Κυριακή 6 Μαρτίου 2022

Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ὑπό τοῦ Ρουμάνου ἁγίου ἱερομάρτυρος Ἱλαρίωνος

  Ἡ μετάνοια εἶναι ἕνα ἀπό τά μέσα τά ὁποῖα προσφέρει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στούς πιστούς γιά τήν κάθαρση τῶν ἁμαρτιῶν τους. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ μετάνοια εἶναι ἕνας τρόπος ψυχικοῦ ἁγιασμοῦ. Ὅπῶς τά μικρόβια τῶν νόσων φαρμακῶνουν τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καί τά μικρόβια τῶν ἁμαρτιῶν φαρμακῶνουν τήν ψυχή του. Ὅπῶς τό σῶμα δέν μπορεῖ νά συμβιβάζεται μέ τήν ἀσθένεια, οὔτε καί ἡ ψυχή δέν θέλει νά συμφιλιωθεῖ μέ τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας. Τό γιατρικό κάθαρσης καί ἐξιλασμοῦ τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ μετάνοια.

ἡ ἁμαρτία εἶναι τό κακό σέ κάθε μορφή του – εἶναι ἡ ἀσυμφωνία μέ τούς νόμους τῆς φύσεως, τῆς ζωῆς καί τῆς ἀνθρώπινης καί θεϊκῆς εὐτυχίας. Παντοῦ, θρησκευτικά καί ἠθικά, μία κακή πράξη εἶναι μία ἁμαρτία. Ὁ χριστιανικός μας βασικός νόμος εἶναι ἡ ἀγάπη. Τό ἰδανικό τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ σχέσις τέλειας ἀγάπης μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀνθρώπους. Ὅποιός δέν ὑπηρετεῖ αὐτό τό ἰδανικό, δέν βοηθάει καθόλου στήν ομόνοια, στήν ἰσορροπία καί στήν πρόοδο ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Ἀντίθετα, ὑπηρετεῖ τήν ἁμαρτία καί δι᾿ αὐτῆς αὐξάνει τό κακό στόν κόσμο, ἐπειδή τό κοινωνικό κακό προέρχεται ἀπό τό προσωπικό μας κακό.

Λίγο ἤ πολύ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἁμαρτωλοί. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ μοναδική ἐξαίρεση. Ὅλοι ἁμαρτάνουμε καί ὅλοι πρέπει νά ὁμολογοῦμε εἰλικρινά τήν ἁμαρτωλότητά μας, διότι ἡἁμαρτία εἶναι παγκόσμια καί ἔχει μία ψυχολογική πραγματικότητα, ἡ ὁποία δέν μπορεῖ κανείς νά τήν ἀμφισβητήσει. Ἄς ἀκούσουμε ἔστω καί λίγο πῶς στενάζουν καί πάσχουν ὅλα τά ὄντα τῆς γῆς «...πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καὶ συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν· οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ τὴν ἀπαρχὴν τοῦ Πνεύματος ἔχοντες καὶ ἡμεῖς αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς στενάζομεν υἱοθεσίαν ἀπεκδεχόμενοι, τὴν ἀπολύτρωσιν τοῦ σώματος ἡμῶν) (Ρωμ. 8, 22, 23

Αὐτός ο ἐκ βάθους στεναγμός εἶναι ἕνας μυστηριῶδης ἦχος τῆς ἀνήσυχης συνείδησης  ἐξαἰτίας τῆς ἁμαρτίας. Ὅπου καί νά ζήσουμε, εἴτε σέ παλάτια εἴτε σέ καλύβια, οἱ τύψεις τῆς συνείδησης μᾶς ἐλέγχουν καί δέν ἠμποροῦμε νά γλυτώσουμε ἀπό τά ἀποτελέσματα τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἔτσι γεννιέται μέσα στόν ἄνθρωπο μιά ψυχική δυσαρέσκεια καί ἡ ἐπιθυμία μιᾶς πνευματικῆς ἀνάστασης.

Ἡ ἀνἡσυχία τῆς συνείδησης πηγάζει ἀπό τήν πραγματικότητα τῆς ἁμαρτίας καί ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀνάστασης ἀπό τήν ἀνάγκη τῆς κάθαρσης καί τόν πόθο τῆς σωτηρίας. Θέλουμε νά εἴμαστε ἐλεύθεροι. Ἐπιδιώκουμέ τήν ἐλευθερία μέ ὅλες τίς ψυχικές μας δυνάμεις, ὅπως γέρνουν τά λουλούδια πρός τό φῶς καί ἀγωνιζόμαστε μέ αἰσιοδοξία γιά μεγαλύτερες θυσίες, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμέ τήν ἐλευθερία. Ἀλλά τί εἶναι ἡ ἐλευθερία;

Εἶναι ἡ ἱκανότητα νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε, χωρίς φόβο Θεοῦ, ἀνεμπόδιστοι ἀπό ἄλλους καί χωρίς ἀπολύτως καμμία εὐθύνη; Ἀσφαλῶς, ὄχι, διότι αὐτή ἡ ἱκανότητα περιορίζεται ἀπό νόμους. Καίἄν δέν ὑπῆρχε  αὐτός ο περιορισμός, θά ταυτιζόταν μέ τήν ἀναρχία. Τότε τί εἶναι ἐλευθερία;

Ἡ ἐλευθερία εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπό τά πάθη, ἀπό τίς επιθυμίες καί ἀπό τίς ἁμαρτίες. Ἐλεύθερος εἶναι μόνο ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δέν ὑποδουλώνεται ἀπό κανένα κακό λογισμό ἤ ἔνοχο συναίσθημα. Εἶναι ἐλεύθερος ὁ ὁποῖος ἔχει καθαρή συνείδηση καί ἁγνή ψυχή. Αὐτός πού πράττει τήν ἁμαρτία – εἶπε ὁ Χριστός – εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. (Ἰω. 8,34 - ο ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλος ἐστιν τῆς ἁμαρτίας). Ἡ λύτρωση ἀπό τήν σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας σημαίνει πραγματική ἀπελευθέρωση. Γι᾿ αὐτό λέμε καί ὁμολογοῦμε μέ πολλές προσευχές ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Λυτρωτής καί ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων. Διότι, διά τῆς ἀλήθειας καί τῆς πλούσιας χάρητος Του, καθαρίζει τίς ἁμαρτίες μας καί ἔτσι γινόμαστε ἐλεύθεροι. Στήν ὑπηρεσία αὐτῆς τῆς καθάρσεως καί ψυχικῆς λύτρωσης εἶναι ἡ χριστιανική μετάνοια, μέ τά βασικά της στοιχεῖα – τήν μεταμέλεια, τήν ἐξομολόγηση, τήν ἐξιλέωση καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.

Αἰσθήματα μετανοίας καί πρακτικές ἐξὁμολογήσεως, ἐξιλέωσης καί καθάρσεως τῶν ἁμαρτιῶν βρίσκονται σέ ὅλες τίς ἀρχαῖες θρησκεῖες. Στίς φυλές τῆς Ἀφρικῆς, τῆς Ἀσίας, τῆς Μαλαισίας καί τῆς Βόρειας Ἀμερικῆς συνάντιοῦνται διάφορες μορφές ἐξομολόγησης τῶν ἁμαρτιῶν, εἴτε δημόσιες, εἴτε μυστικές, ἄλλοτε ἀτομικές καί ἄλλοτε ομαδικές. Ἡ ἐξομολόγηση γινόταν μπροστά σ᾿ ἕναν φίλο, στούς γονεῖς, στούς ἱερεῖς ἤ στούς μάγους, σέ ὅλο τόν λαό ἤ στούς  συζύγους μεταξύ τους, σέ περιπτώσεις ἀρρωστιῶν, κινδώνων ἤ σέ διάφορες θρησκευτικές τελετές. Οἱ ἁμαρτίες πού ἐξὁμολογοῦντἄν ἦταν συνήθως ἐκεῖνες πού εἶχαν σχέση μέ τήν ἠθική, μέ τήν ἐπαφή ορισμένων ἱερῶν ἀντικειμένων ἤ σέ περίπτωση μιᾶςς κλοπῆς, ἑνός σκοτωμοῦ ἤ ἰδιαίτερα τῶν σεξουαλικῶν ἁμαρτιῶν, μέ ὅλες τίς ἄθλιες μορφές τους.

Οἱ τελετουργίες, οἱ χειρονομίες καί οἱ καθαρτήριες πράξεις οἱ ὁποῖες συνώδευαν τήν ἐξομολόγηση ἦταν: τό πλύσιμο, τό μπάνιο στήν θάλασσα ἤ στό ποτάμι, τό ράντισμα μέ νερό, τό κάψιμο, τό φτύσιμο, ἡ αἱματοχυσία καί ἡ ἐξαγωγή αἵματος. Ὅλα αὐτά γίνονται γιά νά διώκεται τό κακό ἀπό τό σῶμα, τήν οἰκογένεια ἤ τήν φυλή.

Ἐμᾶ ὅμως μᾶ ἐνδιαφέρει περισσότερο τί μᾶς ἔχει ἀποκαλύψει ὁ Θεός σχετικά μέ τήν πορεία μας πρός Αὐτόν καί ποιά εἶναι ἡ σημασία τῆς μετάνοιας στήν ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Πρῶτα νά δοῦμε κάποια στοιχεῖα πού τά περιέχει ἡ Παλαιά Διαθήκη, χρήσιμα στήν παροῦσα μελέτη. Ἡ αἴσθηση τῆς μετανοίας στήν Παλαιά Διαθήκη ἐμφανίζεται σχετικά μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα. Οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι πού ἔχουν ἁμαρτήσει εἶναι ὁ Αδάμ καί ἡ Εὔα. Σ᾿ αὐτούς συνάντοῦμε καί τήν πρώτη μετάνοια στήν ἱστορία τῆς δημιουργίας. Διότι ἡἁμαρτία, φυσικά, κρύβει μέσα της μία βαθειά ἀνἡσυχία, πηγασμένη ἀπό τήν ντροπή τῆς διάπραξης της καίἀπό τήν ἐπιθυμία καθάρσεως ἀπ᾿αὐτήν.

Ἡ πτῶση τῶν πρωτοπλάστῶνκαί ἡ ἀπώλεια τῆς ἀγνότητας τῶν πρώτῶνἀνθρώπων συνεπάγεται το συναίσθημα τῆς ντροπῆς, τήν μετάνοια καί τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Ντροπή ἐπειδή κάλυψαν τήν γυμνότητά τους μέ φύλλα συκιᾶς, μετάνοια, διότι ἐννόησαν τό σφάλμα πού ἔπραξαν καί φόβος Θεοῦ, ἐπειδή ἤθελαν νά κρυφτοῦν. Λοιπόν, ἡ πρώτἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων, τό πρῶτο γνώρισμα τῆς μετάνοιας.

Στήν περίπτωση τοῦ πρώτου ἀδελφοκτόνου καί ἀνθρωποκτόνου, δηλαδή τοῦ Κάϊν, παρατηροῦμε ἐπίσης ἕναν παραλληλισμό μεταξύ ἁμαρτίας καί μετανοίας. Ἐπειδή σκότωσε τόν ἀδελφό του, ο Κάϊν εἶναι καταραμένος νά εἶναι φυγάδας καί τάλαίπωρος σέ ὅλη τήν ζωή του ἐπί τῆς. Ζητεῖ νά ἐξιλεωθεῖ γιά ἕνα ἔγκλημα. Δέν μπορεῖ νά θανατωθεῖ ἀπό κανέναν, διότι ἡζωή του ἔχει ἀκόμα ἕνα νόημα στήν γῆ – νά τρέχει, νά ἐξαγοράσει τό πταῖσμα του. Ποιός θἀ ἐμποδίσει τήν θεϊκή ἀπόφαση, ἑπτὰ ἐκδικούμενά παραλύσει (Γεν. 4,15). Νά λοιπόν ὅτι ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ φωνή τῆς ἁμαρτίας καλεῖ σέ μετάνοια. Ὁ ἄνθρωπος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κινεῖται τραγικά μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο ἐναλλαγῶν–τήν τάση ἐξιλασμοῦ καί τήν ἀδυναμία συγκράτησης καί ὑπομονῆς.

Οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν οἱ πιό πιστοί ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ. Ἀπέδειξαν μέ τήν ζωή τους, τό κήρυγμάτους, τήν δράση καί τά συγγράμματά τους, τήν ἀπόλυτη ἀγάπη τους  γιά τόν Θεό. Ἦταν ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ σέ μιά ἐποχή ὅταν οἱ ἄλλοι Ἰσραηλίτες προσκυνοῦσαν στά εἴδωλα. Ἰδού ποιά ἦταν ἡ ἀποστολή τῶν προφητῶν: ἐξέτεινε Κύριος τὴν χεῖρα αὐτοῦ πρός με καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἰδοὺ δέδωκα τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου· 10 ἰδοὺ καθέστηκά σε σήμερον ἐπὶ ἔθνη καὶ ἐπὶ βασιλείας ἐκριζοῦν καὶ κατασκάπτειν καὶ ἀπολλύειν καὶ ἀνοἰκοδομεῖν καὶ καταφυτεύειν. (Ιερ.1,9-10). κλήση τοῦ προφήτου εἶναι παρόμοια μ᾿ ἐκείνη τῶν κηπουρῶν καί τῶν οἰκοδόμωννά ξεριζώσουν τά ζιζάνια καί νά ξεφυτρώσουν ἀντί αὐτῶν τά ἄνθη τῶν ἀρετῶν, νά γκρεμίσουν τούς οἴκους τῶν ἁμαρτιῶν καί ἀντί αὐτῶν νά ἀνεγείρουν νάούς γιά τόν Θεό. Ἔτσι ὑποδεικνύεται ὅτι, σέ μιά τέτοια ἀποστολή, τό κάλεσμα τῶν ἁμαρτωλῶν πρός μετάνοια εἶναι ἡ πιό σημαντική πλευρά της.

Οἱ προφῆτες φέρνουν στόν Ἰουδαϊσμό ἕνα καινούργιο στοιχεῖο–τήν ἐξωτερική, ἠθική ἀνάβλεψη, δηλαδή τήν ἐπιστροφή στόν ἀληθινό Θεό. Ὁ πρῶτος προφήτης, ο Μωυσῆς, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ θεοῦ ἢ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν (Ἑβρ.11, 25). Πνευματοφόρος ὄντας, αὐτός δέν εἶναι μόνο ο λυτρωτής, ο νομοθέτης, ο διοργανωτής καί ὁ φωτίσμένος ἡγέτης τοῦ λαοῦ, ἀλλά καί γιά κάθε στιγμή ο διδάσκαλός του. Ὁ Μωϋσῆς φέρνει ἀπό τόν Θεό το νόμο Του, συγκεντρωμένο στίς Δέκα Ἐντολές, καί θέτει μπροστά στόν λαό τὴν ζωήν καὶ τὸν θάνατον, τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ κακόν (Δευτερ. 30, 15). Ἡ ζωή καί τό καλό εἶναι εὐλογία, ἐνῶ  ο θάνατος καί τό κακό εἶναι κατάρα. Ἡ ἐπιλογή δέν εἶναι καθόλου δύσκολη. Καί ὅταν ἕνας ἀπό τούς υἱούς τοῦ λαοῦ θ᾿ ἁμαρτήσει ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του καί ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί θά σκανδαλίσει τούς ἄλλους, ὁ προφήτης τοῦ θέτει μπροστά του τό χρέος τῆς ἐξομολόγησης - ἐξαγορεύσει τὴν ἁμαρτίαν, περὶ ὧν ἡμάρτηκε κατ᾿ αὐτῆς (Λευ. 5, 5).

Τό πιό πλούσιο ὑλικό στήν Παλαιά Διαθήκη σχετικά μέ τήν μετάνοια τό περιέχει τό Ψαλτήρι. Γιά τήν θρησκευτική καί ἠθική ζωή αὐτό τό βιβλίο τοῦ βασιλέως Δαβίδ ἔχει μοναδικό ρόλο καί σημασία. Γενικά, οἱ Ψαλμοί εἶναι ποιήματα, πρόσευχές καί θρησκευτικά ἄσματα. Ἡ μορφή καί τό περιεχόμενό τους τούς ἀναδεικνύουν σάν ἕνα μεγάλο καί πολύτιμο θησαυρό βιβλικῆς σκέψεως. Οἱ Ψαλμοί ἀποτελοῦν μία ὄντως πνευματική δύναμη, ἡ ὁποία φανερώνει πιό σαφῶς τήν ἀντίθεση μεταξύ τοῦ δικαίου ἀνθρώπου καί τοῦ  ἀνόμου καί ὠθεῖ τήν ψυχή πρός ἐπιστροφή στήν μετάνοια. Θά παρουσιάσουμε μερικές ἰδέες ἀπό τούς ψαλμοῦς μετανοίας ὅπως τόν 6ον, τόν 31ον, τόν 37ον, τόν 50ον, τόν 101ον, τόν 129ον καί τόν 142ον.

Ὁλόκληρος ο 6ος ψαλμός εἶναι μία ὁμολογία ἀδυναμιᾶς. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀνίσχυρος μπροστά στόν Θεό λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του. Μέ δάκρυα στά μάτια, ὁ ἄνθρωπος ἀνυψώνει τήν φωνή τῆς δεήσεώς του πρός τόν Κύριο. (λούσω καθ᾿ ἑκάστήν νύκτα τὴν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω – στιχ.7) Ἐκτός ἀπό τό ἔλεός του, δέν ἔχει καμμία ἄλλη ἐλπίδα. Καί ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθός καί φιλἄνθρωπος, διότι εἰσἀκούει τῆς φωνῆς τοῦ κλαυθμο του(στιχ.9). Τό ἀποτέλεσμα τῆς εἰλικρινοῦς μεταμέλειας εἶναι ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς του. Τό τέλος τοῦ ψαλμοῦ εἶναι ἕνα ξέσπασμα χαρᾶς, πού πηγάζει ἀπό τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Κύριος ἄκουσε τήν δέησή του καί ἀπάντησε στήν αἴτησή του, θεραπεύντας τήν ψυχή του ἀπό τήν πληγή τῆς ἁμαρτίας (Κύριος τὴν πρόσευχήν μου προσεδέξατο – στιχ. 10).

Ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν φέρνει μαζί της τήν ἡσυχία τῆς συνείδησης, τήν συγχώρηση, τήν εὐτυχία καί τήν προσέγγιση στόν Θεό, ὅπως φαίνεται στο 31ον ψαλμό (εἶπα· ἐξαγορεύσω κατ᾿ ἐμοῦ τὴν ἀνομίαν μου τῷ Κυρίῳ· καὶ σὺ ἀφῆκας τὴν ἀσέβειαν τῆς καρδίας μου – στιχ. 5). Τό βάρος τῆς ἁμαρτίας πού ἔφυγε ἀπό τήν ψυχή ἀντικαθίσταται μέ τήν χαρά τῆς εὐτυχίας.

Στόν 37ον ψαλμό ἔχουμε τήν εἰκόνα καί τήν ἐξομολόγηση ἑνός ἀνθρώπου τοῦ ὁποίου τό σῶμα ὑποφέρει ἀπό τίς συνέπειες τῶν ἁμαρτιῶν του (προσώζεσαν καὶ ἐσάπησαν οἱ μώλωπές μου ἀπὸ προσώπου τῆς ἀφροσύνης μου· ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους, ὅλην τὴν ἡμέραν σκυθρωπάζων ἐπορευόμην. τι αἱ ψόαι μου ἐπλήσθησαν ἐμπαιγμάτων, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις ἐν τῇ σαρκί μου – (στιχ. 6-8). ἄνθρωπος εἶναι ὅλος σάπιος. Δέν ἔχει οὔτε φίλους, οὔτε γνωστούς, οἱ ἐχθροί τόν κακολογοῦν καί καταφέρονται ἐναντίον του, ἔχει χάσει ὅλες τίς δυνάμεις του, ἀκόμα καί τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν του. Καί, σ᾿ αὐτή τήν ἀξιοθρήνητη κατάσταση τοῦ ἔμεινε μόνο μία ἐλπίδα καί ἀγαλλίαση, στήν ὁποία προστρέχει μέ ὅλη τήν καρδιά του. Εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἰσἀκούει τούς στεναγμούς καί τήν προσευχή πού τήν ἀνυψώνει μέ τήν φλόγα τῆς ψυχῆς του - Κύριε· Θεός μου, μὴ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ· πρόσχες εἰς τὴν βοήθειάν μου, Κύριε τῆς σωτηρίας μου (στιχ. 22-23).

Τήν ὡραιότατἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν τήν κάνει ὁ προφήτης Δαβίδ στό γνωστό 50ον ψαλμό. Μία ἄλλη κραυγή γιά βοήθεια τήν συναντοῦμε στόν 101ον ψαλμό. Ἐδῶ βλέπουμέ τόν ἁμαρτωλό πού ὑποβάλλει τό σῶμα του σέ ὡρισμένες αὐστηρές ἀσκήσεις καθάρσεως. Γιά τήν ἐξιλέωση τῶν ἁμαρτιῶν, τό σῶμα πρέπει νά ὑποφέρει θλίψεις καί πόνους (ὅτι ἐξέλιπον ὡσεὶ καπνὸς αἱ ἡμέραι μου, καὶ τὰ ὀστᾶ μου ὡσεὶ φρύγιον συνεφρύγησανἀπὸ φωνῆς τοῦ στενάγμοῦ μου ἐκολλήθη τὸ ὀστοῦν μου τῇ σαρκί μου – στιχ. 4 καί 6). Ἡ ἁμαρτωλή ζωή δέν ἔχει κανένα νόημα καί εἶναι καταστρεπτική. Ἀκόμη εἶναι περικυκλωμένη μέ θλίψἐις, μέ ἐχθρούς καί ὁ θάνατος  καιροφυλακτεῖ. Μόνο ὁ Κύριος, μέ τό ἔλεός του, μπορεῖ νά εὐλογεῖ τίς ψυχές.

Ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρυσμένος ἀπό τόν Θεό, ζεῖ σέ μοναξιά καί ὕστερα ζητεῖ βοήθεια· κ βαθέων ἐκέκραξά σοι, Κύριε· Κύριε, εἰσάκουσον τῆς φωνῆς μου (Ψαλμός 129, 1-2) ὅταν πλησιάσει τόν Θεό εἶναι πολύ εὐτυχής, ἐκφράζει τήν χαρά του μέ ἀλαλαγμούς καί ὠδές μέ ὅλες τίς φωνητικές καί ὁργανικές του δυνάμεις καί δυνατότητες. Αὐτές εἶναι, πολύ σύντομα, οἱ κύριες ἰδέες οἱ ὁποῖες ὑπάρχουν στούς μετανοητικούς ψαλμοῦς. Παντοῦ οἱ Ψαλμοί ἀρχίζουν μακαρίζοντας τον άνδρα πού ἀκολουθεῖ τον νόμο τοῦ Θεοῦ, συνεχίζουν μέ τήν εὐλογία τῶν πιστῶν, θυμίζουν τήν αγιότητα καί υμνολογοῦν τη πρόνοια τοῦ Θεοῦ, δείχνουν τη τιμωρία τῶνκακῶν καί καταλήγουν μέ μία κλήση πρός μετάνοια, ὥστε ὅλη ἡ πνοή καί ὅλα τά όντα νά κάνουν τό θέλημα τοῦ αγαθού καί παντοδυνάμου Θεοῦ (πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον – Ψαλμός 150, 6)

Στούς προφήτες Ιερεμία καί Ιεζεκιήλ η σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ διαβίωση σημαίνει μία καίνούρια σκέψη καί ζωή, μία νέα καρδιά, ἡ ὁποία ὅμως θά εἶναι τό προνόμιο τῆς μεσσιανικής ἐποχῆς(δώσω αὐτοῖς καρδίαν ἑτέραν καὶ πνεῦμα καίνὸν δώσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐκσπάσω τὴν καρδίαν τὴν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτῶν καὶ δώσω αὐτοῖς καρδίαν σαρκίνην – Ιεζ. 11, 19).

Τό ὡραιότατο κείμενο τῆς προφητείας τοῦ Ἰεζεκιήλ περί μετανοίας βρίσκεται στό 18ο κεφάλαιο. Κάθε ψυχή εἶναι στό χέρι τοῦ Θεοῦ. Ὅποιός ἀκολουθεῖ τήν δικαιοσύνη θά ζεῖ, ὅποιός πράττει τήν ἀνομία θά πεθάνει. Κάθε ἄνθρωπος ἀπαντᾶ προσωπικά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά τίς πράξεις του. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι κανένας νά μήν πεθάνει, ἀλλά ὅλοι νά ζήσουν (ἡ ψυχὴ ἡ ἁμαρτάνουσα ἀποθανεῖται·δικαιοσύνη δικαίου ἐπ᾿ αὐτὸν ἔσται, καὶ ἀνομία ἀνόμου ἐπ᾿ αὐτὸν ἔσται. Καὶ ἄνομος ἐὰν ἀποστρέψῃ ἐκ πασῶν τῶν ἀνομιῶν αὐτοῦ, ὧν ἐποίησε, καὶ φυλάξηται πάσας τὰς ἐντολάς μου καὶ ποιήσῃ δικαίοσύνην καὶ ἔλεος, ζωῇ ζήσεται καὶ οὐ μὴ ἀποθάνῃ - Ιεζ. 18, 20-21)

προφήτης Ὡσηέ ὄχι μόνο συμβουλεύει τόν λαό πρός μετάνοια, ἀλλά τοῦ δίνει χαρακτηριστικά καίἕνα παράδειγμα προσευχῆς· ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑμῶν· εἴπατε αὐτῷ, ὅπως μὴ λάβητε ἀδικίαν καὶ λάβητε ἀγαθά, καὶ ἀνταποδώσομεν καρπὸν χειλέων ἡμῶν (Ωσηέ 14, 3).

Ἐκτός ἀπό τό πλῆθος ἐσωτερικῶν προσκλήσεων γιά τήν μετάνοια, συναντοῦμε στήν Παλαιά Διαθήκη καί πολυάριθμες συμβολικές πράξεις, καθαρμούς καί θυσίες, οἱ ὁποῖες εἶχαν σκοπό ἀφ᾿ ἑνός νά ἐκφράζουν τήν στάση μετανοίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀφ᾿ ἑτέρου νά μεσιτεύουν γιά τήν κάθαρση τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἔτσι συναντοῦμε συμβολικές πρακτικές μέ χαρακτῆρα μετανοίας, ὅπως τήν ἀπόσχιση τῶν ἐνδυμάτων, τήν ἔνδυση μέ σάκκο, τό πασπάλισμα μέ στάχτη ἐπάνω στό κεφάλι, τό ξεμάλλιασμα, τήν νηστεῖα, τήν προσευχή, τά δάκρυα τῆς μετανοίαςκλποἱ ὁποῖες ὑποδήλωναν μία πνευματική κατάσταση κατάθλιψης, ἀνάνηψης καί καθάρσεως, ὁποία ἦταν χαρακτηριστική γιά τούς μετανοοῦντες.

Ἕνα σκοπό εἶχαν οἱ θυσίες νά βοηθήσουν γιά τήν συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας, τήν ἀπἀλλαγή ἀπό τήν ἄγνοια, ἀπό τίς διάφορες ἐνοχές. Ἰδιαίτερη σημασία εἶχε ἡ θυσία τήν ἡμερα τῆς συμφιλίωσης μέ τόν Θεό, ὅταν θυσιάζονταν δύο ἐξιλαστήριοι τράγοι, ὥστε μέσω αὐτῶν ὁ ἐκλεκτός λαός νά καθαρίσει τίς ἁμαρτίες του. Ὁ πρῶτος τράγος θυσιαζόταν ἐπάνω στό βῆμα καί μέ τό αἷμα του ραντιζόταν τότε, μία φορά τόν χρόνο, ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἐνῶ  ὁ δεύτερος στελνόταν στήν ἔρημο μέ τήν ἐξιλέωση τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ. Ἔτσι γινόταν ἡ ἐξομολόγηση καί ὁ ἐξιλασμός τῶν ἁμαρτιῶν στήν Παλαιά Διαθήκη.

Μερικά παραδείγματα μετανοίας καί ἀμετανοησίας στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι τά ἑξῆς· τό πρῶτο εἶναι ἡ μετάνοια τοῦ Ἀδάμ. Ὕστερα ἔχουμε τό παράδειγμα τοῦ δικαίου Ἐνώχ, ὁ ὁποῖος εὐηρέστῆσε Κυρίῳ καὶ μετετέθη, ὑπόδειγμα μετανοίας ταῖς γενεαῖς (Σοφία Σειρ. 44, 16). Ὁ Ἰώβ μετανοιώνει καί σκεπάζεται μέ χῶμα καί στάχτη. Στήν ἐποχή τῶν Κριτῶν οἱ Ἰσραηλίτες ζοῦν εἴτε βυθισμένοι στήν ἀπιστία εἴτε στήν μετάνοια. Στό τέλος αὐτῆς τῆς ἐποχῆς τά περισσότερα μέλη τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ ζοῦσαν σέ θρησκευτική, ἠθική καί ἐθνική κατάπτωση. Ὁ Θεός ἔγειρε ἀπ᾿ αὐτούς τόν Σαμουήλ, ὁ ὁποῖος ἀναγέννησε πραγματικά τόν Ἰσραήλ. Αὐτός ἱδρύει στήν Ραμμᾶ τό σχολεῖο τῶν προφητῶν, κέντρο θρησκευτικοῦ, ἠθικοῦ καί ἐθνικοῦ συναγερμοῦ ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ. Ἕνεκα αὐτοῦ τοῦ σχολείου γρήγορα διωρθώθησαν οἱ λανθασμένες ἐνέργειες τῆς ἰουδαϊκῆς νεολαίας, ἀνεγέννησαν τήν ἠθική ζωή καί τήν ἑνότητα τῆς πίστεως τοῦ λαοῦ, ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τόν ξενικό ζυγό καί ἐνισχύθηκαν τά σύνορα τῆς χώρας, ὅπου ρέει γάλα καί μέλι. Ὅλα αὐτά εἶναι καρποί τοῦ σχολείου τοῦ Σαμουήλ, ὁ ὁποῖος ἔδωσε καί πάλι τήν πνευματική δύναμι στόν λαό του, τοῦ ἔδωσε τήν ρωμαλεότητα διά τῆς ὁποίας εἶχε μεγαλουργήσει στά δοξασμένα χρόνια τοῦ Δαβίδ καί τοῦ  Σολομῶντος.

Ὁ σοφός Σολομών οἰκοδόμησε τό Ναό τοῦ Κυρίου, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἐξιλεώνονται καί νά ἐξὁμολογοῦνται τίς ἁμαρτίες τους. Ὁ Κύριος εἰσἀκούει τήν προσευχή του καί ὑπόσχεται στό βασιλιᾶ, στά ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ, ὅτι ἄν μετανοήσει ὁ λαός εἰλικρινά, θά συγχωρεθεῖ (ἐὰν ἐντραπῇ λαός μου ἐφ᾿  οὓς ἐπικέκληται τὸ ὄνομά μου ἐπ᾿ αὐτούς ἐγὼ εἰσακούσομαι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἵλεως ἔσομαι ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῶν καὶ ἰάσομαι τὴν γῆν αὐτῶν – Β΄Παραλειπομένων 7,14). Ὁ ἴδιος ὁ βασιλιᾶς γράφει καί τἀ ἀκόλουθα «ὁ ἐπικαλύπτῶνἀσέβειαν ἑαὐτοῦ οὐκ εὐοδωθήσεται, δὲ ἐξηγούμενος ἐλέγχους ἀγαπηθήσεται (Παροιμίαι Σολομῶντος 28, 13)

Εἶναι περίφημη ἡ μετάνοια τῶν κατοίκων τῆς πόλεως Νινεϋῆ, διότι ὑποτάχθηκαν στήν συμβουλή καί στήν κραυγή τοῦ προφήτου Ἰωνᾶ «ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ Νινεϋῆ καταστραφήσεται! (Ἰωνᾶ 3, 4). Αὐτά τά λόγια ἔπεσαν σάν κεραυνός στίς καρδιές τῶν κατοίκων τῆς πόλεως. Τότλόκληρος ὁ λαός, μαζί μέ τόν αὐτοκράτορα-ἀκόμη τά μικρά καί μεγάλα ζῶα–ὑποβλήθηκαν στίς πιό αὐστηρές πράξεις μετανοίας· «οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ κτήνη καὶ οἱ βόες καὶ τὰ πρόβατα μὴ γευσάσθωσαν μηδὲ νεμέσθωσαν μηδὲ ὕδωρ πιέτωσαν. Καὶ περιεβάλλοντο σάκκους οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ κτήνη, καὶ ἀνεβόησαν πρὸς τὸν Θεὸν ἐκτενῶς (στιχ. 7-8). Ἔτσι μετανοεῖ ἡ ἄπιστη πόλη καί γλυτώνει τήν τιμωρία τοῦ ἀφανισμοῦ.

Ἀσφαλῶς στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ μετάνοια δέν ἔχει τόν χαρακτῆρα ἑνός Μυστηρίου, ἐπειδή ἔλειπε τό κύριο καί οὐσιαστικό στοιχεῖο γιά τήν ἀποτελεσματικότητα μιᾶς ἱερῆς πράξεως, δηλαδή ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ὅμως ἀλήθεια, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ Ε. Amann, ὅτι δέν ὑπῆρχε ἐκείνη τήν ἐποχή οὔτε ἡ ἐσωτερική μετάνοια, οὔτε ἡ ἀρετή τῆς εἰλικρινοῦς ἀνάνηψης. Ἄν ἦταν ὄντως ἔτσι, τότε ὅλη ἡ προφητική γραμματεία καί εἰδικά οἱ Ψαλμοί θά ἦταν ἄχρηστοι καί ἡ μετάνοια τοῦ Δαβίδ, τοῦ Μανασςῆ κτλ, τήν ὁποίαν ἐπαινοῦν τόσο πολύ οἱ Ἅγιοι Πατέρες, θά ἦταν ἁπλά ἕνα ψέμα. Τό συναίσθημα καί ἡ ἀρετή τῆς μετανοίας ὑπῆρχαν, ἀλλά ἔλλειπε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ μετάνοια στήν Παλαιά Διαθήκη καί στίς ἀρχαῖες θρησκεῖες ἦταν μία πρακτική τελετουργία καί ἕνα θρησκευτικό σύμβολο πού ἀνήγγειλε, ὅπως καί οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου τά ξημερώματα, τήν ἐμφάνιση ὁλόκληρου τοῦ ἡλιακοῦ δίσκου. Καί στήν περίπτωση τῆς μετανοίας ἐπιβεβαιώνονται τά περίφημα λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅτι ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν «παιδαγωγὸς ἡμῶν εἰς Χριστόν (Γαλ. 3, 24).

Μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ Χριστιανισμοῦ, τό ἀρχαῖο σύμβολο καί ἡ πρακτική τελετουργία ἀποκτοῦν μία μόνιμη καθιέρωση. Αὐτό πού μέχρι ἐδῶ εἶχε περισσότερο ἕνα ἐξωτερικό καί τυπικό χαρακτῆρα, τώρα γίνεται ἐσωτερικό καί ἱερό.

Ἡ Καινή Διαθήκη εἶναι τό βιβλίο τῆς ἐπιστροφὴς στόν Θεό, στόν ὑαράδεισο τῆς χαμένης εὐτυχίας. Δέν ὑπάρχει κεφάλαιο στό περιεχόμενο της πού νά μήν ἀποβλέπει σ᾿ αὐτό τόν ἱερό σκοπό, πού εἶναι ἡ μετάνοια,ἡ ἐπιστροφή καί ἡ συμφιλίωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Μόνο μέ τήν Καινή Διαθήκη ἀρχίζει ἡ μελέτη περί τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας.

Βρισκόμαστε στό κατώφλι τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἐδῶ συναντοῦμέ τόν Πρόδρομο Ἰωάννη κηρύττοντας τήν μετάνοια (Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2). Ἡ κραυγή του, ἡ πρόσκλησή του εἶχε μία προπαρασκευαστική ἀποστολή. Ἦταν ἡ φωνή τῆς ἐρήμου ἡ ὁποία ἤθελε νά γίνει ἕνα εὔφορο περιβόλι. Ἦταν μία μεγάλης σημασίας πράξη διακοπῆς τοῦ παρελθόντος, μέ τήν ὁποία ὁ προφήτης Ἰωάννης ἀνακόπτει τήν πορεία τῆς πεσμένης ἀνθρωπότητας, καί νά κατευθύνει τά βῆματα της πρός τόν Κύριο. Ὁ Ἅγιος  Πρόδρομος ἔχει τό ὄραμα μιᾶς ἀνάγεννημένης διά τῆς μετανοίας ἀνθρωπότητας. Γι᾿ αὐτό κηρύττει «βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Μαρκ.1,4) Δέν ὑπάρχει τίποτε μυστηριακό σ᾿αὐτή τήν τελετουργία. Εἶναι μόνο μία προετοιμασία γιά ἕνα πολύ ἱερό σκοπό: τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη καί  τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.

Τό ἔργο τοῦ Προδρόμου ἔχει ὅμως ἕνα μέγιστο ρόλο, τήν ἀνακήρυξη τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία. Γιά νά τόν ὑποδεχθεῖ εὐπρεπῶς πρέπει νά προϋπάρχει μία σχέση εἰλικρίνειας μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ἡ ὁποία σημαίνει μία ἠθική συμπεριφορά, ἐστεμμένη μέ καλές πράξεις «ποιήσατε οὖν καρπὸν ἄξιον τῆς μετανοίας» (Ματθ.3,8). Τούς διδάσκει ὁ Προφήτης νά πράττουν ἔτσι ὥστε νά ἐπιβεβαιώνουν τήν ὕπαρξη καί τήν γνησιότητα τῆς μετανοίας (π.χ. μή ὑπερηφανεύεστε μέ τά ἀγαθά καί τά προνόμιά σας, μή παίρνετε ἀπό κανένα περισσότερα ἀπό ὅσα δικαιοῦσθε, μή καταδυναστεύετε κανέναν καί νά εἶσθε εὐχαριστημένοι μέ τό κέρδος σας. Ὅποιός ἔχει δύο ἐνδύματα, τό ἕνα νά τό χαρίσει σ᾿ αὐτούς πού δέν ἔχουν καθόλου καί ἐκεῖνος πού ἔχει τρόφιμα νά κάνει το ἴδιο. Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα πραγματικό σύστημα κανόνων μετανοίας – τό πρῶτο τέτοιου εἴδους στήν Καινή Διαθήκη.

Συναντοῦμε στήν δραστηριότητα τοῦ Προδρόμου ἀκόμα μία σπουδαία πλευρά. Ὅσοι βαπτίζονταν ἀπ᾿αὐτόν στόν Ἰορδάνη ἐξὁμολογοῦνταν τίς ἁμαρτίες τους.(Ματθ. 3,6). Εἶναι τό ἴδιο σχῆμα γενικῆς ἐξομολόγησης ἁμαρτιῶν πού τό συναντοῦμε στήν Παλαιά Διαθήκη καί στίς ἀρχαῖες θρησκεῖες. Ἡ λέξἡ ἐξομολόγηση, χρησιμοποιημένη ἀπό τόν Προφήτη, θά γίνει ἀργότερα ὁ τεχνικός ὅρος γιά τό συγκεκριμένο ἱερό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.

Μέ τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τοῦ Σωτήρα περί τῆς μετανοίας βρισκόμαστε σ᾿ ἕναν καινούργιο κόσμο. Τό ἱερό Εὐαγγέλιο ἀναγγέλλεται στήν ἀνθρωπότητα. Αὐτό πού μέχρι τώρα ἦταν μόνο σκιά καί σύμβολο, τώρα γίνεται πραγματικότητα, πραγματικό ἔργο κάθαρσης ἀπό τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας. Εἴμαστε ὑπό τήν σκέπη τῆς Χάριτος καί τῆς ἀληθείας (Ἰω. 1,17).

Ἡ ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου συμπίπτει μέ τήν ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰησοῦ περί τῆς μετανοίας. Ὁ νόμος τοῦ Μωϋσῆ, οἱ Ψαλμοί, οἱ προφῆτες ὁδεύουν παράλληλα πρός αὐτό τό νέο σημεῖο στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Μέ τό «πεπλήρωται καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ» (Μαρκ.1,15) Ἐγκαινιάζεται ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός τοῦ κόσμου. Ἐκπληρώθηκαν οἱ ὑποσχέσεις καί οἱ βιβλικές προφητεῖες. Γυρίστε πρός τόν μοναδικό, ἀληθινό Θεό διά τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας καί πιστέψτε στό Εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ πίστη καί ἡ μετάνοια ἐπικαλοῦνται ἀλλήλες. Βέβαια, δέν ὑπάρχει ἀληθινή πίστη, χωρίς γνήσια μετάνοια, οὔτε οὐσιαστική μετάνοια χωρίς ζωντανή πίστη. Ἡ μία οἰκοδομεῖται ἐπάνω στήν ἄλλη. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ γιατρός τῶν ἁμαρτιῶν. Αὐτός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά βρεῖ τούς πεπλανημένους καί τούς ἀρρώστους καί νά τούς θεραπεύσει μέ τό φάρμακο τῆς μετανοίας. Ὁ σκοπός τοῦ ἐρχομοῦ Του εἶναι ἡ μετάνοια – ὁ μεγάλος νόμος τῆς ἄφεσης τῶν ἁμαρτιῶν. Στήν Κυριακή προσευχή μᾶς ὠθεῖ πρός μετάνοια καί ἡ καθημερινή δέηση γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας.

Ἐκτός ἀπό τίς προτροπές, ὁ Χριστός μᾶς δίνει καί παραδείγματα γιά τήν σημασία τῆς μετανοίας. Ἔτσι, λοιπόν, εἶναι καί ἡ παραβολή τοῦ χαμένου προβάτου (Λουκ.15,4-7). Σ᾿ αὐτήν ἡ σπουδαιότητα τῆς μετανοίας εἶναι ὁλοφάνερη. Δέν ἀξίζει ἕνας ἁμαρτωλός περισσότερο ἀπό 99 δικαίους, ἀλλά κι ἕνας μετανοημένος ἁμαρτωλός προκαλεῖ πιό πολλή χαρά στήν γῆ καί στόν οὐρανό ἀπό τούς 99 δικαίους, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν περιπλανηθεῖ. Γιατί; Ἐπειδή διά τῆς μετανοίας ἔχει σωθεῖ μία ψυχή ἀπό τόν θάνατο καί μία ψυχή ἀξίζει περισσότερο ἀπό ὅλον τόν κόσμο. Ἀπό τήν στιγμή πού χάθηκε, αὐτή ἡ ἀμετανόητήν ψυχή, δέν μπορεῖ ν᾿ ἀντικατασταθεῖ μέ τίποτε.

Ἠ μετάνοια εἶναι ἀναγκαία σ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς. Ὁ Χριστός ἔστειλε τούς Ἀποστόλους νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι δέν τούς δεχτοῦν στό σπίτι τους καί δεν ἀκούσουν τό Εὐαγγέλιο τῆς μετανοίας, θά τιμωρηθοῦν φοβερά «λέγω ὑμῖν ὅτι Σοδόμοις ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνεκτότερον ἔσται ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ» (Λουκ. 10, 12).

Πῶς θά γίνει ἡ μετάνοια διδασκόμαστε ἀπό τόν ἴδιο τόν Σωτήρα. Ὁ Ἴδιος ἐσύχναζε στό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων ἀπό 12 χρονῶν, τό Πάσχα καί στίς ἰουδαϊκές γιορτές.  Ἐνήστευε καί προσευχόταν. Μᾶς λέει πῶς νά προευχόμαστε, ἀνυψώνει τά μάτιαπρός τόνύς οὐρανούς, γονατίζει καί πέφτει μέ τό πρόσωπο στήν γῆ, ψέλνει πνευματικές ὠδές μαζί μέ τούς Ἀποστόλους. Ὅλα αὐτά τα παραδείγματα μᾶς τά ἄφησε ὁ Ἀναμάρτητος Ἐνσαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς ἀναγκαῖες πνευματικές καταστάσεις τῶν μετανοούντων. Γιά νά δεχθεῖ ὁ Θεός τήν προσευχή μας πρέπει πρίν νά συγχωρεθοῦμε μεταξύ μας.

Ἕνα σημαντικό παράδειγμα μετανοίας εἶναι ὁ τελώνης Ζακχαῖος. Πλουτισμένος μέσω τῆς ἀπάτης στάθηκε κάποια ἡμέρα μπροστά στό Κύριο.  Βλέποντας τήν ἐνσαρκωμένη Ἁγιότητα αἰσθλάνθηκε ἀμέσως τήν ἐνοχή τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς του καί τήν ἀνάγκη νά ξεφορτώσει τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ πού τόν πίεζαν στήν καρδιά καί τόν ἀνησυχοῦσαν. Ἡ παρουσία τοῦ Ἰησοῦ στό σπίτι τοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά ξεκοπεῖ ἀπό τό ἄτιμο παρελθόν του. Ἔμμεσα ἐξὁμολογεῖται καί ἀποφασίζει ποιό θά εἶναι τό μελλοντικό του πιστεύω καί ἡ συμπεριφορά τῆς ζωῆς του. «Τὰ ἡμίσειά μου τῶν ὑπαρχόντων, κύριε, τοῖς πτωχοῖς δίδωμι, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα ἀποδίδωμι τετραπλοῦν» (Λουκ.19,8) Μπροστά σ᾿ αὐτή τήν εἰλικρινῆ καί ξαφνική μετατροπή, ὁ Χριστός ἀπαντᾶς:  «Σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο». (στιχ. 9)

Ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ ἀπάρνηση τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ κύρια στιγμή τῆς μετανοίας. Τό ἰδανικό τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἁγιότητα, ἡ ὁποία δέν ἔχει τίποτε τό κοινό. Αὐτό τό πρᾶγμα τό ἔχει καταλάβει τόσο ὁ Ζακχαῖος, ὅσο καί ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα, στήν ὁποία ὁ Χριστός εἶπε: «Πορεύου καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε» (Ἰω. 8,11). Ὁ ἀνώτατος σκοπός τῆς μετανοίας εἶναι ἡ ἠθική καί πνευματική τελειότητα «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι ὡς πατὴρ ὑμῶν οὐράνιος τέλειός ἐστιν» (Ματθ. 5, 48).

Το κλασικό παράδειγμα μετανοίας στό Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου. Σημειώνουμε μόνο τά ἑξῆς: ὁ υϊός (ὁ ἄνθρωπος γενικά) φεύγει ἀπό τό σπίτι τοῦ πατρός του (εἶναι ὁ Θεός) νά ζήσει στόν κόσμο τῶν ἁμαρτιῶν. Ἐκεῖ  χάνει ὅλη τήν κληρονομία του. Τοῦ ἀπομένει μόνο ἡ ἀνάμνηση τῆς παλαιότερης εὐτυχισμένης ζωῆς του. Γεύεται τήν πικρία τῶν δεινῶν, ἀλλά συνἔρχεται. Γεννιέται μέσα του μία καινούργια σκέψη, ἡ ὁποία ξεσπᾶ καί γίνεται ἐξομολόγηση. Καί ὅπως εἶπε, ἔτσι ἔπραξε κατόπιν. Πηγαίνει στό πατέρα του, ἐξὁμολογεῖται καί κλαίει γιά τίς ἁμαρτίες του. Ὁ πατέρας του ἀπό μακριά τόν βλέπει, τρέχει, τόν ἀγκαλιάζει, χαίρεται, τόν φιλεῖ καί τόν ντύνει μέ βασιλικό ἔνδυμα.

Ἔχουμε στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου ὅλα τά στοιχεῖα μιᾶς πλήρους μετάνοιας: Βλέπουμέ τόν ἁμαρτωλό, τήν συναίσθηση, τήν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν του, τήν ἐπιστροφή, τήν συγχωρητική εὐχή, τήν ἀνάνηψη, τήν ἀπόφαση διορθώσεως, τόν πατέρα πού τόν δέχεται, τήν μετάνοια καί τήν σύγχώρησή του ἀπό τόν πατέρα. Αὐτή ἡ παραβολή ἀπεικονίζει αὐτό πού θά μπορούσαμε νά ὀνομάσουμε πλήρη εὐαγγελική μετάνοια.

Ἀπό τά παραπάνω παραδείγματα μαθαίνουμε πῶς γίνεται ἡ μετάνοια. Δέν βρισκόμαστε στό σκότος τῆς δεισιδαιμονίας καί τῆς τυπολατρίας τῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν τοῦ παρελθόντος, ἀλλά στό ἐπίπεδο τῆς ἀληθινῆς καί ἀγνῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας. Ἡ ἁμαρτία εἶναι μία ψυχολογική πραγματικότητα. Ἡ συνέπεια της εἶναι ὁ θάνατος. Ὅποῖος θέλει νά ζήσει, πρέπει νά μετανοήσει. Πῶς; Ὅπῶς μᾶς ὑπέδειξε ὁ Χριστός. (μέ τόν ἐκκλησιασμό,τήν νηστεῖα καί τήν προσευχή) ἤ σάν τόν τελώνη, μέ ταπείνωση, σάν τήν πόρνη, μέ τά δάκρυα τῆς ἀπέραντης ἀγάπης της, σάν τόν Πέτρο μέ λυγμούς καί μέ πόνο, σάν τόν ληστή μέ φλογερή προσευχή καί μέ ἀληθινή μετάνοια.

Ὁ Χριστός συγχωρεῖ τήν ἁμαρτία «ἐξουσίαν ἔχει υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἁμαρτίας ἐπὶ τῆς γῆς» (Μαρκ. 2,10). Εἶναι ἡ μεγάλη ἀγγελία, τό μέγα θαῦμα, ἡ ἐπανάσταση καί ἡ θεϊκή ἀποκάλυψη τήν ὁποία ἔφερε πρῶτος καί γιά πρώτη φορά στόν κόσμο ὁ Χριστός. Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ἡ ἀποστολή  τοῦ ἐρχομοῦ Του στόν κόσμο.

Ὅλες οἱ ἁμαρτίες συγχωροῦνται ἐκτός ἀπό τήν βλασφημία ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι αἰώνια ἁμαρτία. Εἶναι μία λογική καί ἠθική ἀδυναμία νά συγχωρεθεῖ ἕνας ἁμαρτωλός, ὁ ὁποῖος ἀντιστέκεται, ἐνσυνείδητα, στό φῶς τῆς ἀληθείας.

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

 Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου