Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2022

ΤΑ ΕΧΩ ΟΛΑ ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΚΑΤΙ ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙ.....

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ὁ Θεός εἶναι ὁ μέγιστος καί πολύτιμος μαργαρίτης, πού εἶναι κρυμμένος μέσα στήν καρδία μας, ἀφ᾿ ὅτου ἐβαπτισθήκαμε καί ἐμυρωθήκαμε καί ἐλάβαμε δυνάμει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τά χαρίσματα. Καί ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἔχει βουτηχθῆ μέσα στήν λάσπη τῶν βιοτικῶν πραγμάτων ἀγνοεῖ σχεδόν παντελῶς αὐτόν τό κεκρυμμένον θησαυρόν, πού εἶναι μέσα του. Δέν τόν ἀναζητεῖ, διότι δέν ξέρει ὅτι τόν ἔχει μέσα του.

Τά δυσώνυμα πάθη, εἶναι τά ἀνυπέρβλητα τείχη, τά ὁποῖα ἐμποδίζουν νά διέλθη ὁ ἄνθρωπος στό βάθος τῆς ὑπάρξεώς του καί ἐκεῖ νά εὕρη τόν θησαυρόν του, πού δέν εἶναι κάτι τό ἄψυχον καί ἀνθρώπινον, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Χριστός!

Οἱ ἄνθρωποι εἶναι πάντοτε δυσαρεστημένοι. Βλέπουν γύρω τους πάντοτε νά τούς περιβάλει τό σκοτάδι. Σέ κάθε ἄνθρωπο, ἀφοῦ τόν περιεργασθοῦν, τόν κατηγοροῦν χωρίς ἐντροπήν, ἔστω καί σέ τίποτε νά μή τοῦ ἔφταιξε. Σκεφθῆτε, ἐάν τοῦ φταίξει σέ κάτι, ποιά θά εἶναι ἡ συμπεριφορά του!

Δέν ζητεῖ ὁ σημερινός ἄνθρωπος τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς του, διότι δέν γνωρίζει ἐάν θά ἠμπορέση ποτέ νά τήν εὕρη καί νά τήν διατηρήσει μέσα του. Δι᾿ αὐτό καί εἶναι πάντοτε ταραγμένος καί ἀνυπόμονος. Ἀλλά οὔτε καί ἐνδιαφέρεται νά ἐρωτήσει πῶς θά εὕρη καί πῶς θά γίνη μέσα του μία τέτοια ἀλλαγή καί μεταμόρφωσις.

Ἡ μικρά καί ὀλιγόχρονη πεῖρα τῆς καλογερικῆς μας ζωῆς, μᾶς παρακινεῖ νά εἰποῦμε στόν κάθε ἐνδιαφερόμενον πού ζητεῖ κάποια βελτίωσι καί ἀλλαγή στήν πνευματική του ζωή, ὅτι ἡ μέθοδος ἀνευρέσως τοῦ ἀνεκτιμήτου Θησαυροῦ, εἶναι ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ! Πῶς ὁ τσοπάνης στέκεται ἐπάνω στό στόμιο τοῦ πηγαδιοῦ καί μέ τόν κουβᾶ βγάζει συνεχῶς νερό, τό ρίχνει στήν κορίτα (πέτρινη λεκάνη) γιά νά ἔλθουν τά πρόβατά του νά πιοῦν νερό! Ἔτσι καί ὁ καλός ἀγωνιστής, πιάνει τό σχοινί τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ καί τό ρίχνει μέ τόν κουβᾶ στό βάθος τοῦ πηγαδιοῦ πού εἶναι ἡ καρδία του καί ἀρχίζει νά ἀντλεῖ νερό εἰς ζωήν αἰώνιον. «Ἐγώ ἔχω νά σοῦ δώσω τό αἰώνιο νερό», εἶχε εἴπει ὁ Χριστός μας στήν Σαμαρείτιδα. Τότε, τοῦ εἶπε ἐκείνη νά τῆς τό δώσει γιά νά μή ταλαιπωρεῖται νά ἔρχεται στό πηγάδι κάθε φορά νά τό βγάζει μέ τόν κουβᾶ.

Αὐτό τό αἰώνιο νερό εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, τό ὁποῖον αὐτός πού τό πίνει, δέν διψᾶ πλέον ποτέ. Εὑρῆκε τό αἰώνιον ὕδωρ τό ἁλλόμενον εἰς ζωήν αἰώνιον.

Καί γιατί σήμερα σχεδόν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι διψασμένοι; Ἐνῶ ἀκούουν διά τόν Χριστόν, διαβάζουν  βιβλία καί προσεύχονται στό Ὄνομά του καί ὅμως δέν ξεδιψοῦν. Ἡ ἐρώτησίς μου εἶναι μία: Τόν ψάχνουν τόν Χριστόν καθημερινά μέ μία δυνατή καρδιακή φλόγα, ἤ τόν θεωροῦν ἕνα ἀπό τά τελευταῖα ἐνδιαφέροντα θέματα τῆς ζωῆς τους; Μᾶλλον τό δεύτερον συμβαίνει. Γι᾿ αὐτό καί εἶναι πάντοτε πεινασμένοι καί διψασμένοι κι ἄς εἶναι ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τους ἡ ἐνοριακή ἐκκλησία. Ἀλλά κι αὐτοί πού τρέχουν στίς ἐκκλησίες, Κυριακές καί ἑορτές, ἔστω «καβάλλα», στό τροχοφόρο ἄλογό τους, γιά νά μή κουρασθοῦν, ἐπιδιώκουν νά εὕρουν τόν θησαυρόν τοῦ οὐρανοῦ; Μήπως ἀκόμη καί ὁ ἐκκλησιασμός τους κατήντησε «ρουτίνα» καί κοινωνικοθρησευτικό καθῆκον, χωρίς περαιτέρω ἄλλες ἰδιάζουσες ἀπαιτήσεις;

Καί εἶναι πράγματι πολύ πτωχός ὁ σημερινός ἄνθρωπος, ἐνῶ ἔχει ἀποθηκεύσει σέ τράπεζες καί ταμιευτήρια πακτωλόν χρημάτων, ἐπάνω στά ὁποῖα στηρίζει τήν εὐτυχία του καί τό μέλλον του μαζί μέ τήν οἰκογένειά του. Καί πάντες ὁμολογοῦν ὅτι, ἐνῶ τά ἔχουν ὅλα, ὅμως κάτι τούς λείπει. Καί γνωρίζουν τί ἀπουσιάζει ἀπό τήν ζωή τους. Τό λέγουν καί οἱ ἴδιοι. Δέν ἔχουν μία  βαθειά χαρά καί εἰρήνη στήν καρδιά τους.

Προσπαθοῦν μέ ἀπεγνωσμένες προσπάθειες, χωρίς τόν Θεόν, νά εὕρουν κάποια ἐσωτερικήν ἀλλαγήν μέσα τους. Μέ τεχνητές μεθόδους ἀπό ξένες θρησκεῖες ἀνατολικοῦ τύπου νομίζουν ὅτι θά λύσουν τό ὑπαρξιακό τους πρόβλημα, ὅπως τό ὀνομάζουν. Καί ὅμως περισσότερο βυθίζονται στό σκοτάδι καί τήν ἀπελπισία. Ἐξαρτοῦν κάθε τέτοιου εἴδους προσπάθεια ἀπό τήν ἰδική τους ἀνθρώπινη ἐξυπνάδα καί λογική. Καί χάνονται μέσα στό χάος καί στό πέλαγος τῆς ἀπελπισίας τους, χωρίς ἐνίοτε ἐλπίδα ἐπιστροφῆς.

Καί εἶναι ἑκατομμύρια οἱ σημερινοί ἄνθρωποι, καί μάλιστα χριστιανοί, ἔστω οἱ περισσότεροι ἀπό ἄλλες ὁμολογίες, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται τήν χριστιανική τους ταυτότητα, διότι δέν εὑρῆκαν τίποτε στόν Χριστιανισμό. Ἐπιθυμοῦν ἔχοντες τό δαιμόνιο τῆς περιεργείας, νά εἰσέλθουν στά ἄδυτα ἄλλων κοσμικῶν καί δαιμονικῶν θρησκειῶν. Ἴσως ἐκεῖ νά εὕρουν τόν ποθούμενον Μαργαρίτην. Ἀλλά καί ἀπό ἐκεῖ πολλοί φεύγουν ἀπελπισμένοι, διότι βυθίσθηκαν σέ μεγαλύτερο σκοτάδι. Ἔτσι τρέχουν τά χρόνια τῆς ζωῆς τους καί παραμένουν κουρασμένοι στρατοκόποι τῆς ζωῆς κυνηγώντας τό οὐδέν. Ἔρχεται καί ὁ θάνατος καί ὁ ἄνθρωπος ἀλύτρωτος ἀπό τά βάσανα τῆς συνειδήσεώς του, ἐξέρχεται τῆς ζωῆς δέσμιος παντοτεινά μέ τά ἔργα τοῦ σκότους καί τά πνεύματα τῆς πονηρίας, μέ τά ὁποῖα θά βασανίζεται αἰώνια στήν ἄλλη ζωή.

Περιπόθητοι ἐν Χριστῶ Ἀδελφοί, εἴμεθα ὅλοι μας, πιστοί καί ἄπιστοι, πλούσιοι καί πτωχοί, εὐρωπαῖοι καί ἀσιᾶτες, ἀφρικανοί, ἀμερικάνοι καί αὐστραλοί, καί ἀπό κάθε φυλή καί γλῶσσα, δημιουργήματα τοῦ Ἑνός Θεοῦ. Ἔχουμε μία συγγένεια μεταξύ μας πολύ δυνατή ὅτι ἔχουμε τήν ἴδια ἀνθρώπινη φύσι, τόν Ἴδιον Δημιουργό καί τόν ἴδιον σκοπό: Ἀναχωροῦντες ὁριστικῶς ἀπ᾿ αὐτήν τήν πρόσκαιρον ζωήν, νά μεταβοῦμε στήν αἰώνιον πλησίον τοῦ Δημιουργοῦ μας Θεοῦ, πού μᾶς ἔπλασε καί μᾶς ἀγαπᾶ.

Αὐτός ὁ Δημιουργός μας Θεός, ἀπέστειλε τόν μονογενῆ του Υἱόν καί Θεόν ἀληθινόν, τόν Ἰησοῦν Χριστόν, στόν κόσμον διά νά μᾶς ἀναζητήσει. Καί ἦλθε ὁ Κύριός μας ἀνάμεσά μας. Ἔγινε ὅμοιος μέ ἐμᾶς, πλήν τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία ἄλλωστε δέν εἶναι προϊόν τῆς ἀνθρωπίνης μας κατασκευῆς, καί μᾶς ὑπέδειξε τόν δρόμον τῆς ἐπιστροφῆς μας πρός τόν Οὐράνιον Πατέρα Του. Σέβεται τήν ἐλευθερία μας. Δέν θέλει νά τόν ἀκολουθοῦμε χωρίς τό θέλημά μας. Μᾶς ὑπόσχεται τά αἰώνια ἀγαθά τοῦ παραδείσου. Ἀλλά μᾶς προειδοποιεῖ κιόλας, ὅτι μακράν Αὐτοῦ, ὑπάρχει τό σκότος τό αἰώνιον πού ἔχει οὐσιαστικά ἑτοιμασθῆ διά τόν διάβολον καί τούς ἀγγέλους του.

Ἄς τρέξουμε κοντά Του. Εἶναι ὁ Πλάστης καί Θεός μας. Θέλει νά μᾶς κάνει πλουσίους. Θέλει νά μή ὑποφέρουμε οὔτε ἐδῶ οὔτε στήν ἄλλη ζωή. Ἔχει ἄφθονα ὅλα τά ἀγαθά του καί εἶναι ἕτοιμος νά μᾶς τά χαρίσει, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά τόν πιστεύουμε καί νά τόν ἀκολουθῦμε. Δέν ὑπάρχει ἄλλος τόσο πλουσιόδωρος καί φιλάνθρωπος Δεσπότης παρά μόνον ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Δέν πρέπει νά τοῦ στρέφουμε τά ὀπίσθιά μας, περιφρονοῦντες τήν ἄπειρον ἀγάπην του καί τίς θεῖες δωρεές Του. Ὁπουδήποτε τῆς γῆς κι ἄν πάει ὁ ἄνθρωπος δέν θά εὕρη ἄλλον ἀνώτερον καί τελειώτατον Πατέρα καί Δεσπότην.

Καί σκέπτομαι πόσον δυστυχισμένοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἀκόμη καί πολλοί ἐκ τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μας, διότι δέν ἐγνώρισαν τόν Χριστόν μας! Καί εἶναι τόσο κοντά μας. Πιο κοντά κι ἀπό τήν ἀναπνοή μας! Καί μᾶς ἀγαπᾶ, ἔστω κι ἄν ἐμεῖς καθημερινά τόν πληγώνουμε μέ τά λάθη μας καί τίς ἀτέλειωτες ἀδυναμίες μας.

Δέν θά πρέπει ποτέ νά ξεχνᾶμε τά λόγια του: Δεῦτε πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Μᾶς ὑπόσχεται ὁ Χριστός μας, ὅτι θά μᾶς ἀναπαύσει τήν καρδίαν μας. Δέν θά χρειάζεται πλέον νά τόν ἀναζητοῦμε μέσα στά βαλτόνερα τῆς ἁμαρτίας ἤ τά θολόνερα τῶν ἀνατολικῶν καί παραθρηκευτικῶν ὁμάδων. «Ἐλᾶτε κοντά μου κι ἄς εἶσθε κουρασμένοι ἀπό ὅλα τά βάσανα τῆς ζωῆς σας. Σᾶς ἀγαπῶ». Μέ αὐτά τά στοργικά του λόγια ποιός ἄνθρωπος θά μείνει ἀσυγκίνητος καί θά ἀρνηθῆ τό θεῖον κάλεσμά του;

Λοιπόν, Ἀδελφοί, ὁ Χριστός μας ἦλθε καί μετά τό ὀρθόδοξο Βάπτισμά μας, κατοικεῖ μέσα μας. Ἀρχίστε σᾶς παρακαλῶ νά τόν φωνάζετε καθημερινά μέ ἱερό ζῆλον καί χωρίς ἀμφισβητήσεις καί ἀδιαφορίαν, ἐπιλέγοντες τήν γνωστήν εὐχήν: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν». Δεθῆτε πνευματικά μέ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Αὐτή εἶναι ἡ ἐπίγεια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού μᾶς ἀνεβάζει κατόπιν στήν ἐπουράνιον. Εἶσθε βαρυφορτωμένοι μέ τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου; Τρέξετε νά ἐναποθέσετε τό βάρος σας κάτω ἀπό τό ἐπιτραχείλιον ἑνός Πνευματικοῦ Πατρός. Ἀμέσως θά ἀναστηθῆτε ψυχικά. Θά γνωρίσετε τήν ἄπειρον ἀγάπην τοῦ Ἰησοῦ μας. Κατόπιν ἔχοντες τό Ὄνομά του στά χείλη σας καθημερινά θά ἁγιάζεσθε καί θά ἑτοιμάζεσθε διά τήν ἀπόλαυσιν καί τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Αὐτά σᾶς εὔχομαι καί σᾶς παρακαλῶ νά τά δεχθῆτε μέ τήν καρδιά σας.

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης. Φεβρουάριος 2019.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου