον άρτο τούτο και πίνετε τούτο το ποτήριο, διακηρύσσετε τον θάνατό Του» (Α’ Κορ. 11:26). Αυτό φανέρωσε και ο ίδιος ο Κύριος κατά την παράδοση του μυστηρίου. Διότι όταν είπε: «Αυτό είναι το σώμα μου, αυτό το αίμα μου», δεν πρόσθεσε θαύματα, ώστε να πει ότι, αυτό είναι που ανέστησε νεκρούς, που καθάρισε λεπρούς. Αλλά τι είπε; Το πάθος μόνο και τον θάνατο: «Αυτό που προσφέρεται θυσία για χάρη σας, αυτό που χύνεται για χάρη σας» (Λουκ. 22:19-20).
Και ποιος είναι ο λόγος που δε μνημονεύει τα θαύματα, αλλά τα πάθη; Διότι τα πάθη ήταν πιο αναγκαία από τα θαύματα. Και μάλιστα ήταν τόσο πολύ αναγκαία για μας τα πάθη Του, διότι αυτά είναι πρόξενα της σωτηρίας μας και χωρίς αυτά δεν μπορούσε να αναστηθεί ο άνθρωπος, ενώ τα θαύματά Του ήταν αποδεικτικά μόνο, έγιναν δηλαδή για να πιστευθεί ο Κύριος ότι Αυτός είναι αληθινά ο Σωτήρας.
Αλλά για ποια αιτία διέταξε αυτά ο Κύριος και για ποιο σκοπό απαίτησε από μας αυτή την ανάμνηση; Για να μην είμαστε αγνώμονες. Διότι είναι κάποια ανταμοιβή από το μέρος των ευεργετηθέντων προς τους ευεργέτες το να θυμούνται αυτούς και τα έργα τους με τα οποία ευεργετήθηκαν. Για την ανάμνηση αυτή των ευεργετών τους οι άνθρωποι έχουν επινοήσει πολλούς τρόπους: μνημεία, αγάλματα, στήλες, εορτές, πανηγύρια, αγώνες. Όλα αυτά σε ένα αποβλέπουν· στο να μην παραδοθούν στο βυθό της λησμοσύνης οι αγαθοί άνθρωποι.
Κάτι τέτοιο έκανε και ο Σωτήρας: οι άνθρωποι, σαν να λέγει, ζητούν άλλα φάρμακα εναντίον της λησμοσύνης, για να θυμούνται τους ευεργέτες τους· εσείς όμως σε ανάμνησή μου να κάνετε τούτο. Και όπως οι πόλεις αναγράφουν επάνω στις στήλες των ηρώων τις νίκες με τις οποίες σώθηκαν ή ευημέρησαν, έτσι κι εμείς επάνω στα δώρα αυτά γράφουμε τον θάνατο του Κυρίου, με τον οποίο έγινε όλη η νίκη εναντίον του διαβόλου. Και οι πόλεις έχουν με τα αγάλματα τη μορφή μόνο του σώματος των ευεργετών, ενώ εμείς με την προσφορά των τιμίων δώρων δεν έχουμε τη μορφή του σώματος, αλλά το ίδιο το σώμα του Ευεργέτη.
Αυτό νομοθέτησε ο Κύριος και στους παλιούς να κάνουν με τις προτυπώσεις, το ίδιο που διέταξε να γίνεται τώρα στην αλήθεια και στα πράγματα. Αυτό ήταν το πάσχα και η σφαγή του αμνού: ανάμνηση της σφαγής του προβάτου και του αίματος εκείνου που έσωσε στην Αίγυπτο τα πρωτότοκα των Εβραίων (Εξ. 12).
Αυτό είναι το περιεχόμενο της αναμνήσεως.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, Ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας. Μετάφραση Αντ. Γαλίτη. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, σελ. 39.