Το μαρτύριο των αγίων Σαράντα, που εορτάζουν στις 9 Μαρτίου,
τοποθετείται από την αγιολογική παράδοση της Εκκλησίας στο 320 μ.Χ., την περίοδο του τελευταίου διωγμού των χριστιανών, του διωγμού από το Λικίνιο. Πρόκειται για σαράντα στρατιώτες, που τους άφησαν γυμνούς όλη τη νύχτα στην παγωμένη λίμνη της Σεβάστειας του Πόντου· το πρωί τους μάζεψαν όπως ήταν, νεκρούς ή μισοπεθαμένους, και τους έριξαν στην πυρά και τελικά πέταξαν τα καμένα τους σώματα στο ποτάμι, από κάποιο σημείο του οποίου οι χριστιανοί τα περισυνέλεξαν και τα έθαψαν. «Και ούτως, ημέρας αρχομένης, έτι εμπνέοντες τω πυρί παρεδόθησαν, και τα του πυρός λείψανα επί τον ποταμόν απερρίφθη· ώστε διά πάσης της κτίσεως διεξελθείν των μακαρίων την άθλησιν. Επί της γης ηγωνίσαντο, τω αέρι ενεκαρτέρησαν, τω πυρί παρεδόθησαν, το ύδωρ αυτούς υπεδέξατο. Εκείνων εστίν η φωνή· Διήλθομεν διά πυρός και ύδατος, και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν» (Μέγας Βασίλειος).
Τα ονόματά τους διασώθηκαν, αν και για μερικά από αυτά υπάρχουν και διαφορετικές εκδοχές: «Κατά τους Παρισινούς Κώδικες 1575 και 1476 τα ονόματα τους ήταν: Αγγίας, Αγλάιος ο καπικλάριος, Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάιος, Γοργόνιος, Δομετιανός (ή Δομέτιος), Δόμνας, Εκδίκιος (ή Ευδίκιος), Ευνοϊκός, Ευτύχιος (ή Ευτυχής), Ηλιάδης (ή Ηλίας), Ηράκλειος, Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Ιουλιανός, (ή Ελιανός ή Ηλιανός), Ιωάννης, Κάνδιδος (ή Κλαύδιος), Κλαύδιος, Κύριλλος, Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξάνθιος, (ή Ξανθιάς), Ουαλέριος, Ουάλης, Πρίσκος, Σακεδών (ή Σακερδών), Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χουδίων» (εδώ).
Ο ένας από τους αρχικούς καταδίκους υποτάχθηκε και αλλαξοπίστησε, όμως, όταν πλησίασε στη φωτιά για να ζεσταθεί, έξω από τη λίμνη, πέθανε από την απότομη αλλαγή της θερμοκρασίας στο σώμα του. Ένας από τους φρουρούς, αντίθετα, ο Αγλάιος, ξαφνικά έβγαλε τη στολή του, φώναξε «κι εγώ είμαι χριστιανός!», μπήκε γυμνός στην παγωμένη πίστα του θανάτου και πέθανε με τους άλλους τριάντα εννιά. Το συναξάρι των αγίων λέει πως είδε σαράντα στεφάνια να κατεβαίνουν απ’ τον ουρανό και κατάλαβε πως το τελευταίο, ορφανό πια στεφάνι ήταν απείρως πολυτιμότερο από τη ζωή του.
Ο νεότερος μάρτυρας, ο Μελίτων, έμεινε πίσω, αδύναμα ζωντανός ακόμη, όταν τους φόρτωσαν για να τους πετάξουν στην πυρά. Τότε η μητέρα του πλησίασε και, αντί να προσπαθήσει να τον φυγαδεύσει, τον φόρτωσε στωικά στο κάρο και τον έστειλε μαζί με τους άλλους.
Η ιστορία αυτή δεν περιέχει εξωπραγματικά στοιχεία, εκτός ίσως από το όραμα με τα στεφάνια. Παρόμοιες σκηνές ηρωισμού και αυταπάρνησης βλέπουμε σε όλους τους πολέμους και σε όλες τις περιόδους δουλείας και διώξεως ανθρώπων γι’ αυτά που πιστεύουν κι αγαπούν. Αυτή δε η μάνα θα μπορούσε να είναι Σπαρτιάτισσα ή Σουλιώτισσα ή γενικά μάνα που στέλνει το γιο της στη μάχη, σε βέβαιο θάνατο, για τα κοινά ιδανικά και των δυο τους, για την πατρίδα ή την ελευθερία ή την κοινωνική δικαιοσύνη ή ακόμη και για την εκδίκηση. Αυτά, τα επίγεια ιδανικά, θα τα καταλαβαίναμε, γιατί είμαστε κι εμείς γήινοι· δυσκολευόμαστε να δεχτούμε ότι η μητέρα του αγίου Μελίτωνα τον έστειλε όχι στο θάνατο, αλλά στην αιώνια ζωή, και αρνήθηκε να του στερήσει την ευκαιρία να την κερδίσει (ενώ είχε φτάσει τόσο κοντά) για να ικανοποιήσει την αναμφίβολα πανίσχυρη μητρική ανάγκη της να τον κρατήσει κοντά της.
Αν είχε δίκιο ή ήταν θύμα φαντασιώσεων και αυταπάτης, ας ρωτήσουμε τον Σαράντο, τον Τούρκο αξιωματικό από τη Σεβάστεια, που το 1905 διατάχθηκε να κάψει το Γομάτι Χαλκιδικής και όμως, μόλις έφτασε έξω από την εκκλησία των αγίων Σαράντα, ανεξήγητα άλλαξε γνώμη· κι όταν έμαθε σε ποιος αγίους ήταν αφιερωμένη η εκκλησία, ομολόγησε στους κατοίκους το όνομά του και πως η μουσουλμάνα μητέρα του τον διέσωσε από το θανατικό όλων των μωρών που γεννούσε τάζοντάς τον στους αγίους Σαράντα. Μπήκε μάλιστα στην εκκλησία, έβγαλε μια χρυσή λίρα και την κρέμασε στην εικόνα. Μπορείτε να τον γνωρίσετε εδώ.
Είναι πραγματική η ιστορία των αγίων Σαράντα; Λοιπόν, έχουμε στη διάθεσή μας τρεις ομιλίες γι’ αυτούς, που γράφτηκαν και εκφωνήθηκαν από δύο αδελφούς, το Μέγα Βασίλειο (μία ομιλία) και τον άγιο Γρηγόριο, επίσκοπο Νύσσης (δύο ομιλίες). Η Καισάρεια και η Σεβάστεια είναι σχετικά κοντά, ο Πόντος και η Καππαδοκία γειτνιάζουν (βλ. χάρτη από εδώ) και η οικογένεια των δύο αυτών αδελφών ευλαβείτο ιδιαίτερα τους αγίους Σαράντα και είχε στη φύλαξή της τεμάχια των ιερών λειψάνων τους. Οι γονείς τους μάλιστα «ανήγειραν τον πρώτο ναό στην Ανατολή εις τιμήν των Αγίων, όπου και ετάφησαν, σε κτήμα τους στον Πόντο» (από εδώ). Για τον πρώτο εορτασμό και την εναπόθεση της λάρνακας με τα λείψανα των αγίων στο ναό τους έχουμε μαρτυρία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης ότι ήταν νέος και λαϊκός ακόμη – δηλ. όχι ιερέας – και έπρεπε να επιστρέψει από μακριά για τον εορτασμό, στη διοργάνωση του οποίου είχε πρωτοστατήσει η μητέρα του (βλ. «Το πάθημα του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης», εδώ).
Αποσπάσματα από τις ομιλίες των δύο μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, ανθρώπων των γραμμάτων και της κοινωνικής προσφοράς (ας τα λέμε κι αυτά, για τους έξωθεν), μπορεί ο ενδιαφερόμενος να διαβάσει εδώ. [1] Ολόκληρη η ομιλία του αγίου Βασιλείου «Εις τους αγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας» δημοσιεύεται εδώ και οι δύο ομιλίες του αγίου Γρηγορίου Νύσσης εδώ (Patrologia Graeca, 46, στήλες 749-772 και 773-788).
Οι ομιλίες αυτές προφανώς δεν εκφωνήθηκαν σε κάποια πολιτιστική εκδήλωση «ανακάλυψης» των αγίων Σαράντα, δίκην σημερινού επιστημονικού συνεδρίου, αλλά στην εκκλησία, κατά την ημέρα της εορτής τους, ενώ οι άγιοι ήσαν ήδη γνωστοί. Εκφωνήθηκαν δηλαδή «μόλις πενήντα έως εξήντα χρόνια μετά το μαρτύριό τους», ενώ η τιμή της μνήμης τους ήταν ήδη καθιερωμένη, όπως επισημαίνει το σχετικό λήμμα της αγγλικής Βικιπαίδειας («The Feast of the Forty Martyrs is thus older than Basil himself, who eulogised them only fifty or sixty years after their deaths»). Οι άγιοι δεν είχαν μαρτυρήσει κάπου μακριά και απόμερα, αλλά μπροστά στα μάτια όλης της Σεβάστειας, λίγες μόλις δεκαετίες πριν (οι ομιλίες του αγίου Γρηγορίου εκφωνήθηκαν μάλλον στις 8 και 9 Μαρτίου 383 μ.Χ. στη Σεβάστεια, δηλ. μόλις 43 χρόνια από το μαρτύριο τω αγίων – βλ. Στ. Παπαδόπουλου, Πατρολογία Β΄, Αθήνα 1990, σελ. 622).
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει ήδη τη διάδοση της τιμής των αγίων Σαράντα σε πολλές περιοχές και γνωρίζει επίσης εμφανίσεις και θαύματά τους, γι’ αυτό και γράφει (σε νεοελληνική απόδοση): «Αυτοί είναι που περιέβαλαν τη χώρα μας, σαν συνεχόμενοι πύργοι, προσφέροντας ασφάλεια από την επιδρομή των εχθρών. Δεν περιόρισαν τους εαυτούς τους σε ένα τόπο, αλλά έχουν γίνει κιόλας φίλοι σε πολλές περιοχές και κοσμούν πολλές πατρίδες. Και το παράδοξο είναι ότι δεν επισκέπτονται ο καθένας χωριστά αυτούς που τους δέχονται, αλλά όλοι μαζί, ως χορωδία, ενωμένοι μεταξύ τους. Ω, τι θαύμα! Ούτε είναι ελλιπείς στον αριθμό, ούτε επιδέχονται προσθήκη».
Για την ιστορία, ας αναφέρουμε ότι ομιλία για τους αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες αποδίδεται και στον άγιο Εφραίμ το Σύρο († 373), αν και σώζεται μόνο σε ελληνική μετάφραση, χωρίς αντιστοιχία με σωζόμενο συριακό πρωτότυπο (Στ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 341).
Τα παραπάνω νομίζω ότι είναι υπεραρκετά για την τεκμηρίωση της ιστορικότητας των αγίων Σαράντα. Αναζητώντας όμως στοιχεία, αναρωτήθηκα αν θα βρούμε τη λίμνη, στην οποία υποτίθεται ότι μαρτύρησαν. Πρόκειται λοιπόν για μια λίμνη σχηματισμένη από τα νερά του περίφημου ποταμού Άλυ, ο οποίος περνάει δίπλα στη Σεβάστεια [σημερινό Σιβάς (Sivas) της Τουρκίας], ενώ κάποιο ρεύμα του, όπως φαίνεται, περνούσε μέσα από την πόλη. Σχετικά διαβάζουμε: «Η ταύτιση της Σεβάστειας με το σύγχρονο Σιβάς αποδεικνύεται εν μέρει από την ομοιότητα των ονομάτων, και εν μέρει από τη συμφωνία της τοποθεσίας του Σιβάς με την περιγραφή του Γρηγορίου της Νύσσας, η οποία δηλώνει ότι η πόλη βρισκόταν στην κοιλάδα του Άλυ. Ένα μικρό ρέμα περνούσε μέσα από την πόλη και έπεφτε σε μια γειτονική λίμνη, η οποία επικοινωνούσε με τον Άλυ»
(Από εδώ. Αγγλικά: «The identity of Sebastia with the modern Siwas [sic] is established partly by the resemblance of the names, and partlyby the agreement of the site of Siwas with the description of Gregory of Nyssa, who states that the town was situated in the valley of the Halys. A small stream, moreover, flowed through the town, and fell into a neighbouring lake, which communicated with the Halys (Orat. I. in XL. Mart. p. 501, Orat. II. p. 510; comp. Basil. M. Epist. viii.)»).
Η Σεβάστεια βρίσκεται σε υψόμετρο 1.278 μέτρων και οι συνθήκες ταιριάζουν απόλυτα με την εξιστόρηση του μαρτυρίου των σαράντα αγίων: «Επίσης, το κρύο στη Σεβάστεια είναι τσουχτερό και οι κάτοικοι αντιμετωπίζουν προβλήματα. Η φύση, όμως, τους ανταμείβει με τις μαγευτικές εικόνες του Άλυ ποταμού, ο οποίος έχει παγώσει. (…) Σε μερικά σημεία το πάχος του πάγου φτάνει τα 10 εκατοστά και η στάθμη του ποταμού έχει πέσει αρκετά. Εκτός από τον ποταμό έχουν παγώσει οι λίμνες και οι καταρράκτες που σχηματίζει. Ειδικά ο καταρράκτης Σίζιρ έχει γίνει ο πόλος έλξης των κατοίκων, οι οποίοι σπεύδουν για να θαυμάσουν τις μαγευτικές εικόνες» [«Μαγευτικές εικόνες από τον Πόντο – Πάγωσαν οι ποταμοί Χαρσιώτης και Άλυς (βίντεο)», μετάφραση Σοφίας Αγγελίδου, εδώ (σημείωση: δυστυχώς δεν το βλέπω τώρα, αλλά ο τίτλος έχει παραμείνει και φαίνεται με μια αναζήτηση στο Google)].
Το ρεπορτάζ αυτό δημοσιεύτηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2017 (με το σημερινό, νέο ημερολόγιο, δηλ. με το παλαιό ημερολόγιο 24 Φεβρουαρίου), ενώ οι άγιοι Σαράντα εορτάζουν στις 9 Μαρτίου, πράγμα που σημαίνει ότι μάλλον εκείνη τη νύχτα μαρτύρησαν (με το παλαιό ημερολόγιο, δηλ. σημερινές 22 Μαρτίου). Όμως και το Μάρτιο του 320 μ.Χ. είναι πιθανόν να είχε παγώσει η λίμνη. Αν αυτό χρειάζεται κάποια τεκμηρίωση, ας αναφέρουμε την πρόβλεψη της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας για τις 23 Μαρτίου 2020 στη χώρα μας: «Η θερμοκρασία θα σημειώσει εκ νέου πτώση και το κρύο θα είναι τσουχτερό. Τη νύχτα και νωρίς το πρωί θα σημειωθεί παγετός στη Βόρεια και Κεντρική Ελλάδα, με το θερμόμετρο να πέφτει έως και τους -7 βαθμούς! Οι άνεμοι θα πνέουν βόρειοι 7 - 8 μποφόρ. Σύμφωνα με τα στοιχεία, νέο κύμα κακοκαιρίας αναμένεται από την Τετάρτη 25 Μαρτίου. Αξίζει να τονιστεί, πως έντονο κύμα ψύχους αναμένεται στην Ευρώπη τη νέα εβδομάδα!» (από εδώ).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
[1] Τα αντιγράφουμε και εδώ:
Μέγας Βασίλειος: «Και οι σαράντα μάρτυρες και όλοι μαζί είναι και ευρίσκονται όλοι εις τον καθένα. Αυτοί είναι η πλούσια ευεργεσία, η χάρις που δεν εξοδεύεται, είναι έτοιμη βοήθεια των Χριστιανών, εκκλησία μαρτύρων, στρατός τροπαιοφόρων, χορός από δοξολογούντας. Τι δεν θα έπραττες διά να εύρης ένα που να παρακαλή διά σε τον Κύριον; Σαράντα είναι, που να αναπέμπουν σύμφωνον προσευχήν. “Όπου είναι μαζευμένοι δύο ή τρεις εις το όνομα του Κυρίου, εκεί υπάρχει ο Κύριος ανάμεσα εις αυτούς”. Όπου όμως είναι σαράντα, ποίος αμφιβάλλει διά την παρουσίαν του Θεού;Αυτός που θλίβεται καταφεύγει εις τους σαράντα, αυτός που ευφραίνεται προς αυτούς σπεύδει. Ο ένας μεν διά να εύρη λύσιν εις τας δυσκολίας, ο άλλος δε διά να διαφυλάξη εις τον εαυτόν του από τα πιο καλά τα αγαθά. Εδώ η ευσεβής γυναίκα συναντάται να προσεύχεται διά τα τέκνα της, να ζητή την επιστροφήν του ανδρός της από την ξενητειάν, την υγείαν διά τον άρρωστον.
Τα αιτήματά σας ας γίνουν μαζί με τους μάρτυρας. Οι νεαροί ας μιμηθούν τους συνομίληκάς των, οι πατέρες ας ευχηθούν να είναι πατέρες τέτοιων παιδιών. Αι μητέρες ας διδαχθούν το παράδειγμα της καλής μητρός.
Η μητέρα κάποιου από τους μακαρίους εκείνους, όταν αντίκρυσε τους άλλους να έχουν κιόλας πεθάνει από το ψύχος, το παιδί της δε ακόμη να αναπνέη λόγω και της ρωμαλεότητος και της καρτερίας εις τα δεινά, και ενώ οι δήμιοι το άφηναν με την ιδέαν ότι θα ημπορούσε να αλλάξη γνώμην, αυτή αφού το εσήκωσε με τα χέρια της, το έβαλεν επάνω εις το αμάξι, εις το οποίον ευρισκόμενοι και οι υπόλοιποι, ωδηγούντο εις την φωτιάν, φανείσα πράγματι μητέρα μάρτυρος. Δεν άφησε δάκρυα απρεπή, δεν εξεστόμισε κάτι τι το ταπεινόν και ανάξιον προς την περίστασιν. Αλλ’ είπε˙ βάδιζε, παιδί μου, τον καλόν δρόμον, μαζί με τους συνομίληκάς σου, μαζί με τους ομοσκήνους˙ μη απουσιάσης από την χορείαν, μη εμφανισθής δεύτερος από τους άλλους εις τον Κύριον.
Πράγματι υπήρξε βλαστάρι καλόν από καλήν ρίζαν. Έδειξεν η γενναία μητέρα ότι τον είχεν αναθρέψει με τα δόγματα της πίστεως μάλλον παρά με το γάλα της. Και αυτός μεν έτσι αφού ανετράφη, έτσι κατευωδώθη από την ευσεβή μητέρα του, ο δε διάβολος έφυγεν εντροπιασμένος. Διότι αφού εξεσήκωσεν εναντίον αυτών ολόκληρον κτίσιν, όλα τα ευρήκε να νικώνται από την αρετήν των ανδρών˙ δηλαδή την ανεμοτάρακτον νύκτα, την πατρίδα με τον βαρύν χειμώνα, την εποχήν του έτους, την γύμνιαν των σωμάτων.
Ω τι άγιος χορός! Ω τι σύνταγμα ιερόν! Ω τι αδιάσπαστος συνασπισμός! Ω τι κοινοί φρουροί του ανθρωπίνου γένους!Αγαθοί συμμέτοχοι εις τας φροντίδας, συνεργοί εις την προσευχήν, πρεσβευταί δυνατώτατοι, άστρα της οικουμένης, άνθη των Εκκλησιών. Δεν σας εκάλυψε το χώμα, αλλά ο ουρανός σάς υπεδέχθη. Ανοίχθησαν εις σας αι πύλαι του παραδείσου. Άξιον θέαμα εις την αγγελικήν στρατιάν, αντάξιον των πατριαρχών, των προφητών, των δικαίων˙ άνδρες επάνω εις το άνθος της νεότητος που κατεφρόνησαν την ζωήν, που περισσότερον από τους γονείς και από τα τέκνα τους ηγάπησαν τον Κύριον.
Ενώ διήγον αυτό το άνθος της ηλικίας, περιεφρόνησαν την πρόσκαιρον ζωήν διά να δοξάσουν με τα μέλη των τον Θεόν, «με το να γίνουν θέαμα εις τον κόσμον και τους αγγέλους και τους ανθρώπους», εσήκωσαν αυτούς που είχαν πέσει, εστερέωσαν τους αμφιβόλους, εδιπλασίασαν τον πόθον εις τους ευσεβείς. Όλοι, αφού ύψωσαν ένα τρόπαιον υπέρ της πίστεως, με ένα και το αυτό στεφάνι της δικαιοσύνης εστεφανώθησαν εν Χριστώ Ιησού, που είναι ο Κύριός μας, εις τον οποίον πρέπει η δόξα και η δύναμις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
Άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Ποιος όμως θα μπορούσε να μας διηγηθεί επάξια όσα ακολούθησαν; Ποιος λόγος θα περιγράψει εκείνη τη θεία πομπή, όταν τα άγια σώματα επάνω στα αμάξια οδηγούνταν στη φωτιά; Πώς τη θέση εκείνου που έκλεψε ο διάβολος έκανε η χάρη να την καταλάβει ο δεσμοφύλακας; Ποιος θα μου κάνει λόγο για τη μητέρα εκείνη, την άξια ρίζα του μάρτυρα, που όταν άφησε ο δήμιος το γιό της, επειδή ήταν ακόμα ζωντανός και γι’ αυτό δεν τον έβαλε στο αμάξι μαζί με τους άλλους, βλέποντας τη φιλανθρωπία του δημίου προς τον υπέροχο αγωνιστή δεν δέχτηκε την προσβολή;
Κακολογώντας τον δήμιο επειδή χώρισε τον αγωνιστή από τους συναθλητές του, πηγαίνει κοντά στο μάρτυρα. Ήταν πια ναρκωμένος και ήταν ακίνητος από το πάγωμα κι όταν τον είδε ν’ αφήνει πνοή ψυχρή και αδύνατη και να ζει τόσο μόνο όσο να αισθάνεται τον πόνο, να κοιτάζει τη μητέρα του με θολό και σβησμένο βλέμμα, να της κάνει νεύμα με νεκρό και άτονο χέρι και να την παρηγορεί, προτρέποντάς την να υποφέρει με γενναιότητα, όταν τα είδε αυτά η μητέρα, ένιωσε τάχα κάποιο συναίσθημα μητρικό; Ταράχτηκαν τάχα τα σπλάχνα της, έσκισε τα φορέματά της, χύθηκε πάνω στο παιδί της αγκαλιάζοντάς το και ζεσταίνοντάς το με τα ζεστά χέρια της; Τίποτε από αυτά. Και μόνο να ειπωθεί κάτι τέτοιο, είναι ανεπίτρεπτο. Πραγματικά το δέντρο αναγνωρίζεται από τον καρπό του. Ένα χαλασμένο δέντρο δεν μπορεί να κάνει γερούς καρπούς».