Θλιβόταν βαθιὰ ὁ παπα - Μᾶρκος, ὅταν ἔβλεπε τὸν ἄνθρωπο, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, νὰ πέφτει στὴ λάσπη κάθε εἴδους ἁμαρτίας. Καὶ ὅσο σιχαινόταν τὴν ἁμαρτία, τόσο ἀγαποῦσε ἢ μᾶλλον ὑπεραγαποῦσε τὸν ἁμαρτωλό. Δὲν τὸν λυπόταν ἁπλὰ γιὰ τὴν κατάντια του, γιὰ τὸ παραστράτημά του· ἡ ἀγάπη του ἐργαζόταν ἀκούραστα, γιὰ νὰ τὸν φέρει στὸν ἴσιο δρόμο καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ συνέχεια στὴν προσπάθεια τὴν ὄμορφη, ποὺ ἔχει σκοπὸ τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν».
Καὶ δὲν ἀμαυρώνουν τὴ θεϊκὴ εἰκόνα μόνο τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα, ἀλλὰ κάθε παράβαση καὶ παρακοή, κάθε παρέκκλιση ἀπὸ τὸν ἠθικὸ νόμο εἶναι δυσαρμονία στὴν καταπληκτικὴ ἁρμονία τοῦ Σύμπαντος, ποὺ θέσπισε ὁ Δημιουργός. Ὅλη ἡ ζωή τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι μιά εἰρηνικὴ ἐπαγρύπνηση, ἕνας ἀόρατος ἀγώνας, γιὰ νὰ κοποῦν τὰ πάθη καὶ νὰ φυτρώσουν ἀρετές.
Καὶ χαιρόταν ὁ παπα-Μᾶρκος ὅταν κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἡμερῶν τῆς Σαρακοστῆς οἱ Χριστιανοὶ νήστευαν καὶ προσέρχονταν πλῆθος στὸ ἐξομολογητήρι, παρὰ τὸ ὅτι αὐτὸ σήμαινε ἐξαντλητικὴ «δουλειὰ» τοῦ ἐξομολόγου – πνευματικοῦ.
Τί γίνεται ὅμως μετὰ τὸ τέλος τῆς νηστείας; Ὅλοι τὸ γνωρίζουν. Ἀνήμερα τὰ Χριστούγεννα καὶ πρὸ πάντων ἀνήμερα τὸ Πάσχα γεμίζουν τὰ νοσοκομεῖα ἀπὸ διάφορα ἐπεισόδια καρδιακῶν προσβολῶν, ἐγκεφαλικῶν καὶ στομαχικῶν διαταραχῶν. Αἰτία; Ἡ ἀδηφαγία!
Κάποιοι ἄνθρωποι βγάζουν τὸ ἄχτι τους, σὰν τὰ τιμωρημένα παιδιὰ ποὺ τὰ κρατᾶς φυλακισμένα στὸ σπίτι κι ὅταν τὰ ἐλευθερώνεις κάνουν σὰν τρελά. Ἔτσι καὶ κάποιοι δὲ ζοῦν τὴ χαρὰ τῆς νηστείας, ἀλλὰ τὴ θεωροῦν ἀναγκαῖο κακό, γιατί ἔτσι τὸ ἐπιβάλλει ἡ παράδοση. Ἄνθρωποι ποὺ κάνουν μιά ὀλιγοήμερη τυπικὴ νηστεία γιὰ τὸ ἔθιμο, καὶ δὲν ἔχουν νιώσει τὴν ἄλλη ὄψη της, τὴν ὠφέλιμη καὶ γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ σώματος καὶ γιὰ τὴν ξεκούραση τοῦ πνεύματος καὶ γιὰ τὴν ἀνάταση τῆς ψυχῆς. Ὅταν λοιπὸν σταματήσει ἡ νηστεία, ἀρκετοὶ πέφτουν μὲ τὰ μοῦτρα στὸ φαγητό. Θαρρεῖς καὶ γεννηθήκαμε γιὰ νὰ τρῶμε.
Πόσο στ’ ἀλήθεια θὰ ἦταν ἀσήμαντος ὁ σκοπὸς γιὰ τὸν ὁποῖο πλάστηκε ὁ ἄνθρωπος, ἂν ὁ προορισμὸς του ἦταν τὸ φαγητό, ἡ ἀπόλαυση, οἱ ἡδονές; Εὐτυχῶς ὁ Πλάστης ἔβαλε τὸν πήχη ψηλότερα ἀπὸ τὸ χῶμα καὶ τὰ φθαρτά. Ὁ προορισμὸς εἶναι οὐράνιος καὶ αἰώνιος.
Ὁ παπα - Μᾶρκος ζοῦσε γιὰ τὰ αἰώνια καὶ τὰ ἄφθαρτα. Καὶ δὲν πάσχιζε μόνο γιὰ τὸν δικό του ἐξαγιασμό, ἀλλὰ ἀγωνιζόταν νυχθημερὸν γιὰ τὸν
ἁγιασμὸ τοῦ λογικοῦ ποιμνίου του. Κι ἔδινε πάντα ἕνα λακωνικὸ σύνθημα. Στὸ τέλος τῆς Σαρακοστῆς· ἄνοιξε τὰ πατρικά του χείλη κι ἔδωσε τὸ σύνθημα, γιὰ νὰ ἀποφεύγουν οἱ ψυχὲς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός, τὶς κακοτοπιὲς καὶ τὶς παγίδες. «Ἂς προσέξουμε. Ἡ νηστεία τελείωσε. Ἡ ἐγκράτεια συνεχίζεται!».
ΕΛΕΝΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ – ΚΟΥΡΤΙΔΟΥ, «ΕΝΑΣ ΟΣΙΟΣ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ», Ὁ πατὴρ Μᾶρκος Μανώλης μὲ τὸ βλέμμα μιᾶς ἐνορίτισσας, τοῦ ἁγίου Γεωργίου Διονύσου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ» ΚΑΝΙΓΓΟΣ 10, 10677 ΑΘΗΝΑ 2019