Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

Πως οι Αιρετικοί αρνούνται την Χριστιανική Παράδοση αλλά Δέχονται την Εβραϊκή

 

ΧΡΙΣΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ

 ΘΕΟΛΟΓΟΥ-ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ

Πως οι Αιρετικοί αρνούνται

την Χριστιανική Παράδοση

αλλά Δέχονται την Εβραϊκή

Ορθόδοξος: Απ’ ό,τι καταλαβαίνω την συμφωνίαν αυτήν την εννοείτε υπό την έννοιαν: ό,τι λέγει η Ι.Π. να το λέγει και η Α.Γ., δηλαδή, να το περιλαμβάνει, να το περιέχει και η Α.Γ. Έτσι εννοείτε την συμφωνίαν Α.Γ. και Ι.Π. Αλλ’ εάν ό,τι λέγει η Ι.Π. περιλαμβάνεται στην Α.Γ., τότε περιττεύει η Ι.Π.

Αιρετικός: Φαίνεται στο σημείο αυτό να έχεις δίκαιον. Εγώ όμως έχω μίαν λογικήν απαίτηση, τουλάχιστον η Ι.Π. να μη διαφωνεί προς την Α.Γ.

Ορθόδοξος: Κρίνω την απαίτησίν σου λογικήν και γι’ αυτό σε διαβεβαιώνω ότι μεταξύ Α.Γ. ορθώς ερμηνευομένης δηλ. μεταξύ σαφών διδασκαλιών της Α.Γ. και Ι.Π. δεν υπάρχει ουδεμία αντίφασις. Δεν έχεις δικαίωμα να ομιλείς για διαφωνία Α.Γ. προς Ι.Π., όταν π.χ. η Α.Γ. σιωπά ορισμένα σημεία, για τα οποία μας ομιλεί η Ι.Π. Εν εναντία περιπτώσει δίδεις το δικαίωμα εις τρίτους να ισχυρισθούν ότι η ίδια η Α.Γ. αντιφάσκει προς εαυτήν, επειδή εις μερικά χωρία αποσιωπά ορισμένα στοιχεία τα οποία όμως αναφέρει εις άλλα εδάφια της. Δέχομαι επομένως ότι η απαίτηση σου είναι μεν λογική, όχι όμως πραγματική, κι αυτό σημαίνει ότι το να προσπαθείς να την εφαρμόσεις δεν είναι λογικόν. Κι όταν ομιλώ για Ι.Π. ισόκυρον προς την Α.Γ., εννοώ τις δογματικές και ηθικές διδασκαλίες που είναι αλάνθαστες, αιώνιες και αμετάβλητες και που αποτελούν την ορθήν πίστιν δηλ. την Ορθοδοξίαν. Είπαμε ήδη ότι η Παράδοση της ορθοδόξου Εκκλησίας περιλαμβάνει πλην των δογματικών και ηθικών αληθειών της και διατάξεις πειθαρχικός, λατρευτικός, εκκλησιαστικής τάξεως τα οποία δύναται να μεταβάλλει η Εκκλησία και συχνά στο παρελθόν τας μετέβαλε. Αι διατάξεις αυταίδεν είναι αλάθητοι ούτε αμετάβλητοι, μολονότι όσον ισχύουν εν τη Εκκλησία είναι υποχρεωτικοί δια τους πιστούς.

         Είναι η Ιερά Παράδοσις θεόπνευστος όπως η Αγία Γραφή;

Αιρετικός: Μολονότι συμφωνώ με τους συλλογισμούς σου, όμως εμποδίζομαι από την ίδια την Α.Γ. να δεχθώ την Ι.Π., διότι η Γραφή ρητώς αποκλείει την παράδοσιν και τονίζει το γεγονός ότι μόνον η Α.Γ. είναι θεόπνευστος, όταν λέγει ο Παύλος εις τον Τιμόθεον: “πάσα Γραφή θεόπνευστος” (Β’ Τ.μ.γ, 16).

Ορθόδοξος: Κακώς εννοείς το ιερό κείμενο προσθέτοντας την λέξη “μόνον, η οποία δεν υπάρχει εις το ιερόν κείμενον. Το κείμενον δεν λέγει ότι μόνον η Α.Γ. είναι θεόπνευστη, αλλ’ ότι η όλη Γραφή είναι θεόπνευστη. Αντίθεση μεταξύ Α.Γ. και Ι.Π. δεν υπάρχει σ’ αυτό το εδάφιον. Δεν δικαιούμεθα να συμπεράνωμεν ότι η Α.Γ. είναι θεόπνευστη ενώ η Παράδοσις δεν είναι. Η έμφαση στο χωρίο αυτό γίνεται στο “πάσα”, δηλ. ολόκληρη η Α.Γ. και όχι ένα μέρος της. Εξ άλλου υπό την έκφρασιν “πάσα Γραφή θεόπνευστος” εννοεί ο Παύλος, όπως φαίνεται από τον αμέσως προηγούμενον στίχον (Β’ Τ.μ.γ’ 15), τα “ιερά γράμματα” που από βρέφος έμαθε ο Τιμόθεος δηλαδή την Π.Δ. η οποία και μόνον υπήρχε τότε, ότε ο Τιμόθεος ήτο βρέφος.

Αιρετικός: Μπορείτε να μου αποδείξετε ότι η Ι.Π. είναι θεόπνευστος όπως δεχόμεθα θεόπνευστον την Α.Γ.;

Ορθόδοξος: Ήδη παραδεχθήκατε ότι όλος ο λόγος του Θεού ήταν θεόπνευστος, όπως βγήκε είτε από την γραφίδα είτε από το στόμα των Αποστόλων. Σ’ αυτό το σημείο δεν διαφωνήσατε. Η διαφωνία σας αρχίζει από την στιγμήν της γραπτής διατυπώσεως του Λόγου του Θεού, δια τον οποίον γραπτόν Λόγον δεχθήκατε ότι ήταν θεόπνευστος και είναι θεόπνευστος ως διατηρηθείς αναλλοίωτος δια της γραφής. Δεχθήκατε ότι τότε, την εποχήν των Αποστόλων και η προφορική παράδοσις ήτο θεόπνευστος, λόγω όμως της προφορικοτητός της δεν μας παρέχει τις εγγυήσεις που μας παρέχει η Γραφή για το αναλλοίωτον. Κατ’ ουσίαν λοιπόν, αφού παραδεχθήκατε την θεοπνευστίαν και των γραπτών και των προφορικών διδασκαλιών των Αποστόλων, ζητάτε θεοπνευστίαν για τους έκτοτε μέχρι σήμερον μεταδότας της διδασκαλίας των Αποστόλων. Δέχεσθε θεόπνευστον την τότε Γραφήν, δέχεσθε θεόπνευστον την τότε πρωταρχικήν Παράδοσιν και ζητάτε εγγυήσεις θεοπνευστίας όχι για τους πρώτους μεταδότας, τους Αποστόλους, αλλά για τους έκτοτε μέχρι σήμερον μεταδότας. Εμείς, οι ορθόδοξοι, απαιτούμε από εσάς να μας αποδείξετε την θεοπνευστίαν των εκάστοτε μεταδοτών της Α.Γ., αφού και τα γραπτά, χάνονται-όπως αποδείξαμε και αλλοιώνονται όπως αποδεικνύει η ιστορία του κειμένου της Α.Γ. και πλαστογραφούνται και παραχαράσσονται όπως αποδεικνύει η ύπαρξις παραλλήλων απόκρυφων Ευαγγελίων, Πράξεων, Επιστολών, Αποκαλύψεων. Ερωτώμεν τους Προτεστάντας οι Ορθόδοξοι: Ήσαν θεόπνευστοι οι αντιγραφείς των χειρογράφων της Α.Γ., εάν αυτοί διέσωσαν τα κείμενα; Ημείς δεν δεχόμεθα βεβαίως θεοπνεύστους και αλάθητους τους αντιγραφείς, αλλά την ζώσαν Εκκλησίαν, δια του σώματος των επισκόπων η οποία έκρινε ως δικαστής τα κείμενα. Εις ό,τι τώρα αφορά εις την αναλλοίωτον διατήρησιν της Παραδόσεως, ο αυτός υπερφυσικώς εξοπλισμένος παράγων που διετήρησε την Α.Γ., δηλαδή η Εκκλησία, διετήρησεν και την Ι.Π. Επομένως, κ. Ευαγγελικέ, δυσίν θάττερον: Ή απορρίπτετε και την Α.Γ. ως μη έχουσαν για εγγύησίν της μεταδότας με υπερφυσικόν οπλισμόν, οπότε δικαιούσθε να απορρίψετε την Παράδοσιν, ή συναποδέχεσθε αμφότερα την τε Παράδοσιν και την Α.Γ., δι αμφοτέρας τας οποίας εγγυάται η Εκκλησία με εγγυήσεις τόσον ανθρωπίνους (οργανωμένος τρόπος μεταδόσεως εις ικανούς περαιτέρω μεταδότας, με διατήρησιν συλλογικής εκκλησιαστικής μνήμης ανά τους αιώνας και διαμόρφωσιν εκκλησ. συνειδήσεως), όσον και υπερφυσικός (υπερφυσικός οπλισμός δι’ ενεργείας του Αγ. Πνεύματος καθιστώντος την Εκκλησία ζώντα αλάθητον κριτήν, εγγυητήν). Ποίο εκ των δύο θα πράξετε κ. Προτεστάντα;

Αιρετικός: ομολογώ ότι ευρίσκομαι εις αμηχανίαν. Δεν μπορώ να διαλέξω ουδέν εκ των δύο.
Ορθόδοξος: Τώρα που μείνατε αναπολόγητος, θα πρέπει να σας υπογραμμίσω ότι ο ισχυρισμός σας ότι απορρίπτετε την παράδοσιν είναι ψευδής, και αντιφατικός. Και ιδού διατί: Όπως παρατηρεί ο μακαριστός π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος (στο βιβλίον του: Διάλογοι Ορθοδόξου και Ευαγγελικών). “Η Π.Δ. είναι δύο ειδών, είναι εκείνη, η οποία εγράφη π.Χ. και η άλλη είναι μ.Χ. Η π.Χ Π.Δ., η οποία εγράφη υπό των Αγίων ανδρών Μωϋσέως, Προφητών κ.τ.λ. είναι χωρίς φωνήεντα, έχει μόνον σύμφωνα. Η Παλαιά όμως Διαθήκη, η οποία έγινε μ. Χ. έχει σύμφωνα και φωνήεντα. Τα φωνήεντα έθεσαν εις το κείμενον της Π.Δ. λόγιοι Εβραίοι, μη πιστεύοντες εις τον Χριστόν ονομαζόμενοι Μασωρείται, οι οποίοι έζησαν από του 7ου – 10ου αιώνος μ.Χ. Ούτοι εφωνηέντισαν το παλαιόν Εβραϊκόν κείμενον βάσει της προφορικής παραδόσεως, η οποία υπήρχε μέχρι της εποχής των, ωνομάσθησαν δε Μασωρείται, διότι Μασώρ εβραϊστί σημαίνει παράδοσις”. Βλέπετε λοιπόν ότι δέχεσθε την Εβραϊκήν παράδοσιν μέχρι του 10ου αιώνος μ.Χ. σχετικώς με τη ερμηνείαν την οποίαν δίδει ο φωνηεντισμός της Π.Δ. υπό Εβραίων μη πιστευόντων εις τον Χριστόν και αρνείσθε την παράδοσιν της Εκκλησίας που πιστεύει στον Χριστό; Δέχεσθε την εβραϊκήν Παράδοσιν και αρνείσθε την Χριστιανικήν Παράδοσιν της Εκκλησίας!!!!
Αιρετικός: Αυτό αληθώς δεν το είχα σκεφθεί, αλλ’ ούτε και το εγνώριζα.

Ορθόδοξος: Τώρα λοιπόν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ούτε λογικώς, ούτε γραφικώς, ούτε ιστορικώς δικαιούμεθα να απορρίψωμεν την Ι.Π. της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Τελειώνοντας αυτόν μας τον διάλογον, κ. Προτεστάντα, θα ήθελα να σας παραθέσω και δύο μαρτυρίας όχι ορθοδόξων αλλά Προτεσταντών διασήμων θεολόγων, οι οποίοι ομολογούν την ανεπάρκεια της ΑΓ. και νοσταλγούν την νομιμότητα και εγκυρότητα της Παραδόσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Και την μεν ανεπάρκειαν της Α.Γ. ομολογεί ρητώς ο Dellbrueck (Philipp. Melanchton 27 παρά Ανδρούτσω, Δογματ. σελ. 8), γράφων:” Ο εκδεχόμενος την Γραφήν ως αυτάρκη του θείου λόγου ταμιούχον μεταποιεί αυτήν εις τι, όπερ ούτε φύσει δύναται να είναι, ούτε κατά τον σκοπόν του Κυρίου πρέπει να είναι, ούτε κατά τη ιδίαν μαρτυρίαν θέλει να είναι, ούτε υπελήφθη ποτέ ως τοιούτον εν τη αρχαία Εκκλησία, ούτε θεωρητικώς ούτε εν τη πράξει”.

Η δε εκ μέρους διασήμου Προτεστάντου νοσταλγία της Παραδόσεως, η οποία, κατά την ομολογίαν του, “μόνον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία” διαζώζεται, διατυπώνεται ως εξής: “Ο Προτεσταντισμός ανάγκη να επανέλθη εις την ορθήν σχέσιν Παραδόσεως και Γραφής, οία υπήρχεν εν τη αρχαία Οικουμενική Εκκλησία, παρά την Γραφήν, ουχί δε υπέρ την Γραφήν, αποδεχόμενος απλουστάτην τινά και αναλλοίωτον παράδοσιν ανεξάρτητον των προϊόντων της υποκειμενικής ερμηνείας και κριτικής της Γραφής. Την παράδοσιν ταύτην δύναται να εύρη ο σοφός θεολόγος μόνον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία”. (Thiersch, II. 346 παρά τω Ανδρούτσω, Συμβολική σελ. 102.)

 

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:

ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΑΙ