Τετάρτη 16 Μαρτίου 2022

Η ΚΑΤΑΧΘΟΝΙΑ ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΗΣ ΟΥΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

            Ἡ λέξις Οὐνία προέρχεται ἀπό τήν πολωλατινική λέξι Unio, πού σημαίνει ἕνωσι. Γιά πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε ἀπό Ἰησουΐτες μοναχούς στήν Πολωνία, οἱ ὁποῖοι ἐφήρμοσαν σχέδιο γιά τήν ἕνωσι τῶν Ὀρθοδόξων μέ τήν παπική (σχ. ΙΧΘΥΣ: ψευδο-)ἐκκλησία. Ἡ ἴδια προσπάθεια ἐπεξετάθηκε ἀργότερα γιά τόν προσηλυτισμό τῶν Κοπτῶν (Ἀντιχαλκηδονίων), τῶν Νεστοριανῶν, τῶν Χριστιανῶν τοῦ Μαλαμπάρ Ἰνδίας, τῶν Μαρωνιτῶν καί γενικά ὅλων τῶν χριστιανῶν.

            Ἡ ἕνωσις τῶν ἐπιμέρους ἐκκλησιῶν μέ τήν Μία καί ἀδιαίρετη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι αἴτημα ὅλων τῶν Χριστιανῶν καί εὐχή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλά ἐδῶ δέν πρόκειται γιά εἰλικρινῆ πρόθεσι τῶν συνεργῶν τοῦ πάπα. Εἶναι ἕνα «καμουφλαρισμένο» σύστημα, ἕνα πρόσχημα διά τοῦ ὁποίου πρῶτα ἀπαιτοῦν τήν ἀναγνώρισι τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα καί ὡρισμένες ἄλλες κακοδοξίες του μέ σκοπό στήν συνέχεια τήν βαθμιαία ὑποταγή τους στήν Παπική (σχ. ΙΧΘΥΣ: ψευδο-)ἐκκλησία. Μάλιστα οἱ ἴδιοι οἱ Παπικοί ἀποφεύγουν τήν χρῆσι τοῦ ὅρου «Οὐνία», διότι δέν θέλουν νά σκανδαλίσουν τά ὑποψήφια θύματά τους, τά ὁποῖα πιθανῶς νά γνωρίζουν τήν προπαγανδιστική, αἱματηρά καί ἀντιχριστιανική δρᾶσι της σέ λαούς κυρίως τῆς Εὐρώπης καί Μέσης Ἀνατολῆς. Γι᾿ αὐτό οἱ Οὐνίτες τῆς Ἑλλάδος αὐτοονομάζονται «Ἑλληνόρρυθμοι», δηλαδή, σύμφωνα μέ τούς Ἰησουΐτες, ἕνωσι στήν πίστι καί διαφορά στούς ρυθμούς. Ἔτσι στήν Ἑλλάδα καί ἀλλοῦ οἱ Οὐνίτες, ἐνῶ εἶναι πλήρως ἑνωμένοι μέ τό Βατικανό, ὡς πρός τά δόγματα καί τήν διδασκαλία του, κρατοῦν ὅμως τούς ἐκκλησιαστικούς ρυθμούς τῆς Χώρας στήν ὁποία ζοῦν. Ἀκολουθοῦν τήν ἴδια λειτουργική τάξι τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ τήν ἴδια ἀκριβῶς τελετουργική τῆς Θείας Λειτουργίας καί ὅλων γενικά τῶν Μυστηρίων μας. Ἐπίσης οἱ ἱερεῖς τους φοροῦν τά ἄμφια, τά διακριτικά τῶν βαθμῶν τους καί τά ράσα τῶν Κληρικῶν μας σέ ὅλους τούς βαθμούς, χωρίς ἐξωτερικά νά γίνωνται ἀντιληπτοί ὅτι εἶναι καθολικοί στή θρήσκευμα.

            Ἡ ἀρχή τῆς Οὐνίας τοποθετεῖται στήν σύνοδο τοῦ Λατερανοῦ, τό 1215, λίγα χρόνια μετά τήν πτῶσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως στά χέρια τῶν Φράγκων (1204). Οἱ ἀντιπρόσωποι τότε τῶν λατινικῶν πατριαρχείων τῆς Ἀνατολῆς, ἐπειδή διεπίστωσαν ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς Ἀνατολῆς δέν πείθονται νά ἑνωθοῦν μέ τό Βατικανό, ἐπέτρεψαν παραχωρήσεις ἀπό πλευρᾶς τοῦ πάπα. Ἔτσι ἡ σύνοδος ἀπεφάσισε νά κρατοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι τά ἐκκλησιαστικά ἔθιμά τους καί ἀπό καθολικῆς (σχ. ΙΧΘΥΣ: ψευδο-)ἐκκλησίας νά ἀποδέχονται τό πρωτεῖο τοῦ πάπα καί ἐν συνεχείᾳ τίς ὑπόλοιπες κακοδοξίες τους. Τό σχέδιο αὐτό ἐφαρμόσθηκε στήν σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, ὅπου οἱ Παπικοί δέν ἔθιξαν τίς λειτουργικές καί διοικητικές παραδόσεις τῆς Ἀνατολῆς, ἀλλά ἀπαίτησαν ἀπό τούς Ἀνατολικούς ἀναγνώρισι τοῦ πρωτείου, τοῦ Φιλιόκβε, τήν διδασκαλία περί τοῦ Καθαρτηρίου πυρός κλπ.

            Ἡ Οὐνία στήν Πολωνία ἄρχισε μέ δύο μοναχούς Ἰησουΐτες, τόν Possevin καί τόν  Scarga. Αὐτοί μέ βάσι τίς ἀποφάσεις τῆς συνόδου τοῦ Λατερανοῦ κατέστρωσαν τό σχέδιο γιά τήν ἐφαρμογή τῆς Οὐνίας στήν Πολωνία. Ἐζήτησαν τήν βοήθεια τοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας Σιγισμούνδου τοῦ 3ου (1587), ὁ ὁποῖος, ὄντας καθολικός στό θρήσκευμα, πείσθηκε ν᾿ ἀναλάβη τήν πρωτοβουλία γιά τήν ἕνωσι τῶν Ὀρθοδόξων μέ τήν Καθολική ἐκκλησία. Μέ τίς ἀποφάσεις τῆς οὐνιτικῆς  συνόδου τοῦ Βρέστ-Λιτόβσκ (1596) κάθε ἀντίδρασι ἀντιμετωπίσθηκε μέ βία καί τό αἷμα ἔρρευσε ποταμηδόν...Στήν σύνοδο αὐτή ὅλοι σχεδόν οἱ ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι ὑπέγραψαν ἀναγκαστικά τήν ἕνωσι καί ἑκατομμύρια ὀρθόδοξοι ἔγιναν οὐνίτες. Ὅσοι ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων ἀπέμειναν ὑπέστησαν πρωτοφανεῖς διωγμούς καί βασανιστήρια.

            Ἡ Οὐνία στήν συνέχεια ἐπεξετάθηκε στήν σημερινή Οὐκρανία, Σλοβακία, Τρανσυλβανία, Σερβία, Ἀλβανία, Βουλγαρία, Γεωργία, Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί Ἑλλάδα. Ὁπουδήποτε ὑπῆρχαν ὀρθόδοξοι πληθυσμοί ἡ Οὐνία μέ βάσι τό σύνθημα: «ὁ σκοπός ἁγιάζει τά μέσα», ἔδρασε δραστήρια ἐκμεταλευόμενη τίς τοπικές δοκιμασίες τῶν Χωρῶν.

            Ὅσον ἀφορᾶ γιά τήν Ἑλλάδα ἡ Οὐνία ἐμφανίσθηκε τό 1922. Πρίν οὐνίτες κληρικοί εἶχαν ἐμφανισθῆ στήν Κωνσταντινούπολι τό 1907, πού κυκλοφοροῦσαν μέ ὀρθόδοξη περιβολή καί δραστηριοποιήθηκαν ἀνάμεσα στήν νεολαία μέ τήν ἵδρυσι σχολείων καί νοσοκομείων. Ἐκεῖ ἐργάσθηκε καί ὁ Γεώργιος Χαλαβαζῆς, γεννημένος στήν Σύρο ἀπό παπικούς γονεῖς, ὁ ὁποῖος προσκλήθηκε τό 1920 στήν Ρώμη καί χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος τιτουλάριος Θεοδωρουπόλεως.

            Λόγῳ τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς τό 1922 ὁ ἐπίσκοπος Γεώργιος ἦλθε στήν Ἀθήνα, ὅπου συνέχισε τήν «φιλανθρωπική» του δρᾶσι μέ σχολεῖο στήν περιοχή Ἠράκλειο Ἀθηνῶν καί τάγμα Καλογραιῶν στήν Νάξο. Λόγῳ τῆς μεγάλης κοινωνικῆς προσφορᾶς του παρασημοφορήθηκε καί ἀπό τήν Ἑλληνική Πολιτεία!

            Ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία ἀντέδρασε ἀπό τήν πρώτη στιγμή μέ ἐγκύκλιο πρός τόν ὀρθόδοξο Ποίμνιό της καί ἄλλο ἔγγραφο πρός τό ὑπουργεῖο Παιδείας. Στίς 7 Ἀπριλίου 1925 κυκλοφόρησε ἄλλη ἐγκύκλιος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χρυσοστόμου κατά τῶν Οὐνιτῶν. Ἀντέδρασε ὁ ἐπίσκοπος οὐνίτης Γεώργιος Χαλαβαζῆς καί στήν συνέχεια ἀκολούθησε δυναμική ἀλληλογραφία μεταξύ τῶν δύο τούτων ἀνδρῶν. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος σάν καθηγητής πανεπιστημίου καί ἱστορικός ἀνέλυσε μέ δύναμι καί παρρησία τούς πονηρούς σκοπούς τῆς Οὐνίας  στήν Ἑλλάδα.

            Σήμερα στήν Ἑλλάδα ὑπάρχει μία μικρή κοινότητα δύο περίπου χιλιάδων Ἑλλήνων οὐνιτῶν χριστιανῶν μέ ἕνα ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος χειροτονήθηκε τό 1975, παρά τίς ἀντιδράσεις τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας.

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου