«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Περιπέτειες ποιμαντικοῦ ἔργου
Λίγες ἡμέρες πρίν τά Χριστούγεννα 1993 ἐστάλη ὁ π. Ρωμανός στήν Σαντόα πού ἀπέχει ἀπό τό Κολουέζι 450 χιλιόμετρα, νά κάνη τίς ’Ακολουθίες τοῦ Δωδεκαημέρου. Καθ’ ὁδόν ἀσθένησε βαρύτατα ἀπό ἑλονοσία καί διανυκτέρευσε στό σπίτι τοῦ ἱερέως π. Κοσμᾶ, ἐφημερίου τοῦ χωριοῦ Καουαγιόγκο. Τήν ἑπομένη μέ πολλές δυσκολίες συνταξίδευσαν γιά τήν Σαντόα. Ἔφθασαν ἐκεῖ, ἀλλά ἦταν ἀδύνατον νά ἐπιτελέση τά καθήκοντά του ὁ π. Ρωμανός. Μᾶς ἔστειλαν μήνυμα, ὅτι τό ταχύτερον νά μεταβῆ ἐκεῖ αὐτοκίνητο νά τόν παραλάβη, διότι ἐπιδεινώθηκε ἡ κατάστασις τῆς ὑγείας του. Τήν ἴδια ὥρα ἡ ἀδελφή Ξένη μοναχή μέ συνοδεία ἔφυγε γιά τήν Σαντόα, ἐν μέσῳ βροχῆς καί τοῦ δρόμου μεταβληθέντος σέ ποτάμι. Ἔκαναν νά φθάσουν 18 ὧρες. Καθώς μᾶς διηγήθηκε ἡ ἀδελφή Ξένη, τό αὐτοκίνητό τους βυθιζόταν μέχρι τόν σκελετό του μέσα στά νερά. Δύο φορές ἐκόλλησε στίς λάσπες. ’Αφάνταστες οἱ ταλαιπωρίες τους. Στήν Σαντόα τούς περίμεναν οἱ νεοφώτιστοι Χριστιανοί. Τούς ἔκαναν μεγάλη ὑποδοχή. Τό πλέον ἄξιο μνημονεύσεως εἶναι ὅτι τώρα ὁ Κατηχητής Τιμόθεος ἔχει ἄλλους 200 Κατηχουμένους. Ἔδωσαν τίς πρῶτες βοήθειες στόν π. Ρωμανό καί ἐπέστρεψαν ἀμέσως, χωρίς ξεκούρασι, χωρίς τροφές στόν δρόμο. Ἔτσι τελείωσε αὐτή ἡ "’Οδύσσεια" μέσα στήν ἀφρικάνικη ζούγκλα τοῦ Κογκό.
Πτωχός ’Ορθόδοξος παρά αἱρετικός
Στό χωριό Λουένα, πού ἀπέχει ἀπό τό Κολουέζι 300 περίπου χιλιόμετρα ἔχουμε ἐνορία πρός τιμήν τῶν ‘Αγίων ’Αποστόλων. Κατηχητής τῶν ἐκεῖ Χριστιανῶν μας εἶναι ὁ ’Ιωακείμ. Μέχρι πέρυσι ἦταν δάσκαλος σέ δημοτικό σχολεῖο τῶν Μεθοδιστῶν. Αὐτοί τόν ἐπίεσαν νά γίνη Μεθοδιστής, ἀλλιῶς θά ἔχανε τήν δουλειά του. Καί πράγματι ὁ ἄξιος τῆς ’Ορθοδόξου Πίστεως ’Ιωακείμ, προτίμησε νά χάση τήν δουλειά του μέ ὅλες τίς συνέπειες γιά τήν οἰκογένειά του, προκειμένου νά κρατήση τήν πίστι του. Σήμερα φτιάχνει κάρβουνα στό δάσος καί τά πουλᾶ γιά νά ζήση τά τέσσερα παιδάκια του.
Εὖγε σου, ’Ιωακείμ. Ὁ Χριστός δέν θά σέ ἐγκαταλείψη. Εἶσαι ἕνας ἀπό τούς πιό μεγάλους ὁμολογητές τῆς Πίστεώς μας σήμερα στήν ’Αφρική.
Πτωχός ’Ορθοδόξος παρά μουσουλμᾶνος πλούσιος
Ὅλοι οἱ Κατηχητές πού ἔχει τό Κλιμάκιο Κολουέζι εἶναι περί τούς 150. Δέν προσφέρει σ’ αὐτούς μισθό, ἐκτός ἀπό ὑλικές βοήθειες, ἔκτακτες οἰκονομικές ἐνισχύσεις, φάρμακα κ. λ. π. Στόν Κατηχητή τοῦ Φουγκουροῦμε προσφέρθηκε ἡ εὐκαιρία νά γίνη πλούσιος, ἀλλ’ ὅμως ἀπέρριψε τήν πρότασι. Τόν πλησίασαν μουσουλμᾶνοι "ἱεραπόστολοι" προτείνοντάς του νά τόν κάμουν δικό τους κατηχητή μέ μισθό, δέκα φορές μεγαλύτερο ἀπό ὅτι παίρνουν οἱ ἱερεῖς τοῦ Κλιμακίου μας. Μέ γενναιοψυχία καί ὁμολογιακή ἀποφασιστικότητα ἀρνήθηκε τό δόλωμα τοῦ σατανᾶ. Παραμένει φτωχός καί ἐργάτης στά χωράφια, ὅπως πρῶτα, κρατώντας γερά τόν θησαυρό τῆς Πίστεως πού παρέλαβε ἀπό τόν μακαριστό π. Κοσμᾶ.
Εὖγε καί σέ σένα, ἀδελφέ Παναγιώτη. Δέν θά ἐγκαταλείψη καί σένα ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καί σύ δέν "κλώτσησες" τόν Θεό χάριν τοῦ μαμμωνᾶ.
Διάσωσις ἱερῶν ’Αντικειμένων ἀπό πυρκαιά
Στό χωριό Τσιπάγια, ὅπου ὑπάρχει καί ἐνορία μας, ὁ Κατηχητής ἔπαθε κάποια ἡμέρα μία μεγάλη συμφορά. Ἡ χαρτοκαλύβα του, λόγῳ τῆς φωτιᾶς πού ἀνάβουν μέσα γιά ζεστασιά καί μαγειρική, ἀπετεφρώθη. Δέν ἔμεινε τίποτε. Καθώς μᾶς εἶπε, εἶχε καί λίγα χαρτονομίσματα πού τἄχασε κι αὐτά. Μέσα ὅμως στίς στάκτες βρῆκε κάτι ἀντικείμενα, πού ἀποροῦσε πῶς διεσώθηκαν. Βρῆκε τήν Καινή Διαθήκη, ἕνα σταυρό ξύλινο καί ἕνα κομποσχοίνι, ὅλα ἀνέπαφα. Ὁ Θεός, ἀσφαλῶς τόν παρηγόρησε ἐπαρκῶς μέ τήν θαυμαστή διάσωσι αὐτῶν τῶν ἱερῶν ἀντικειμένων.
Στό χωριό τῶν Λεπρῶν
Σέ ἀπόστασι 60 χιλιόμετρα ἀπό τό Κολουέζι ὑπάρχει τό χωριό τῶν συμπαθεστάτων ἀδελφῶν μας, τῶν λεπρῶν. Λέγεται Καζένζε. Ἔχει κτισθῆ ἐξ ὁλοκλήρου ἀπό τούς Καθολικούς ἱεραποστόλους, καθώς καί ὅλα τά ἀναγκαῖα κτίρια τῆς θεραπείας τους, δηλαδή νοσοκομεῖο, μαιευτήριο, σχολεῖα, ἐκκλησία, βιβλιοθήκη, φαρμακεῖο.
Κάθε οἰκογένεια λεπρῶν ζῆ σέ κάθε σπιτάκι κτισμένο ὄμορφα μέ τοῦβλα καί φροντίζει νά καλλιεργῆ λίγα κηπουρικά καί λίγα καλαμπόκια γιά τήν ζωοτροφία τους. Παράλληλα τούς ἐνισχύουν καί οἱ Ἱεραπόστολοι, τόσο οἱ Καθολικοί, ὅσο κατά περιόδους καί τῶν ἄλλων ὁμολογιῶν.
Σέ μιά τέτοια ἐπίσκεψι τῆς Φιλοπτώχου ’Αδελφότητος τῆς ’Ενορίας μας ἐπῆγα καί ἐγώ. Οἱ Κυρίες τῆς ’Ενορίας μας εἶχαν ἑτοιμάσει ἀπό τό βράδυ τά φαγητά: Κρέας, χόρτα, φασόλια, μπουκάρι. ’Επήγαμε μέ τά παιδιά τοῦ Οἰκοτροφείου μας καί μερικούς Κατηχητές μας. Τούς καλέσαμε κοντά μας. Τούς ὡμίλησα. Τούς τραγούδισαν τά παιδιά μας. Οἱ γυναῖκες ἄρχισαν τήν διανομή τῶν φαγητῶν. Κι αὐτοί ἄρχισαν τά δικά τους τραγούδια, τά ὁποῖα μᾶς ἐράγισαν τήν καρδιά. Δέν μπορούσαμε νά κρατήσουμε τόν πόνο μας καί τά μάτια μας εἶχαν ἀρχίσει νά βουρκώνουν. Σ’ ἕνα τραγούδι τους ἔλεγαν: "Εἴμαστε φτωχοί, εἴμαστε φτωχοί καί δυστυχεῖς, ἀλλά δόξα στόν Θεό, δόξα στόν Θεό". Σέ μία ἄλλη στροφή ἔλεγαν: "Χέρια καί πόδια χάσαμε, χέρια καί πόδια χάσαμε, ἀλλά τόν Θεό δέν ἐξεχάσαμε". Σέ μιά ἄλλη στροφή ἔλεγαν: "Σᾶς εὐχαριστοῦμε γιατί μᾶς ἀγαπᾶτε. Εἶσθε οἱ πατέρες μας, εἶσθε τά ἀδέλφια μας". Ἄς σημειωθῆ ὅτι τά λόγια τους αὐτά εἶναι αὐθόρμητα. Ὁμοίως καί ὁ σκοπός τῆς μουσικῆς τους ἐπιδόσεως εἶναι πηγαῖος. ’Εκείνη τήν στιγμή πού μᾶς εἶδαν, ἐκείνη τήν στιγμή ἔφτιαξαν τήν μουσική τους μελωδία καί στιχουργική.
’Εκλαύσαμε στά κρυφά, ὅσο ἦταν δυνατόν, καθ’ ὅσον βλέπαμε τ’ ἀδέλφια μας μέ ξύλινα παπούτσια, ἐνῶ τά χέρια φαγωμένα ἀπό τήν λέπρα ἤ τυλιγμένα μέ ἐπιδέσμους. Ἡ καχεκτικότης καί ἀδυναμία τους εἶναι ἀδύνατον νά περιγραφοῦν.
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου