Του Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστινο Καντιωτου
«Τὸν μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὦν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν…» (Πράξ. 1, 1)
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ἀγαπητοί μου, ὁ Χριστός, ὁ ἱδρυτὴς τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἐδίδαξε. Ἐδιδαξε λόγια, ποὺ κανεὶς ἄλλος πρὶν ἀπὸ αὐτὸν δὲν εἶπε. Ἀλλὰ νὰ εἶστε βέβαιοι, ὅτι οὔτε καὶ στὸ μέλλον θὰ βρεθῇ ἄνθρωπος, ὁσοδήποτε σοφὸς καὶ νὰ εἶνε, νὰ πῇ λόγια ἀνώτερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός. Ἡ διδασκαλία του εἶνε ἡ κορυφή. Ὑψηλότερη δὲν ὑπάρχει.
Ὅσοι χωρὶς προκατάληψη διαβάζουν τὸ Εὐαγγέλιο, ὁμολογοῦν, ὅτι ὅλες οἱ ἄλλες διδασκαλίες, ποὺ ἀκούστηκαν στὰ παλιὰ τὰ χρόνια καὶ ἀκούγονται καὶ σήμερα, ὅσο κι ἄν θαμπώνουν τοὺς ἀνθρώπους, ἄν συγκριθοῦν μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, βρίσκονται πολὺ χαμηλὰ ἀπὸ τὴν πανύψηλη κορυφὴ τῆς θείας του διδασκαλίας. Ἄνοιξε, ἀγαπητέ, κʼ ἐσὺ τὸ Εὐαγγέλιο˙ διάβασε, παρακαλῶ, μιὰ σελίδα καὶ μόνο, ὁποιαδήποτε σελίδα. Ὅπου ἀνοίξῃς τὸ Εὐαγγέλιο, λὲς καὶ τρέχει μπροστά σου ἕνα ποτάμι ἀπὸ καθαρὸ χρυσάφι. Διάβασε π.χ. τὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου (Λουκ. 15, 11-32). Διάβασέ την προσεκτικά˙ καὶ θὰ πεισθῇς, πόσο δίκιο εἶχε ἕνας φιλόσοφος ποὺ εἶπε ὅτι, καὶ μόνο τὴν παραβολὴ αὐτὴ ἄν ἔλεγε ὁ Χριστός, ἔφτανε αὐτὴ μόνο νʼ ἀποδείξῃ, ὅτι αὐτὸς ποὺ τὴν εἶπε ἦταν ὄχι ἄνθρωπος ἀλλὰ Θεός. Γιατὶ μόνο ὁ Θεός, ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, ξέρει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ξέρει πῶς σκέπτεται καὶ πῶς ἐνεργεῖ ὁ ἄνθρωπος. Γιʼ αὐτὸ ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, παρὰ τὴν αὐστηρότητα ποὺ φαίνεται ὅτι ἔχει, ἀνταποκρίνεται στὶς πιὸ εὐγενεῖς ἐπιθυμίες καὶ πόθους τοῦ ἀνθρώπου καὶ προσφέρει στὸν πονεμένο ἄνθρωπο ὅ,τι δὲν μποροῦν νὰ προσφέρουν ὅλες οἱ φιλοσοφίες τοῦ κόσμου. Προσφέρει χαρὰ καὶ εἰρήνη, ἀνάπαυσι καρδιᾶς καὶ νοῦ.
* * *
Τὸ μεγάλο δίδαγμα τοῦ Χριστοῦ
εἶνε ἡ ἀγάπη, μιὰ λέξι ποὺ ἦταν τελείως ἄγνωστη στοὺς ἀρχαίους. Ὦ ἀγάπη,
θεῖο δῶρο, ἄγγελε μὲ τὰ χρυσᾶ φτερά! Ὦ ἀγάπη, θεϊκὴ φλόγα, φλόγα ποῦ
ἄναψε ὁ Χριστὸς στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, καὶ ποὺ ἄλλοτε μὲν ὑψώνεσαι
πρὸς τὰ πάνω καὶ φτάνεις μέχρι τὰ ἄστρα καὶ ἀγγίζεις τὸν Θεό καὶ ψάλλεις
Ἀλληλούϊα, ἄλλοτε δὲ ξαπλώνεσαι πρὸς τὰ κάτω καὶ ἀγκαλιάζεις ὅλα τὰ
δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, ἰδιαιτέρως δὲ τὸν ἄνθρωπο, καὶ δημιουργεῖς
ἱεροὺς δεσμοὺς φιλίας, οἰκογενείας καὶ ἀδελφότητος! Ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ
καὶ ἀγάπη πρὸς τὸ συνάνθρωπο δίδαξε ὁ Θεάνθρωπος. Καὶ μέσα στὴν ἀγάπη
αὐτὴ ἔκλεισε ὅλες τὶς ἐντολές.
Ὁ Χριστὸς δίδαξε τὴν ἀγάπη. Δίδαξε νʼ ἀγαπᾶμε τὸν Θεό, τὸν
οὐράνιο Πατέρα. Δίδαξε νʼ ἀγαπᾶμε τοὺς γονεῖς μας. Δίδαξε νʼ ἀγαπᾶμε
τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους σὰν ἀδελφούς. Δίδαξε νʼ ἀγαπᾶμε καὶ αὐτοὺς τοὺς
ἐχθρούς μας καὶ νὰ προσευχώμαστε γιʼ αὐτούς.
Ἀλλʼ ὁ Χριστὸς δὲν δίδαξε μόνο τὴν πιὸ ὑψηλὴ διδασκαλία. Θαῦμα
δὲν εἶνε μόνο ἡ διδασκαλία του. Θαῦμα, πολὺ μεγαλύτερο, εἶνε ἡ ζωή του.
Τὸ νὰ διδάσκῃ κανεὶς εἶνε εὐκολώτερο. Ἐνῷ τὸ νὰ ἐφαρμόζῃ ὅ,τι διδάσκει
εἶνε τὸ δυσκολώτερο. Καὶ ὁ Χριστὸς ἐφάρμοσε ὅ,τι δίδαξε. Ὁ Χριστὸς
δίδαξε, νʼ ἀγαπᾶμε τὸ Θεό. Ἀλλὰ ποιὸς ἀγάπησε τὸ Θεό, τὸν οὐράνιο
Πατέρα, ὅπως ὁ Χριστός; Ποιός προσευχήθηκε μὲ τόση θερμότητα στὸ Θεὸ
ὅπως ὁ Χριστός; Νύχτες πέρασε χωρὶς νὰ κοιμηθῇ, σὲ μιὰ διαρκῆ φλογερὴ
συνομιλία μὲ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Ὁ Χριστὸς δίδαξε, νʼ ἀγαπᾶμε τοὺς
γονεῖς μας. Καὶ ὁ ἴδιος πάνω στὸ σταυρὸ δὲν λησμόνησε τὴν ἁγία του
Μητέρα. Φρόντισε γιʼ αὐτήν. Ὁ Χριστὸς δίδαξε νʼ ἀγαπᾶμε τοὺς ἐχθρούς.
Καὶ ὁ ἴδιος ἀγαποῦσε τοὺς ἐχθρούς, ποὺ τὸν εἶχαν μισήσει μὲ μῖσος ἄγριο.
Ὁ Χριστὸς δίδαξε, νὰ συγχωρᾶμε τοὺς ἐχθροὺς καὶ νὰ προσευχώμαστε γιʼ
αὐτούς. Καὶ ὁ ἴδιος προσευχήθηκε καὶ συγχώρεσε τοὺς ἐχθρούς του. «Πάτερ,
ἄφες αὐτοῖς˙ οὖ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23, 34), ἀκούστηκε νὰ λέῃ
λίγα λεπτὰ προτοῦ νὰ παραδώσῃ τὸ πνεῦμα του στὸν οὐράνιο Πατέρα.
* * *
Τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ πρέπει κʼ ἐμεῖς νʼ ἀκολουθήσουμε. Ὅ,τι ἐκεῖνος δίδαξε καὶ ἐφάρμοσε, πρέπει κʼ ἐμεῖς νὰ τὸ ἐκτελέσουμε.
Ἀλλὰ πῶς, θὰ ποῦν πολλοί, πῶς νὰ ἐφαρμόσουμε ὅ,τι δίδαξε ὁ
Χριστός; Ὁ Χριστὸς τὰ ἐφάρμοσε, ἀλλʼ ἦταν ἄνθρωπος καὶ Θεός, καὶ ὡς
Θεάνθρωπος εἶχε τὴ δύναμι νὰ ἐφαρμόσῃ τὰ πιὸ μεγάλα ἔργα. Ἀλλʼ ἐμεῖς δὲν
εἴμαστε θεοί. Εἴμαστε ἄνθρωποι, ἄνθρωποι μὲ ἀδυναμίες, μὲ ἐλαττώματα
καὶ κακίες˙ ἄνθρωποι, ποὺ θέλουμε τὸ καλό, θαυμάζουμε αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ
Χριστός, ἀλλὰ πῶς νὰ τὰ κάνουμε; Ἡ ήθικὴ ποὺ δίδαξε εἶνε ἀδύνατο νὰ
ἐφαρμοστῇ. Τὰ διδάγματά του εἶνε ἀκατόρθωτα, καὶ μάλιστα στὴ σημερινὴ
ἐποχή…
Αὐτὰ λένε οἱ πολλοί.
Τί λέτε, ἄνθρωποι! Ὅτι εἶνε ἀκατόρθωτη, ἀπραγματοποίητη ἡ
διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ; Ἀλλʼ ἐὰν ἡ ἱστορία σᾶς παρουσιάσῃ ἀνθρώπους, ποὺ
εἶχαν κι αὐτοὶ ἀτέλειες καὶ ἐλλείψεις, ἀλλὰ ἐφάρμοσαν τὴ διδασκαλία τοῦ
Χριστοῦ, τὶ θὰ πῆτε; Καὶ μόνο ἕνας ἄνθρωπος στὸν κόσμο νὰ βρισκόταν νὰ
ἐφαρμόσῃ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἔφτανε αὐτὸς ὁ ἕνας νʼ ἀποδείξῃ, ὅτι
ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νὰ ἐφαρμοστῇ. Ἀλλὰ δὲν εἶνε μόνο ἕνας
ἄνθρωπος ποὺ ἐφάρμοσε τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Εἶνε πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ
πῆραν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἔκαναν ἔργα, ἔργα μεγάλα καὶ θαυμαστά.
Ὁ κόσμος ποὺ τὰ εἶδε θαύμασε καὶ εἶπε, ὅτι μιὰ θρησκεία ποὺ δίνει
τέτοια δύναμι στοὺς ἀνθρώπους, νὰ νικοῦν τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη καὶ
νὰ ξεπερνοῦν τὰ ἀνθρώπινα μέτρα, εἶνε θρησκεία ποὺ ἔχει θεϊκὴ τὴν
προσέλευσι, καὶ αὐτὸς ποὺ τὴν ἵδρυσε εἶνε Θεός.
Θέλετε, ἀγαπητοί, θέλετε νὰ δῆτε ἀνθρώπους ποὺ πίστεψαν στὸ
Χριστὸ καὶ ἔκαναν ὅτι ἐκεῖνος δίδαξε; Ἀνοίξτε τὸ βιβλίο τῆς Καινῆς
Διαθήκης ποὺ ὀνομάζεται Πράξεις τῶν ἀποστόλων. Σήμερα, τὴν ἅγια αὐτὴ
μέρα, τὴ μεγάλη αὐτὴ γιορτὴ τοῦ χριστιανισμοῦ, τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα,
στὴ θεία λειτουργία διαβάζεται Εὐαγγέλιο μὲν ἡ ἀρχὴ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
Εὐαγγελίου, Ἀπόστολος δὲ ἡ ἀρχὴ τῶν Πράξεων τῶν ἀποστόλων. Τὸ Εὐαγγέλιο
εἶνε ἡ ἱστορία τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Πράξεις εἶνε ἡ συνέχεια τοῦ
Εὐαγγελίου, εἶνε ἡ ἱστορία τῶν ἀποστόλων τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν πρώτων
χριστιανῶν. Περιέχει ὄχι μόνο τί δίδαξαν οἱ ἀπόστολοι, ἀλλὰ καὶ τί
ἔκαναν. Οἱ ἀπόστολοι ἐφάρμοσαν τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Ἀγάπησαν
τὸΘεό, ἀγάπησαν τὸν πλησίον, καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη αὐτὴ ἐγκατέλειψαν τὰ
πάντα. Γυμνοί, πεινασμένοι, περιώδευσαν τὸν κόσμο, κήρυξαν παντοῦ καὶ
ἔκαναν θαύματα, καὶ σὲ μερικὲς περιπτώσεις – μὴ παραξενευθῆτε – οἱ
ἀπόστολοι ἔκαναν θαύματα μεγαλύτερα ἀπʼ αὐτὰ ποὺ ἔκανε ὁ Χριστός. Τὰ
ἔκαναν μὲ τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἔτσι ἀποδείχτηκε ἀληθινὸς ὁ λόγος
του, ποὺ εἶπε ὅτι ὄχι μόνο αὐτὰ ποὺ κάνω θὰ κάνετε, ἀλλὰ καὶ μεγαλύτερα
ἀκόμη (Ἰωάν. 14, 12).
* * *
Ἀγαπητοί μου! Τὰ λόγια τοῦ
Χριστοῦ, ποὺ ἀκοῦμε μέσα στὴν ἐκκλησία, πρέπει στὴν κοινωνία ποὺ ζοῦμε
νὰ τὰ κάνουμε πρᾶξι, ἔργα. Ἔργα, ποὺ νὰ δείχνουν στὰ παιδιά μας καὶ στὶς
νέες γενεές, ὅτι ἡ πίστι μας στοὺς καιρούς μας δὲν στάθηκε νεκρή, ἀλλʼ
ὅτι εἶνε μιὰ πίστι ζωντανή, μιὰ πίστι ποὺ λάμπει σὰν τὸν ἥλιο. Καὶ
λάμπει ἀκόμη περισσότερο μὲ τὶς καλὲς πράξεις, μὲ τὰ θαυμαστὰ ἔργα
ἀντρῶν καὶ γυναικῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν.
Ἐμπρὸς λοιπὸν ἀγαπητοί! Ὅλοι στὰ ἔργα! Τὰ ἔργα τὰ καλά, τὰ
χριστιανικά, σὰν τὰ ἔργα τῶν πρώτων χριστιανῶν, σὰν τὰ ἔργα τῶν
ἀποστόλων, σὰν τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ. «Ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν…» (Πράξ. 1,
1).
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου Ν. Καντιώτου (Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης) »ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ», σελ. 11-17 (ἕκδοσις Γ΄ 2001).
https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=95135#more-95135