Ὁ ἄδικος, καὶ γενικά κάθε ἔνοχος, ὅταν δὲν ζητήση συγχώρηση, ταλαιπωρεῖται ἀπὸ τὴν συνείδησή του καὶ ἐπιπλέον ἀπὸ τὴν ἀγανάκτηση τοῦ ἀδικημένου. Γιατί, ὅταν ὁ ἀδικημένος δὲν τὸν συγχωρήση καὶ γογγύζη, τότε ὁ ἄδικος ταλαιπωρεῖται πολύ, βασανίζεται. Δὲν μπορεῖ νὰ κοιμηθῆ. Σάν νὰ τὸν χτυποῦν κύματα καὶ τὸν φέρνουν σβούρα. Εἶναι μυστήριο πράγμα τὸ πῶς τὸ πληροφορεῖται! Ὅπως, ὅταν ἕνας ἀγαπᾶ κάποιον καὶ τὸν σκέφτεται μὲ τὴν καλή ἔννοια, ἐκεῖνος τὸ πληροφορεῖται, ἔτσι καὶ σʹ αὐτήν τὴν περίπτωση. Ὤ, ὁ γογγυσμός τοῦ ἄλλου τὸν κάνει ἄνω‐κάτω! Καὶ μακριά νὰ εἶναι, τί στὴν Αὐστραλία, τί στὸ Γιοχάννεμπουργκ, δὲν μπορεῖ νὰ ἡσυχάση, ὅταν εἶναι ἀγανακτισμένος ὁ ἄλλος ἐξ αἰτίας του.
– Ἄν εἶναι ἀναίσθητος;
– Οἱ ἀναίσθητοι λές ὅτι δὲν ὑποφέρουν; Τὸ πολύ‐πολύ νὰ καταφύγουν σὲ καμμιά ψυχαγωγία, γιὰ νὰ ξεχασθοῦν. Μπορεῖ πάλι ὁ ἀδικημένος νὰ τὸν συγχώρησε τὸν ἔνοχο, ἀλλὰ νὰ ἔχη μείνει λίγη ἀγανάκτηση μέσα του. τότε καὶ ὁ ἴδιος ταλαιπωρεῖται σὲ ἕναν βαθμό, ἀλλὰ ὁ ἔνοχος ταλαιπωρεῖται πολύ ἀπὸ τὴν ἀγανάκτηση τοῦ ἄλλου. Ἄν ὅμως ὁ ἔνοχος ζητήση συγνώμη καὶ δὲν τοῦ τὴν δώση ὁ ἀδικημένος, τότε ταλαιπωρεῖται ἐκεῖνος. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη φωτιά ἀπὸ τὸ ἐσωτερικό κάψιμο τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὴν συνείδηση. Τὴν βασανίζει καὶ τὴν τρώει συνέχεια μὲ τὸ σαράκι σʹ ἐτούτη τὴν ζωή καὶ πιὸ πολύ φυσικά θὰ τὴν τρώη στὴν ἄλλη ζωή, τὴν αἰώνια, «ὁ ἀκοίμητος σκώληξ», ἄν δὲν μετανοήση ὁ ἄνθρωπος σʹ αὐτήν τὴν ζωή καὶ δὲν ἐπιστρέψη τὶς ἀδικίες του στούς συνανθρώπους του, ἔστω καὶ μὲ τὴν ἀγαθή του προαίρεση, σὲ περίπτωση ποὺ δὲν μπορεῖ μὲ ἄλλον τρόπο.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»