«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ἠ Ἐκκλησία κατά τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου
Ὁ αὐτοκράτορας Μέγας Κωνσταντῖνος νομιμοποιεῖ τόν Χριστιανισμό. Διά διατάγματος τοῦ Μιλάνου γίνεται κρατική θρησκεία.
Ὁ αὐτοκράτορας ἀποκαλεῖται «ἐπίσκοπος» γιά τίς ἐξωτερικές φροντίδες τῆς Ἐκκλησίας», δηλαδή γιά τα πολιτικά-κοινωνικά προβλήματα. Ὁ πατριάρχης τῆς Κωνσταντινούπολης γίνεται ὁ πρῶτος συμβουλάτοράς του. Ὁ αὐτοκράτορας προστατεύει τίς Συνόδους καί ἔχει ἕνα σημαντικό λόγο στίς συνοδικές ἀποφάσεις. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τόν αὐτοκράτορα μέ θεϊκή ἐξουσία. Ἐπίσης, ἡ Ἐκκλησία ἀντιπροσωπεύει τόν λαό καί σ᾿ αὐτήν ἀνήκει τό πνευματικό, ἠθικό, ἐκπαιδευτικό, πολιτιστικό, κοινωνικό καί νομικό χρέος τοῦ κράτος.
Μ᾿ αὐτές τίς συνθῆκες τά ἔθνη τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ἔσπευσαν νά βαπτιστοῦν. Ἀλλά οἱ βαπτισθέντες, πρώην εἰδωλολάτρες, παρέμειναν παλαιοί ἄνθρωποι, μέ τά παλαιά τους ἤθη. Καί τό χριστιανικό κράτος παρέμεινε μέ πολλούς παλαιούς νόμους καί κατεστημένα. Γι᾿ αὐτό ἡ Ἐκκλησία ἄρχισε τήν μάχη τῆς πραγματικῆς ἐγχριστιανοποίησης τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ κόσμου, ἀλλά δέχθηκε τίς ἀντιπαραθέσεις τους.
Τό παράδειγμα τῆς πρώτης χριστιανικῆς Κοινότητας σκορπίσθηκε καί διαλύθηκε στήν μαζικά βαπτιζομένη κοινωνία. Δέν ἀντιστάθηκαν στήν βάπτιση οἱ μάζες τοῦ λαοῦ, ἀλλά οἱ αὐθαίρετοι, ἄδικοι καί ἀχόρταστοι ἡγέτες τῶν ἁμαρτωλῶν κατεστημένων.
Αὐτή ἡ σύγκρουση παρουσιάζεται σαφῶς στήν περίπτωση τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος ζητοῦσε τήν ἀλλαγή τῶν ἠθῶν καί τῶν νόμων τοῦ παλατιοῦ γιά ν᾿ ἀποδοθεῖ δικαιοσύνη στόν ταλαίπωρο λαό, γιά νά συναδελφωθοῦν οἱ ἄνθρωποι καί νά ἐπικρατἠσει ἡ ἀρετή. Ὁ λαός ἦταν μέ τήν πλευρά τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου κι ὅμως αὐτός ἐξωρίσθηκε τρεῖς φορές καί τελικά πέθανε στήν ἐξορία. Χρειάστηκε νά περάσουν 30 χρόνια γιά ν᾿ ἀναγνωρίσουν οἱ Ἀρχές τήν ἁγιότητα τήν ὁποία ὁ λαός ἀπέδιδε στόν ἅγιο Ἰωάννη.
Μετά τόν ἱερό Χρυσόστομο ὁ καινούργιος τρόπος ζωῆς μεταξύ Ἐκκλησίας καί Κράτους ἦταν πολύ συζητήσιμος. Ἐδῶ πρέπει νά ἀναζητήσουμε τήν προέλευση τοῦ παναθλίου καισαροπαπισμοῦ, ὁ ὁποῖος καθιερώθηκε στήν Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία κατέφυγε στήν μυστική ζωή, στήν πνευματικότητα, στήν ἐσχατολογία καί ἄφησε τήν ἱστορία ἐκτυλίσσεται ἐλεύθερα. Ἡ ὀρθόδοξη πνευματικότητα ἐπηρέασε τήν ἱστορία καί ἔγραψε ἱστορία.
Ὁ μεσαιωνικός Χριστιανισμός, ὀρθόδοξος καί παπικός
Στά ἐρείπια τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας οἰκοδομήθηκε, μέ ἀσταθεῖς ἱστορικές συνθῆκες, ὁ χριστιανικός μεσαίωνας. Δέν βαπτίστηκαν μόνο οἱ λαοί τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλά καί ὅλα τά εὐρωπαϊκά βαρβαρικά ἔθνη ἤ ἐκεῖνα τά ὁποῖα μετανάστευσαν τότε στήν Εὐρώπη. Αὐτό τό ἔργο εἶναι πολύ ἐντυπωσιακό καί ἀποδεικνύει τήν ἔκταση καί δόξα τοῦ μεσαιωνικοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἔμεινε ὅμως ἄλυτο τό πρόβλημα τῆς διάβασης ἀπό τόν τυπικό στόν βαθύ Χριστιανισμό καί αὐτό διήρκεσε αἰῶνες καί χιλιετίες.
Ἀντίθετα μέ ὅλους αὐτούς πού ἐξέθεσαν τόν Μεσαίωνα, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ ἐποχή αὐτή δημιούργησε τήν πιό ὑψηλή ὅσο ποτέ ἄλλοτε πνευματική ἰσορροπία στήν ὁποία ἔφτασε ἡ ἀνθρωπότητα. Αὐτή ἡ ἰσορροπία προερχόταν ἀπό τήν πνευματικότητα ἡ ὁποία γέμιζε τότε τόν κόσμο, τόσο στίς καρδιές, ὅσο καί στήν κοινωνία. Οἱ ἀρετές τοῦ μεσαιωνικοῦ κόσμου ξεπερνοῦν ὅ,τι ἀρετές ἀπέκτησε ποτέ ὅλη ἡ ἱστορία. Ἡ κοινωνική ἁρμονία ἔφτασε τότε σέ πατριαρχικές μορφές ἀδελφοποίησης. Τότε ἡ ζωή ἦταν κάτω ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι ζοῦσαν ὅλοι, ἀπό τούς ἡγέτες μέχρι τούς ὑπηκόους. Οἱ ψυχές ἦταν ἀνοιχτές γιά τήν ἁγιότητα. Οἱ οὐρανοί «ἀκουμποῦσαν» στήν γη. Ἡ Ἐκκλησία ἐξασκοῦσε μία ἐπίδραση εἰρήνης, χαρᾶς καί διάκρισης. Ποτέ δέν πραγματοποιήθηκε μία τέτοια δικαιοσύνη, ὅπως τότε. Ταὐτόχρονα ἔγιναν φιλοσοφικές καί επιστημονικές ἔρευνες, οἱ ὁποῖες παραμένουν ἕνα ἀξιομίμητο παράδειγμα γιά πάντα, διότι τότε θεωροῦσαν ὅτι ὁ κόσμος εἶναι μία ἀρμονική καί μέ λυτρωτική ἔννοια ἑνότητα. Τό πνεῦμα κυβερνοῦσε τήν ὕλη γιά τόν σκοπό τῆς ἀνθρώπινης τελειότητας. Ὁ στόχος τοῦ κόσμου ἦταν μεταφυσικός, γι᾿ αὐτό οἱ ἄνθρωποι εἶχαν πνευματική ρωμαλεότητα καί σωματική καθαρότητα, διότι μέχρι τῆς στιγμῆς τοῦ θανάτου ἤξεραν γιά ποιόν λόγο ζοῦν καί ζοῦσαν γιά τήν τωρινή καί τήν αἰώνια σωτηρία τους.
Ἡ τότε ἑτερογένεια τῆς Εὐρώπης στάθηκε ἐνάντια στήν ἑνότητά της. Ὁ ἅγιος Βενέδικτος ἐγχριστιανοποίησε τήν Δύση, ἐνῶ ὁ ἅγιος Μεθόδιος τήν Ἀνατολή. Οἱ Σλάβοι ἀνέπτυξαν ἕνα χαρακτηριστικό χριστιανικό πολιτισμό. Καί ὅταν ὁ Μεσαίωνας ἔφτανε στό ἀπόγειό του, ἄρχισε ἡ ἀποσύνθεσή του, ἡ ὁποία περίπου εἶναι ταὐτόχρονη μέ τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης.
Δέν ἐξαντλήθηκε ἡ μεσαιωνική πνευματικότητα, ἀλλά τά πνευματικά ἱδρύματα δεν εἶχαν πιά ἀνθρώπους μέ ἐσωτερική δύναμη γιά νά τά συντηρήσουν καί νά τά ἀναδημιουργήσουν. Κάτι εἶχε ἀμβλυνθεῖ στίς μορφές καί στά ἤθη τους. Δέν ἦταν ἱκανοί νά σπάσουν τούς παλαιούς τύπους, οὕτως ὥστε καινούργιοι ἄνθρωποι νά δημιουργήσουν νέες ἱστορικές μορφές κι ἔτσι ἐξηγεῖται τό τέλος τοῦ Μεσαίωνα. Διότι τό μυστήριο τῆς ἱστορικῆς ἰσοβιότητας εἶναι ἡ δημιουργική πνευματικότητα.
Εἶναι ψεύτικες οἱ κατηγορίες περί μεσαιωνισμοῦ, τυραννίας, δουλείας, ἰησουϊτίσμοῦ, καί ἱεροεξεταστικῶν ἐγκλημάτων. Αὐτά ἦταν ἀτυχήματα καί ὄχι χαρακτηριστικές συντεταγμένες τοῦ Μεσαίωνα. Ἴσως μερικοί ἐπέμειναν πολύ στόν θεοκεντρισμό, ἀλλά ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ ἀνθρωποκεντρισμός πού ἀκολούθησε τήν Ἀναγέννηση ὑποβίβασε τόσο πολύ τόν ἄνθρωπο μέχρι πού τόν ὑποδούλωσε στόν παγκόσμιο μηχανισμό. Πάντως μόνο ἡ θεοκρατική ἀντίληψη ξεχωρίζει στόν ἄνθρωπο τό αὐτοκρατορικό του μεγαλεῖο στόν κόσμο. Ὁ ἄνθρωπος ὡς κέντρο τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ κόσμου εἶναι ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου. Μεταξύ θεοκεντρισμοῦ καί ἀνθρωποκεντρισμοῦ βρίσκεται ὁ θεανδρικός Χριστός, ἡ κοινωνία μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Ἡ ἐπικέντρωση στόν Θεό δέν καταργεῖ καθόλου τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, ἀλλά τήν ἐπαυξάνει, ἐνῶ μόνος του ὁ ἄνθρωπος ἀποσυντίθεται μέσα στό χάος του.
Οὔτε ὁ Μεσαίωνας πρέπει νά ἐξιδανικευτεῖ, διότι δέν ἦταν ἕνας κόσμος χωρίς σφάλματα, ἀλλά ἦταν ἕνας κόσμος τῶν κατά Θεόν ἐπιθυμιῶν, πού ἀποτελοῦσε ἕνα ἱστορικό στάδιο τελειότητας.
Ὁ Χριστιανισμός τῆς Ἀναγέννησης καί τῆς Μεταρρύθμισης
Ἡ Ἀναγέννηση εἶναι καλλιτεχνικό φαινόμενο, ἡ Μεταρρύθμιση εἶναι θρησκευτικό φαινόμενο, ἀλλά ἀμφότερα ἔχουν διαλύσει τήν μεσαιωνική πνευματικότητα καί ἔχουν καταστρέψει τίς χριστιανικές βάσεις τῆς Ευρώπης.
Παρόλο πού ἡ Ἀναγέννηση φαινόταν στήν ἀρχή νά παραμένει στήν χριστιανική πνευματικότητα, ὅμως ὁ ἀνθρωποκεντρισμός της θά μετακινήσει τήν προσοχή τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεό στόν ἄνθρωπο. Ἔτσι ἔχουν καταλήξει στόν ἀνθρωπισμό–δηλαδή στήν θεοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, στήν αὐτοθεοποίησή του, στήν ἀποκοπή του ἀπό τήν ἀληθινή κοινωνία μέ τούς ἄλλους, στόν ὑποκειμενισμό τῆς ἀνθρώπινης ἀτέλειας, ὁ ὁποῖος ἔγινε νόμος τοῦ ἀνθρώπου καί λανθασμένο μέτρο (μέγεθος) τοῦ σύμπαντος.
Ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀνθρωπισμοῦ ἀποσπάσθηκε ἀπό τόν ἀληθινό Θεό καί ὁ ἐσωτερικός του κόσμος ἔγινε χαώδης. Ἡ ἀνθρωπιστική ἀντικειμενικότητα εἶναι ἄκομψος (ἀπολίτιστος) ὑποκειμενισμός. Οἱ ἄνθρωποι ξεσχίζονται μεταξύ τους ἐπειδή δεν θεωροῦν πιά ὡς κοινή τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία βρίσκεται σ᾿ ὅλους αὐτούς. Οἱ ἄνθρωποι εἶναι ὑποκειμενικοί, διότι τήν ἀντικειμενικότητα μποροῦν νά τήν προσφέρουν μόνον οἱ μεταφυσικές ἀξίες. Οὔτε ὁ ἄνθρωπος, οὔτε ὁ κόσμος εἶναι τέλειος, ἄρα ὁ ἄνθρωπος-θεός εἶναι ἕνας ἀτελής, ἀποκρουστικός καί βλαβερός νόμος.
Οἱ καλλιτέχνες τῆς Ἀναγέννησης ἐγκαταλείπουν τό πνευματοποιημένο σώμα καί παρουσιάζουν τίς σαρκικές μορφές του. Τά γυμνά σώματα τοῦ Μωυσῆ ἤ τοῦ Λεονάρδου Δανβίτσι θά εκφυλιστοῦν στήν ἐξαχρειωμένη καί βαρβαρική μοντέρνα ἀσέλγεια, ἡ ὁποία σήμερα φθείρεται μέ τίς ἀνάλογες συνέπειές της, χωρίς νά μπορεῖ κανένας νά τήν σταματήσει.
Ἡ Ἀναγέννηση ἔδωσε κουράγιο στόν Λούθηρο καί στούς ὑπόλοιπους μεταρρυθμιστές νά καταφρονήσουν τήν αὐθεντία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀναμορφωτική δίψα τοῦ Λουθήρου συναντήθηκε μέ τήν ἀλαζονεία μερικῶν γερμανῶν πριγκίπων, οἱ ὁποῖοι ποθοῦσαν νά ἀνεξαρτοποιηθοῦν καί ἑπομένως ἤθελαν ν᾿ ἀποσπασθοῦν ἀπό τήν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας. Ὡρισμένες ἐπιστημονικές ἀνακαλύψεις τῆς ἐποχῆς χρησιμοποιήθηκαν σάν πολιτικά ὅπλα γιά τήν ἀνεξαρτοποίηση καί τήν μεταρρύθμιση. Τά συγχωροχάρτια τά ἐκμεταλλεύτηκε πολύ τό ἀνταρτικό πνεῦμα τῶν μεταρρυθμιστῶν. Ἡ αὐθεντία τῆς Ἐκκλησίας καταστράφηκε. Ὁ Χριστιανισμός κονιορτοποιήθηκε σέ ἀναρίθμητες αἱρέσεις, ἔχοντας κάθε ἄνθρωπος τήν ἐλευθερία τῆς προσωπικῆς ἑρμηνείας καί τῆς ἀτομικῆς χάριτος. Τό κάθε ἄτομο δημιούργησει μία θεότητα σύμφωνα μέ τά μέτρα του, οὕτως ὥστε ὄχι ὁ ἄνθρωπος ἔτεινε πιά πρός τόν Θεόν, ἀλλά ὁ Θεός ὑποβιβάσθηκε πρός τόν ἄνθρωπο.
Οὔτε οἱ καλλιτέχνες τῆς Ἀναγέννησης, οὔτε ὁ Λούθηρος οὔτε καί οἱ ἀνεξάρτητοι πρίγκιπες δέν προέβλεψαν τότε τήν ἀνταρτική πανωλεθρία ἡ ὁποία τούς ἔπνιξε στήν κυριολεξία. Σάν μία ἀπάντηση γιά ὅλα αὐτά γεννιέται ἡ ἀντιμεταρρύθμιση, ἡ ὁποία εἶχε μερικές ἐπιτυχίες.
Συνεχίζει νά ὑπάρχει ἡ πίστη στό λαό, ἀλλά δέν ἀποτελεῖ πιά μία ἱστορική δύναμη, δέν διαθέτει πιά τούς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι νά τῆς δώσουν μία κοινωνική καί πολιτική μορφή. Ἡ Ἐκκλησία, ἀπό μία ἀναγνωρισμένη αὐθεντία, γίνεται μία περιθωριακή, συμβουλευτική πηγή.
Ἡ Εὐρώπη διαλύεται θρησκευτικά διά τῆς πολιτικῆς διαρροῆς. Οἱ δημιουργημένες ἀπό τούς εὐρωπαίους αὐτοκρατορίες δέν δέχονται στούς κόλπους τους μία χριστιανική σκέψη, ἀλλά μία διφορούμενη, στήν ὁποία ὅμως ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἁπλᾶ ἀνεχόμενος καί σεβαστός.
Ὅμως, ἄν καί ἦταν τόσο κακές οἱ ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες διέδωσαν τήν Ἁγία Γραφή στίς πέντε ἠπείρους. Ἀλλά τήν ἐντύπωση πού ἔχουν δημιουργήσει οἱ ἄνθρωποι περί τοῦ Χριστιανισμοῦ πρέπει ν᾿ διορθωθεῖ, διότι τόν ἔχουν παραποιήσει.
Λοιπόν, ἡ Εὐρώπη τῆς Ἀναγέννησης εἶναι ἕνα μωσαϊκό ὑπερηφανειῶν, παθῶν, πλεονεξίας, ἐξουσίας καί χριστιανικῶν ἀρετῶν.
Ἄν κάποια ποικιλία στήν ἑνότητα τοῦ κόσμου εἶναι φυσική, ὅμως ἡ ἀναγεννησιακή μεταρρυθμιστική ἀναρχία ἔχει διαλύσει τήν Χριστιανωσύνη καί τήν ἄδειασε ἀπό τήν ἱστορική της δύναμη. Τῆς ἔχει μείνει ὅμως ἡ Θεία Χάρη καί ἀπ᾿ αὐτήν περιμένουμε τήν μελλοντική ἀπολύτρωση.
Ὁ μοντέρνος Χριστιανισμός
Ἐνῶ ὁ Χριστός ἀναπτύσσει στήν ἱστορία τίς σωτήριες δυνάμεις Του, ὁ σατανᾶς ἔχει κι αὐτός τούς δικούς του, οἱ ὁποῖοι ἀναπτύσσουν τίς ἀντιχριστιανικές δυνάμεις.
Ἐάν στόν Μεσαίωνα ὁ ἀντίχριστος ὑποτασσόταν, στήν ἀναγεννησιακή ἐποχή αὐτός ἐκμεταλλεύτηκε ὅλα τά ραγίσματα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καί τά ἐνίσχυσε, προετοιμάζοντας τίς δυνάμεις του γιά τήν ἐπίθεση καί τήν ἐξουσία στήν σύγχρονη ἐποχή. Ὅλα τά δικά του ἔργα εἶχαν μία ἀπόκρυφη μορφή καί οἱ ἄνθρωποί του ἦταν ἕτοιμοι γιά νά βγοῶν στό προσκήνιο.
Ἡ πρώτη μεγάλη ἀποκαλυπτική ἐπίθεση ἦταν στήν γαλλική ἐπανάσταση, ἡ ὁποία ἦταν ἀντιχριστιανική, ἐγκληματική καί τυραννική. Ὅμως παρουσιάζεται συχνά ὑποκριτικά δῆθεν γιά τήν προστασία τῶν ἰδεῶν τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἰσότητας καί τῆς ἀδελφωσύνης. Αὐτή πέτυχε διότι ἡ γαλλική ἀριστοκρατία δέν εἶχε τήν ἀπαραίτητη δύναμη νά πρστατεύσει τίς ἀξίες γιά ὁποῖες εἶχαν ξεσηκωθεῖ οἱ πρόγονοι τους. Ἐπέτυχε, ἐπειδή ἤξερε πῶς νά ἐκμεταλλευθεῖ μεγάλες ἰδέες γιά ἀπόκρυφους σκοπούς. Πολλοί μεγάλοι λόγιοι ἐπηρεάσθηκαν ἀπ᾿ αὐτές τίς ἰδέες καί οἱ μᾶζες δελεάσθηκαν ἀπό τόν ἀναρχισμό καί τόν μηδενισμό.
Ἀφ᾿ ὅρου γενικεύθηκε ἡ ἐπανάσταση, δολοφονήθηκαν ὄχι μόνο βασιλεῖς καί ἄρχοντες, ἀλλά καί πολλοί χριστιανοί, ἱερεῖς καί μοναχοί. Τό κράτος δικάζει μόνο του καί ἀνακηρύσσει ὡς δίκαιο τό δικό του κακούργημα, δυσφημίζοντας τόν Χριστιανισμό. Ἡ μισαλλοδοξία γιά τήν ὁποία κατηγορήθηκε ἡ Χριστιανωσύνη εἶναι στήν πράξη ἀρκετά δειλή καί ἀτελέσφορη ἡ ἀντίδραση τῶν παραδοσιακῶν μορφῶν κατά τίς διάφορες μορφές τῆς ἐπανάστασης.
Οἱ ἐπαναστατικές ἰδέες πληθαίνουν μέσῳ προετοιμασμένων ἀπόκρυφων πυρήνων σέ ὅλη τήν Εὐρώπη. Μέ μιά σειρά ἐπαναστάσεων ἤ πολέμων, πέφτουν τά κράτη τά ὁποῖα διατηροῦσαν κάποια χριστιανική τάξη.
Οἱ γάλλοι ἐπαναστάτες αἱματοκυλίονται μεταξύ τους. Κατόπιν πολλῶν δράσεων καί ἀντιδράσεων οἱ κερδισμένοι τῆς γαλλικῆς ἐπανάστασης ἀποδεικνύεται νά εἶναι οἱ ἀστοί.
Ἡ πρόσφατα καθιερωμένη ἀστική κοινωνία ἐφαρμόζει ἕνα καινούργιο τύπο σκλαβιᾶς καί ἰμπεριαλισμοῦ. Ἡ δεσποτεία ἀνήκει στόν χρυσό, χωρίς λεπτολογίες καί περιορισμούς. Διότι πίσω ἀπό μία ψεύτικη δημοκρατία, ἡ ἀστική τάξη κυβερνᾶ τόν μοντέρνο κόσμο μέσω τῶν οἰκονομικῶν της συμφερόντων.
Ἡ εὐρωπαϊκή πολιτική περνᾶ ἔτσι ἀπό τήν ἐπιρροή τῆς Ἐκκλησίας στήν ἐπιρροή τοῦ ἀντιχριστιανικοῦ συμφέροντος. Ἡ Ἐκκλησία διώκεται, κοροϊδεύεται, δυσφημίζεται καί ἐκτίθεται. Συντρίβεται στό περιθώριο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, πολλές φορές ἀπαγορεύεται ἡ ὕπαρξή της, ὑποτάσσεται συχνά ἀπό τίς ἀντιχριστιανικές δυνάμεις, πού εἶναι τά κέντρα ἐξουσίας. Τεχνητά ἡ πίστη ἀντικαθίσταται ἀπό τήν ἐπιστήμη.
Τά κράτη δημεύονται. Ὁ ὑλισμός κυριαρχεῖ ἐπάνω στήν πνευματικότητα τοῦ κόσμου. Ἡ ἀσέλγεια περνάει ἀπό τήν ἀνηθικότητα στήν βλασφημία. Ἡ δημοκρατικότητα νομιμοποιεῖ τήν κερδοσκοπία. Ἀκολουθεῖ ἡ δουλεία κατά ἕνα σύγχρονο τρόπο, στήν οἰκονομική δουλεία. Ἡ ἀστική τάξη δέν ἔχει πιά τιμή, οὔτε πίστη, ἀλλά μόνο καί μόνο οἰκονομικά ἐνδιαφέροντα. Ἡ ὑποκρισία συστηματοποιεῖται. Κι ὅλα αὐτά ὁδηγοῦν ὅλο καί περισσότερο σέ ἀμηχανία τόν Χριστιανισμό. Ἡ Χριστιανωσύνη εἶναι ἀνίκανη πλέον νά ξαναποκτήσει τήν δύναμή της καί εὐχαριστεῖται σ᾿ ἕνα συμβουλευτικό, ἀκίνδυνο καί οὐδέτερο ρόλο, ὁ ὁποῖος συνέφερε στήν ἀστική ἡγεσία.
Καί ὅμως, ἡ ἀστική τάξη ἀναγκάζεται ν᾿ ἀφήσει τόπο γιά τήν συγκέντρωση τῆς ἐξουσίας σ᾿ ἕνα μοναδικό ἀντιχριστιανικό κέντρο. Τό ὑλιστικό-ἀτομικιστικό φαινόμενο ἔπρεπε ν᾿ ἀντικατασταθεῖ μέ τήν συγκεντρωμένη ἐξουσία τοῦ κολεκτιβιστικοῦ ὑλισμοῦ.
Ὡς ἐκ τούτου ἐμφανίζεται μία νέα ἐπανάσταση στήν Εὐρώπη. Ἡ ἀστική τάξη εἶναι ἀνήμπορη ν᾿ ἀντιληφτεί τόν κίνδυνο, ἐπειδή η νέα ἐπανάσταση ἐκδηλωνόταν μέ τίς ὑλιστικές της ἀντιλήψεις. Ἡ ἐλευθερία τῆς ἀστικῆς τάξης ταν τό τέλειο περιβάλλον γιά τήν ἐπανάσταση ἡ ὁποία θ᾿ ἀποκεφαλίσει τήν ἀστική τάξη.
Παρόλο πού ἡ ἀστική τάξη δέν ἦταν ἕνα χριστιανικό φαινόμενο, ὅμως ἡ ἐπανάσταση τῶν μπολσεβίκων ἐξοντώνει τόν Χριστιανισμό, κατηγορώντας τον ὅτι εἶναι τό «ὄπιο τῶν ἐθνῶν».
Ἡ ἀθεϊστική ἐπανάσταση κυριεύει τά πάντα διά τῆς βίας, ἀπολυτοποιεῖ τήν ἐξουσία καί βασανίζει τόν λαό. Ὁ ἄνθρωπος ἀναγκάζεται νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό κάθε θρησκευτικότητα καί ἐλευθερία καί ὑποτάσσεται στόν λογικό προσδιορισμό τῆς συνείδησης. Αὐτό τό σύστημα ἀποδείχθηκε νά εἶναι ἀρνητικό γιά τήν ἀνθρώπινη φύση καί ὕπαρξη, ἀλλά εἶναι τρομερό πολιτικά. Ἐξουσιάζει μέ σατανική μεγαλοφυΐα, περιφρονώντας ὅλες τίς ἀξίες.
Ἡ διεθνής ἐπανάσταση διεξάγεται ἐνώπιον τοῦ κόσμου. Ἡ ἐκ δεξιῶν ἀντίδραση νικιέται διά τῆς ἀστικῆς-κομμουνιστικῆς ἀπαίσιας συμμαχίας. Ἡ ἀνθρωπότητα δέχεται ἕνα κατεστημένο ὑλιστικῆς καί ἀντιχριστιανικῆς ἀντιλήψεως, ἡ ὁποία ἐπιβάλλεται μετά τόν Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο.
Μέσα σέ 70 χρόνια ἡ ἐπανάσταση κατακτᾶ τό ἕνα τρίτο τῆς ἀνθρωπότητας, χωρίς νά μπορέσει αὐτή ν᾿ ἀμυνθεῖ. Ὅλες οἱ θρησκεῖες καί οἱ κοινωνίες ἀπειλοῦνται νά ἐξαφανισθοῦν. Ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα βρίσκεται ὑπό τήν ἐξουσία καί τυραννία τῆς ἐπανάστασης.
Ἀτομικά τέρατα στέκονται τό ἕνα ἀπέναντι στό ἄλλο, ἕτοιμα νά ἐκμηδενίσουν τόν κόσμο, χτυπώντας ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Μελλοντικά, λόγω τῆς πρωτοβουλίας τῆς στρατηγικῆς προστασίας, θά φτάσει ἡ ἀνθρωπότητα νά ἔχει ἐνώπιον της μίαν ἀνίκητη δύναμη, ἡ ὁποία μπορεῖ νά τυραννήσει κατά διαστήματα καί ἀπεριόριστα ὅλον τόνκόσμο.
Ἡ ἀνθρωπότητα ζεῖ τήν πιό φοβερή κρίση: πολιτική, στρατιωτική, ἠθική, κοινωνική καί πνευματική. Εἴμαστε μεταξύ ἐπιβίωσης καί καταστροφῆς. Βρισκόμαστε ἀνάμεσα στό στρατιωτικό θάνατο καί στόν εἰρηνικό θάνατο. Μᾶς σκοτώνει ἡ ἀλλοτρίωση. Ἐκθέτονται ὅλες οἱ ἀξίες καί διαλύονται ὅλοι οἱ παραδοσιακοί θεσμοί. Ἡ τεχνική ἀνάπτυξη θέτει σέ κίνδυνο τήν ζωή τοῦ κόσμου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀλλοτριωμένος. Ἡ ἀνασφάλεια κυριεύει παντοῦ.
Στήν μέση αὐτῆς τῆς πανωλεθρίας ἀναδεικνύεται ἡ δύναμη τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει κατακτήσει τά Ἱεροσόλυμα. Ἡ εἰρήνη μετά ἀπό τόν πρῶτο Παγκοσμίου πόλεμο ἦταν ἡ μασσωνική εἰρήνη, ἐνῶ ἡ εἰρήνη μετά ἀπό τόν Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο ἦταν ἡ ἰουδαϊκή εἰρήνη, ἐπειδή ἔγινε ἡ σύγκρουση μεταξύ καπιταλισμοῦ καί κομμουνισμοῦ. Μόνο οἱ ἑβραῖοι κατέχουν τά κέντρα συσκέψεων καί ἐξουσίας, τόσο στό καπιταλιστικό κόσμο, ὅσο καί στό κομμουνιστικό. Παρόλο πού ἡ δύναμή τους εἶναι μεγάλη καί στόν καπιταλισμό καί στόν κομμουνισμό, ὅμως σάν ἡγέτες δέν εἶναι δεκτοί ἀπό κανέναν. Ἔτσι ἔφτασαν οἱ ἑβραῖοι νά εἶναι οἱ ἐχθροί τοῦ Θεοῦ, τῆς Χριστιανωσύνης, τοῦ ἰσλαμισμοῦ, τοῦ κομμουνισμοῦ καί τοῦ καπιταλισμοῦ. Χρησιμοποιῶντας αὐτοί τόν χρυσό, τό ψέμμα καί τό τρόμο, ξεφτυλίζουν ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Γι᾿ αὐτούς δέν μπορεῖς νά πεῖς τήν ἀλήθεια παρά μόνο ὅταν ὑπολογίσεις τόν κίνδυνο νά σταυρωθεῖς ἀπ᾿ αὐτούς. Αὐτοί σταυρώνουν ξανά καί ξανά τόν Χριστό; Τί θά γίνει, λοιπόν;
Συμπερασματικά, διαπιστώνουμε ὅτι ἡ ἀνθρωπότητα βρίσκεται στήν πιό δριμεῖα καί γενική κρίση τῆς ἱστορίας, κρίση γιά τήν ὁποία ἡ Χριστιανωσύνη φταίει ἐν μέρει διά τῆς ἱστορικῆς της ἀπουσίας. Μόνο οἱ ἐσωτερικές ἀδυναμίες τῆς Χριστιανωσύνης ἔχουν κάνει δυνατή τήν νίκη τῶν σατανικῶν δυνάμεων αὐτῆς τῆς βαρειᾶς ἀποκαλυπτικής κατάπτωσης. Αὐτήν τήν παρακμή τήν εἶχε προβλέψει ὁ Χριστός, γι᾿ αὐτό δέν μᾶς ξαφνιάζει. Μποροῦσε ν᾿ ἀποτραπεῖ, καί τώρα μᾶς προκαλεῖ τύψεις τῆς συνείδησης. Αὐτή ἡ κατάπτωση πρέπει νά ξεπεραστεῖ. Ἑπομένως ἐπιβάλλεται μία ἀναζωογόνηση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Εἶναι ἀναγκαία μία νέα ἀρχή στήν Χριστιανωσύνη.
Φτάνοντας σ᾿ αὐτό τό συμπέρασμα, συγκλονιζόμαστε γιά τήν εὐθύνη τήν ὁποία ἀναλαμβάνουμε ἐλπίζοντες σέ μιά νέα ἀρχή τῆς Χριστιανωσύνης. Τί εἶναι αὐτή ἡ ἀρχή; Πῶς πρέπει νά εἶναι;
Ὁμολογοῦμε ὅτι εἴμαστε μέ τήν σκέψη μας στό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, καθώς καί στήν Ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Δέν θά παρομοιάσουμε ὅμως τήν Ἱερά Παράδοση μέ τίς ἰδέες καί τίς μορφές τῆς ἱστορικῆς ἀδράνειας, ἀλλά θά διαλέξουμε πολύ προσεκτικά ὅ,τι εἶναι καθαρός χρυσός στήν ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ καί μπορεῖ νά ἐφαρμοστεῖ μέ τό ἀζημίωτο στό μέλλον. Ἐπίσης, θεωροῦμε ὅτι τό καινούργιο εἶναι μία ἐντολή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ ὁποία μᾶς καθοδηγεῖ, οὕτως ὥστε νά συνδέσουμε τόν παράδεισο μέ τόν νέο, γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.
Δέν περηφανευόμαστε οὔτε θά ἐξαντλήσουμε τό θέμα, οὔτε ὅτι εἴμαστε ἀλάθητοι, ἀλλά κάνουμε μία προερχομένη ἀπό τό μαρτύριο τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος ὁμολογία πίστεως. Στόν αἰῶνα αὐτόν συνέβησαν ὁ σκοτωμός τοῦ σώματος, καί ἡ θανάτωση τῆς ψυχῆς. Οἱ ἀλλοφροσύνες τοῦ Καϊάφα, τοῦ Νέρωνος, τά αἴτια τῆς γαλλικῆς ἐπανάστασης ξεπερνιοῦνται στόν αἰῶνα μας ἀπό τήν λογική πρόκλησι τῆς συνείδησης, διά τῆς ὁποίας ὁ ἄνθρωπος ἀνατρέπεται καί μηδενίζεται. Μέ ἄλλα λόγια, μή μπορῶντας νά πραγματοποιήσει τήν ὑλοποίηση τοῦ πνεύματος, ὁ προκλητικά ψυχικός ἄνθρωπος εἶναι στήν πράξη δαιμονισμένος, θηριώδης καί φρενοβλαβής.
Ὅμως ἀπό μία τέτοια πραγματικότητα, προῆλθαν ἅγιοι καί μάρτυρες. Ἡ συμπηκνωμένη σ᾿αὐτά τά λόγια ἀντίληψη εἶναι ἡ θλιβερή καί ἐπιτακτική ἔκφραση τοῦ μηνύματος αὐτοῦ τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος. Εἴμαστε οἱ ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων.
Τρίτο μέρος
Ἡ ἐξομολόγηση ἑνός φυλακισμένου
Ἐγώ ἔζησα μέσα στίς φυλακές.
Οἱ φίλοι μου, χιλιάδες ἀριστερά καί δέκα χιλιάδες δεξιά μου ἔπεσαν γιά τήν αἰώνια σωτηρία τῆς ψυχῆς τους, διότι μόνο αὐτό μᾶς ἀπέμεινε, ὥστε νά μή πεθάνουμε πνευματικά.
Τώρα εἶμαι πάρα πολύ ἄρρωστος καί ἔχω ἐνδείξεις ὅτι δέν ζήσω πολύ ἀκόμα.
Εἴμαστε στόν καιρό τοῦ χαράγματος τοῦ ἀντίχριστου. Μοῦ ἔμεινε μόνο τό καθῆκον μιᾶς διαθηκικῆς ὁμολογίας. Γι᾿αὐτό σοῦ γράφω, Πνευματικέ Γέροντα μου.
Μπροστά σέ κάθε τί πού ἦταν σέ κάθε τι πού εἶναι καί σέ κάθε τι πού θ᾿ ἀκολουθήσει, ἀναρωτιέμαι μέ ὅλη τήν βαρύτητα τῆς εὐθύνης: Ποιά εἶναι ἡ αὐθεντικά χριστιανική στάση; Τί θά ἔκανε ὁ Χριστός ἄν ἦταν στήν θέση μας; Ἄραγε ἐμεῖς ἐνεργήσαμε σωστά; Ἐξεπληρώσαμε τό θέλημα του Θεοῦ σ᾿ αὐτόν τόν αἰῶνα;
Ἰωάννης Ἰανωλίδε
Ἐπιστολή πρός τόν Πνευματικό μου - 1985
Χθές τό βράδυ εἶχα τήν αἴσθηση ὅτι πεθαίνω. Δέν ξέρω ἀκριβῶς ἀπό ποῦ προερχόταν ἐκεῖνο τό χάλι, διότι σχεδόν ὅλα τά ὄργανά μου εἶναι προσβεβλημένα. Ἡ ζωή μου σβήνει σιγά-σιγά γιά τήν αἰώνια ζωή.
Εἶχα μία ξεκούραστη νύχτα καί ξύπνησα κἄπως καλλίτερα, παρόλο πού αἰσθάνομαι ἕνα κῦμα θανάτου στό σῶμα μου. Τό πνεῦμα μου ὅμως εἶναι ζωντανό καί ἄγρυπνο. Ἔχω ἀκόμα νά δώσω κάτι σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο. Ἡ αὐταπάρνηση εἶναι ἡ χαρά μου.
Ἡ σκέψη μου εἶναι συγκεντρωμένη μέσα μου. Ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι ὁ κόσμος εἶναι ἕνα όνειρο, μία ἀνακάλυψη κι ἕνα θαῦμα. Εἶναι ὑπέροχη αὐτή ἡ εὔθραυστη καί ἐφήμερη προσωποποίηση αὐτοῦ τοῦ κόσμου! Ἀγαπῶ τόν κόσμο, τόν ἀγαπῶ πάρα πολύ. Ἀξίζει νά θυσιαστεῖς γιά τήν σωτηρία μιᾶς τέτοιας θαυμάσιας δομῆς! Γιά νά καταλάβω τόν κόσμο καί τό νόημα του, ἔχω ξεκάθαρα στόν νοῦ μου τήν σατανική καί ἁμαρτωλή πραγματικότητα, μέ τό ἀποκαλυπτικό νόημα τῆς ἱστορίας. Κι ἔτσι δέν εἶμαι πλέον ἀνήσυχος γιά τό ὀδυνηρό δρᾶμα τῆς προσωπικῆς μου ζωῆς, οὔτε γιά τόν βαθύ ἄβυσσο τοῦ σύγχρονου κόσμου. Βλέπω καλά πώς μία Πρόνοια ἀγρυπνεῖ καί δίνει νόημα στόν κόσμο τῶν ἀνθρώπων, στόν κόσμο τῶν ἀγγέλων καί στό ὑλικό κόσμο.
Ἕνα ἀρμονικό καί σπουδαῖο δεδομένο ἐκτυλίσσεται στό σύμπαν καί ἀντικαθρεφτίζεται στήν συνείδηση μου. Νοιώθω ἀδελφός μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί συνδεδεμένος με ὅ,τι γίνεται στήν δημιουργία, διότι στά πάντα τό πᾶν εἶναι ὁ Θεός. Αἰσθάνομαι τήν παρουσία Του στό ἀπέραντο βάθος τοῦ πνεύματος μου καθώς καί στό ἀμέτρητο βάθος τῆς ὕλης. Διά τῆς ἀπεραντωσύνης τοῦ πνεύματος ἀνοίγεται ἡ θύρα πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἐδημιούργησε τόν κόσμο καί μετά κατέβηκε καί στήν ἀνθρώπινη ψυχή, θεοποιώντας τήν. Ἔχοντας αὐτήν τήν σκέψη συγκλονίζομαι, διότι δέν εἶμαι ἄξιος νά τήν καταλάβω, ἀλλά γνωρίζω διά τῆς πίστεως τό μυστήριο της. Μέ ἀπασχολεῖ τό μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.
Ἀφοῦ σηκώθηκα, κοίταζα πῶς βγαίνει ὁ ἥλιος καί τά πουλάκια ἄρχιζαν νά τιτιβίζουν. Αὐτή ἡ ἄνοιξη εἶναι χωρίς βροχή καί μέ στενοχωρεῖ. Ὕστερα παρατηροῦσα μέ κάποια νοσταλγία, τό κελλί τοῦ δωματίου μου. Ψηλάφισα τό γραφεῖο, τό χαρτί καί τό στυλό. Ἔκατσα στήν καρέκλα καί παρέμεινα ἐκεῖ ἕνα διάστημα συλλογιζόμενος. Ἐπικαλοῦμαι τό Παράκλητο Πνεῦμα νά ἔλθει καί νά κατασκηνώσει μέσα μου γιά νά εἶμαι ὑπομονετικός, φρόνιμος καί εὐχαριστημένος γιά ὅλα. Περιμένω ἀγρυπνώντας, ἕτοιμος νά διακονήσω. Ἔτσι ἄρχισα νά γράφω αὐτές τίς σελίδες.
Ἐδῶ καί μερικά χρόνια ἐπιθυμῶ νά ξεκαθαρίσω ἕνα θέμα μέ τόν Πνευματικό μου. Φαίνεται ὅτι σήμερα ἦρθε ἡ ὥρα αὐτῆς τῆς ἐπεξήγησης. Βάζω τό ἕνα δίπλα στό ἄλλο ἀπό ὅ,τι μοῦ ἀρέσει ἀπό τήν κατά Θεόν ζωή μου καί Ὅ,τιδήποτε μοῦ ἀρέσει ἀπό τήν κατά κόσμον ζωή. Ἔτσι μπορῶ νά πῶ στόν ἔμπειρο Πνευματικό μου αὐτό πού μέ ἀπασχολεῖ κι ἔχω χρέος νά τό ὁμολογήσω.
Ἐρευνώντας συλλογικά τά βάθη τῆς ὑπάρξεώς μου, βρίσκω ὅτι τό πιό βασικό χαρακτηριστικό τῆς προσωπικότητάς μου ἦταν ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό, διά τῆς ἀναγκαιότητας τῆς πίστεως, διά μιᾶς μεγάλης ἱκανότητας αὐταπάρνησης καί διά τῆς δύναμης τῆς ὁμολογίας τῆς ἀλήθειας. Ἐπάνω σ᾿ αὐτές τίς τρεῖς βάσεις στηρίχθηκε μέσα μου ὁ ταλαίπωτος ἑαυτός μου, πού εἶμαι σήμερα, στά γηρατειά μου καί στήν ὡριμότητα τοῦ πνεύματός μου. Στά βάθη τῆς ψυχῆς μου ὑπάρχουν ὅμως καί πολλά ἀρνητικά χαρακτηριστικά, ὅπως ἡ ἐκπλήρωση τοῦ ἐγώ μου, ἡ ἀκράτεια τῶν αἰσθήσεων καί ἀδυναμία τῆς μνήμης μου. Ἀλλά μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ αὐτά τά ἀρνητικά τά ὑπέταξε στά πνευματικά μου, πού ἔχω μέσα μου.
Ἡ οὐράνια Πρόνοια μου μοῦ ἐχώρισε τήν ζωή μου σέ δύο τμήματα κατά τήν δεκαετία περίπου τοῦ ᾿50 τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος. Αὐτή ἡ ἐποχή ἦταν ἐξαιρετικά τεταμένη κι ἐγώ εἶχα μπεῖ στήν πιό ἔντονη ἑστία της, ὑποφέροντας ὅλες τίς διαστρεβλώσεις καί τά χάσματα, ἀπό τά ὁποῖα ἔπρεπε νά διδαχθῶ. Διότι δέν εἶναι ἁπλό νά συμμετέχεις στήν ἔνταση μεταξύ Στάλιν, Χίτλερ καί Ρήγκαν ἤ νά περνᾶς ἀπό τήν ἀστική τάξη στόν φασισμό κι ἀπό τόν φασισμό στόν κομμουνισμό ἤ–πρᾶγμα καταπληκτικά βαρύ–νά δεῖς πῶς ἡ Ἱερουσαλήμ τοῦ Χριστοῦ (τῆς ἐποχῆς τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του) περνάει ἀπό τήν ἰσλαμική κατοχή στήν ταλμουδική κατοχή. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἀναταραχή τῆς ζωῆς μου, παρόλο πού εἶμαι ἕνας χαμένος κι ἄγνωστος, τόν ὁποῖον γνωρίζει μόνο ἡ φυλακή.
Ἤμουν νέος μαθητής ὅταν ἡ ζωή μου προσανατολίστηκε ξάφνου ἀπό μία ξένη γιά μένα περίσταση. Τότε μέσα στό μυαλό μου ὑπῆρχαν δημοκρατικές-φιλελεύθερες-κοσμοπολίτικες ἰδέες. Ἔτσι ἀκριβῶς ὅπως τίς εἶχα δεχτεῖ ἀπό τόν πατέρα μου. Μία μέρα, ἐνῶ καθόμουν σέ μιά πεζούλα, ἑνός πάρκου, ἕνας νέος μέ ὕφος ἀρχαγγέλου ὁ ὁποῖος ανάγγέλλει ἕνα θαῦμα, μοῦ εἶπε:
-Ἐσύ πιστεύεις στόν Θεό;
Ξαφνιασμένος τοῦ ἀπάντησα μέ εἰλικρίνεια:
-Πιστεύω!
Αὐτός τότε μοῦ εἶπε:
-Ἀπαντᾶς τόσο εὔκολα διότι δέν ξέρεις τί εἶναι ἡ πίστη. Ἡ πίστη πρέπει νά ὁμολογεῖται δυνατά κι ἄν χρεασθεῖ, πρέπει νά δώσεις τήν ζωή σου μέ χαρά γιά τόν Χριστό!
Ἔμεινα ἄλαλος. Ἔγινε ἕνα μεγάλο ἄνοιγμα στόν νοῦ μου καί τοῦ εἶπα: -Ποτέ στήν ζωή μου δέν σκέφτηκα αὐτά τά πράγματα.
-Ἐσύ εἶσαι ξένος ἀπό τούς ἁγίους καί τούς μάρτυρες αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος. Μέ προειδοποίησε αὐτός μ᾿ ἕνα προφητικό ὕφος. Τόν ρώτησα:
-Τί πρέπει νά ξέρω;
-Πῶς, ἐσύ δέν διαβάζεις τίς ἐφημερίδες, δέν ξέρεις τί ἔχει γίνει;
Αὐτός ὁ νέος δέν ἦταν ὅμως ἕνας ἀρχάγγελος, ἀλλά ἕνας τυχοδιώκτης, τόν ὁποῖον εἶχε ἐπισκεφθῆ γιά ἕνα διάστημα τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὕστερα ἐξαφανίστηκε γιά πάντα ἀπό τήν ζωή μου καί οὔτε ἔχω ἀκούσει τί ἔγινε μ᾿ αὐτόν. Ἐγώ ὅμως μέ βάση τήν πίστη μου ξεκίνησα μιά νέα ἀρχή ζωῆς, ἐπιθυμώντας τήν προσωπική μου νεκρανάσταση, καθώς καί τήν ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου στόν ὁποῖο ζοῦσα. Στήν προσπάθειά μου γιά τήν πορεία αὐτή δέν εἶχα κάποιον ἔμπειρο καθοδηγητή, ἀλλά τό πᾶν ἔγινε μέσα μου μέ τήν Θεία Χάρι τήν ὁποίαν μοῦ ἔδωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι βρέθηκα νά ἔχω ἐμπλακεῖ στήν μάχη μέ τίς ἀντίθετες δυνάμεις τοῦ ἑαυτοῦ μου καί ἀντιμέτωπος μέ τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου.
Στήν ἀρχή ὑπῆρχαν μερικές γενικές γραμμές πορείας σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες προσανατολιζόμουν. Ἔφτασα σε σύγκρουση μέ τόν εγωισμό τοῦ ἀστικοῦ κόσμου, μέ τόν ἀθεϊσμό τῆς κομουνιστικῆς ἰδεολογίας καί μέ τήν περηφάνεια τοῦ φασιστικοῦ ρατσισμοῦ. Σ᾿ ὅλα αὐτά πρόβαλλα τόν Χριστό, παρόλο πού σ᾿ ἐκείνη τήν ἡλικία δέν ἤμουν πολύ σαφής στίς ἰδέες μου. Μέ λύπη μου ὁμολογῶ ὅτι οἱ τότε ἱερεῖς καί ἡ λογοτεχνία τήν ὁποία αὐτοί μοῦ προσέφεραν δέν ἦταν ἐπαρκῆ γιά τήν δίψα ἡ ὁποία ἔκαιε στήν καρδιά μου. Ὡστόσο, ἡ ἐλάχιστη χριστιανική ἐκπαίδευση ἡ ὁποία γινόταν τότε στά σχολεῖα, καθώς καί ἡ ἀτμόσφαιρα τοῦ εὐλαβοῦς ἔθνους μας προσέφεραν τούς πρώτους σπόρους τῆς δικῆς μου πίστης.
Ἕνα σημαντικό ρόλο στήν διαμόρφωση τῆς συνείδησής μου εἶχε ἡ γιαγιά μου, ἡ ὁποία ἦταν ἀγράμματη καί ἡ μητέρα μου μέ λίγο περισσότερες γνώσεις. Καί οἱ δύο ἦταν ἰσχυρές, ἰσορροπημένες καί ἐντυπωσιακές προσωπικότητες.
Ἡ πρό τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου κοινωνία βρισκόταν σέ ἀποσάρθρωση, λόγῳ ὑπερβάσεων, ἐγκληματιῶν, ἀσέλγειας καί πλεονεξίας. Ἡ νεολαία ἦταν πολύ ἀνάστατη καί σαστισμένη. Ἔτσι ἡ νεανικότητά μου εἶχε σχέση μέ ὡρισμένα ἐλαττώματα τῆς ἐποχῆς καί τῆς ἡλικίας μου.
Δέν ἤμουν ἱκανοποιημένος ἀπό τόν ἑαυτό μου κι ἀπό τόν κόσμο στόν ὁποῖο ζοῦσα. Διακατεχόμουν περισσότερο ἀπό τό συναίσθημά μου παρά ἀπό τόν νοῦ μου, ἐξέφραζα, ὅπως μποροῦσα σ᾿ἐκείνη τήν ἡλικία, τήν ἄρνησή μου ἀπέναντι σ᾿ ἕνα τέτοιο κόσμο. Αὐτό εἶχε σάν συνέπεια νά μέ φυλακίσουν πρῶτα οἱ ἀστοί, ὕστερα οἱ φασιστές καί τελικά οἱ κομμουνιστές, ἀφοῦ εἶχαν τότε τήν ἐξουσία στά χέρια τους.
Ἀλλ᾿ οὔτε καί στήν φυλακή ἔγινα περισσότερο σοφός καί ἐδεχόμουν πόλεμο ἀπ᾿ αὐτούς τούς «ἀνεμόμυλους». Ἕνας ἐλεεινός καί φανατικός κακοῦργος μέ βασάνισε μέχρι πού μέ συνέτριψε, καί μέ ἀνάγκασε νά ὁμολογήσω δημόσια ὅτι αὐτός εἶναι ἕνας τίμιος ἄνθρωπος, ἐνῶ ἐγώ εἶμαι ἕνας συκοφάντης καί κερατᾶς. Τότε ἔπεσα μέ τό πρόσωπο στό χῶμα καί γιά πρώτη φορά στήν ζωή μου εἶπα δυνατά μέσα μου: «Εἶμαι ἕνας ἀχρεῖος!»
Αὐτή ἦταν ἡ πιό κρίσιμη στιγμή τῆς ἐσωτερικῆς μου ζωῆς: ἡ συνειδητοποίηση τῆς ἁμαρτίας, μέ ἄλλα λόγια ἡ μετάνοια.
Μολονότι πίστευα καί προσευχόμεουν πολλές ὧρες κάθε μέρα, ἔκανα δεήσεις καί τήν νύχτα, διάβαζα καθημερινά τήν Αγία Γραφή καί εἶχα μελετήσει τήν χριστιανική θεολογία καί γραμματεία,. Ὅμως δέν εἶχα φτάσει σέ μιά ἐσωτερική πνευματική ζωή. Συνέχιζα νά σποαδάζω τήν νομική, τήν φιλοσοφία, τήν πολιτική, τήν κοινωνιολογία καί τήν παιδαγωγική, πληροφορούμενος ἀπ᾿ ὅλους τούς τομεῖς, οἱ ὁποῖοι μελετοῦσαν τήν ἀνθρώπινη ψυχή. Εἶχα μεγάλες ἰδέες γιά τόν ἑαὐτό μου καί δέν μποροῦσα νά συντρίψω τήν περηφάνειά μου. Παρόλ᾿ αὐτά εἶχα τήν συνείδηση κάποιων γενικά ἀνθρώπινων ἁμαρτιῶν, ἀλλ᾿ οὔτε ἐκεῖνες μποροῦσα νά τίς ἐξομολογηθῶ, λόγω τῆς ἴδιας ἀνάμεικτης μέ τήν εὐαισθησία μου ντροπῆς. Ὕστερα ἔμαθα ὅτι ὁ σατανᾶς δίνει στόν ἄνθρωπο τήν ντροπή γιά τήν ἀρετή καί τήν ἀναίδεια γιά τήν ἁμαρτία.
Ἔκρυβα μέσα μου μία ψυχική στενότητα τήν ὁποία καταλάβαινα καί τήν πολεμοῦσα. Τώρα, ὅμως, μέ τήν ψυχική μου συντριβή, καταστράφηκε μέσα μου ὄχι μόνο ἡ περηφάνεια, ἀλλά ἐλεεινολογοῦσα τόν ἑαυτό μου μπροστά στά μάτια μου, τόσο ὥστε δέν μποροῦσα νά ὑπομείνω οὔτε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μου. Κι ἐπειδή δέν ἤξερα πῶς νά βγῶ ἀπό μία τέτοια κατάσταση, ἀπελπίσθηκα. Παρουσιάσθηκε ἕνα τρομερό σκοτάδι μέσα μου μία ἐσωτερική ἀκαταστασία. Μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν ἄβυσσο ἐξερχόταν μία τραυματισμένη περηφάνεια κι ἕνας συγκλονισμένος νοῦς. Ὁ σατανᾶς μ᾿ ἔσπρωχνε πρός τήν πιό ὀδυνηρή καταστροφή. Μοῦ φαινόταν ὅτι ἡ μοναδική ἐπιλογή ἦταν ὁ θάνατος. Καί ἤξερα ὅτι πεθαίνω σάν ἕναςν ἀπάνθρωπος. Ἤξερα ὅτι δέν εἶμαι ἔνοχος κι ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἡ τελική πτώση τῆς ψυχῆς μου. Σ᾿ ἐκείνη τήν περίπτωση ἤμουνα μόνος μου κι ἔστω κι ἄν ἤμουν μέ κάποιον δέν μποροῦσα νά ζητήσω τήν βοήθεια του. Θά ἀρνιόμουν τήν επέμβαση κάποιου ἄλλου, ὁ ὁποῖος θά ἀντιλαμβανόταν τό δρᾶμα μου, διότι κατά τρόπο διεστραμμένο μέσα μου ἦταν πιό ἰσχυρή ἡ ὑπερηφάνεια ἀπό τήν ταπείνωση. Ἦταν μέρες προσανατολισμένου σκοταδιοῦ πρός τό μηδέν.
Σ᾿ ἐκείνη τήν περίπτωση ἡ λύτρωσή μου ἦλθε ἀπό τήν θεϊκή εὐσπλαχνία, ἡ ὁποία μοῦ προσφέρθηκε ἀπό ἕναν ἱερέα. Ὁ ἱερέας αὐτός ἔκαμε μέσα στήν φυλακή μία ὡραία ὁμιλία στήν ὁποία μιλοῦσε περί τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὡς κιβωτοῦ τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητας. Κέντρο αὐτῆς τῆς πνευματικότητας εἶναι ἡ ἡσυχία, δηλαδή ἡ ἐντός τῆς καρδιᾶς εἰρηνική προσευχή. Εἶχε μιλήσει περί τῆς ἕνωσης τοῦ πνεύματος μέ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, περί τῆς καθόδου τοῦ νοῦ στήν καρδιά διά τῆς ἐπανάληψης μιᾶς πολύ σύντομης προσευχῆς, μέ τήν βοήθεια τῆς ὁποίας φτάνει κανείς στήν ἀπόλυτη ἐσωτερική ἡσυχία, μέχρι πού νά δεῖ ὁ νοῦς τό θεῖο φῶς καί τελικά γίνεται ὁ φωτισμός καί ὁ ἄνθρωπος πλημμυρίζεται ἀπό τό ἄκτιστο φῶς. Ἡ κοινωνία τοῦ ἀκτίστου φωτός ἀνακαινίζει τήν ἀνθρώπινης ψυχή μ᾿ ἕναν τρόπο οὕτως ὥστε ἀκόμα καί ὁ πιό ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος ὅλων τῶν παθῶν, μπορεῖ νά νεκραναστηθεῖ, νά καθαριστεῖ καί ν᾿ ἀνακαινιστεῖ στήν πρώτη δόξα καί τιμή τῆς φύσης του.
Αὐτά τά λίγα θυμόμουν, ἀλλά τό οὐσιῶδες γιά μένα, στήν κατάσταση πού τότε βρισκόμουν, ἦταν ὅτι πίστευα ὅτι ὁ Θεός μπορεῖ νά καθαρίσει καί νά νεκραναστήσει τήν ψυχή μου. Τότε ἄνοιξε μία ἀναλαμπή φωτός μέσα στήν σκοτεινή μου ψυχή. Ἀποφάσισα τότε νά ἐμπιστεύομαι πλήρως στόν Θεό ὅλη τήν ζωή μου. Παρότι δέν ἤξερα οὔτε κἄν τόν τρόπο ἐκείνης τῆς προσευχῆς, ἀπεφάσισα νά τά ἐπαναλαμβάνω σιγά σιγά.
Ἔκανα τό ἔργο αὐτό τῆς προσευχῆς, χωρίς πολλή ἐλπίδα. Τό πνεῦμα μου ὅμως μέ πίεζε νά λέω τήν εὐχή, χωρίς νά ἔχω κάποια ἐμπειρία. Σύντομα ἀνεκάλυψα ὅτι δέν εἶναι τόσο εὔκολη γι᾿ αὐτό καί συνδύασα αὐτή τήν προσευχή μέ τους Χαιρετισμούς τῆς Παναγίας καί μέ ἄλλες προσευχές. Δέν ποθοῦσα τότε καμμία ἄλλη ἀπασχόληση, παρόλο πού οἱ λογισμοί εἰσέβαλαν πολύ στόν νοῦ μου. Καί τό σῶμα μου ἐπίσης ἀπαιτοῦσε κάποια δικαιώματα. Ὁ κόσμος μ᾿ ἐνωχλοῦσε μέ ἀναμνήσεις καί μέ ἰδανικά τά ὁποῖα εἶχα ὁραματιστεῖ. Ἡ ἔξαρση πρός τά ὑψηλά τοῦ πνεύματός μου ἀποδεικνυόταν δύσκολη καί δέν κατάφερνα νά τά βάλλω ὅλα τά ἐντός μου σέ μιά τάξη. Ὅμως ἡ πίστη μου στόν Θεό καί στήν δύναμη τῆς προσευχῆς παρέμεινε ἀκλόνητη.
Τό κρατητήριο ἀποδεικνύεται, γι᾿ αὐτούς πού ἀγαπήθηκαν ἀπό τόν Θεό, ἕνα ἄγριο μέν, ἀλλά εὐνοϊκό περιβάλλον, πιό πολύ κι ἀπ᾿ τό κελί, μόνο πού ἡ δοκιμασία τῆς πίστεως εἶναι πολύ πιό αὐστηρή. Ἔζησα μερικούς μῆνες σ᾿ ἐκείνη τήν ἀπόλυτη ἀπομόνωση, προσανατολισμένος μόνο μέ τήν πίστη μου πρός τήν καρδιά μου καί χωρίς κάποιο προσανατολισμό τοῦ νοῦ μου. Χρειαζόμουν πολύ ἕναν Πνευματικό στόν ὁποῖο νά ἐμπιστεύομαι ὅλα τά συναισθήματά μου καί νά ζητῶ νά εἶναι ὁ καθοδηγός μου. Ἤξερα ὅτι ὁ ἱερέας ἔχει Χάρη ἱερατική καί πίστευα ὅτι αὐτός μπορεῖ νά μοῦ μεταδώσει θεϊκή δύναμη καί φῶς πού τά εἶχα ἀνάγκη καί τά ποθοῦσα μέ τόση λαχτάρα.
Καί ἦλθε ἡ ἡμέρα ἐκείνη, ὅπου τελείωσε ἡ ἀπομόνωση. Ἤμουν πάλι στήν φυλακή, ἀλλά μεταξύ τῶν κρατουμένων ἦταν καί ἱερεῖς. Παρ᾿ ὅλες τίς ἀποφάσεις καί τούς πόθους μου, ὅταν ἐρχόταν ἡ ὥρα νά ἐξομολογηθῶ, μ᾿ ἐμπόδιζε ἡ εὐαισθησία μου. Ἀλλ᾿ αὐτή τήν φορά νίκησα τήν ἀδυναμία μου. Ἤξερα ὅτι δέν παίζω μέ τά λόγια, οὔτε μέ τήν ζωή, οὔτε μέ τά ἱερά τῆς πίστης μου. Ὅ,τι ἔκανα ἦταν εἰλικρινές, ἀκόμα κι ὅταν ἔσφαλα, παρότι ἤμουν συγκλονισμένος. Τώρα καταλαβαίνω πολύ καλά γιατί οἱ Ἀπόστολοι ἔβαλαν στήν πρώτη θέση τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου, διότι ὁ ἄνθρωπος ἀκούγοντας μαθαίνει καί ὅτι θά ἔρθει καί ἡ κατάλληλη στιγμή γιά νά καρποφορήσει ὁ σπόρος πού πέφτει στήν ψυχή. Ἔτσι ἔγινε καί μέ μένα. Καί ἦταν πολύ καλά.
Διάλεξα τόν πιό εὐλαβῆ ἱερέα ἐκεῖ στό κρατητήριο καί τοῦ ζήτησα νά μ᾿ ἐξομολογήσει. Αὐτός μέ ρώτησε:
- Εἶσαι ἕτοιμος γιά τήν ἐξομολόγηση;
Συντετριμμένος τοῦ ἀπάντησα.
-Ναί !
-Ἀπό πότε ἔχεις νά ἐξομολογηθεῖς;
-Ἀπό πολύ παλαιά.
-Ἔκανες κάποτε μία ἀληθινή καί ἀνυπόκριτη ἐξομολόγηση, ἡ ὁποία νά σοῦ ἀλλάξει τήν ζωή;
ἱερέας εἶχε βάλλει τό δάκτυλό του στήν πληγή τῆς ψυχῆς μου. Τοῦ ἀπάντησα:
-Τώρα ἐπιθυμῶ νά κάνω αὐτό τό πρᾶγμα. Γι᾿ αὐτό ἦρθα ἐδῶ.
Αὐτός μέ κοίταξε καί μοῦ εἶπε:
-Ἐπειδή βλέπω ὅτι εἶσαι εἰλικρινής, θεωρῶ καθῆκον μου σάν ἱερέας νά σοῦ πῶ ὅτι δέν εἶσαι ἕτοιμος γιά ἐξομολόγηση.
-Τί πρέπει νά κάνω γι᾿ αὐτό;
-Μπορεῖς νά κάνεις ὅ,τι σοῦ λέω ἐγώ;
-Μπορῶ! Ἀπάντησα ρητά.
Ὁ ἱερέας σκέφτηκε λίγο κι ἔκανε μία ἐκμυστήρευση ἡ ὁποία μ΄ ἐντυπωσίασε.
-Ξέρεις, εἶπε αὐτός, ἐγώ εἶμαι Οἰκονόμος τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν ἔγινα ἀκόμη ἕνας καλός ἐξομολόγος. Δέν γνωρίζω καλά τήν ἀνθρώπινἡ ψυχή, διότι δέν ἔχω μία πνευματική ἐμπειρία ἀνάλογα μέ τήν ἀποστολή μου. Κάποτε δέν ἐπιτρεπόταν σέ κάθε ἱερέα νά εἶναι Πνευματικός, ἀλλά σέ ὅσους εἶχαν ἐμπειρία στήν πνευματική πατρότητα. Εἶναι μία τεράστια εὐθύνη νά μπεῖς στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, μία εὐθύνη πού δέν ὑπάρχει ἄλλη σάν αὐτή, οὔτε στόν τεχνικό τομέα, οὔτε στόν βιολογικό, οὔτε στόν κοινωνικό, οὔτε στόν ἰατρίκο ἤ ἀκόμα καί στόν φιλοσοφικό. Ἐδῶ ἐργάζεσαι μέ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, συμβουλεύοντάς την νά προσανατολιστεῖ μεταξύ Θεοῦ καί σατανᾶ, μεταξύ πνεύματος καί ὕλης, αἰωνιότητας καί παροδικότητας χρόνου. Γι᾿ αὐτό θεωρῶ ὅτι εἶμαι ἄχρηστος γιά ἕνα τέτοιο λειτούργημα καί μία βεβιασμένη καί μέ τυπικότητα πράξη δέν μέ ἱκανοποιεῖ.
-Τότε τί πρέπει νά κάνω;
-Ὑπάρχουν δύο λύσεις: Εἴτε νά σοῦ δώσω κάτι συγκεκριμένο νά διαβάσεις καί θά καταλάβεις μόνος σου, εἴτε σέ στέλνω σ᾿ ἕναν μεγάλο ἰατρό ἀνθρώπινων ψυχῶν, ὁ ὁποῖος ξέρει νά σοῦ θεραπεύει ὅλες τίς πληγές σου. Κι ἐγώ σ᾿ αὐτόν ὀφείλω τήν ἐλάχιστη πνευματική μου ζωή πού κάνω. Τί προτιμᾶς;
Σκέφτηκα λίγο καί τοῦ εἶπα:
-Νομίζω ὅτι ὁ καλύτερος δρόμος εἶναι ὁ συνδυασμός αὐτῶν τῶν δύο λύσεων. Ἑπομένως, δέχομαι νά κατευθύνομαι πνευματικά ἀπ᾿ ἐκεῖνον τόν ἰατρό τῶν ψυχῶν, διότι οἱ προσπάθειές μου νά προσανατολιστῶ μόνος μου διά τῶν ἀναγνωσμάτων δέν μ᾿ ἔχουν εὐχαριστήσει.
-Σκέψου ἀκόμα μία φορά τί βασική ἀπόφαση εἶναι αὐτή! Μπορεῖς νά ὑπακούεις ἄλλον, νά κάνεις ὅπως σοῦ λέει αὐτός, σάν νά κάνεις ὑπακοή στόν Θεό; Εἶναι μία ταπείνωση γιά τήν ὁποία λίγοι ἄνθρωποι εἶναι ἰκανοί νά τήν ἀποκτήσουν!....
Ἔνοιωθα κι ἐγώ ὅτι ἀνοίγεται μία πολύ στενή καί αὐστηρή πορεία, ἀλλά ἡ φλογερή μου ἐπιθυμία νά βρεθῶ μέσα στήν θεία Χάρη μέ ὤθησε ν᾿ ἀπαντήσω θετικά. Ὁ ἱερέας συνέχισε:
-Αὐτή εἶναι ἡ πρότασή μου, θά δοῦμε τώρα τί θά πεῖ ὁ Ἀρσένιος, διότι αὐτός ἀναλαμβάνει ἀνθρώπους, πού παίρνουν τοῖς μετρητοῖς τήν σωτηρία τους καί τά ἱερά πράγματα. Αὐτός δέν εἶναι καθόλου ἄνθρωπος τῶν ἡμιμέτρων, ἀλλά βαδίζει μόνο τήν βασιλική πορεία. Ἄν ἰδεῖ ὅτι δέν εἶσαι ἕτοιμος γιά μία τόσο ὑψηλή πορεία, ἴσως χρειαστεῖ νά βρεῖς μετά ἕναν ἄλλον καθοδηγητή.
-Ὁ Ἀρσένιος ἦταν λίγα χρόνια μεγαλύτερος ἀπό μένα. Ἤμασταν φίλοι, ἀλλά δέν ὑπῆρχε μία στενή φιλία μεταξύ μας λόγω μιᾶς ἀδιαλλαξίας τήν ὁποίαν ἔβλεπα ἐγώ σ᾿ αὐτόν, κι ἐκεῖνος δέν ἦταν εὐχαριστημένος μαζί μου, λόγω μιᾶς συγκεκριμένης προχειρότητάς μου. Ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν αὐτές τίς σχέσεις, ἦταν ἀρκετά δύσκολο σέ μένα νά νικήσω τίς ἀντιδράσεις, πού ἐμφανίστηκαν ἀμέσως στήν καρδιά μου. Ἔπρεπε ὅμως ν᾿ ἀποδείξω ὅτι εἶμαι κατώτερος ἀπ᾿ αὐτόν, ἀκόμα καί νά ὑπακούσω σ᾿ αὐτόν; Τέτοιοι λογισμοί εἰσορμοῦσαν στά βάθη τῆς ψυχῆς μου.
-Ὁ ἱερέας μου εἶπε νά περάσω τήν ἑπόμενη μέρα ἀπ᾿ αὐτόν νά μοῦ δώσει τήν ἀπάντηση τοῦ Ἀρσενίου. Καί ὁ Ἀρσένιος μέ δέχτηκε. Ὅμως, τί ἔκπληξη, ἐκεῖ στόν Ἀρσένιο βρῆκα καί τόν Βιργίλιο, πού ἦταν μαθητής τοῦ Ἀρσενίου, νεώτερρος ἀπό μένα καί ἀρκετά μακριά μου ἀπό πνευματικῆς πλευρᾶς. Αὐτός ἤθελε νά φύγει, ἀλλά ὁ Ἀρσένιος τοῦ εἶπε νά μείνει, λέγοντάς μου:
-Νομίζω, δέν σέ πειράζει νά εἶναι παρών καί ὁ Βιργίλιος. Ἄν θέλεις νά φύγει, θά φύγει.
-Ὄχι, εἶπα, παρακαλῶ νά μείνει!
Τότε γεννήθηκε μέσα μου ἡ ἐπιθυμία νά νικήσω τόν ἑαυτό μου. Τήν ἐπέβαλλα στόν ἑαυτό μου γιά νά ταπεινωθῶ κι αὐτό μέ βοήθησε πάρα πολύ. Εἶπα στόν Ἀρσένιο ὅτι ἦρθα νά κάνω ὑπακοή σ᾿ αὐτόν, νά ἐξομολογηθῶ.
Ὁ Ἀρσένιος εἶναι ἕνας κοντός, εὔστροφος, ἐξουσιαστικός καί πολύ ζωντανός ἄνθρωπος. Αὐτός ἐλαχιστοποιεῖ γρήγορα τά πράγματα στήν οὐσία τους μεταξύ καλοῦ καί κακοῦ, ἰσχυρίζεται τό καλό καί δέν κάνει κανέναν συμβιβασμό πρός τό κακό καί γι᾿ αὐτό φαίνεται ἀλύγιστος καί σκληρός. Εἶναι καί ἀρκετά ἁπλοϊκός. Πρίν μοῦ δώσει μία ἀπάντηση μέ προσκάλεσε σέ μιά γενική συζήτηση, ἡ ὁποία ἐπικεντρώθηκε στό ἐρώτημα:
-Τί σέ συνδέει ἐσένα μέ τόν Θεό;
-Ἡ πίστη, τοῦ ἀπάντησα ἐγώ.
-Ἡ πίστη μέ πράξεις ἤ χωρίς πράξεις;
-Ἡ πίστη μέ πράξεις. Καί ὄχι μόνο μέ πράξεις, ἀλλά μέ ὅλη τήν ζωή μου, τοῦ εἶπα ἐγώ.
-Ὡραῖο αὐτό πού λές, ἀλλά δέν εἶναι ἀρκετό νά πιστεύεις. Τί ἄλλο σέ ἐνώνει μέ τόν Θεό;
-Ἡ ἀγάπη. Τόν ἀγαπῶ περισσότερ κι ἀπό τόν ἑαυτό μου. Εἶμαι ἕτοιμος νά δώσω τήν ζωή μου γι᾿ Αὐτόν.
-Ἀπό τότε πού σέ γνωρίζω, εἶσαι ἱκανός γιά αὐταπάρνηση, ἀλλά δέν ἔχεις τήν σοφία τῆς αὐτοθυσίας, ἀλλά αὐτό εἶναι ἕνα πολύ βαθύ πρόβλημα, τό ὁποῖο δέν θά τό ἀναπτύξουμε τώρα. Λοιπόν, νά συνεχίσουμε νά δοῦμε τί σέ ἐνώνει μέ τόν Θεό.
-Ἡ ἐλπίδα, ἀπάντησα ἐγώ, τῆς σωτηρίας, τῆς καθάρσης καί τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ξέρω ὅτι Αὐτός τά ἔχει ὅλ᾿ αὐτά, γι᾿ αὐτό ἐμπιστεύομαι σ᾿ Αὐτόν.
-Καί τί ἄλλο; Μέ ρώτησε.
Σκέφτηκα λίγο καί τοῦ ἀπαρίθμησα ὅλες τίς ἀρετές τίς ὁποῖες θυμόμουν: Εὐσπλαχνία, συγχώρηση, καλωσύνη, δικαιοσύνη, τιμή, ταπείνωση, ὑπακοή, ζῆλος, ὑπομονή, ἀνεκτικότητα γιά τούς ἄλλους, αὐταπάρνηση, ἁγιότητα....Αὐτός μέ ἄκουγε ἀλλά δέν φαινόταν πεπεισμένος.
-Σοῦ λείπει κάτι, κάτι τό οὐσιῶδες!
Ἔνοιωθα ἕνα σφίγξιμο στό στομάχι κι ἕνα κῦμα θυμοῦ ἦταν ἕτοιμο νά μέ κάνει νά ξεσπάσω σέ δυσαρέσκεια καί ἀνταρσία ἀπέναντί του. Ἔλεγα μέσα μου: «Τί θέλουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἀπό μένα; Νομίζουν ὅτι εἶναι τόσο ἔξυπνοι! Θέλουν νά μέ ταπεινώσουν! Ἤ ὄντως μοῦ λείπει κάτι κι ἐγώ δέν τό ξέρω; Ἀλλά ποιό μοῦ λείπει, ἀφοῦ ξέρω ὅλη τήν θεολογία;
Ἐνῶ διαλογιζόμουν ἔτσι, ξεχνοῦσα ὅτι πρίν ἀπό μερικά χρόνια ἕνας φίλος μοῦ ἔφερε καί μοῦ ἔβαλε στό χέρι τό Γεροντικό, συμβουλεύοντάς με θερμά νά τό διαβάσω. Ἐδιάβασα μία σελίδα καί τό ἔκλεισα, θεωρώντας το τιποτένιο γιά ἕναν λόγιο σάν ἐμένα. Μοῦ φαινόταν ἀπηρχαιωμένο, μεσαιωνικό, παρόλο πού θεωρητικά εἶχα μία καλή γνώμη γιά τόν Μεσαίωνα. Ἄν τό εἶχα διαβάσει, μᾶλλον θά ἄνοιγε μέσα μου ἀκόμα μία γέφυρα μέ τόν Θεό, ἀλλά δέν τό εἶχα κάνει καί τώρα πάσχω ἀπ᾿ αὐτή τήν ταπεινωτική περίπτωση. Τελικά, νίκησε ὁ καλός λογισμός πού γεννήθηκε μέσα μου καί εἶπα:
-Αὐτός εἶμαι. Δέν ξέρω τί ἄλλο μοῦ λείπει. Πεῖτε μου ἐσεῖς!
Ὁ Ἀρσένιος ἐκοίταξε τον Βιργίλιο χαρακτηριστικά, κάτι πού μέ πόνεσε ἀκόμα περισσότερ, ἀλλά μοῦ αὔξησε καί τό ἐνδιαφέρον. Ὕστερα μοῦ εἶπε:
-Σοῦ λείπει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ!
Τότε ἄνοιξε ἕνα μάτι στόν νοῦ μου καί εἶδα μία ἀπερίγραπτη δόξα.
-Ἔχετε δίκαο! Τοῦ εἶπα, ὑποκύπτοντας. Δέν ὑπάρχει μέσα μου φόβος Θεοῦ, ἀλλά μόνο κάποιοι ἀσήμαντοι τρόποι ἑνός πολύ προληπτικοῦ ἀνθρωπίνου φόβου.
Ἀκολούθησε μιά στιγμή ἀμοιβαίας περισυλλογῆς. Ἀποδεικνυόταν σαφέστατα ὅτι ὁ Ἀρσένιος ἦταν ἕνας ἐξαιρετικός ἀνιχνευτής τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Καθώς ἐγώ σκεφτόμουν τί πρέπει νά κάνω γιά ν᾿ ἀποκτήσω τόν φόβο Θεοῦ, αὐτός καταλάβαινε ὅτι ἀξίζει ὡστόσο νά κουράζεται μέ τό λύγισμα τῆς ψυχῆς μου. Τελικά μοῦ εἶπε:
-Καλά, θ᾿ ἀπαντήσω θετικά στήν ἐπιθυμία σου, ἀλλά νά εἶμαι σίγουρος γιά τήν εὐστάθεια αὐτῆς τῆς ἀποφάσεώς σου!
-Σέ παρακαλῶ νά μέ πιστέψεις ὅτι εἶναι ὁριστική καί ὁλοσχερής, τόν διαβεβαίωσα.
Τά ζάρια ρίχτηκαν καί ξεκινούσαμε μαζί νά μποῦμε στήν οὐράνια Ἱερουσαλήμ, ἀλλά ἡ μάχη ἦταν μεγάλης ἔκτασης καί βαθύτητας. Ἦταν δύσκολο ν᾿ ἀπαλλαγῶ καί νά ὁδηγοῦμαι ἀπό τήν δική μου θέληση ἀκόμα καί στούς πιό συνηθισμένους λογισμούς μου. Εἶχα τήν αἴσθηση ὅτι αὐτοδιαλύομαι, ἀλλά ἤξερα ὅτι ἔμπρακτα ἔψαχνα γιά τήν δική μου ταὐτότητα. Τίς περισσότερες φορές δέν ἔβλεπα τό τέλος αὐτοῦ τοῦ πειράματος, ἀλλά συνέχιζα νά πιστεύω σ᾿ αὐτό.
Συναντιώμασταν καθημερινά καί συζητούσαμε. Ἐδιάβαζα βιβλία τά ὁποῖα μέ βοήθησαν πάρα πολύ: ὅπως τό Γεροντικό, ἡ ἐν Χριστῶ ζωή μου, ἡ ιλοκαλία, πού εἶναι πολύ ὠφέλιμο βιβλίο γιά τήν ψυχή. Ἐπίσης, ξαναδιάβασα τόν Ντοστογιέβσκυ καί τόν Τζοβάνι Παπίνι.
Ἀπέκλεισα τίς πολλές ἀπασχολήσεις τοῦ κόσμου, εἴτε αὐτές ἦταν καλές ἤ κακές καί συνεχῶς συγκεντρωνόμουν στήν καλή ἐσωτερική τάξη τῆς ψυχῆς μου. Ἄρχισα νά διακρίνω καλύτερα τήν σχέση μεταξύ ψυχῆς καί σώματος, μεταξύ νοῦ καί καρδιᾶς, ἐνσυνείδητου καί ὑποσυνείδητου. Ἄρχισα νά καταλαβαίνω τόν ὑλικό κόσμο, τόν κόσμο τῶν ἀνθρώπων καί τόν κόσμο τῶν ἀγγέλων σάν ἕνα θαυμάσιο δημιούργημα τοῦ Πνεύματος. Στό Ἅγιο Πνεῦμα συγκεντρωνόμουν στήν προσευχή μέ ὅλο τόν πνεῦμα μου. Ὁ κόπος τοῦ θελήματός μου βοηθιόταν ἀπό τήν προθυμία τῆς σωτηρίας. Ἐν πνεύματι ἀνεκάλυψα ὅτι ὑπάρχει ὁλόκληρος ὁ κόσμος, ἀλλά δέν σταμάτησα σ᾿ αὐτόν, ἀλλά προσανατολίσθηκα πρός τήν ἐσωτερικώτερηπλευρά τοῦ πνεύματος, στόν ἱερό ἐκεῖνο τόπο, ὅπου ὁ ἄνθρωπος συνντᾶ τήν θεϊκή σπίθα, εἶναι μέσα του. Αὐτή εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἐνέργειας: ἡ γνώση τοῦ κόσμου διά τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπ᾿ αὐτόν, διότι ἡ ἐν Χριστῶ βίωση γεμίζει τήν ανθρώπινη ψυχή μέ τήν ἀληθινή γνώση. Ὁ κόσμος μοῦ ἀποκαλύπτεται σ᾿ ἕνα καθαρό καί ἀρμονικό ὁρίζοντα. Ἐγώ ἐπέθαινα μέρα μέ τήν ἡέρα καί μέσα μου γεννιόταν ὁ Χριστός. Οἱ λίγες στιγμές, πού εἶχα αὐτό τόν φωτισμό ἦταν ἀρκετές γιά νά μέ προσελκύσουν ὅλο καί βαθύτερα στήν ἀλλαγή, ἡ ὁποία γινόταν μέσα στήν ψυχή μου.
Ἐκείνη τήν περίοδο δέν ἐργαζόμουν, δέν εἶχα ἄλλες ἐπαφές, δέν μέ ἐνδιέφερε τί γίνεται γύρω μου. Τότε δέν ἔνοιωθα τήν πείνα, τήν φυλακή, οὔτε τήν ἀποκαλυπτική τρομοκρατία. Εἶχα τήν αἴσθηση μιᾶς συνεχοῦς ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας.
Ἡ διαδικασία διακοπῆς τῶν παλαιῶν μου ἀντιλήψεων, φίλων καί ἀπασχολήσεων ἦταν θλιβερή, ἀλλά ἡ ἀνακάλυψη τῶν νέων προοπτικῶν μέ γέμιζε μέ τόση χαρά, ὥστε ὁ δρόμος μου ἦταν ἀνεπίστρεπτος.
Ὅ,τι διάβαζα πήγαινε κατευθεῖαν στήν καρδιά μου καί μετά γινόταν ζωντανή ἐνέργεια ἐσωτερικῆς ζωῆς. ὅσον ἀφορᾶ τήν διάκριση, τήν εἶχα ἐμπιστευτεῖ στόν Ἀρσένιο, διότι πάντοτε τοῦ ἀπεκάλυπτα τί γίνεται σέ μένα, πῶς σκέφτομαι καί πῶς καταλαβαίνω κι αὐτός ἔκανε τήν λεπτή ἐγχείριση ψυχικῆς αἰσθητικῆς. Πολλές φορές γινόταν νά μήν εἶμαι πολύ σαγηνευμένος ἀπό τά λόγια του, ἀλλά τά ἀφομοίωνα μέ τήν ταπείνωση καί μέ τήν ἐμπιστοσύνη πού ἔχει ἔνα παιδί στούς γονεῖς του.
Εἶχα μεγάλη ἐσωτερική εἰρήνη, ὥστε κι ὁ ὕπνος μου ἦταν γεμάτος μέ ὄμορφα ὄνειρα. Στήν φύση μου εἶχε εἰσχωρήσει ἕνα συναίσθημα ἐσωτερικῆς ἀγαλλίασης.
Σχεδόν ὅλη τήν ἡμερα τήν περνοῦσα στό κρατητήριο, διότι μόνο δύο-τρεῖς ὥρες τήν ἡμέρα οἱ θύρες ἦταν ἀνοιχτές καί ἡ ζωή στό κρατητήριο ἔχει τό γνώρισμα νά συμπιέζει τόν χρόνο, νά δίνει ὑλικό περιεχόμενο στά πνευματικά γεγονότα καί νά φορτίζει ψυχολογικά τόν ἄνθρωπο ἀπό κάποια ἐλάχιστα πράγματα. Ἡ συνηθισμένη συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων στήν κοινωνία εἶναι εὐχάριστη ἐξ αἰτίας τοῦ ἐλεύθερου χώρου καί χρόνου, ὅπου ἐνίοτε συμβαίνουν ψυχικές συγκρούσεις μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, οὕτως ὥστε αὐτοί νά μή μποροῦν εὔκολα νά συμβιώνουν. Ἡ φυλακή, ὅμως, στοιβάζει τήν μιά ψυχή ἐπάνω στήν ἄλλη καί τὁ κάθε «ἐγώ» φτάνει σε σύγκρουση μέ τά ἄλλα γιά μία ὁποιαδήποτε λέξη, γιά μία ἐπιθυμία, γιά μία χειρονομία, μία γνώμη, γιά μία σιωπηρή στάση καί γιά τά μικρά ἀκόμη προβλήματα τῆς συμβιώσεως. Ἐτσι ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι, ἄν δέν ἔχουν μία καλή πνευματική ἁρματωσιά, πολύ δύσκολα βρίσκουν τήν εἰρήνη μεταξύ τους. Οἱ δριμεῖς συγκρούσεις βγαίνουν ἔξω ἀπό τά συνηθισμένα γεγονότα καί ἡ ἐξήγηση ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ὁ καθένας νοιώθει ὑλιστικά τό πνεῦμα καί τήν ὕπαρξη τοῦ ἄλλου.
Ἔτσι παρετήρησα ὅτι ὄχι ἡ ὑλική πλευρά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι προβληματική, ἀλλά τό πνευματικό φορτίο μέ τό ὁποῖο τήν ἐπεβάρυναν οἱ ἄνθρωποι. Γιά τήν θεληματική ἐπένδυση τῶν ἀνθρώπων πού γίνεται μέ λόγια, ἰδέες, πράξεις καί πράγματα προκαλεῖται ἡ διαμάχη.
Ἐγώ ὁ ἴδιος εἶχα αὐτή τήν ἐμπειρία καί μόλις τώρα κατάλαβα τόν μηχανισμό κι ἀκόμη περισσότερο, ἀνεκάλυψα τό κλειδί τῆς εἰρήνης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, δηλαδή τήν ἐσωτερική εἰρήνη. Μόνο ὅταν φτάσεις σέ μιά γνώση καί μία αὐτοκυριαρχία θά γνωρίζεις καί θά κυριαρχείς καλά στίς σχέσεις σου μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.
Ἐγώ δέν συγκατοικοῦσα τότε μέ πνευματικούς ἀνθρώπους κι ἔτσι ὁ ἀγώνας ἦταν δύσκολος, διότι ἦταν μονόπλευρος. Κάθε μέρα δημιουργοῦνταν ποικίλες περιπτώσεις στίς ὁποῖες ἔπρεπε νά ἐφαρμόσω τήν ἐσωτερική πειθαρχία τήν ὁποία τήν πειραματιζόμουν. Ὅμως παρετήρησα ὅτι οἱ περισσότερες συγκρούσεις δέν προέκυπταν ἀπό ἐγωϊστικά, ὑλικά καί ἄπληστα συμφέροντα. Μάλιστα, ἄν τέτοια ἐμφανίζονταν, πάρα πολύ εὔκολα ἀπομακρύνονταν. Ἄν, παραδείγματος χάρη, κάποιος ἤθελε τό μεγαλύτερο κομμάτι μαμαλίγκας, ἐπαρκοῦσε νά ἐθελοτυφλήσω καί νά τόν ἀφήσω νά ἱκανοποιήσει ὁ ἄλλος αὐτή τήν μικρή ἀδυναμία του. Εἶχα εὐκαιρία νά δῶ πολυφάγους ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ὕστερα ἔκλαψαν, μετανοημένοι γιά τήν πράξη τους καί προσπάθησαν νά διορθωθοῦν.
Αὐτή ἡ ὑλική πλευρά μᾶς ἦταν ἀκόμη εὐεργετική διότι μᾶς ἀνάγκαζε νά ἔχουμε μία σωστή συμπεριφορά.
Ὅταν κοιμόμασταν, παραδείγματος χάρη, τρεῖς ἄνθρωποι σ᾿ ἕνα στενό κρεβάτι, πού ἦταν γιά ἕνα μόνο ἄτομο, ἐδημιουργοῦντο δύσκολα προβλήματα μεταξύ μας, λόγῳ στενότητος, πού ἦταν χειρότερα κι ἀπό τό ζωτικό χῶρο τόν ὁποῖο ζητοῦν ὡρισμένες πολιτικές. Ὡστόσο, εἶχα τήν εὐκαιρία νά συγκατοικήσω μέ κάποιον πού ξάπλωνε στό κρεβάτι πέρα ἀπό τά δικαιολογημένα του ὅριά του. Ὅταν τόν συμβούλευα νά ἀφήνει χῶρο νά κοιμηθῶ κι ἐγώ, γινόταν βίαιος καί μία φορά σήκωσε τήν ἀρβύλα, πού εἶχε καρφιά στίς πατοῦσες καί μέ ἀπειλοῦσε ὅτι θά μοῦ σπάσει τό κεφάλι. Ἔδειξα μεγάλη ὑπομονή, ταπείνωση κι αὐταπάρνηση γιά νά συμβιώσω μ᾿ ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο.
Κι ὅμως, οἱ συγκρούσεις αὐτές δέν ἦταν σοβαρές, ὅσο αὐτές πού προκαλοῦντο ἀπό τήν ὑπερηφάνεια. Θυμᾶμαι ἕναν ἄλλο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἦταν μορφωμένος, ἔξυπνος καί χαρισματικός, μέ ὡραῖο ἦθος, ἀλλά ἀρνιόταν κατηγορηματικά τήν πνευματική ζωή, ὄχι ἐπειδή ἦταν ἄθεος, ἀλλά διότι εἶχε μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του. Ἦταν δηλα. πολύ ὑπερήφανος. Δέν μποροῦσε νά ἀντέχει τήν δική μου ταπείνωση, τήν αυταπάρνηση καί τό χριστιανικό μου φρόνημα. Γι᾿ αὐτό μέ κορόϊδευε γιά κάθε λέξη καί πράξη μου. Δέν τοῦ ἄρεσε ἡ βαθειά μου ἐσωτερική ζωή καί ὁ ἀγώνας τῆς χριστιανικῆς μου διαβίωσης. Μοῦ ἔλεγε ὅτι εἶμαι ὑποκριτής, ψεύτικος καί περήφανος. Θεωροῦσε ὅτι μέσα μου βρισκόταν μόνο μία διεστραμμένη ὑπερηφάνεια. Ἀργότερα γνώρισα τόν πειρασμό καί τίς μορφές αὐτές τῆς μεταμφιεσμένης σέ ταπείνωση ὑπερηφάνειας, ἀλλά τότε ἡ καρδιά μου αἱμορροοῦσε καί μέ κατηγοροῦσε γιά μία τέτοια φαυλότητα.
Οἱ προσπάθειες μου νά τοῦ ἐξηγήσω ἀπέτυχαν. Εἶχε θυμώσει μαζί μου καί δέν μποροῦσα νά τοῦ αποδείξω τίς καλές μου διαθέσεις. Τοῦ ἀπεκάλυπτα ἔμμεσα ὅτι αὐτός σφάλλει κι αὐτό τόν ἐξαγρίωνε τόσο πολύ ὥστε μέ μισοῦσε μέχρι θανατου καί μοῦ ἔκανε κόλαση τήν ζωή. Προσπάθησα νά ταπεινώνομαι καί νά τοῦ ζητῶ συγγνώμη, ἀκόμα κι ὅταν ἐγώ εἶχα δίκαιο, ἀλλά μάταια. Σ᾿ ἐκείνη τήν περίπτωση κατάλαβα τήν σπουδαιότητα τῆς ὑπομονῆς. Κατέληγε σέ βωμολοχίες, τίς ὁποῖες πρόφερε μέ ἔξυπνη γλαφυρότητα καί μέ δηκτικότητα. Δέν ὑπῆρχε ἄλλη λύση χορτασμοῦ αὐτῆς τῆς πελώριας ὑπερηφάνειας παρά μόνο ὁ χρόνος. Προσπαθοῦσα νά ἐξαφανίζομαι ἀπό τά μάτια του, ἀλλά αὐτός εὐκαίρως ἀκαίρως ξεσποῦσε μέ τό πάθος του ἐναντίον μου, οὕτως ὥστε δέν μποροῦσε νά εἶναι οὔτε λογικός, οὔτε ἀμερόληπτος. Ἄν σιωποῦσα δέν αἰσθανόταν καλά, ἄν μιλοῦσα ἦταν χειρότερα. Θυμᾶμαι μερικές βαρειές κουβέντες μέ τίς ὁποῖες μου κάρφωνε τήν ψυχή: «Εἶσαι ἕνας σατανᾶς! Εἶσαι ἕνας φαρισαῖος! Ἀνεύθυνος, ἀδαής καί μικρόψυχος! Διεστραμμένος καί παλιάνθρωπος! Σέ καταφροῶώ. Εἶσαι ἡ σαρκωμένη ὑπερηφάνεια!» Εἶχε ἀφηνιάσει ἐναντίον μου, κι ὅταν ἦταν σιωπή στό κρατητήριο, δέν κοιτούσαμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, διότι ἦταν τόσο ταραγμένος διανοητικά ἀπό τό πρόσωπό μου ὥστε ἦταν σάν μανιακόςκαί δέν μποροῦσε νά αὐτοκυριαρχηθεῖ. Μᾶλλον εἶχε ἀνακαλύψει στήν ζωή μου κι ἄλλες ἄθλιες συμπεριφορές καί δέν ἄντεχε νά μοῦ τίς πεῖ χῦμα καί ἀμείλικτα. Ἐγώ ἄντεχα ἀλλά μοῦ κόστιζε πολύ ἡ ἀδυναμία του αὐτή καί δέν μποροῦσα νά εἰρηνεύσω μ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ μεγαλύτερη καί ἡ πιό ἀγέρωχη ὑπερηφάνεια, τήν ὁποία συνάντησα ποτέ στήν ζωή μου. Ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ἀπέθανε, χωρίς νά μπορέσω νά συμφιλιωθῶ μαζί του, μολονότι τό ἐπιθυμοῦσα. Συνάντησα στήν ζωή μου κι ἄλλες μεγαλύτερες ὑπερηφάνειες, πού σέ σύγκριση ἡ ὑπερηφάνεια αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἦταν μικρή, ἦταν ὅμως τόσο ἀδιόρθωτη, ὥστε δέν μπόρεσε νά τήν ἀναχαιτίσει.
Ἡ πιό μεγάλη ὑπερηφάνεια, πού συνάντησα στήν φυλακή ἦταν μιᾶς ἰσχυρῆς προσωπικότητας, ὁ ὁποῖος ἔφτασε, σιγά-σιγά, νά αὐτοθεοποιηθεῖ, καί νά πείσει πολλούς ἄλλους γιά τήν χάρη τήν ὁποία τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός. Ἦταν ἡ ὑπερηφάνεια ἑνός φαυλόβιου, ὁ ὁποῖος θεωροῦσε τόν Χριστό σάν ἕνα μεγάλο φιλόσοφο καί τήν πίστη σάν μία πολιτική ἰδεολογία μέ τήν ὁποία Αὐτός (δηλαδή ὁ Χριστός) θέλει νά δαμάσει τόν κόσμο. Συνέπεια αὐτῆς τοῦ ἑωσφορισμοῦ του ἦταν ὅτι κι αὐτός μπορεῖ νά παρουσιασθεῖ ὡς ἕνας ἅγιος καί ν’ ἀναλάβει τό δικαίωμα νά ἐξουσιάζει τόν κόσμο. Εἶχε δημιουργήσει, δηλαδή, μία ἐξαιρετική δοξασία, στό κέντρο τῆς ὁποίας τοποθετοῦσε τόν ἑαυτό του. Ὑπέβαλλε τούς ὁπαδούς του σέ μιά πειθαρχία καί πρακτική ἡ ὁποία τούς ἔκανε νά δοῦν σ᾿ αὐτόν τόν ἴδιο τόν Χριστό, στήν δεύτερη παρουσία του στήν γῆ. Μ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο συναντήθηκα ἀργότερα καί προσπάθησα νά τόν ξαναφέρω στήν λογική ἀνθρώπινη γραμμή σκέψεως, ἀλλά ἦταν ἀδύνατο. Μποροῦσες νά συνομιλήσεις μαζί του ἀλλά ἡ συζήτηση ἦταν σπινθηροβόλα καί ἐκρηκτική. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος προκάλεσε μεταξύ τῶν κρατουμένων, μεγάλους ἀναβρασμούς, διότι ἤξερε νά παρουσιάσει πολύ ἑλκυστικά καί πειστικά τίς θεωρίες του. Ἔπρεπε ὅμως νά διακρίνεις τό πνεῦμα ἀπό τό ὁποῖο προήρχοντο αὐτές. Ἀλλά πῶς μπορεῖς νά ἐνεργεῖς μέ σκληρότητα στόν ἄλλον, πρᾶγμα τό ὁποῖον ἔκαμε μόνον ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅταν εἶπε στούς ἑβραίους, μέ μία αἰχμηρή φωνή: «Εἶσθε οἱ υἱοί τοῦ σατανᾶ;» Ὕστερα ἀπό μερικά χρόνια ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ἔκανε πολύ μεγάλο κακό, ὥστε ἔγινε μισητός, ξεσκεπάσθηκε ἡ ψυχική του ἀνισορροπία καί τελικά αὐτοκτόνησε. Εἶναι μία περίπτωση ἡ ὁποία υπερβαίνει ἀκόμα καί τόν Σταυρογίν ἤ τόν Ἰβάν Καραμαζώφ.
Πρέπει νά γράψω ἀκόμα καί γιά ἕνα ἄλλο δράμα στήν φυλακή, πάλιν λόγω τῆς ὑπερηφάνειας. Ἕνας νεαρός ἐρεύνησε, χωρίς ἁρμοδιότητα καί μέ ἀπόλυτη αὐτοπεποίθηση, τόν Χριστιανισμό, τόν Βουδισμό καί τόν Ἰσλαμισμό καί κατέληξε στό συμπέρασμα ὅτι κι αὐτός μπορεῖ νά εἶναι ὅμοιος μέ τόν Χριστό. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο ἄρχισε νά σκέφτεται γιά τόν ἀνασχηματισμό ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας καί συγκεκριμένα ἄρχισε νά κρατάει νηστεία τῶν σαράντα ἡμερῶν, παρομοιάζοντας τόν ἑαυτό του μέ τόν Χριστό. Οἱ προθέσεις μας νά τόν βοηθήσουμε νά ξεθολώσει τό μυαλό του ἀποδείχτηκαν περιττές. Εἶχε διαχωρίσει τήν ὑδρόγειο σέ γεωμετρικές φιγοῦρες καί εἶχε δημιουργήσει ἕνα τρόπο γιά νά τίς κυβερνᾶ. Αὐτός πίστευε ὅτι τό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν πνευματική του κατάσταση κι ὅτι οἱ παρεμβάσεις τοῦ πνεύματός του μποροῦν νά προκαλέσουν τήν εἰρήνη ἤ τόν πόλεμο στόν κόσμο. Ἔκανε πολλή διαφήμιση στόν κόσμο γύρω ἀπό τόν ἑαυτό του. Νήστεψε τίς σαράντα ἡμερες ἀλλά δέν ἤξερε πῶς νά ἐπανέλθει στό πρόγραμμα τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Μετά τήν νηστεία τόν ἔπιασε μιά πολυφαγία ἡ ὁποία τόν ἔβλαψε. Ὕστερα ὁ νοῦς του περιπλανήθηκε καί τελικά τρελλάθηκε.
Ἐφ᾿ὅσον σ᾿ ἕνα κρατητήριο δέν ἦταν δυνατόν νά ὑπάρχει εἰρήνη μεταξύ δύο ἀνθρώπων, ἐφ᾿ ὅσον σέ μιά φυλακή ἐξαπολύθηκαν τόσες καταστρεπτικές πιέσεις, τότε εἶναι εὔκολο νά καταλάβουμε τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τί εἶναι ὁ διάβολος καί τί εἶναι τό ἀποκαλυπτικό μέλλον τῆς ἱστορίας.
Ἡ ἐν Χριστῶ ζωή μου μοῦ ἔδωσε τήν ἱκανότητα νά καταλάβω ὅλες αὐτές τίς πλευρές τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, καθώς καί τήν ἀντίληψη νά πράττω κατά τρόπο θετικό σέ κάθε περίσταση.
Λοιπόν, πρέπει νά θυμίσω ἐδῶ, ὅπως μ᾿ ἔμαθε ὁ Ἀρσένιος νά ἐννοῶ, ποιό εἶναι τό νόημα πού ὑπάρχει σέ κάθε λεπτομέρεια τῆς ζωῆς. Δέν πρόκειται ἐδῶ γιά τήν προαίρεσή μας, ἀλλά γιά τήν ουσία τήν ὁποία τήν διατηροῦμε στόν νοῦ μας γιά ὅ,τι κάνουμε. Μία λέξη, παραδείγματος χάρη, βαστᾶ μέσα της τό πνεῦμα μας, ἀκόμα καί πέρα ἀπό τήν ἐνσυνείδητή μας πρόθεση. Ἔπρεπε, λοιπόν, νά μάθω νά διακρίνω μεταξύ νοῦ καί πνεύματος. Καί ὁ λογισμός τοῦ ἀνθρώπου ἔχει μέσα του ἕνα καθορισμένο πνεῦμα. Ἐδῶ εἶναι τό μεγάλο μυστήριο. Καί οἱ δυστυχισμένοι οἱ ἄνθρωποι οὔτε κἄν ξέρουν πιά εἶναι ἀφ᾿ ἑνός ἡ σχέση μεταξύ τῶν ψυχικῶν τους ἐκδηλώσεων καί τῶν πράξεων τους καί ἀφ᾿ ἑτέρου τοῦ πνεύματος στό ὁποῖο αὐτοί βρίσκονται. Ποιόν ὑπηρετεῖς; Ποιός σέ ἐμπνέει; Ἰδού ἐρωτήσεις τίς ὁποῖες δέν πίστευα ὅτι θά κάμω στόν ἑαυτό μου καί οἱ ὁποῖες γίνονται ἡ οὐσία τῆς πραγματικότητας ἐντός τῶν ἀνθρώπων καί ἐντός τοῦ κόσμου.
Τό πνεῦμα γεμίζει τόν ἄνθρωπο καί τήν ζωή του, ἐνῶ ὁ λογισμός, ἡ πρόθεση, τό συναίσθημα, ἡ ἰδέα, ὁ λόγος καί ἡ πράξη εἶναι φορεῖς ἐκείνου τοῦ πνεύματος μέ τό ὁποῖο εἶσαι φορτωμένος στό βάθος τῆς ψυχῆς σου. Τό πνεῦμα σπάνια φανερώνεται στό φῶς. Περισσότερο συμπεραίνεται ἀπό τά ἔργα του κι ἀπό ὅ,τιδήποτε γίνεται μέ τούς ἀνθρώπους. Ὡστόσο, ἡ δῆθεν πνευματικότητα ἤ ἀτμόσφαιρα στήν ὁποία ζεῖ ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό ἔργο τοῦ πνεύματος καί μόνο ἔμμεσα ἀπό τά ἔργα του. Αὐτή ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι λεπτή, μυστική, ἀνεπαίσθητη, ἀλλά εἶναι ἡ πραγματική ἀλήθεια περί τοῦ ἀνθρώπου καί περί τοῦ κόσμου του, ἔτσι ὅπως τήν πειραματίστηκα προσωπικά σέ μιά ὁλόκληρη θλιβερή ζωή, ὑπό τῆς καθοδήγησης τοῦ Ἀρσενίου, τόν ὁποῖον θεωρῶ καθοδηγό τῆς ψυχῆς μου γιά ὅλη τήν ζωή μου.
Ἔτσι ἔμαθα νά διακρίνω, π.χ. σέ μιά συζήτησή μου μ᾿ ἕνα πρόσωπο περί κάποιου τρίτου προσώπου ἄν ἐκείνη ἡ συζήτηση εἶναι γεμάτη ἀπό ἀγάπη, φροντίδα καί καλές διαθέσεις ἤ ἄν εἶναι ὑποκειμενική, ἐσφαλμένη καί διεστραμμένη, ἄν εἶναι ραδιούργα καί συκοφαντική, ἄν εἶναι μία ἁπλή κακολογία ἤ μία κατασκόπευση, ἕνας καβαλισμός ἤ ἄν ἁπλούστατα αὐτή ὑποβάλλει ἕνα ἔγκλημα.
Οἱ ψυχικές ἀποχρώσεις καί ὀξύτητες εἶναι ἀναρίθμητες καί πάντοτε καινούργιες. Ἁπλᾶ προβλήματα σάν τήν ακρίβεια, τήν τιμιότητα, τήν ὑπόσχεση, τήν εἰρωνεία, τό ἀστεῖο, τό γέλιο, τήν παρατήρηση, μία ματιά, μία χειρονομία, ἀκόμα καί μία ἀδήλωτη ἐσωτερική προαίρεση, π.χ. νά τρῶς, νά πίνεις, ν᾿ ἀναπνέεις, νά ἐργάζεσαι, νά ἐπιθυμεῖς, νά ἐρευνᾶς, νά ἀρνεῖσαι καί ὅ,τι ἄλλο συνιστᾶ τήν ζωή καθορίζει τόν ἄνθρωπο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῶν συνανθρλωπων του. Δέν μπορεῖ νά εἶναι δίκαιος μ᾿ αὐτούς ἄν δέν εἶναι δίκαιος μέ τόν ἑαυτό του, ἄν δέν ἔφτασε νά ζεῖ ἐν Ἅγίῳ Πνεύματι.
Τό πιό δύσκολο καί σημαντικό εἶναι νά διακρίνεις τά πνεύματα. Μία ὁποιαδήποτε χειρονομία μπορεῖ νά προέρχεται ἀπό γενναιοδωρία, ἀλλά κι ἀπό δειλία, ἀπό ἄγνοια ἤ κι ἀπό κακή πρόθεση. Ἄν οἱ ἄνθρωποι δέν εἶναι τίμιοι ψυχικά, δέν εἶναι δυνατή ἡ εἰρήνη μεταξύ τους καί θά τυραννοῦνται. Ἡ ψυχική ἐντιμότητα δέν εἶναι ἀθωότητα, ἀλλά μία ἄγρυπνη καί ἐνεργητική συνείδηση, ἡ ὁποία ἐλέγχει καί κυβερνᾶ τό βάθος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Τέτοιες ἀνακαλύψεις, πού ἔκαμα στήν συνείδηση μου, μέ ἀπορρόφησαν πολύ καί αἰχμαλώτισαν, ἀπεριόριστα καί ἀδιάκοπα.
Ἐφ᾿ ὅσον ὁ ἐξομολόγος εἶναι ὁ ἀρχιτέκτονας τῆς πνευματικῆς λεπτότητας τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου καί ξέρει νά κάνει ὁρατό καί πραγματικό τήν πρᾶξη καί τήν θεωρία μέ τήν καθοδήγηση τοῦ Ἀρσενίου ἔμπαινα, σιγά-σιγά, στήν πνευματικοποίηση τῆς ὑλικῆς ὕπαρξής μου. Ἔτσι ἀντίκρυζα τήν ὑλιστικότητά τῆς ψυχῆς μου μέ μία θαυμάσια ἐλπίδα, ὅπου ἐγώ ἤμουν ὁ ἄρχοντας τοῦ ἑαυτοῦ μου. Ὁ κόσμος μου ἐξαρτιόταν ἀπό τήν ψυχή μου. Ἀπό μέσα μου ἐπήγαζε ἡ εἰρήνη μέ τούς συνάνθρώπούς μου. Ὅσο περισσότερο ἐπέθαινα, τόσο ἐβίωνα μέσα μου τόν Χριστό. Αὐτός εἶναι τό πᾶν σέ ὅλη τήν φύση καί στά πάντα καί ἀναγκαστικά ἔπρεπε νά εἶναι τό πᾶν καί μέσα μου. Ἔτσι κατάλαβα τήν κατάσταση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου ἀφ᾿ ἑνός μέ τό δικαίωμά του νά διαλέξει τά πάντα καί ἀφ᾿ ἑτέρου μέ τήν εἰρήνη τῆς ἀλήθειας σάν κατάσταση τῆς ἐσωτερικῆς καί παγκόσμιας ἐλευθερίας.
Μέ τόν Ἰησοῦ ἤμουν παντοῦ εὐφραινόμενος.
Κάθε ἡμέρα ἤμουν, ὅλο καί περισσότερο χαρούμενος, καί ὁ Ἀρσένιος εἶχε παρατηρήσει τήν πνευματική μου πρόοδο. Ἔκανα ἀρκετά εὔκολα τήν ὑπακοή μου, ὅμως ἐνεφανίζοντο ἀπό μέσα μου μερικά ἐμπόδια καί δυσκολοθεράπευτα πάθη. Ὅμως ἐβάδιζα μπροστά, διότι ὁ πνευματικός ἀγώνας πρέπει νά ἔχει συνέχεια, δέν εἶναι μόνο μία στιγμή, ἀλλά μία ὁλόκληρη ζωή.
Μία ἡμέρα ὁ Ἀρσένιος μοῦ εἶπε ὅτι μπορῶ νά ἐξομολογηθῶ, ἐπισημαίνοντας τήν ἀναγκαιότητα τῆς συνέχειας τῆς πνευματικῆς μου ζωῆς.
-Εἶσαι μόνο στήν ἀρχή, μοῦ εἶπε. Ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα θά ἀγωνίζεσαι μόνος σου, ἀλλά θά χρειάζεσαι τήν ὑπακοή στήν Ἐκκλησία γιά ὅλη τήν ζωή σου.
Ἑτοιμάσθηκα γιά τήν ἐξομολόγηση μελετώντας μερικά ἐγχειρίδια. Τό ἔγραφε γιά τίς ἁμαρτίες καθ᾿ ὁμάδες καί τό ἄλλο ἑρμήνευε τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τόν Δεκάλογο καί τούς Μακαρισμούς, ἔχοντας καί ποικίλες ἐρωτήσεις γιά μία πολύ σωστή διερεύνηση τῆς ψυχῆς καί τῆς ζωῆς. Ἐδιάβασα καί τά ἐπιτίμια τά ὁποῖα δίνονται καί ἐτρόμαξα πάρα πολύ.
Τίς ἁμαρτίες μου τίς ἔγραψαψει σ᾿ ἕνα χαρτί. Εἶχα ξεχάσει ὅτι βρισκόμουν ἐνώπιον ἑνός ἀνθρώπου, ἀλλά αἰσθανόμουν ὅτι στεκόμουν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀποδεχόμενος τόν λόγο τοῦ ἱερέως σάν τήν ἴδια τήν φωνή τοῦ Κυρίου. Φοβόμουν μήπως μοῦ δώσει ὁ Πνευματικός ἕνα αύστηρό ἐπιτίμιο, ἀλλά αὐτό περιορίστηκε σ᾿ ἕνα χρόνο ἀπαγόρευσης ἀπό τήν Θεία Κοινωνία, διάστημα στό ὁποῖο εἶχα κάποια χρέη τά ὁποῖα μοῦ ἐφαίνονταν εὔκολα σέ σύγκριση μέ τόν ζῆλο καί τούς ἀγῶνες μου.
Χάρηκα στό τέλος κι ἔκανα ἀκόμα κάτι τό ὁποῖο θά στηρίξει ὅλο τό μέλλον μου. Ἐδιάλεξα δύο φίλους μέ πνευματικές ἐνασχολήσεις καί μέ τούς ὁποίους εἶχα ἐμφανῆ πνευματική συγγένεια.[6] Πῆγα στό κρατητήριο τους, τούς ἔδωσα τό χαρτί μέ τίς ἐξομολογημένες ἁμαρτίες μου καί τούς εἶπα:
-Θέλω ἐσεῖς νά μέ γνωρίζετε καί ἐσωτερικά. Ἔτσι ὅπως εἶμαι ἄδειος στήν ψυχή μου ἴσως μπορέσετε νά μέ βοηθήσετε!
Οἱ δύο φίλοι ἐντυπωσιάστηκαν καί σάν ἀπάντηση μοῦ ἀπεκάλυψαν κι αὐτοί τόν ἑαυτό τους. Μετακομίσαμε στό ἴδιο κρατητήριο. Ὑπῆρχε ἀνάμεσά μας μία ἀτμόσφαιρα ἔντονης πνευματικότητας. Προσευχόμασταν μέρα-νύχτα μαζί. Διαβάζαμε πολλά ἱερά κείμενα, τά σχολιάζαμε καί εἴχαμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη ὁ ἕνας στόν ἄλλο.
Σύντομα ὅμως συγκρουσθήκαμε μεταξύ μας λόγῳ κάποιων λογισμῶν οἱ ὁποῖοι μᾶς ἀνατάραξαν τόν νοῦ κι ἀφοῦ τούς ἐξομολογηθήκαμε, ἀποφύγαμε ἀναπόφευκτες συνέπειες. Τότε καταλάβαμε ποιοί εἶναι οἱ βαθμοί τούς ὁποίους διανύει ὁ λογισμός. Πρῶτα ἔρχεται ὁ λογισμός σάν δόλωμα, συνοδευόμενος ἀπό τήν ἐντός τοῦ νοῦ εἰκόνα. Ὕστερα προκαλεῖται ἡ ἀπόλαυση πού γεννᾶται ἀπό τόν λογισμό. Μετά ἀκολουθεῖ τό σχέδιο πού δημιουργήθηκε φανταστικά στό νοῦ. Ἡ συναισθηματική ἕλξη τοῦ νοῦ καί, τέλος ἡ ἀπόφαση τῆς πραγματοποίησης τοῦ λογισμοῦ. Ὁ λογισμός ἔρχεται σάν δόλωμα, χωρίς τήν θέληση τοῦ ἀνθρώπου κι, ἑπομένως, ὁ ἄνθρωπος δέν εὐθύνεται γι᾿αὐτόν. Ὁ κακός λογισμός πρέπει ν᾿ ἀντικατασταθεῖ ἀπό ἕναν καλό λογισμό, ἀλλά ἡ καλύτερη μέθοδος εἶναι νά σταθεροποιεῖται στόν νοῦ τό Ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὥστε στήν πύρινη φλόγα Του νά καταστρέφει κάθε τι κακό.
Καταλάβαμε γρήγορα ὅτι δέν μᾶς ὠφελοῦσε νά ἐξομολογούμεθα ὁ ἕνας στόν ἄλλο κάθε χαζομάρα, πού ἐρχόταν στό μυαλό μας. Καταλάβαμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι μία ξεχωριστή κοσμοθεωρία, τοῦ ὁποίου ἡ προσωπικότητα ἔχει ἀνάγκη ἑνός προσωπικοῦ περιβάλλοντος, τό ὁποῖο πρέπει νά γίνεται σεβαστό ἀμοιβαίως, ἀκόμα καί στήν πιό μεγάλη οἰκειότητα.
Ἀγαπῶντας ὁ ἕνας τοό ἄλλον μέ εἰλικρίνεια, ἀρχίσαμε νά γινόμαστε πιό σοφοί καί νά μαθαίνουμε πῶς νά συμπεριφερόμαστε γιά τήν σωτηρία μας. Ἡ ἀγάπη μεταξύ μας παρέμεινε ἱερή καί μᾶς ἕνωσε γιά ὅλη τήν ζωή μας, προσλαμβάνοντάς μας σάν ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων. Σ᾿ αὐτή τήν μικρή κοινότητα βρήκαμε τό ἀπαραίτητο στήριγμα γιά τήν σκληρή μάχη αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος. Ἀλλά ὁ τρόπος τῆς διαβιώσεώς μας ψυχραινόταν ὅλο καί περισσότερο ἐξ αἰτγίας τοῦ κόσμου καί τῶν τραγικοτήτων του.
Ἐδῶ καί δύο αἰῶνες ἡ ἀνθρωπότητα εἶχε αἰχμαλωτισθεῖ ἀπό τόν ἀστικό ὑλισμό. Εἶχαν ξεχασθεῖ ἀπό πολύ καιρό οἱ μάρτυρες τῆς γαλλικῆς ἐπανάστασης καί κανένας δέν τούς εἶχε ἀποδώσει δικαιοσύνη, διότι ἡ ἱστορία γράφτηκε σύμφωνα μέ τά κριτήρια τῆς θριαμβευτικῆς ἀστικῆς τάξης.
Ἀναλαμβάνοντας τό σκῆπτρο, ἡ ἀστική τάξη κράτησε μόνο ὅ,τι τήν συνέφερε ἀπό τόν Χριστιανισμό καί τόν Διαφωτισμό γιά νά ὑπηρετεῖ τίς πλουτοκρατικές της ἰδέες.
Ἡ ἐλευθερία εἶχε γίνει συνώνυμος μέ τήν ἐκμετάλλευση τῶν φτωχῶν ἀπό τούς πλούσιους. Ἡ ἀνηθικότητα εἶχε μπεῖ στήν οἰκονομία, στήν πολιτική, στήν δικαιοσύνη, στήν οἰκογένεια, καταστρέφοντας ὁλόκληρη τήν κοινωνία. Ἐξαφανίσθηκαν ἡ ἠθική τῆς ἀριστοκρατικῆς μερίδας καί οἱ παραδοσιακές ἀξίες. Κάτω ἀπό τό προσωπεῖο τῆς δημοκρατίας εἰσαγόταν μία νέα τυραννία, ἡ πλουτοκρατία.
Οἱ δυτικές ἐκκλησίες διαλύθηκαν σέ ὅλο καί μικρότερες καί ἀσήμαντες ὁμολογίες. Ὁ Χριστιανισμός κατακρινόταν καί ἦταν πιό ἀνεκτός μόνο σάν λαϊκός διορθωτής γιά τά χρηστά ἤθη, διότι οἱ ἀστικοί προσκυνοῦσαν τόν χρυσό μόσχο καί πολλές φορές τόν ἴδιο τόν σατανᾶ.
Ἡ Χριστιανωσύνη δέν εἶχε ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἀστική τάξη καί τόν καπιταλισμό, ἀλλά εἶχε καταλήξει σ᾿ ἕνα τρόπο ζωῆς. Ἡ Ἐκκλησία εἶχε δημευτεῖ. Ἡ κοινωνία εἶχε ἐκοσμικευτεῖ.
Στό πολιτισμό φυσσοῦσε ἡ ἀποσάθρωση. Ἀπό τόν ρομαντισμό καί μέχρι τώρα δέν εἶχε ἐμφανιστεῖ κανένα ἀξιέπαινο πολιτιστικό ρεῦμα. Ἡ ἐπιστήμη θεωροῦνταν σάν ἀπόλυτος νόμος, πού ἀντικαθιστοῦσε τό χριστιανικό δόγμα.
Ἡ ἀνάπτυξη τῆς τεχνικῆς κατέκτησε τήν ἀνθρωπότητα μέχρι τόν δαιμονισμό, χωρίς νά μπορέσει κανένας νά ἐλέγξει τό φαινόμενο. Ἡ κοινωνία διασχιζόταν ἀπό τίς διαμάχες. Ἐξαπολύονταν οἱ πιό ὀδυνηροί καί ἀπάνθρωποι πόλεμοι. Ἡ τυραννία τρόμαζε τήν ἀνθρωπότητα.
Σ᾿ αὐτές τίς συνθῆκες ἐμφανίστηκε ἡ κομμουνιστική ἐπανάσταση. Ὕστερα ἀπό μερικές ἀποτυχημένες ἀντιδράσεις ἡ ἐπανάσταση τῶν μπολσεβίκων ἵδρυσε τό σοβιετικό κράτος καί διοργάνωσε πολιτικά καί στρατιωτικά τήν διεθνῆ ἐπανάσταση. Ἡ Εὐρώπη διερχόταν μέσα ἀπό τά φαντάσματα τῆς ἐπανάστασης, οἱ ἀκτιβιστές καυτηρίαζαν ὅλες τίς καπιταλιστικές ἀθλιότητες καί τίς ταύτιζαν μέ τόν Χριστιανισμό.
Ἀνάμεσα στόν καπιταλισμό καί στόν κομμουνισμό ξεσηκώθηκε ὁ φασισμός τοῦ Μουσολίνι καί τοῦ Χίτλερ, ὁ ὁποῖος ὅμως δέν εἶχε μία πνευματική θεμελίωση καί γνώριζε μόνο τήν βία σάν μέθοδο ἐνεργείας. Ὡστόσο, οἱ λαοί εἶχαν τήν διαίσθηση ὅτι αὐτός (φασισμός) θά μποροῦσε νά εἶναι μία λύτρωση μεταξύ καπιταλισμοῦ καί κομμουνισμοῦ. Ἀλλά ὁ καπιταλισμός συνεμμάχησε μέ τόν κομουνισμό καί νίκησε ὁ φασισμός.
Στό τέλος τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου ἔγινε ἕνα δικαστήριο, τό ὁποῖο ἐξέθεσε τήν ἰδέα τῆς δικαιοσύνης, διότι δέν κλήθηκαν ἐνώπιον ἑνός ἀμερόληπτου δικαστηρίου οἱ κατηγορούμενοι, γιά νά δικαστοῦν, ἀλλά καταδικάσθηκαν, μπροστά σ᾿ ἕνα δικαστήριο μέ καπιταλιστικά-κουμμουνιστικά γυαλιά μόνο καί μόνο οἱ ἡττημένοι. Στήν κρίση τοῦ δικαστηρίου τῆς Nυρεμβέργης ἔγκλημα ἦταν μόνο ὅ,τι πράχθηκε ἀπό τούς ἡττημένους, ἐνῶ τό κακούργημα τῶν ἐγκληματιῶν ἔγινε νόμος τῆς ἀνθρωπότητας. Ὄχι ἡ δικαιοσύνη, ἀλλά ἡ ἐξουσία ἐδίκασε στήν Νυρεμβέργη καί στόν κόσμο παρουσιάσθηκε μία ψεύτικη ἀλήθεια, μία βέβηλη δικαιοσύνη καί μία ἀνήθικη, ἀπάνθρωπη ἀντίληψη.
Οἱ ἰδέες τῆς ἐγκαθιδρυμένης μετά τόν πόλεμο νέας ἐποχῆς εἶναι πλέον ὁ ἀνθρωποκεντρισμός, ὁ ἀνθρωπισμός, ὁ προοδευτισμός, ὁ διαφωτισμός, ὁ ὑλισμός, ὁ ἀθεϊσμός, ὁ σχολαστικισμός, ὁ φιλελευθερισμός, τά δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου, ὁ δημοκρατισμός, ὁ φιλειρηνισμός καί τό O.N.U. μέ τό διάγραμμα του, πού ὑπογράφθηκε ἀπό τούς Στάλιν, τόν Τσώρτσιλ καί τόν Ροῦσβελτ.
Ἔζησα μέσα στίς φυλακές 25 χρόνια.
Οἱ φίλοι μου, χιλιάδες ἀριστερά καί μυριάδες δεξιά ἔπεσαν προασπίζοντας τά ἱερά καί ὅσια τῆς πατρίδος μας. Τώρα αὐτό πού μᾶς ἀπέμεινε εἶναι νά μή πεθάνουμε πνευματικά.
Ἀπ᾿ ὅλη τήν ἐμπειρία μας πρέπει νά γνωστοποιήσουμε τά βάσανα πού περάσαμε στίς φυλακές τῆς πόλεως Πιτέστι, πού εἶναι φαινόμενο πεμπτουσίας τοῦ σατανισμοῦ αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος, Εἶναι ἕνα εἶδος συλλογῆς ὅλων τῶν σατανικῶν ἐνεργειῶν καί μεθοδειῶν τῆς ἱστορίας, πού ἔγιναν σύστημα γιά τόν σφαγιασμό τῆς χριστιανικῆς ψυχῆς.
Ὁ Χριστός στάθηκε μπροστά στόν Ἀντίχριστο. Παρόλο πού ἐκεῖ στό Πιτέστι ὑπέφεραν καί ἄνθρωποι ἀπό ἄλλες θρησκεῖες ἤ ἔθνη, τά δύο πνεύματα, ὁ Χριστός καί ὁ Ἀντίχριστος διεδραμάτισαν πρωτεύοντα ρόλο.
Ὁ ἑβραῖος συνταγματάρχης Zeller, ἡγήθηκε τῆς μαρξιστικῆς-Λενιστικῆς δῆθεν ἀναμόρφωσης στίς φυλακές τοῦ Πιτέστι, γύρο στά 1950, ὅταν ἡ παγκόσμια ἐπανάσταση βρισκόταν σέ ὁλική ἐπίθεση.
Στό Πιτέστι ἦταν πολλοί νέοι φοιτητές, ἀντικομμουνιστές. Ἦταν πιστοί χριστιανοί καί ἄνθρωποι ὑψηλῆς ἀνθρώπινης καί ἠθικῆς ἀξίας. Τό πείραμα τῆς ἀναμόρφωσης ἔπρεπε νά γίνει ἐπάνω στίς νεαρές, ἀγαθοεργές καί ἐνθουσιώδεις ψυχές τους.
Ὁ Zeller βρῆκε γρήγορα ἀνάμεσα στούς κρατουμένους τούς τραμπούκους καί τούς βασανιστές οἱ ὁποῖοι θά ὑπακούουν στίς διαταγές του. Αὐτός ὁ ἴδιος ἦταν μυημένος στήν πρακτική ἐφαρμογή τῶν βασανιστηρίων. Ἦλθε στήν φυλακή μ᾿ ἕνα σταθερό καί δοκιμασμένο ἤδη σχέδιο, μέ μία ἀλάνθαστη ἐπιστημονική μέθοδο βασάνων. Καί εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ἀνθρωπίνως κανείς δέν μποροῦσε ν᾿ ἀντέξει στά βασανιστήρια πού ἐπέβαλλαν ἐκεῖ μέσα στούς νέους ὁμολογητές τῆς Πίστεώς μας. Ἀπαιτοῦσαν οἱ ψυχές ἐκείνων τῶν νέων νά βασανίζονται, χωρίς νά ἔχουν τό δικαίωμα νά πεθάνουν, μέχρι νά ὑποκύψουν καί νά μαγαριστοῦν. Νέος ἄνθρωπος, γιά τούς βασανιστές ἦταν αὐτός πού «ἀναμορφώθηκε» καί τόν ἔβλεπαν σάν ἕνα ζῶο πού τό ἐξημέρωσαν καί τό ὑπέταξαν μέ τήν βία.
Στήν «ἀναμόρφωση» ἦταν δύο τά στάδια: Τό στάδιο τῆς εἰλικρίνειας, τό ὁποῖο στήν γλώσσα τους ὠνομαζόταν «αὐτοκαταγγελία». Δι᾿ αὐτῆς ὁ ἄνθρωπος ἀναγκαζόταν νά φανερώνει καί νά περιγελᾶ ἀπόλυτα τό παρελθόν του–οἰκογένεια, πίστη, ἔθνος, σκέψη, φίλους, ἰδανικά κ.ἄλλα. Καί τό δεύτερο στάδιο ἦταν «τῆς ἀναμόρφωσης», στό ὁποῖο ὁ δαμασμένος πλέον ἄνθρωπος «ἀναμορφωνόταν» διά τῆς ἀποδοχῆς τῆς ἰδεολογίας τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ, γενόμενος ὁ ἴδιος ἐπαναστατικός ἀκτιβιστής. Ἀκόμη μέ τήν «ἀναμόρφωση»τήν ὁποίαν ὑπέστη ἔπρεπε κατόπιν νά τήν ἐφαρμόσει μέ ὅλα τά βασανιστικά μέσα στούς φίλους καί συντρόφους του.
Ὅσα βασανιστικά μαρτύρια ἐγένοντο στό Πιτέστι θεωροῦνταν σάν μιά μικρή ἐπανάσταση, ἡ ὁποία ἔπρεπε νά ἐξαπολύσει τήν μεγάλη διεθνῆ ἐπανάσταση. Ἄρα τό πείραμα τοῦ Πιτέστι ἔπρεπε νά γίνει παγκόσμιο, γιά τόν σκοπό «τῆς ἀναμόρφωσης» ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας, σύμφωνα μέ τούς νόμους τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ.
Αὐτό εἶναι τό γενικό σχεδιάγραμμα τοῦ φαινομένου «τῆς ἀναμόρφωσης» ἀπό τό Πιτέστι. Αὐτό ἔγινε καί ἀλλοῦ, ἀλλά πουθενά δέν καρποφόρησε, ὅπως στό Πιτέστι ἤ τουλάχιστον δέν ὑπάρχουν σχετικές πληροφορίες περί αὐτοῦ.
Ἡ πρακτική αὐτῆς «τῆς ἀναμόρφωσης» γίνεται μέ τόν ἑξῆς τρόπο. Ἀπομονώνεται ἡ φυλακή ἀπό τόν κόσμο. Τό κρατητήριο ἀπό τό ὁποῖο θά ἐξέλθουν οἱ ὑποψήφιοι γιά «τήν ἀναμόρφωση» θ᾿ ἀπομονωθεῖ ἀπό τά ἄλλα. Οἱ κρατούμενοι εἶναι ἤδη πεινασμένοι, βασανισμένοι καί τρομαγμένοι ἀπό τήν διοίκηση τῆς φυλακῆς. Ὕστερα ἀπό ἕνα χρόνο μιᾶς τέτοιας ἄθλιας ἐπιβίωσης, μόνο μερικοί κρατούμενοι ἔχουν ἀπομείνει νά δεχθοῦν «τήν ἀναμόρφωση», διότι οἱ ἄλλοι ἔχουν πεθάνει στά βασανιστήρια.
Ὁ Zeller ἐτοίμασε «τήν σειρά», τήν ὁποία καί ἐμπιστεύθηκε σ᾿ ἕναν κρατούμενο, ὁ ὁποῖος ἐδήλωσε ὅτι εἶναι ἕτοιμος νά περάσει ἐπάνω στά πτώματα γιά νά ξαναδεῖ τήν οἰκογένεια του. Μέ τήν ἔμμεση καθοδήγηση τῆς διοίκησης ἔχουν ἤδη βρεθεῖ οἱ τραμποῦκοι τῆς φυλακῆς, οἱ ὁποῖοι ἀρχίζουν νά βασανίζουν τούς συναδέλφους τους. Ἡ ἀντοχή τους ἔχει συντριφτεῖ ἀπό τά ρόπαλα τῆς διοίκησης. Τά βάσανά τους ἔχουν ἐπιβληθεῖ ὑπό τό προκάλυμμα τῆς διοίκησης, ἡ ὁποία παρακολουθεῖ τά πάντα πίσω ἀπό τίς πόρτες.
Ὁ φυλακισμένος βασανιζόταν μέ τά πιό ὀδυνηρά συστήματα τά ὁποῖα ἐγνώρισε ἡ ἱστορία, μέ μερικούς ἀκόμη νέους τύπους βασάνων, χαρακτηριστικῶν γιά τήν ἀλλοφροσύνη τῶν φυλακῶν τοῦ Πιτέστι. Τά σωματικά βάσανα εἶναι γνωστά σ᾿ ὁλόκληρο τόν κόσμο καί δέν ἀξίζει νά καθυστερήσουμε γιά νά τά παρουσιάσουμε: Ρόπαλο, λοστός, σταύρωση, λιντσάρισμα, ξεμάλλιασμα, ξενύχιασμα, ἁλάτισμα τῶν πληγῶν, ἡ κινεζική σταγόνα κτλ. Εἶναι αὐτά πού ἐπιβαλλόταν ἡμέρα καί νύχτα. Τά ἐπέβαλλαν οἱ κρατούμενοι μεταξύ τους, χωρίς προσφυγή σέ κάποιον καί εὐθύνη, χωρίς ἀπάντηση και χωρίς νόμο. Ὅταν τόν προσκαλοῦσαν στό τόπο τῶν βασάνων, ἀμέσως ἄρχιζαν μέ τό λιντσάρισμα. Μερικοί ἀπέθαναν. Ὁ Zeller ἔλεγε στόν γιατρό πού συμπλήρωνε τά πιστοποιητικά θανάτου: Γράψε, γιατρέ, σύφιλη τριτογενής!
Οἱ αὐτοκαταγγελίες ἦταν γραπτές καί στέλλονταν στό Βουκουρέστι. Κάθε ἡμέρα αὔξανε ὅλο καί περισσότερο ὁ ἀριθμός τῶν βασανιστῶν, διότι οἱ «ἀναμορφωτές» ἔπρεπε ν᾿ ἀποδείξουν «τήν εἰλικρίνεια» τους διά τοῦ βασανίσματος τῶν φίλων καί τῶν ἀδελφῶν τους. Ἔλεγαν ὅτι τά ἀδέλφια βασανίσθηκαν μεταξύ τους.
Ἡ παραφροσύνη αὔξανε κάθε ἡμέρα. Ἡ ἐγκληματική καί σαδιστική φαντασία ἐδημιούργησε συστήματα ἐξωφρενικῆς ἀθλιότητας. Δημόσιες σεξουαλικές διαστροφές, «βάπτισμα» μέσα στόν κουβᾶ τῶν κοπράνων τῶν ἀνθρώπων, «μετάληψη» ἀπό τήν καραβάνα μέ ἀνθρώπινα κόπρανα, ὁ χλευασμός τῶν πιό ἱερῶν γεγονότων ἀπό τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ.
Γινόταν δαιμονικό γοῦστο γιά τήν γενόμενη πραγματικότητα πού ἦταν ἀηδία τῆς κόλασης. Ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τρελλαθεῖ, φοβοῦνταν νά πιστέψουν ὅτι ἦταν καί πρίν αὐτοί οἱ ἴδιοι, νά σκεφτοῦν τί ἦταν πρίν καί ἐφάρμοζαν καινούργια κι ἄλλες μεθόδους ὑλοποίησης τῆς κόλασης ἐπί τῆς γῆς.
Τό πιό φοβερό μῖσος ἦταν ἐναντίον τῶν πιστῶν, τῶν ἡρώων, τῶν ἰσχυρῶν προσωπικοτήτων. Γι᾿ αὐτούς ἀρνοῦνταν ἀκόμα καί τό «δικαίωμα τῆς ἀναμόρφωσης» καί ἐφάρμοζαν τό παντοτινό βάσανο.
Ἔμεινα χρόνια στίς φυλακές τοῦ Πιτέστι, ἀλλά τά μικρόβια πού μοῦ ἔστειλε ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ μέ προφύλαξαν ἀπό τήν «σειρά τῆς ἀναμόρφωσης» καί μεταφέρθηκα στό νοσοκομεῖο τῆς πόλεως Τίργκου Ὄκνα γιά θεραπεία τῆς φυματίωσης πού μέ εἶχε προσβάλει. Ἔτσι λοιπόν, γνωρίζω τό φαινόμενο τοῦ Πιτέστι καί μπορῶ νά μιλήσω σάν μέλος του, καί μάλιστα μέ τήν διάσταση πού μοῦ δίνει τό γεγονός ὅτι ἤμουν καί ἐκτός αὐτοῦ, οὕτως ὥστε νά ἔχω μία ἀντικειμενική γνώμη.
Ἤμουν ὁ ἔμπιστος πολλῶν ἀπό ἐκείνους πού πέρασαν ἀπό τήν «ἀναμόρφωση»καί οἱ μαρτυρίες τους μ᾿ ἔχουν συντρίψει. Τίς αἰσθάνομαι σάν ἕνα βάρος, τό ὁποῖο πρέπει νά τό ὁμολογήσω. Εἶδα ἁγίους, εἶδα καί δαίμονες. Ἤμουν στόν παράδεισο, ἤμουν καί στήν κόλαση.
Ἡ πνευματική μου πανοπλία μοῦ ἦταν μεγάλη ἀσπίδα μέσα σ᾿ ἐκεῖνες τίς συνθῆκες. Περιμένοντας «τήν σειρά τῆς ἀναμόρφωσης» προσευχόμουν δέκα, δεκαέξι ἤ ἀκόμα καί εἴκοσι ὧρες. Τήν ἡμερα καί τήν νύχτα ἡ προσευχή μου λεγόταν μόνη της καί στόν ὕπνο μου. Δέν εἶχα καμία πνευματική ἐγκατάλειψη σ᾿ ἐκεῖνες τίς συνθήκες ἐπειδή μέ φύλαττε ὁ Θεός. Ὁμολογῶ ὅτι θά διάλεγα νά πεθάνω, παρά νά σκοτωθώ πνευματικά καί θά ἔψαχνα μία εὐκαιρία νά αὐτοκτονήσω, ἄν ἔβλεπα ὅτι δέν μπορῶ ν᾿ ἀντέξω. Ἀλλά τελικά σώθηκα κι ἔτσι ἔφτασα καί στά γεραματά μου.
* * *
Το πείραμα τοῦ Πιτέστι ἀπέτυχε, ἀλλά ἄν ἡ σύγχρονη ἀνθρωπότητα δέν καταλάβει ἔγκαιρα τί τήν περιμένει, θά γίνει ὅλος ὁ κόσμος ἕνα πιτεστικό διεθνές σκοτάδι.
Τό πείραμα τοῦ Πιτέστι τελείωσε μ᾿ ἕνα σκηνοθετημένο γιά κάποιους ἀποδιοπομπαίους δικαστήριο. Ὁ διοικητής τοῦ πειράματος, ὁ ἑβραῖος Zeller, αὐτοκτόνησε, δεχόμενος τήν μοναδική τιμωρία πού τοῦ ἄξιζε. Ἀλλά ἀκόμη δέν ἀποκαλύφθηκε ἡ ἰδεολογική, πολιτική καί ὀργανική ἀλήθεια «τῆς πιτεστικῆς ἀναμόρφωσης».
Τά θύματα τοῦ Πιτέστι χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες: μερικοί σκοτώθηκαν, ἄλλοι σακατέφθηκαν ψυχικά γιά ὅλη τήν ζωή τους κι ἄλλοι – οἱ περισσότεροι καί καλύτεροι –ἀνεκάλυψαν τούς οὐρανούς, ὅταν ἦταν στά βάθη τῆς κόλασης,. Ἀπό τότε, ἔγιναν εὐσυνείδητοι καί εὐλαβεῖς χριστιανοί.
«Ἡ ἀναμόρφωση» ἀπό τό Πιτέστι ἐδημιούργησε τέρατα καί ὄχι ἀνθρώπους. Δέν πίστευα οὔτε ἐγώ ὅτι εἶναι δυνατόν αὐτό πού εἶδα στό Πιτέστι. Τό διανοητικό σκοτάδι τῆς ἀνθρωπότητας μέ στενοχωρεῖ γιά τό μέλλον της, διότι ἄν δέν καταλάβει αὐτό πού τήν περιμένει, τότε δέν θά μπορέσει νά ἔχει μία ἅγια κρίση τῶν πραγμάτων.
Ἡ ἀνθρωπότητα βρίσκεται σέ ψέμμα. Τό ψέμμα καταστρέφει τήν ἀνθρωπότητα περισσότερο ἀπό τήν τρομοκρατία. Τήν διαφθείρει καί τήν ἀπαλλοτριώνει. Τό ψέμμα σέ συνδιασμό μέ τήν τρομοκρατία εἶναι ἡ πεμπτουσία τοῦ μοντέρνου σατανισμοῦ.
* * *
Ἡ ἱστορία δέν μπορεῖ νά θεωρεῖται ὅτι εἶναι ἕνα ἀράδιασμα ἰδεῶν, ἕνα ἀνεξάρτητο φαινόμενο. Τέτοια ἀντίληψη δέν εἶναι σύμφωνη μέ τήν πραγματικότητα. Οἱ ἰδέες φέρονται ἀπό τούς ἀνθρώπους καί οἱ ἄνθρωποι ἐμπνέονται ἀπό ἕνα πνεῦμα.
Ἡ σύγχρονη ἱστορία ἔφτασε λοιπόν στά χέρια ἑνός σατανικοῦ, ὑλιστικοῦ, ἀθεϊστικοῦ, ψεύτικου καί τυραννικοῦ πνεύματος, ἐπειδή ὡρισμένοι ἄνθρωποι προσκολλήυθηκαν σ᾿ αὐτό μέ σκοπό νά κυβερνοῦν τόν κόσμο.
Οἱ μοντέρνοἱ ἄνθρωποι ἔπεσαν στόν πειρασμό μέ τόν ὁποῖον πειράχθηκε ὁ Χριστός, οὕτως ὥστε ὁ σατανᾶς ἔφτασε νά γίνει ὁ θεός τους. Μερικοί ἀπ᾿ αὐτούς ἐδήλωσαν μόνοι τους ὅτι εἶναι ἀντίχριστοι οἱ ἴδιοι, ἐνῶ ἄλλοι ὀνομάζονται ἀκόμα χριστιανοί, παρόλο πού ὄντως εἶναι ψευδοπροφῆτες.
Ἡ ἀνθρωπότητα κατήντησε νά γίνει μανιακή λόγω τῆς τεχνικῆς προόδου σάν μεθόδου τῆς ἀνθρώπινης εὐτυχίας. Ὁ προοδευτισμός θέλει νά κυβερνᾶ τήν φύση καί νά τήν ἀλλάξει, ὅσο μπορεῖ, μέ τά μέσα τῆς τεχνικῆς.
Ἡ ἀνθρωπότητα ὑποτάσσεται ἀπό τήν τεχνολογία. Ἡ τεχνολογία προσφέρει μία ψεύτικη καί τυραννική πολιτικο-τεχνολογικοποιημένη παν-ἱκανότητα καί παντοδυναμία στόν κόσμο. Ἡ τεχνολογία ἄλλαξε ριζικά τόν τρόπο σκέψεως τῶν ἀνθρώπων, τίς ἐπιδιώξεις τους, τήν συμπεριφορά τους καί τήν δομή τῆς κοινωνίας, δίνοντάς τους τήν ψεύτικη αἴσθηση τῆς αἰώνιας εὐτυχίας ἐπί τῆς γῆς, ἀπομακρύνοντάς τους ἀπό τόν οὐρανό καί ἀδειάζοντάς τους ἀπό τό πνεῦμα.
Τά μέσα ἐπικοινωνίας, ἀνοικοδόμησης καί κατασκευῶν εἶναι καταπληκτικά, ἀλλά βρίσκονται στήν ὑπηρεσία τῆς ἀποσάθρωσης καί τῆς ἐκμηδένισης.
Ἡ ἐπιστήμη τῆς γενετικῆς μπορεῖ νά τροποποιήσει τά γένη καί ἄρα οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά γίνουν φαινόμενα ἐργαστηρίων, ἐξαφανίζοντας μ᾿ αὐτό τόν τρόπο τήν ἀνθρώπινη ἀξία τους σάν ἐλεύθερες συνειδήσεις.
Θά μπορεῖ νά προσδιορίζεται τεχνικά τό ὑποσυνείδητο. Τό θυμικό δοκιμάζεται καί προσδιορίζεται μέ τεχνικά μέσα καί δι᾿ αὐτοῦ οἱ ἄνθρωποι ἀνατρέπονται σάν ὑπεύθυνα καί ἀνεξάρτητα πρόσωπα.
Τά ἄτομα ἐξαπολύουν τίς ἐνέργειές τους καί μποροῦν νά μεταβληθοῦν σέ ὅπλα τῆς παγκόσμιας τυραννίας.
Τό σύμπαν ἐρευνᾶται καί ὑπάρχει ἐπιθυμία ἀνθρώπων νά γίνει ὁ ἐποικισμός ὅλου τοῦ ἡλιακοῦ συστήματος ἀπό τούς ἀνθρώπους, διά τεχνικῶν τους μέσων, θέλοντας νά μεταφέρουν μαζί τους ὅλα τά ἐλαττώματα ἑνός φρενοπαθῆ κόσμου.
Κάποτε ἕνας ἑβραῖος μέ ρώτησε γιατί ὁ Χριστός δέν μᾶς ἀπεκάλυψε ὅλα τά θαύματα τῆς τεχνολογίας. Αὐτός δέν εἶχε καταλάβει ὅτι ἡ ἴδια ἡ τεχνολογία δέν θά ἦταν δυνατή ἄν δέν εἶχε εὐλογηθῆ ἀπό τόν Χριστό. Ἀλλά ἡ τεχνολογία πού ἐξῆλθε ἔξω ἀπό τήν κανονική τάξη της ὄχι μόνο δέν εἶναι τεχνολογία καί χρήσιμη, ἀλλά καί καταστρεπτική.
Γι᾿αὐτό ὁ σύγχρονος πολιτισμός συνεπάγεται τούς ἑξῆς κινδύνους: τήν ἐξαφάνιση τῆς ζωῆς διά τῆς ἀτομικῆς στρατιωτικῆς διάσπασης ἤ διά τῆς εἰρηνικῆς ὁδοῦ, τήν ρύπανση καί τήν ἐξάντληση τῶν φυσικῶν ἐφοδίων. Ἐπίσης ἐξαφανίζεται ἡ ζωή διά τῆς μεγάλης ἐκμετάλλευσης τῆς γενετικῆς καί διά τῆς ἀλλοτρίωσης τῶν ἀνθρώπων. Ἐπιβάλλεται ἡ ἀπόλυτη τυραννία διά τοῦ μονοπωλίου τῆς σημερινῆς τεχνολογίας, ἡ μετατροπή τῆς κοινωνίας σέ φυλακή, ἀγρόκτημα ἤ ἐργοστάσιο, διά τῆς τεχνοκρατίας, ὁ ἔλεγχος τῆς συνείδησης διά τεχνικῶν μέσων, ἡ προσπάθεια γιά ἕναν τεχνικό τηλεκατευθυνόμενο κόσμο, ἡ κατάργηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἐλευθέρου, εὐσυνείδητου καί αὐτεξούσιου ὄντος. Προωθεῖται ἡ οἰκολογική ἀνισορροπία, ἡ ἐκδίκηση τῆς φύσεως ἐναντίον τῆς τεχνολογίας. Ἑτοιμάζεται ἕνας γενικός κατακλυσμός, διά τοῦ ὁποίου δικαιώνεται ἡ πτῶση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν θεϊκή χάρη καί ἡ ἐξαφάνιση τῆς ὑπερβατικῆς τελειότητας.
Τά πυρηνικά ὅπλα ἀποδεικνύουν τήν πραγματικότητα αὐτῆς τῆς προοπτικῆς. Τά ἀμυντικά διαστημικά ὅπλα ἀπειλοῦν μέ τήν παγκόσμια τυραννία. Ἄν ἀναπτυχτεῖ στόν ἴδιο ρυθμό σύντομα ἡ τεχνολογία θά θανατώσει τόν κόσμο κατά τρόπο εἰρηνικό. Ὁ κόσμος ἔχει ἤδη ἀλλοτριωθεῖ. Ἡ φύση ἐκδικεῖται.
Ὁ Θεός δέν χτυπάει μέ τό ρόπαλο, ἀλλά ἐμεῖς οἱ ἴδιοι γινόμαστε δυστυχισμένοι λόγῳ τῶν δικῶν μας ἀπερισκεψιῶν, σ᾿αὐτή τήν συγκεκριμένη περίπτωση τῆς τεχνοκρατίας. Ἡ τεχνοκρατία μπορεῖ νά εἶναι χρήσιμη μόνο ὑπό τοῦ φωτός καί τῆς προοπτικῆς τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας καί τελειότητας. Δέν ὑπάρχει σωτηρία ἐκτός Χριστοῦ.
Ἡ σύγχρονη ἱστορία ἔχει περισυλλέξει τίς ὑλιστικές ἰδέες καί δυνάμεις, καί ἀποκορυφώθηκε μέ τόν ἄθεο-ἐπανάστατικό ὑλισμό. Δέν δημιουργεῖται μόνο μία ἰδεολογία, ἀλλά καί τό ἐργαλεῖο ἐξουσίας, τό ὁποῖο τήν ἐφαρμόζει, Ἔτσι ἀποδεικνύεται ἡ ὕπαρξη μιᾶς ἐνσυνείδητης ἐνέργειας, ἡ ὁποία ἀποβλέπει στήν κυριαρχία τῆς ἀνθρωπότητας.
Οἱ ἑβραῖοι θέλουν νά κυριεύσουν ὅλον τόν κόσμο, οἱ προλετάριοι ἐπιθυμοῦν νά τόν μετατρέψουν σ᾿ ἕνα πολύ μεγάλο προλεταριάτο, οἱ καπιταλιστές θέλουν νά σκλαβώσουν τόν κόσμο. Ἐνώπιον ὅλων αὐτῶν τῶν τάσεων ἐκφύεται ἡ ἐλπίδα τῆς χριστιανικῆς ἀναγέννησης, ἡ ὁποία θά βάλει μία νέα ἀρχή στήν ἱστορία καί θά ἐκχριστιανοποιήσει τόν κόσμο, τόν ὁποῖον θά συνδέσει σέ κοινωνία μέ τόν Θεό. Γι᾿ αὐτό ἐνσαρκώθηκε ὁ Χριστός, γι᾿ αὐτό μᾶς ἔδωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα καί γι᾿ αὐτό θά ἔρθει γιά δεύτερη φορά. Ὁ θρίαμβος τοῦ Ἀρνιοῦ κατά τοῦ ἀποκαλυπτικοῦ θηρίου θά ἔρθει διά τοῦ χριστιανικοῦ στρατεύματος.
* * *
Κάποτε ἔκανα τόν γῦρο αὐτοῦ τοῦ ὁρίζοντα μαζί μέ τούς φίλους μου, τώρα τόν κάνω συνοδευμένος ἀπό τίς προσευχές τους. Ἡ φυλακή ἔμεινε πίσω μου. Ἡ σκέψη μου ἀγκυροβολεῖται στό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας.
Ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἱεραποστολῆς. Κι ἐμεῖς κάνουμε ἱεραποστολή. Αὐτή ἡ πρόσκληση ἀποκρυσταλλώθηκε στόν γολγοθᾶ τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος. Ἡ Χριστιανωσύνη ἔδωσε ἁγίους καί μάρτυρες. Μαζί μ᾿ αὐτούς ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἔδωσε δεκάδες ἑκατομμύρια θύματα. Αὐτό εἶναι τό τραγικό ὁλοκαύτωμα αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος καί δυστυχῶς δέν εἶναι γνωστό. Δέν ἀναγνωρίζεται καί δέν ἐκτιμᾶται.
* * *
Τώρα εἶμαι πάρα πολύ ἄρρωστος καί ὑπάρχουν ἐνδείξεις ὅτι δέν θά ζήσω πολύ ἀκόμα. Ἤθελα νά πάω στήν Δύση, ἀλλά οὔτε ἐκεῖνοι δέν μέ ἤθελαν, οὔτε αὐτοί ἀπ᾿ ἐδῶ δέν μοῦ τό ἐπέτρεψαν.
Ὁ καιρός βρίσκεται πολύ κοντά στό χάραγμα τοῦ ἀντίχριστου. Μοῦ ἔμεινε ἡ ὑποχρέωση μιᾶς ὁμολογίας γιά διαθήκη μου. Γι᾿ αὐτό σοῦ γράφω, γέροντά μου.
Μπροστά σ᾿ αὐτή τήν θέα τῆς σύγχρονης ἱστορίας καί μετά ἀπό προσωπική μου ἐμπειρία ἔχω κάτι καινούργιο ν᾿ ἀνακοινώσω στόν κόσμο, καθώς καί σένα, Γέροντα μου ἤ σέ σένα Χριστιανέ μου ἤ ἄνθρωπέ, ὁποιοσδήποτε εἶσαι ἐσύ καί ἀπό ὁπουδήποτε εἶσαι. Τό πρόβλημα μου εἶναι τό πρόβλημα τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῆς ἀνθρωπότητας.
Ἐνώπιον ὅλων αὐτῶν πού ἦταν κι αὐτῶν πού εἶναι καί μπροστά σέ ὅλα ὅσα ἀκολουθήσουν ἀναρωτιέμαι μέ ὅλη τήν σοβαρότητα: ποιά εἶναι ἡ αὐθεντική χριστιανική στάση; Τί θά ἔκανε ὁ Χριστός στήν θέση μας; Ἄραγε ἐμεῖς ἐνεργοῦμε καλά; Ἐξεπληρώσαμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σ᾿ αὐτόν τόν αἰῶνα;
Ἰδού οἱ συνταρακτικές ἐρωτήσεις. Γιά ν᾿ ἀπαντήσουμε σ᾿ αὐτές πρέπει νά ξέρουμε πολύ καλά τί εἶναι ὁ Χριστός καί τί εἶναι ἡ ἀνθρωπότητα. Δέν ἠμποροῦμε νά συνδέσουμε σωστά το λυτρωτικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ μέ τήν σωτηρία τοῦ κόσμου ἄν δέν γνωρίσουμε σωστά τήν σχέση μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἱστορίας.
Θά προσπαθήσω νά κάνω τώρα ἕνα πορτραῖτο τοῦ Χριστοῦ, προερχόμενο ἀπό τήν Καινή Διαθήκη καί ἐμπνευσμένο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἔτσι ὅπως ἐργάσθηκε στήν ἱστορία καί ἐνεργεῖ μέχρι τήν συντέλεια τῶν αἰώνων.
Ξεκινάω ἀπό τήν γνωστή θεολογική διατύπωση ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος κι ἐρευνῶ τήν ἀνθρώπινη πλευρά, διότι τήν θεϊκή τήν θεωρώ τελειωμένη.
Περί τοῦ Ἰησοῦ ὡς ἀνθρώπου ἔχω νά πῶ νέα πράγματα, ὄχι ἀποκαλυμμένα σέ μένα, ἀλλά ξεχασμένα ἀπό τούς ἀνθρώπους. Οἱ ἄνθρωποι περιώρισαν τόν Χριστό μόνο σέ ὡρισμένες ἰδιότητες· οἱ θεολόγοι ἀσχολοῦνται μόνο σέ δόγματα καί σέ μεταφυσική, οἱ μυστικοί μεθοδεύονται σέ πνευματικές ἐμπειρίες θεοποίησης, οἱ ἠθικολόγοι ἔκαναν τήν ἠθική τό κέντρο τῶν ἀπασχολήσεών τους, οἱ φιλόσοφοι, οἱ κοινωνιολόγοι, οἱ καλλιτέχνες, οἱ μουσικοί, οἱ πολιτικοί, ἀκόμα καί οἱ οἰκονομολόγοι ἀνεκάλυψαν στόν Ἰησοῦ τήν πλευρά ἡ ὁποία ἀνταποκρινόταν μέ τούς προβλεπόμενους σκοπούς τους.
Διαφορετικά ἀπ᾿ ὅλους αὐτούς, ἐγώ ἀναζητῶ τόν Χριστιανισμό. Ἀναζητῶ ἕναν ἀκέραιο Χριστό. Ὁ κόσμος χρειάζεται ἕνα παγκοσμίως ἔγκυρο Ἀρχέτυπο, τό ὁποῖο νά εἶναι ζωντανό καί αὐταπόδεικτο γιά ὅλες τίς κατηγορίες τῶν ἀνθρώπων καί ἰδιαιτέρως γιά τά ἐκλεκτά καί ἐφοδιασμένα μέ δημιουργική δύναμη πνεύματα.
Ἄρα κι ὁ θεολόγος, καί ὁ λαϊκός, καί ὁ καλλιτέχνης καί ὁ ἐπιστήμονας καί ὁ πολιτικός καί ὁ οἰκονομολόγος πρέπει νά ἔχουν τήν αὐθεντική εἰκόνα ἐκείνου τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ὁ ἐνσαρκωμένος Λόγος στήν ἱστορία, ἔστω κι ἄν ὁ καθένας ἀπ᾿ αὐτούς, ἀντίστοιχα μέ τό χάρισμα πού ἔχει, ἐμβαθύνει καί ἀφιερώνεται σέ μιά ὡρισμένη προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστός, σάν Δημιουργός τῶν πάντων, εἶναι καί ὁ Σωτήρας τῶν πάντων. Ἄρα Αὐτός εἶναι παρών καί ἐνεργός στά πάντα. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Κυρίαρχος τῆς ζωῆς, χωρίς νά ταυτίζεται μέ τήν ζωή, ἀλλά τῆς δίνει νόημα. Εἶναι ὁ Ἄρχων τοῦ Σύμπαντος, χωρίς νά ταυτιστεῖ μέ τό Σύμπαν, ἀλλά τοῦ δίνει νόημα. Αὐτός εἶναι ὁ Κύριος τῶν ἀνθρώπων, χωρίς νά περιοριστεῖ μόνο σάν ἄνθρωπος, ἀλλά νά σώζει τούς ἀνθρώπους σάν Θεός.
Ὁ Χριστός εἶναι μέσα στήν ἐσωτερικότητα τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί στήν πρός τίς ἔξω ἐνέργειές τους. Εἶναι ἐξ ἴσου στόν οὐρανό καί στήν γῆ, στόν ἄνθρωπο καί στόν ὑπερβατικό κόσμο. Μόνο ἡ παρουσία Του μᾶς βοηθεῖ νά μή αἰσθανόμαστε μόνοι καί μᾶς προσδιορίζει τήν ἔννοια τί σημαίνει νά εἴμαστε ἄνθρωποι. Ὁ Ἰησοῦς ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους μέχρι τήν πνευματική τελειοποίηση. Ὁ ἄνθρωπος χωρίς τόν Θεό εἶναι χάος, μηδέν καί ἀλλοτριωμένος.
Ὁ Ἰησοῦς ἦλθε στόν κόσμο σάν ἀπεσταλμένος τοῦ Πατρός, σάν Μεσσίας καί σάν Χριστός. Αὐτός ἀποκάλυψε στούς ἀνθρώπους ἕναν νέο κόσμο, γι᾿ αὐτό μᾶς ἔδωσε καί μία διδασκαλία καί τό Ἅγιο Πνεῦμα γιά νά μπορέσουμε νά τήν ἐφαρμόσουμε. Ὁ νέος κόσμος εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ Βασιλεία εἶναι ἕνα ἀκέραιο ἔργο, ἐπειδή ἔχει τρία μέρη, ὅπου οἰκοδομεῖται ταυτοχρόνως καί ἀλληλεγγύως: στίς καρδιές, στόν κόσμο καί στούς οὐρανούς. Ἡ ἀνθρώπινη ζωή καί φύση πρέπει νά ἀνακαινιστοῦν ἐν Χριστῶ.
Μερικοί θεωροῦν τόν Χριστό μόνο Θεό, ἐνῶ ἄλλοι μόνο ἄνθρωπο, ἀλλά Αὐτός εἶναι ἐξίσου Θεός καί ἄνθρωπος. Αὐτός εἶναι ὁ Φωτιστής, ὁ Ποιμένας, ὁ Σωτήρας καί ὁ Κυβερνήτης τοῦ κόσμου, διότι Αὐτός εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός.
Αὐτός ἐμφανίστηκε στόν κόσμο μέ θαυμαστό τρόπο κι ἔκανε θαύματα, ἀλλά συμπεριφερόταν καί ζοῦσε ὅμοια μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτός πῆγε καί στήν ἔρημο καί σέ συνεστιάσεις, ἐνήστεψε, ἀλλά καί ἔφαγε καί ἤπιε, προσευχήθηκε ἀλλά καί ἐργάσθηκε, ἔκανε θαύατα, ἀλλά καί ὑπέφερε σάν ἄνθρωπος, ἀνέβηκε ἐπάνω στό Θαβώρ, ἀλλά καί πῆρε καί τό φραγγέλιο στό χέρι, συγχώρεσε, ἀλλά καί προανήγγειλε τήν ἀδέκαστη Κρίση, ἦταν ἀναμάρτητος, ἀλλά καί ἡ ἐνσαρκωμένη Σοφία, μπῆκε στά Ἱεροσόλυμα σάν Βασιλεύς ἀλλά καί σταυρώθηκε στήν ἴδια ἁγία Πόλι. Αὐτός βάσταξε ἐπάνω στό Σταυρό Του ὅλα τά προβλήματα τῆς ἀνθρωπότητας, διότι Αὐτός, ὄντας ὁ Δημιουργός τοῦ ἀνθρώπου, ἔλυσε θετικά ὅλα τά ἀνθρώπινα προβλήματα.
Εὑρισκόμενος ἐνώπιον τοῦ Ἰησοῦ, νοιώθω πώς λειώνω γι᾿ Αὐτόν καί ἀπ᾿ Αὐτόν ὁδηγοῦμαι πρός τήν εὔθραυστη φύση μου μέ μυστικό τρόπο. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι τό σημεῖο ἀπό τό ὁποῖο ξεκινᾶνε τά πάντα καί στό ὁποῖο συνάζονται τά πάντα, ἔτσι ὥστε ξέρω καλά ὅτι μόνο δι᾿ Αὐτοῦ ὑπάρχω, καί μέ ὅλο τόν κόσμο.
Αὐτός εἶναι τολμηρός, ἀλλά καί προσεκτικός, ξέροντας πώς νά συνεργήσει μέ τούς ἀνθρώπους. Ἡ σοφία Του, ἡ διανόηση Του, ἡ ἱκανότητά Του ἀποδείχθηκαν ἀνώτερες ἀπ᾿ ὅλους αὐτούς πού Τόν ἀντίκρυσαν, εἴτε ἦταν ὁ σατανᾶς, εἴτε οἱ Φαρισαίοι, ἤ οἱ Γραμματείς, ὁ λαός, ὁ Ἰούδας, ὁ Καϊάφας, ὁ Ἡρώδης ἤ ὁ Πιλᾶτος. Ὅλους τούς ἐνίκησε. Ποτέ δέν νικήθηκε στόν λόγο ἀπό τούς ἀνθρώπους.
Ἡ ἀλήθεια ἦταν ὄχι μόνον κατηγορηματική ἀπ᾿ Αὐτόν, ἀλλά οὐδέποτε διαψεύθηκε. Ἡ ἀλήθειά Του δέν δεσμεύει ἀναγκαστικά, ἀλλά ἀποδεικνύεται λογικά. Τό ἀνώτατο ἐπιχείρημα μέ τό ὁποῖο δικαιολογεῖ τήν ἀλήθεια Του εἶναι ἡ ἀγνεία Του καί στήν συνέχεια ἡ θυσία Του γιά τήν ἀλήθεια. Ὁ Ἴδιος καλεῖ μέ ἀγάπη τούς ἀνθρώπους στήν ἀλήθεια, τήν παρουσιάζει μέ τόν σοφό λόγο Του, μέ τά θαύματα, μέ τίς ἀρετές καί μέ τήν θυσία Του, καί πάει τόσο μακριά ὥστε συγχωρεῖ κι ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι δέν ἦταν ἱκανοί ν᾿ ἀναγνωρίσουν τήν διδασκόμενη ἀλήθεια στήν δική τους πόλη.
Ἀλλά, ἐπειδή εἶναι καί Θεός, θέτει κι ἕνα τέλος τῆς θείας ὑπομονῆς Του, τήν ἡμέρα τῆς ἐσχάτης Κρίσεως, ὅταν οἱ κακόπιστοι, αὐτοί πού ἀρνοῦνται καί περιγελοῦν τήν αὐταπόδεικτη ἀλήθεια, οἱ ὁποῖοι οὔτε σώζονται, οὔτε τούς ἄλλους ἀφήνουν νά σωθοῦν, θά πάρουν τήν πρέπουσα τιμωρία στό ἐξώτερο καί αἰώνιο σκοτάδι.
Οἱ εὐθύνες τῆς ἀνθρωπότητας εἶναι συλλογικές. Ἡ σωτηρία εἶναι ἕνα γενικό ἀνθρώπινο φαινόμενο, ἀλλά οἱ εὐθῦνες τῶν ἡγετικῶν ἀριστοκρατιῶν εἶναι πολύ μεγάλες. Γι᾿ αὐτό δέν ὑπάρχει μία ἀκριβῶς προσωπική εὐθύνη, ἀλλ᾿ οὔτε καί μία ἀποκλειστικά ὁμαδική.
Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔχει αὐξημένες εὐθύνες πρός τήν ἀνθρωπότητα, θά τοῦ ζητηθοῦν περισσότερα τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Εἶναι σημαντική ἡ εὐθύνη τοῦ ἡγέτη ὁ ὁποῖος προσανατολίζει ἕνα λαό, τοῦ προσφέρει μία κατάλληλη ἐκπαίδευση καί διδασκαλία, τόν καλεῖ σέ συγκεκριμένες ἐθνικές μάχες, τοῦ δίνει ὡρισμένους νόμους καί κατεστημένα, τοῦ δίνει μία σωστή ἤ ἄδικη δικαιοσύνη, τοῦ προστατεύει τήν ψυχική καί σωματική ὑγεία, δημιουργεῖ μία σωστή ἤ αὐθαίρετη κοινωνία, σέβεται τήν ἐλευθερία καί τήν ἀξιοπρέπεια τῶν ἀνθρώπων ἤ ἀκόμα καί τούς τυραννάει, προτρέπει στίς μεγάλες ἀξίες ἤ καταφεύγει σέ ὅ,τι εἶναι ἀρνητικό στόν κόσμο καί, τελικά, κυβερνᾶ τόν κόσμο πρός τήν σωτηρία του ἤ πρός τόν μηδέν.
Ὁποιοσδήποτε πολιτικός, ἱερέας, φιλόσοφος, καλλιτέχνης, οἰκονομολόγος, ἐπιστήμονας, παιδαγωγός πρέπει ν᾿ ἀναρωτηθεῖ συγκλονισμένος σέ ποιό πνεῦμα ὁ ἴδιος βρίσκεται, τί πνεῦμα ἐκφράζει, τί ἔργο ἐπιτελεῖ: σωτηριῶδες ἤ καταστρεπτικό;
Ὁ Ἰησοῦς ἐδίδαξε ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ἡ εἰκόνα τοῦ Πατρός. Ὁ χριστιανός πρέπει νά εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ κι αὐτό πρέπει νά γίνει τώρα, ἀμέσως, συγκεκριμένα, ἄμεσα, μέ τήν ψυχή καί μέ τό σῶμα καί μέ ἀπόλυτη ὑπευθυνότητα. Γι᾿ αὐτό πρέπει ὁ χριστιανός ἄνθρωπος νά συνειδητοποιήσει σαφῶς τό νόημα κάθε στιγμῆς τῆς πνευματικῆς καί ὑλικῆς του ζωῆς. Διότι σωζόμαστε καί μέ τήν ψυχή, καί μέ τό σῶμα. Ἡ σωτηρία ἐργάζεται μέσα μας κάθε στιγμή. Ἔτσι μπαίνουμε στήν αἰωνιότητα, σέ κάθε στιγμή. Ἔτσι μπαίνουμε στήν παγκοσμιότητα, σέ κάθε τόπο, ὅπου καί νά ζεῖ ὁ ἄνθρωπος.
Ὄντας ὁ ἄνθρωπος ἐνωμένος μέ τόν Χριστό, γίνεται ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ, γίνεται νέος Ἰσραήλ. Τό μεσσιανικό ἔργο καί τό ἔργο τῆς σωτηρίας πιέζει τούς ὤμους τοῦ Ἰσραήλ. Ἀπό τόν καλεσμένο πρός τήν οὐράνια Βασιλεία λαό, ὁ Ἰησοῦς ἐδιάλεξε δώδεκα ἀποστόλους καί τούς ἐπλήρωσε μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί μέ ὑπευθυνότητα. Λοιπόν, ἐμεῖς φτάνουμε στήν συνείδηση τῆς ἀποστολῆς μας, πρᾶγμα τό ὁποῖο σημαίνει ἱερό φορτίο, ἀλλά καί ἔργο ἁγιασμοῦ τοῦ κόσμου. Στό κέντρο τῆς Χριστιανωσύνης βρίσκεται ὁ νέος Ἰσραήλ, τό ἱεραποστολικό-μεσσιανικό στοιχεῖο–ἡ ἐργαζόμενη ἐκλεκτή κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,- μέ ἀπόλυτες εὐθῦνες γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.
* * *
Λέγοντας ὅλα αὐτά, ἐπανέρχομαι τώρα στήν ἀρχή τῆς ἐπιστολῆς μου. Βάζω ἀντιμέτωπα τό ἐσωτερικό ἔργο τῆς καθάρσεως ἀπό τά πάθη, στό ὁποῖο ἀφιερώθηκα ἐδῶ καί 25 χρόνια, μέ τήν παροῦσα κατάσταση τῆς ἀνθρωπότητας, τήν ὁποία παρατηρῶ ἐδῶ στήν φυλακή ἄλλα 25 χρόνια. Τό συμπέρασμά μου εἶναι ὅτι ἡ πνευματικότητα τήν ὁποία ἐξάσκησα μ᾿ ἀπέσπασε ἀπό τήν πραγματικότητα αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος, ἀλλά ταυτόχρονα κι ἀπό τήν ἱκανότητα ν᾿ ἀντικρύσω τήν τωρινή κατάσταση, ν᾿ ἀναλογιστῶ καί νά δῶ τό πεπρωμένο πού τό ὀφείλω ἀκριβῶς σ᾿ ἐκείνη τήν πνευματικότητα. Δέν δικαιολογῶ πλήρως τήν πρώτη πνευματικότητα, ἀλλ᾿ οὔτε τήν ἀπαλλάσσω ἀπό τήν ἀπαραίτητη κριτική. Ἡ κριτική μου κατευθύνεται κατά τῆς σύγχρονης χριστιανικῆς πνευματικότητας, οἱ ὁποία ὑποσχέθηκε ν᾿ ἀρέσει στόν Θεό, ἀλλά ἔμπρακτα ἀρέσει στούς ἀνθρώπους.
Κατ᾿ἀρχήν ἡ σύγχρονη χριστιανική πνευματικότητα εἶναι πολύ ὑποβαθμισμένη. Ἡ διδασκαλία της ἀραίωσε ἀπό τήν ζωή κι ἀπό τόν κόσμο, καί ἀσχολεῖται πιό πολύ μέ ἀφηρημένα πράγματα καί περισσότερο μέ ἠθικές πλευρές, ἀλλά θέλει ν᾿ ἀγνοεῖ τό κοινωνικό καί ἱστορικό γίγνεσθαι. Ἡ κοινωνική λειτουργία ἐγκαταλείφθηκε στήν θέληση τῶν γεγονότων καί στήν ἡγεσία πού θέλει νά κυβερνᾶ τόν κόσμο. Σ᾿ αὐτές τίς συνθῆκες οἱ ἄνθρωποι αἰσθάνθηκαν ἐγκαταλελειμμένοι ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ὁ Θεός φαινόταν γι᾿ αὐτούς ὅλο καί πιό ἀπομακρυσμένος. Ἡ ψυχική παρηγοριά καί τά ἠθικά παραγγέλματα δέν ἐγέμισαν τό πελώριο κενό πού δημιουργήθηκε στίς ψυχές καί στήν κοινωνία. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ παρέμεινε στήν καρδιά καί στήν ἐσχατολογική προοπτική, ἀλλ᾿ ἔχασε τήν ἱστορική ἀποστολή της. Ἡ χριστιανική διδασκαλία πρέπει νά περικλείει ὅλη τήν ἀνθρώπινη ζωή καί ὕπαρξη, διότι τό πᾶν δημιουργήθηκε ἀπό τόν Χριστό καί τό πᾶν σώζεται διά Χριστοῦ. Δέν θά μπορέσει μία θρησκόληπτη καί πολύ στενή πίστη νά θριαμβεύσει στά μάτια τῶν ἀνθρώπων ἀλλά μία φωτισμένη καί σύγχρονη θ᾿ ἀναγνωριστεῖ ὡς κηδεμονική τους αὐθεντία. Ἄρα λοιπόν, εἶναι ἀναγκαία μία ἑνιαία, ἀλληλέγγυα καί ἀκέραιη ἀντίληψη περί τοῦ κόσμου, τῆς ζωῆς καί τῆς φύσεως. Ἑπομένως, μορφώνοντας μία χριστιανική ψυχή, δέν ἀρκεῖ νά τῆς δώσεις ἀρετές καί Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά προοπτική, ὁρίζοντα καί νόημα.
Δεύτερον, στόν Χριστιανισμό ἔχει φωλιάσει ἡ τυπολατρία. Ἡ αὐστηρή ἀπάντηση τοῦ Σωτήρα κατά τῆς ἰουδαϊκῆς σκληροκαρδίας, ὅσον ἀφορᾶ τήν τυπολατρεία, πρέπει νά δοθεῖ τώρα καί στό τυπολατρικό Χριστιανισμό. Ἔχουμε περιοριστεῖ σέ δόγματα, ἰδέες, τυπικά, τελετουργίες καί θεσμούς. Ὅμως ἡ βίωση τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωῆς δέν πρέπει νά παραμένει περιορισμένη σέ ὡρισμένα παραδοσιακά πρότυπα. Δέν μπορεῖ νά δεχτεῖ οὔτε τήν ἀναρχία τῶν προτύπων, οὔτε καί τό κλείσιμο σέ πρότυπα.
Τρίτον, ὁ Σωτήραςμας διέκοψε κάθε σχέση μέ τίς ἰουδαϊκές τυπολατρεῖες καί ἀνήγγειλλε ἕναν νέο κόσμο, ἀλλά μετά ἀπό δύο χιλιάδες χρόνια, ἡ Χριστιανωσύνη φαίνεται νά εἶναι συμβατική. Οἱ συμβάσεις καί τυπικότητες εἶναι ἕνα λεπτό στίγμα, τό ὁποῖο εἰσδύει στήν χριστιανική συμπεριφορά γιά νά προσαρμοστεῖ μέ τίς συγκυρίες. Αὐτές εἶναι ἀνειλικρινεῖς ἀπέναντι στήν χριστιανική ἀλήθεια, εἴτε ἀπό ἄγνοια, εἴτε ἀπό ὑποκρισία καί λιποψυχία. Οἱ τυπικότητες καί «οἰκονομίες» εἶναι μία ὑποχώρηση τῆς χριστιανικῆς αὐθεντικότητας μπροστά στίς ἀντιχριστιανικές συμβάσεις. Ἡ συμβατικότητα ἐκοσμικεύει τόν Χριστιανισμό, τόν κάνει καιροσκόπο, ἀμφίβολο καί ὑποκριτικό. Ἡ συμβατικότητα παραιτεῖται ἀπό τόν σωτηριώδη ἀγώνα καί ζεῖ μέ μεγάλη ρυπαρότητα. Διά τῆς συμβατικότητας ἡ Χάρη οἰκονομεῖται, χωρίς διάκριση καί ἀκάλυπτη μπροστά στό χρυσό τῆς πίστεως, καί μᾶς κάνει ἀνέντιμους ἐμπόρους της. Εἶναι ἀναγκαία μία χωρίς παρεκτροπή διαφύλαξη τῆς γνησιότητας τῆς χριστιανικῆς πίστεως γιά νά μήν εἴμαστε ἀνάξιοι οἰκονόμοι τῆς θεϊκῆς Χάρης καί νά μήν ἐκθέσουμε τόν Χριστιανισμό ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι πιό λειτουργική μία διωγμένη, ἀλλά ἀγνή Ἐκκλησία παρά μία λαμπρή, ἀλλά συμβατική καί δούλη τῆς τυπολατρείας. Αὐτή ἡ θέση εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Παύλου. Αὐτή συνήρμοσε μέ ἐξαιρετικό τρόπο τήν γνησιότητα τῆς ἀλήθειας μέ τήν σοφία τῶν μεθόδων τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, ἐνῶ ἡ ἐφαρμοσμένη κάποτε ἀπό τήν Χριστιανωσύνη συμβατικότητα, εἶναι ὕποπτη ἠθικά καί ἀνυπόληπτη κοινωνικά.
Τέταρτον, στήν σύγχρονη χριστιανική πνευματικότητα δεσπόζει ἡ οὐδετερότητα, ἕνα μασκαρεμένο στίγμα μέ τήν μορφή σοφίας, τό ὁποῖο οὐσιαστικά εἶναι ἕνα κακό, πού καταστρέφει τίς δυναμικές, ἀπτόητες, ἡρωϊκές καί μαρτυρικές ἱκανότητες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἡ οὐδετερότητα ἐνώπιον τῆς φύσεως ἐγκαταλείπει τόν κόσμο στήν ἀρχέγονη μορφή του. Ἡ οὐδετερότητα σχετικά μέ τήν ζωή ἀφήνει τόν κόσμο στήν ἁμαρτία καί ἐνώπιον τοῦ σατανᾶ βυθίζει τόν κόσμο στήν ἠθική ἀδιαφορία. Ἡ οὐδετερότητα διά τῆς ὕλης ὁδηγεῖ τόν κόσμο σέ ἀθλιότητα. Ἡ κοινωνική οὐδετερότητα ἀφήνει τόν κόσμο μέσα στήν σκλαβιά. Ἡ πολιτική οὐδετερότητα προσφέρει τήν δύναμη στίς ἀντίχριστες δυνάμεις. Ἡ διανοητική οὐδετερότητα καταλήγει σέ ἠλιθιότητα. Ἡ πολιτιστική οὐδετερότητα εἶναι ψυχικός τάφος. Ἡ οὐδετερότητα γιά τόν κόσμο εἶναι ἡ ἀνικανότητα ἀλλαγῆς τοῦ κόσμου. Ἡ οὐδετερότητα γιά τήν ἱστορία εἶναι κατά τό δοκοῦν. Νά κάνεις ὅ,τι σοῦ ἀρέσει. Ἡ οὐδετερότητα εἶναι πνευματικός θάνατος.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀνώτατης δύναμης, ἡ ὁποία μπῆκε στόν κόσμο γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἡ οὐδετερότητα τῶν χριστιανῶν εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ Χριστοῦ καί ἔμμεσα τοῦ κόσμου. Ἄν σήμερα ὁ Χριστιανισμός εἶναι οὐδέτερος ἀντί νά εἶναι ἡρωϊκός, τό Ἅγιο Πνεῦμα θά τόν νεκραναστήσει στήν Χριστιανωσύνη, γιά ὄφελος ὅλου τοῦ κόσμου καί γιά ὅλες τίς ἐποχές. Χρειάσθηκαν οἱ σκληρές ἐμπειρίες τοῦ συγχρόνου ἀθεϊσμοῦ γιά νά ξυπνήσουμε ξανά γιά τό ἱερό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο επαναφέρει τόν κόσμο στήν κανονική του πορεία. Οἱ θλίψεις τῆς σύγχρονης ἐποχῆς εἶναι μία μέθοδος νεκρανάστασης τῆς χριστιανικῆς συνειδήσεως.
Πέμπτον, ὁ Χριστιανισμός εἶναι μία ἀνοιχτή ἱστορία, μέ τήν προοπτική τῆς μετά θάνατον αἰώνιας ζωῆς, ἀλλά δι᾿αὐτοῦ τοῦ ἐσχατολογικοῦ χαρακτήρα αὐτός δέν πρέπει νά ἐγκαταλείψει τήν ἱστορία μέ ὅλα τά προβλήματα της, ἀλλ᾿ ἀντίθετα νά τήν προσελκύσει πρός τό ἱερό ἐπίπεδο. Στό Βυζάντιο ὁ πατριάρχης ἦταν συνήθως ὁ πρῶτος συμβουλάτορας τοῦ αὐτοκράτορα, ἀλλά σύντομα ἡ ἱερατική δύναμη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ποθοῦσε νά εἶναι αὐθεντικά χριστιανική, ἔφτασε σύντομα σε σύγκρουση μέ τήν πολιτική ἐξουσία τοῦ κράτους, τό ὁποῖο ζοῦσε σέ ἀθλιότητα. Τότε τό κράτος ἀνέλαβε τίς ἱστορικές του εὐθῦνες καί περιόρισε τόν Κλῆρο στήν ἐσχατολογική του προοπτική.
Ἡ Χριστιανωσύνη, μή μπορώντας ν᾿ ἀλλάξει τό κράτος, ἐπέτυχε νά δημιουργήσει, διά τῶν μέσων τῆς πίστεως, κοινωνίες μέ ἠθικά πρότυπα, ὅπως ἦταν τά μοναστήρια, οἱ ἀδελφότητες, τά ἔργα ἀγάπης, οἱ ἐκπαιδευτικοί θεσμοί. Αὐτά παρεῖχαν δύναμη στήν Ἐκκλησία στόν ἀγῶνα της μέ τά ἐνάντια τοῦ Θεοῦ κράτη. Γι᾿ αὐτό οἱ ἐχθροί τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἐπῆραν ὅλες τίς μοναστηριακές περιουσίες, κατήργησαν τίς ἀδελφότητες καί τά σωματεῖα καί περιώρισαν τό φιλανθρωπικό καί μορφωτικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιφέροντας μία ἀπόλυτη ἐγκοσμίκευση τοῦ κράτους.
Στήν σύγχρονη ἐποχή τό κράτος παραβλέπει τήν Ἐκκλησία, τήν ἐξευτελίζει, τήν ταπεινώνει, τήν ὑποτάσσει καί θέλει νά τήν καταστρέψει. Στήν σύγχρονη ἐποχή ἡ πίστη περιορίζεται ἀποκλειστικά στήν ἐσχατολογική της προοπτική, καί ἀσχολεῖται μόνο γιά τήν ἀθανασίας τῆς ψυχῆς, χωρίς κοινωνικά- καί ἱστορικά δικαιώματα. Μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο ἡ Ἐκκλησία φαίνεται σάν νά εἶναι ἡττημένη καί παραπεταμένη στήν ἔκρη τῆς ζωῆς καί τῆς ἱστορίας. Ὅπως, ἀποδεικνύουν τά πράγματα, δέν θά παραμείνουν ἔτσι. Ἡ πορεία τῆς ἀνθρώπινης-ὑλιστικῆς κοινωνίας ἔφτασε σέ ἄβυσσο καί στόν θάνατο. Ἡ ἀνθρωπότητα ἀνακαλύπτει ξανά τήν ἱστορική προοπτική τῆς χριστιανικῆς πνευματικότητας.
Ἕκτον, ὁ Χριστιανισμός ἱδρύθηκε ἀπό τόν Χριστό σάν μία κοινωνική ἀντίληψη, ἀλλά στόν αἰῶνα μας παρατηροῦμε δύο φαινόμενα: ἕνα κολεκτιβιστικό-ὑλιστικό μαζικό φαινόμενο, πού θεωρεῖ ὅτι μπορεῖ νά προσδιορίσει ἐπιστημονικά τήν συνείδηση τοῦ κόσμου κι ἕνα πνευματικό ἀτομικιστικό φαινόμενο, τό ὁποῖο μολονότι ἀγγίζει σέ μεγάλα πνευματικά βάθη, στερεῖται ἀπό τήν δύναμη καί τό κοινωνικό κατεστημένο στό ὁποῖο θά μπορέσει ν᾿ ἀναπτυχθεῖ ἐλεύθερα.
Τό ὑλιστικό φαινόμενο ἐξουσιάζει πολιτικά τόν σύγχρονο κόσμο, οὕτως ὥστε ἡ χριστιανική πνευματικότητα ἀναπτύσσεται σέ μέγιστες τάσεις οἱ ὁποῖες ἐξωθοῦνται μέχρι τό μαρτύριο. Ἡ προβολή τῆς χριστιανικῆς ταυτότητας εἶναι σήμερα μία πράξη ἡρωισμοῦ τῆς σκέψεως, τοῦ λόγου καί τῆς ζωῆς. Ὅποιος δέν εἶναι ἕτοιμος γιά τήν μέγιστη αὐτή θυσία, δέν μπορεῖ νά παραμένει πιστός σ᾿ αὐτό τὀν αἰῶνα. Ἀφ᾿ ἑτέρου, ἡ χριστιανική πνευματικότητα προσηλώνεται τόσο ἔντονα στόν ἄνθρωπο, ὥστε χάνει ἐξωτερικά τήν κοινωνική της δραστηριότητα. Ἀλλά ὁ κόσμος δέν μπορεῖ νά σωθεῖ διά τῶν ἄκρων. Ἡ ἀτομική πνευματικότητα εἶναι κομμάτι τῆς κοινοτικῆς πνευματικότητας διότι, ἄν οἱ ἄνθρωποι δέν εἶναι σέ κοινωνία μεταξύ τους, δέν εἶναι οὔτε ἄξιοι νά ἔχουν μέσα τους τόν Χριστό, δέν ἀγαπιοῦνται μεταξύ τους καί κάνουν ἀμφίβολη τήν σωτηρία τους.
Ἀκόμα κι ἕνας πού βιώνει τήν πνευματικότητα στήν πιό αὐστηρή μορφή της, δέν πρέπει νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν παγκόσμια κοινωνία τῆς Χριστιανωσύνης. Σέ κάθε ἄτομο πρέπει νά προσηλώνεται ὅλος ὁ κόσμος καί ἡ κοινωνική δραστηριότητα θά πρέπει πρῶτα νά ἔχει στόχο τήν οὐράνια Ἱερουσαλήμ, στήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος ἀνεβαίνει βιάζοντας τόν ἑαυτό του. Αὐτή τήν θαυμάσια ἁρμονία τοῦ κόσμου μᾶς τήν δείχνει ἡ φύση, ἀλλά ἰδιαιτέρως μᾶς τήν ἀποκαλύπτει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Εὑρισκόμενοι ἐξ ὁλοκλήρου μέ τόν Χριστό, νά κυττάζουμε τόν κόσμο διά τῶν ματιῶν Του, νά τόν ἀγαπᾶμε ὅπως Αὐτός καί νά κάνουμε γιά τόν κόσμο ὅ,τι θά ἔκανε Αὐτός, ἄν ἦταν στήν θέση μας.
Σ᾿ αὐτό τό ἐπίπεδο συνείδησης δέν φτάνει κάποιος μόνος του οὔτε καί εὔκολα, ἀλλά εἶναι ἕνα ἐπιβλητικό καθῆκον δοσμένο στούς ἀνθρώπους, πού ἀσχολοῦνται μέ τήν ἀνθρώπινἡ ψυχή καί ἰδιαίτερα στούς ἐξομολόγους ἱερεῖς. Ἄρα ὁ ἐξομολόγος γεμίζει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, ἀλλά καί τοῦ δίνει τήν θεϊκή προοπτική περί τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς, δηλαδή διαμορφώνει τήν χριστιανική κοινωνία καί κοινότητα. Εἶναι θαυμάσιο καί μεγαλειῶδες αὐτό τό καθῆκον κι ἄν οἱ χριστιανοί δέν τό καταλαβαίνουν καί δέν τό ἐφαρμόζουν, ἀφήνουν τούς ἀνθρώπους νά βαδίζουν στόν φαρδύ δρόμο τῆς ἀρεσκείας τους, ὁ ὁποῖος καταντᾶ στήν κόλαση.
Τελευταῖα ἦλθε ἡ ὥρα νά κριτικάρω καί τήν πνευματικότητα. Δέν ἐκπλήττομαι γι᾿ αὐτό. Τήν ὑπεράσπισα μέ ὅλες τίς δυνάμεις μου, γιατί μοῦ φαινόταν σάν μία παγκόσμια καί ἀλάθητη πανάκεια. Ξαφνικά ὅμως διεπίστωσα ὅτι κι αὐτή ἔχει τά ὅριά της, τήν οἰκονομία καί τό νόημα της. Ἔτσι εἶναι ἀνάγκη νά δεχτοῦμε κι αὐτό τό «κρύο μπάνιο» ἐπάνω στίς ψυχές μας, γιά νά καταλάβουμε ὅτι ἡ ἀλήθεια δέν βρίσκεται μέσα στόν ἄνθρωπο, ἀλλά στόν Θεό καἰ ἡ πνευματικότητα ἐγγίζει μόνο μία πλευρά τοῦ χριστιανικοῦ ἀνθρώπου. Ἡ γνήσια, ἀπόλυτη, ἀπεριόριστη, ἐλεύθερη πνευματικότητα εἶναι μόνο στόν Θεό. Μόνο τό μυστικό βάθος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ἐπικοινωνεῖ μέ τό ἄφατο μυστήριο τῆς Θεότητας.
Στόν παράδεισο ὁ ἄνθρωπος ζοῦσε σέ κοινωνία μέ τόν Θεό, ἔχοντας καθαρή συνείδηση καί ἑπομένως μία ἀμόλυντη πνευματικότητα. Ἀκολούθησε ἡ ἁμαρτία μέ τίς συνέπειές της καί ὁ ἄνθρωπος μολύνθηκε. Ἔτσι ἡ συνείδηση του σκοτίσθηκε καί ἡ πνευματικότητά του ἐσάστισε καί πληγώθηκε. Διά τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος πάλιν ἀνωρθώθηκε, ἡ πνευματικότητα ἔγινε πάλι ἱερή ἐπιθυμία καί ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ξαναβρεθεῖ ἐντός τῆς θείας Χάριτος γιά μία ἐνάρετη ζωή.
Λοιπόν, ἡ πνευματικότητα δέν εἶναι ἕνας αὐτοσκοπός, ἀλλά ὁ τρόπος ἁγιασμοῦ, τελειοποίησης καί σωτηρίας τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἡ θεϊκή ἀνεξάντλητη δύναμ, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ ἐντός τῶν ἀνθρώπων τό λυτρωτικό ἔργο καί ὅλα τά γεμίζει μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων ἀποκτοῦν τήν χριστιανική πνευματικότητα. Ἄρα ἡ πνευματικότητα ἦταν μία ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ διαβίωση.
Θεωρητικά, ὅλα εἶναι ὡραῖα, ἀλλά ἡ ἀνθρώπινη πρακτική στό θέμα ἄσκησης τῶν ἀρετῶν εἶναι ὑποβαθμισμένη καί ἡ χριστιανική πνευματικότητα φαίνεται ὅτι εἶναι ἀνέφικτη. Γι᾿ αὐτό μόνο μία ἰσχυρή καί παντοτινή διά μέσου τῶν αἰώνων προσπάθεια θά καταφέρει νά μεταμορφώσει τόν κόσμο. Ἡ Χριστιανωσύνη πρέπει νά ἐργάζεται μέ σοφία κι ὄχι μόνο μέ ἀγνεία, μέ παρρησία καί μέ ταπείνωση.
Συμπερασματικά, οἱ χριστιανοί ἔχουν ὁλόκληρες τίς εὐθύνες γιά τά πεπρωμένα τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτοί πρέπει νά σκέφτονται τά προβλήματα τῆς ἀνθρωπότητας, νά τά προσανατολίζουν καί νά τά κατατάσσουν. Αὐτοί πρέπει νά γνωρίζουν τόν κόσμο, τήν ζωή καί ἰδιαιτέρως τούς ἐχθρούς. Οἱ χριστιανοί πρέπει νά δώσουν ἀπάντηση στά προβλήματα τῆς ἀστικῆς τάξης, στόν κομμουνισμό, στόν φασισμό, στόν ἰουδαϊσμό, στόν ἰσλαμισμό κτλ. Ὅμως κι αὐτοί ἔχασαν τήν ἱστορική τους πρόσκλησι, δέν καταλαβαίνουν οὔτε τά διαπραττόμενα στόν κόσμο καί δέν μπόρεσαν νά δημιουργήσουν μία δύναμη συμπαράστασης.
Πρέπει νά ξέρουμε τί εἶναι μία ἰδέα καί ποιόν ὑπηρετεῖ. Ἐνώπιον ἑνός οἰκοδομημένου ἐπάνω σέ ὑλιστικές, ἀθεϊστικές καί ἀντιχριστιανικές ἀντιλήψεις κόσμου οἱ χριστιανοί πρέπει νά ἔχουν τήν ἀπαραίτητη δύναμη γιά νά προωθήσουν στήν ἱστορία τίς ἰδέες, πού ὁδηγοῦν τόν κόσμο πρός τήν σωτηρία.
Ἡ κρίση τοῦ σύγχρονου κόσμου δέν προέρχεται ἀπό τήν χριστιανική πνευματικότητα, ἀλλά προῆλθε μέσα ἀπό τόν χριστιανικό κόσμο καί γι᾿ αὐτό ἔχουμε εὐθύνες γιά ὅσα γίνονται.
Δέν μποροῦμε νά συναδελφωθοῦμε μέ τήν συμφορά τοῦ μοντέρνου πολιτισμοῦ, ἀλλ᾿ οὔτε μποροῦμε ν᾿ ἀφήσουμε τόν κόσμο νά χαθεῖ. Δέν μποροῦμε ν᾿ ἀποφύγουμέ τόν πόνο τοῦ σημερινοῦ κόσμου, ἀλλά πρέπει νά σώσουμε τό μέλλον του.
Ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά σώσει τόν κόσμο καί ὡς ἄνθρωπος προφήτεψε, δίδαξε, ἀγωνίστηκε, ἀντίκρυσε τούς ἐχθρούς, ὑπέφερε ἐπάνω στό Σταυρό κι ἐνταφιάστηκε γιά νά ἱδρύσει τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόσο ἀκόμα περισσότερο ἐμεῖς, ἔχουμε καθῆκον νά ἐπιδοθοῦμε ἐξ ὁλοκλήρου καί χωρίς ἐπικρίσεις γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.
Ἡ Ἐκκλησία πού εἶναι κιβωτός της θείας Χάριτος, πρέπει νά προσφέρεται πλήρως καί μέ τήν δύναμη τῆς διαχείρισης τῆς Χάριτος, νά ὁμολογεῖ φανερά, μέ τόλμη καί νηφαλιότητα, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ σ᾿ αὐτόν τόν αἰῶνα. Αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τοῦ Κλήρου. Γιά νά ἐκτελέσει αὐτόν τόν ρόλο χρειάζεται μία ἀλλαγή ὀπτικῆς μέσα στόν Κλῆρο.
Ἡ ἐν τῶ κόσμῳ Ἐκκλησία παράλληλα πού εἶναι Σῶμα Χριστοῦ, ταυτόχρονα εἶναι καί ἕνας θρησκευτικός θεσμός, στόν ὁποῖον μεγάλο ρόλο παίζει ἡ ἱεραρχία της. Ἡ Χριστιανωσύνη πρέπει ν᾿ ἀκολουθεῖ τήν πορεία τῆς συνεργείας μεταξύ τῆς ἱερατικῆς καί τῆς λαϊκῆς ἱεραρχίας. Μόνο αὐτές οἱ δύο ἱεραρχίες, ἄν εἶναι καλά δημιουργημένες καί ὀργανωμένες θά μπορέσουν νά δώσουν μία χριστιανική ἔκφραση καί στό κράτος, χωρίς νά πέσουν οὔτε στό σφάλμα τοῦ παποκαισαρισμοῦ, οὔτε στόν καισαροπαπισμό.
Τά προβλήματα αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος δέν εἶναι μόνο πολιτικά, ἀλλά καί ἠθικά, πολιτιστικά, κοινωνικά, οἰκονομικά καί ἐπιστημονικά.
Τί πνεῦμα ἐμπνέει αὐτόν τόν αἰῶνα; Τί ἰδέες μᾶς κυριαρχοῦν; Τί πολιτισμό ἔχουμε καί πρός τά ποῦ μᾶς προσανατολίζει; Τί λογοτεχνικά σχολεῖα καί ρεύματα σχηματίζονται; Τί εἶναι ὁ μοντερνισμός, ὁ ρεαλισμός, ὁ ἐξτρεμισμός; Αὐτός ὁ αἰώνας ἔδωσε φιλοσοφικές καί καλλιτεχνικές εὐφυΐες; Τί προσωπικότητες σημάδεψαν αὐτόν τόν αἰῶνα; Οἱ προσωπικότητες ἤ οἱ μάζες σημαδεύουν τήν σύγχρονη ἐποχή;
Μπορεῖ νά εἶναι ἡ ποσότητα μία μορφή πολιτισμοῦ; Εἶναι ἡ ἐπιστήμη ἕνας κλάδος τοῦ πολιτισμοῦ; Τί εἶναι ἡ ἐπιστήμη; Τί ξέρουμε περί τοῦ μυστηρίου τῆς ὕλης, τῆς ζωῆς καί τοῦ ἀνθρώπου; Δέν εἶναι καί ἡ θεολογία μία ἐπιστήμη; Δέν εἶναι καί ἡ μυστική ἐν Χριστῶ ζωή μία ἐπιστήμη; Δέν εἶναι ἡ ἐπιστήμη ἕνας εἶδος μυστικῆς μετοχῆς; Ποιά εἶναι τά ὅρια μεταξύ θρησκείας, τέχνης καί ἐπιστήμης; Πρέπει ἡ ἐπιστήμη νά εἶναι ἐξάπαντος ὑλιστική καί ἀθεϊστική; Μποροῦμε νά πιστεύουμε ἀπόλυτα στήν ἐπιστημονική ἀλήθεια; Ἡ ἐπιστήμη ἐδημιούργησε τόν σημερινό τεχνικό πολιτισμό; Πῶς ἐφτάσαμε στήν μέγιστη μορφή τεχνοκρατικῆς ἀνάπτυξης; Μπορεῖ αὐτή νά ἐλέγχεται; Ἄραγε αὐτή θά ὁδηγήσει σέ καταστροφή;
Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος καί ἡ ἀνθρωπότητα μπροστά στόν σύγχρονο πολιτισμό; Τί ἔχει γίνει ἐντός ἀνθρώπου μέσω τοῦ ὑλιστικοῦ-ἀθεϊστικοῦ πολιτισμοῦ; Καί ἡ κοινωνία, ποῦ ἔφτασει; Κατά ποῦ βαδίζει; Ποιοί νόμοι μᾶς κυβερνοῦν; Τί ἀξίες ἔχουμε; Τί κριτήρια μᾶς ἔχουν μείνει γιά νά σωθοῦμε;
Ὁ σύγχρονος κόσμος θέλει πιά τήν ἀλήθεια; Τί εἶναι ἡ δικαιοσύνη; Τί εἶναι ἡ ἐλευθερία; Ὑπάρχει πιά ἡ ἀγάπη; Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἄνευ τῆς ἀγάπης; Τί εἶναι αὐτός χωρίς τόν Θεό; Τί εἶναι ἡ εἰρήνη; Ποιός ψεύδεται σ᾿ αὐτόν τόν αἰῶνα καί παρεξηγεῖ τά πάντα; Ἡ εἰρήνη εἶναι τοῦ ἐπαναστατημένου δούλου ἤ τοῦ τυράννου σατράπη; Ἡ ἐλευθερία εἶναι γιά τήν ἀλήθεια ἤ γιά τό ψέμμα;
Ποῦ εἶναι ὁ κακό σ᾿ αὐτόν τόν αἰῶνα; Σέ πράγματα καί σέ ἔργα ἤ στό πονηρό καί ψεύτικο πνεῦμα, τό ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀποθηκεύουν σ᾿ αὐτά;
Μποροῦμε νά σωθοῦμε χωρίς ν᾿ ἀπαντήσουμε στά ποικίλα προβλήματα τά ὁποῖα ἀπασχολοῦν τήν ἀνθρωπότητα; Δέν ἔχουν σχέση μέ τήν σωτηρία ὅλες αὐτές οἱ πλευρές: τό νά τρῶς, νά πίνεις, νά ἐργάζεσαι, νά κυβερνᾶς, νά ἐξουσιάζεις, νά κάνεις νόμους, νά εὐπρεπίζεις, ν᾿ ἀγωνίζεσαι, ν᾿ ἀγρυπνᾶς, ν᾿ ἀπαντᾶς, νά ξέρεις, νά κάνεις δικαιοσύνη, νά θριαμβεύεις ἐναντίον τοῦ κακοῦ, νά μαθαίνεις, νά δημιουργεῖς, νά τελειοποιεῖς τά ἔργα σου, νά προσανατολίζεσαι, νά καθοδηγεῖς, νά χαίρεσαι, νά πεθαίνεις, νά ἀνασταίνεσαι ν᾿ ἀνεβαίνεις, νά σώζεις τόν κόσμο;
Ἕνας καλός Πνευματικός πρέπει νά δώσει σέ μιά ψυχή κι ἕνα νοῦ ὁ ὁποῖος ν᾿ ἀπαντᾶ σέ ὅλα τά προβλήματα τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.
* * *
Γέροντα μου, αὐτή ἡ ἀντίληψη εἶναι αὐθεντικά χριστιανική, ἀλλά δέν ἀρέσει στούς ἀνθρώπους. Τήν πνευματική οἰκοδόμηση τήν ὁποία μοῦ ἔδωσες καί γιά τήν ὁποία σ᾿ εὐχαριστῶ μοῦ προσφέρει τήν ἀπαραίτητη δύναμη γιά ν᾿ ἀντικρύσω τούς καιρούς, ἀλλά δέν μ᾿ ἔχει προσανατολίσει σ᾿ αὐτούς κι αὐτό εἶναι τό λάθος. Αὐτή εἶχε βαθύτητα, ἀλλά δέν εἶχε προοπτική, οὔτε ἱστορικό μήνυμα.
Αἰσθάνθηκα τήν ἀνάγκη αὐτῆς τῆς διευκρίνισης γιά νά γίνουμε καί οἱ δύο ἄξιοι ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων.
Ἐγώ εἶμαι ἡλικιωμένος καί ἄρρωστος, μᾶλλον θά φύγω γρήγορα γιά τό ἄλλο κατώφλιο, ἀλλά ὁμολογῶ τήν ἀγάπη καί τήν φροντίδα πού ἔχω γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά τόν κόσμο.
Βαστῶ μέσα μου μία ἐξαιρετική πνευματική καί βιωματική ἐμπειρία καί ἔχω τήν ὑποχρέωση νά τήν ὁμολογήσω στό πρῶτο πρόσωπο, ὄχι λόγω κάποιας ὑπερηφάνειας, ἀλλά γιά τήν αὐθεντικότητα αὐτῶν τῶν καιρῶν, διότι εἶναι τό ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐποχῆς ὑψηλῆς τάσεως.
Θά ἤθελα νά γράψω ἕνα βιβλίο περί τοῦ Πνευματικοῦ πατρός καί τοῦ ἔργου του, ἀλλά δέν ξέρω ἄν μέ βοηθήσουν οἱ δυνάμεις μου.
Δοξασμένος νά εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Σωτήρας καί ὁ Κυβερνήτης τοῦ κόσμου.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σ᾿ αὐτόν τόν αἰῶνα ὁ ἡρωϊσμός νικήθηκε ἀπό τήν δειλία, ἡ ποιότητα γιά τήν ζωή ἀντικαστάθηκε ἀπό τήν ποσότητα, ὁ ἄνθρωπος ὑποτάχθηκε ἀπό τήν τεχνοκρατία, τό πνεῦμα ὑποδουλώθηκε ἀπό τήν ὕλη, ἡ ἀλήθεια παρεξηγήθηκε διαλεκτικά, τό καλό λησμονήθηκε μέ πολλή κακία καί οἱ χριστιανοί διώχθηκαν ἀπό τούς ψευδοχριστιανούς.
Ὁ σύγχρονος κόσμος εἶναι μεστός μιᾶς βαβυλώνιας αἰχμαλωσίας, διότι οἱ βασικώτεροι συντελεστές του κάνουν τήν ζωή του ἀβίωτη. Οἱ πλούσιοι δέν χορταίνουν πιά ἀπό τά πλούτη τους καί θέλουν νά κυριαρχοῦν σ᾿ ὅλη τήν γῆ καί οἱ ἰσχυροί αὐτοῦ τοῦ κόσμου δέν ἔχουν ὅρια τῆς δεσποτοκρατίας τους καί πνίγουν κάθε ἀντίδραση τοῦ κόσμου. Ἡ τεχνολογία μᾶς ὑποδουλώνει συνεχῶς καί ἐμᾶς καί τήν φύση καί μᾶς ἔγινε ἕνας τραγικός ἐφιάλτης. Δέν θέλουν οὔτε νά πεθάνουμε πιά καί γι᾿αὐτό τόν λόγο δολοφονοῦμε τούς τοκετούς τῶν μητέρων, πού αναγγέλλουν τήν ἐμφάνισή τους πρίν μποῦν ποτέ στήν ζωή. Μισοῦμε ἀλλήλους τόσο πολύ, ὥστε ἐγίναμε ἀναίσθητοι στήν ἀμοιβαία θλίψη πού μόνοι μας τήν προκαλοῦμε. Οἱ διεστραμμένες αἰσθήσεις μας εἶναι ἐξεγερμένες καί καταβεβλημένες. Ἔχουν κυριέψει τόν νοῦ καί τήν καρδιά τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἀξίες αὐτοῦ τοῦ κόσμου πηγάζουν ἀπό ἐγωϊσμό, ὑλισμό καί ἀθεϊσμό. Ἕνας κόσμος χωρίς Θεό καί χωρίς ψυχή.
* * *
Ἡ Χριστιανωσύνη χωρίζει τήν ἱστορία της σέ δύο ἐποχές, πού χαρακτηρίζονται ἀπό δύο πορεῖες: τήν ἱεραποστολή καί τήν προσευχή. Ἡ Ἐκκλησία μας ὀνομάζεται Ἀποστολική κι ὅμως αὐτή ἔχει ἀντικαταστήσει τήν πορεία τῆς ἱεραποστολῆς μέ τήν πορεία τῆς προσευχῆς.
Πότε, πού καί γιατί ἔγινε αὐτή ἡ ἀλλαγή;
Ἀναμφίβολα οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀντιπροσώπευαν τόν πιό γνήσιο ἱστορικό Χριστιανισμό. Στό 2ο κεφάλαιο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων συγκεφαλαιώνονται οἱ συντεταγμένες τοῦ ἀποστολικοῦ Χριστιανισμοῦ. Πρῶτον ἦταν ἡ Ἀποστολική διδαχή, σπαρμένη στήν κοινωνία ἀγάπης μεταξύ ἀδελφῶν, ἐνσωματωμένη στήν χριστιανική Κοινότητα καί στηριγμένη στήν προσευχή. Μ᾿αὐτόν τόν τρόπο εἴμαστε στήν οὐσία τοῦ Εὐαγγελίου. Θά ἔπρεπε νά προστεθεῖ μόνο τό μεσσιανικό πνεῦμα τῶν πρώτων χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι αἰσθάνοντο καλεσμένοι ἀπό τόν Θεό νά φωτίσουν τόν κόσμο καί ἔπρατταν μέ σοφία καί αὐταπάρνηση γι᾿ αὐτόν τόν σκοπό.
Μέ βάση αὐτές τίς δραστηριότητες ἔφτασε ὁ Χριστιανισμός στόν θρίαμβο ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Ἀλλά τότε ὁ κόσμος ἄλλος ἔγινε χριστιανικός καί ἄλλος δέν ἔγινε. Ἀπόδειξη τῆς ἀπιστίας τοῦ τότε χριστιανικοῦ κόσμου εἶναι ἡ ζωή, ἡ διδασκαλία καί τά ἱερά λείψανά τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Αὐτός δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τήν γραμμή τῆς ἐν Χριστῶ ζωῆς καί ὀργανώσεως στό τότε χριστιανικό πνεῦμα διαβίωσης. Τό ἴδιο ζήτησε νά τό ἐπιβάλλει καί στούς ἰσχυρούς καί πλούσιους ἐκείνου τοῦ καιροῦ νά ζήσουν μιά πραγματική χριστιανική ζωή καί ἐκεῖνοι τόν σκότωσαν.
Ἐδῶ εἶναι ὁ γόρδιος δεσμός τῆς ἱστορίας τῆς Χριστιανωσύνης.
Ἀπ᾿ ἐδῶ ἐγκαταλείφτηκε ἡ Ἀποστολική πορεία καί μπῆκε στήν πορεία τῆς προσευχῆς. Μακριά ἀπό ἐμᾶς ἡ σκέψη νά παρουσιάσουμέ τήν προσευχή σάν μία παρεκτροπή ἀπό τήν Ἀποστολική γραμμή, ἀλλά διαπιστώνουμε μόνο ὅτι ἡ προσευχή δέν εἶναι μία διαζευκτική ἐπιλογή τῆς Ἀποστολικής πορείας, οὔτε ἕνα βῆμα μπροστά ἀπό τήν Ἀποστολική πορεία.
Οἱ χριστιανοί, ἀντί ν᾿ ἀγωνίζονται μέ τόν λόγο καί τήν κοινωνική τους ὀργάνωση γιά νά δώσουν στά πράγματα τοῦ κόσμου μία χριστιανική δομή, περιώρισαν τήν δραστηριότητά τους κυρίως στήν προσευχή.
Ἔτσι ἐμφανίσθηκε στήν Χριστιανωσύνη ἕνα ἄλλο εἶδος Σαμαρείτη, ἐνῶ ἄλλοι ἱερεῖς καί λευΐτες εἶναι πολύ ἀπασχολημένοι στό σκευοφυλάκιο τους καί δέν κατεβαίνουν νά περιποιηθοῦν τόν φτωχό, τόν ἀσθενῆ, τόν διωγμένο, τόν ἀδικημένο, τόν φυλακισμένο καί ἐμπαιζόμενο ἄνθρωπο.
Ὁ κόσμος ἐγκαταλείπεται νά περνᾶ ἔτσι τήν ζωή του σέ πάθη καί φιλοδοξίες, γεμίζοντας τήν ἱστορία μέ ἀδικίες, μέ σκλαβιά καί μέ αἷμα καί οἱ χριστιανοί εἶναι ἀδύνατοι νά κάνουν κάτι γι᾿αὐτόν παρά μόνο προσευχές.
Ἕνας εἰλικρινής ἐπίσκοπος εἶχε συγκεκριμενοποιήσει αὐτή τήν ἀλήθεια λέγοντας: «Ἐγώ δέν εἶμαι ὕφασμα μάρτυρος!» Ἄν κατανοεῖται ὅτι ἕνας ἄνθρωπος, ἔστω καί ἐπίσκοπος, εἶναι δειλός καί ἄνανδρος, δέν μπορεῖ ὅμως νά παραδεχτεῖ γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία μία ζωή συμβιβασμοῦ. Αὐτή ἡ πολιτεία τῆς Ἐκκλησίας διέλυσε τήν ἴδια τήν πνευματική δύναμη τῆς Χριστιανωσύνης, ὥστε αὐτή ἐγκατέλειψε τόν κόσμο, ἀφήνοντάς την στά χέρια τοῦ εχθροῦ.
Γίνονται θερμές συζητήσεις σχετικά μέ τήν χρήση μιᾶς πρόθεσης – σέ, ἀπό ἤ κατά – σέ διάφορους θεολογικούς διαλόγους, τήν στιγμή πού οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουν πιά ἕνα ἰδανικό, δέν ἔχουν πιά ἐλπίδα σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο καί χάνουν καί τήν αἰώνια ἐλπίδα, διότι ὁ κόσμος κυριαρχεῖται ἀπό ἐγωισμό, τυραννία, ἐκμετάλλευση, σκλαβιά, φτώχεια καί ἀθλιότητα. Προσευχόμαστε γιά τούς φτωχούς, τούς ἀρρώστους, τούς φυλακισμένους, τούς ἀδύνατους, ἀλλά ουσιαστικά δέν κάνουμε τίποτε γι᾿ αὐτούς.
Ἄραγε ἔτσι ἔκανε κι ὁ Χριστός; Ἄραγε αὐτή εἶναι ἡ χριστιανική διδασκαλία; Ἔτσι προσεγγίζεται ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Διότι ἴσως θά λεχθεῖ καί σ᾿ ἐμᾶς, ὅπως καί στούς Ἰουδαίους: Αὐτά νά τά κάνετε καί τ᾿ ἄλλα νά μή τά ἀφήνετε ἀνεκτέλεστα;
Ἡ προσευχή ἔχει τήν θέση της στά πλαίσια τῆς ζωῆς, ἀλλά δέν εἶναι ἡ μόνη πορεία αὐτῆς τῆς ζωῆς. Τά ἔργα τοῦ κόσμου δέν ἐκτελοῦνται μόνο μέ προσευχή, παρόλο πού τήν χρειάζονται ὅλα.
Ὁ Κλῆρος θά μποροῦσε νά δώσει τήν ἐξήγηση ὅτι ἀνῆκε στούς χριστιανούς αὐτοκράτορες τό καθῆκον τοῦ χριστιανικοῦ ἔργου. Τό ἐπιχείρημα αὐτό εἶναι μόνο ἐν μέρει σωστό. Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά βεβαιωθεῖ ὅτι, μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο, στόν κόσμο ἐγκαθίσταται ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτή δέν μπορεῖ νά εὐλογήσει τυχαία κάθε κοινωνικό σχῆμα, κάθε νόμο, θεσμό, διδασκαλία, ἰδανικό, τούς ὁποιουσδήποτε ἀνθρώπους, ἀλλά μόνο ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἀνήκουν στό εὐαγγελικό μήνυμα, διά τῶν ὁποίων ὑπηρετοῦνται οἱ ἄνθρωποι ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
Ἡ Ἐκκλησία ἄφησε στούς αὐτοκράτορες τό καθῆκον τῆς διακυβέρνησης, ἀλλά οὔτε μπορεῖ νά ταυτίζεται, οὔτε νά συνεργάζεται μέ ὁποιαδήποτε κοινωνική-πολιτική-πολιτιστική μορφή. Ἡ Ἐκκλησία ἄφησε τήν διακυβέρνηση στά χέρια τῶν αὐτοκρατόρων, ἐξ αἰτίας τῆς σοφῆς διαχωρίσεως τῶν ρόλων ἐργασίας, ἡ ὁποία ξεκίνησε ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους, πού ἄφησαν στούς διακόνους τά οἰκονομικά προβλήματα τῆς χριστιανικῆς Κοινότητας· Στούς Ἀποστόλους ἔμεινε μόνο ὁ λόγος καί τό κήρυγμα μέ ὅλη τήν δυναμική του ἐπέκταση καί τήν ἐπιρροή του καί ὅλες τίς εὐθῦνες.
Δυστυχῶς, ὅμως, στήν Ἐκκλησία ὁ Κλῆρος περιωρίσθηκε μόνο στίς προσευχές καί οἱ λαϊκοί μπῆκαν σέ μιά τυπολατρεία κενή περιεχομένου. Ἔχει ἐξαφανιστεῖ ἡ ἱεράρχηση τῶν λαϊκῶν ἀξιῶν στήν Ἐκκλησία καί ἑπομένως ἔχει χαθεῖ ἡ ἀποστολή τῶν λαϊκῶν στόν κόσμο, καθώς καί στήν Ἐκκλησία.
Ὁ λαός πρέπει νά διοργανώνεται καί νά κινεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ὁ λαός πρέπει νά ἀγαπιέται, νά ὑπηρετεῖται, νά καθοδηγεῖται. Αὐτή εἶναι ἡ ὑποχρέωση τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἀναγκαῖο ἡ Ἐκκλησία νά παραμένει ἐλεύθερη, ἀνεξάρτητη καί αὐτόνομη σέ σχέση μέ τό κράτος, ἀκριβῶς γιά νά μπορέσει νά ἐκχριστιανίσει τά κράτη.
Γιά νά μπορεῖ νά ὑπηρετεῖ τόν κόσμο, ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά εἶναι ἰσχυρή, διότι ἀλλιῶς θ᾿ ἀναγκαστεῖ νά προσαρμοστεῖ σέ κάποιες ἀντιχριστιανικές πραγματικότητες, ἀντί νά ἐκχριστιανίσει αὐτή τόν κόσμο.
Ἡ ἱστορία τῶν τελευταίων δύο αἰώνων τῆς ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας ἐμποτίζεται μέ τήν χριστιανική πνευματικότητα, ἀλλά ἐμεῖς δέν ἠμποροῦμε νά μή διαπιστώσουμε τά ἀρνητικά σημεῖα τῶν καιρῶν, πού μερικά ἐμφανίζονται ἐντός τῆς Χριστιανωσύνης, ἀλλα καί ἔξω ἀπ᾿ αὐτήν. Ἡ ἱκανότητα προβολῆς τοῦ νεοπροτεσταντισμοῦ αὐξήθηκε διά τοῦ δυναμικοῦ της πνεύματος, ἀλλά διέσπασε τήν Χριστιανωσύνη. Εἶναι ψευδομεσσιανικές, μή χριστιανικές καί ἀντίχριστες δυνάμεις οἱ ὁποῖες, στούς τελευταίους αἰῶνες ἔφτασαν σέ σημεῖο νά κυριεύσουν τόν κόσμο κι αὐτό λόγω τοῦ κενοῦ πού δημιουργήθηκε ἀπό τούς χριστιανούς στήν ἱστορία.
Ἡ περιορισμένη σέ προσευχές, τελετουργίες, τελετές καί παραδόσεις Ἐκκλησία εἶναι ἀνίκανη νά πάει τόν κόσμο μπροστά. Ὁ τυπικολατρικός Χριστιανισμός, ὅσο δικαιολογημένο παραδοσιακά νά εἶναι, τελικά ὑποκύπτει διά τῆς πνευματικῆς καί δυναμικῆς του ἀνικανότητας. Διότι τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πάντα εἶναι δυναμικά. Τό χάρισμα τῆς προφητείας ἀναγγέλλει τώρα στόν κόσμο νέους καιρούς, διατυπώνοντας τά ἰδανικά καί τούς τρόπους πραγματοποιήσεώς τους. Ἡ προφητεία δέν εἶναι μόνο ἐσχατολογική, ἀλλά ἀφορᾶ καί τό ἱστορικό μέλλον. Δέν εἶναι μόνο ἠθική, ἀλλά καί κοινωνική, δέν εἶναι μόνο θρησκευτική, ἀλλά καί πολιτική. Ἐξίσου, τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας, τό ὁποῖο εἶναι μία ξεχασμένη πρακτική στό σύγχρονο Χριστιανισμό. Οἱ προσευχές βοηθοῦν γιά τό θαῦμα, ἀλλά τό ἐνεργό στοιχεῖο εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἑπομένως, ὅλα τά πνευματικά χαρίσματα ἀποτελοῦν ἕνα ἑνιαίο καί ἀνακαινισμένο πᾶν.
Ὅλα τά προβλήματα τοῦ κόσμου βρίσκονται στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί τῶν χριστιανῶν. Μέχρι πότε θά περιπλανιόμαστε ἤ θά τεμπελιάζουμε στήν πορεία μας γιά νά γυρίσουμε στό Εὐαγγέλιο καί στό Ἅγιο Πνεῦμα;
Οἱ θλίψεις πού προκαλοῦνται εἰς βάρος μας ἔχουν σκοπό νά μαστιγώσουν τήν ραθυμία μας καί νά φωτίσουν τόν νοῦ μας.
Αὐτοί οἱ λογισμοί μας ἔχονται σάν καλοί ὀρθόδοξοἱ χριστιανοί, πού ἀγαπᾶμε τήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν ἀγαπᾶμε τίς συνθῆκες τοῦ Πάθους καί τοῦ Γολγοθᾶ. Ἐδῶ καί πολλές δεκαετίες ὁ Χριστός ἀγωνιᾶ στόν κόσμο κι ἔχουμε τόσο πολύ ἁρπαχτεῖ ἀπό κάθε δικαίωμα καί ἐλευθερία ὥστε μόνο ἡ μυστική προσευχή ἀπό τό βάθος τῆς καρδιᾶς μας ἔχει μείνει. Γνωρίζουμε τήν δύναμη τῆς προσευχῆς, λόγω τῆς ἐξάσκησης στίς βαθειές θλίψεις τοῦ βίου μας. Ἀν ἔχουμε ἀφοσιωθεῖ ὁλικά στόν Χριστό, οὔτε μία στιγμή δέν θά βρισκόμασταν ἐκτός Ἐκκλησίας.
Ἡ χριστιανική ἀντίληψη περί τοῦ κόσμου, ἐκπονήθηκε ἀπό μάρτυρες καί ἁγίους. Ἀξίζει νά ὑπολογίζεται καί νά ἐκτιμᾶται ἀπό τούς ἀνώτερους ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ κόσμου, διότι ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν καί θυσιάσθηκαν γιά τήν ἐν Χριστῶ σωτηρία.
Ἰωάννης Ἰανωλίδε, 1985
[1] Πρόκειται γιά τόν Ἰωάννη Μότσα καί τόν Βασίλειο Μαρίν, πού θανατώθηκαν τό 1937 στήν Ισπανία, στό Majadahonda, προασπίζοντας τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. «Ἔτσι κατάλαβα τό καθῆκον τῆς ζωῆς μου. Ἀγαποῦσα τόν Χριστό καί πῆγα εὐτυχής στόν θάνατο γι᾿ αὐτόν», ἔτσι ἔγραφε ὁ Μότσα στούς γονεῖς του. Ἡ θυσία τους καρποφόρησε στίς ψυχές ὅλης τῆς μεσοπολεμικῆς νεαρῆς γενιᾶς, ἡ ὁποία ἀνέλαβε μέ εὐθύνη τήν πορεία τῆς θυσίας γιά τόν Χριστό καί τό ἔθνος. (βλέπε: Τό μυστήριο τῆς θυσίας, ἔκδοση Puncte cardinale, Σιμπίου, 2002)
[2] Ἡ Φιλοκαλία ἀσχολεῖται μέ τό ἐσωτερικό ἔργο τῆς καθάρσεως τῶν παθῶν καί τῆς ἐνώσεως μέ τόν Θεό, πρᾶγμα τό ὁποῖο δικαιολογεῖ τόν προβληματισμό τῶν περιλαμβανόμενων κειμένων. Ἀλλά ἀρετές, ὅπως ἡ προβολή, ἡ τόλμη, ἡ μάχη, ἡ δικαιοσύνη καί ἄλλες δέν ἔχουν ἀγνοηθεῖ ἀπό τούς φιλοκαλικούς πατέρες, ἀλλά καί ἔχουν διδάξει περίτρανα μέ τήν ἴδια τήν ζωή τους. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής (580-662), παρόλο πού ἦταν ἕνας ἁπλός μοναχός, ἀντίκρυσε μέ τόλμη τούς αὐτοκράτορες Ἡράκλειο καί Κωνσταντῖνο τόν Β΄ καί τόν πατριάρχη Πύρρο, ὑπερασπίζοντας τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν αἵρεση τοῦ Μονοθελισμοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1296-1359) ἀγωνίσθηκε μέ τόλμη γιά τήν Ὀρθοδοξία καί γι᾿ αὐτό φυλακίσθηκε ἀπό τήν βασίλισσα Ἄννα τῆς Σαβοΐας κι ἀπό τόν πατριάρχη Καλέκα γιά «δογματικές παρεκτροπές καί πολιτικούς λόγους».· Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος (917-1022) δέν φοβήθηκε νά ὁμολογήσει περί τῆς ἁγιότητας τοῦ πνευματικοῦ του Πατρός, ἀντικρύζοντας θαρρετά τόν πατριάρχη Σέργιο τῆς Κωνσταντινούπολης.
[3] Πρόκειται γιά τόν Richar Wurmbrandt, ἑβραῖο, ὁ ὁποῖος εἶχε περάσει στόν προτεσταντισμό καί μετά στήν φυλακή τῆς πόλεως Τίργκου-Ὄκνα, ἔγινε ὀρθόδοξος, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Ἰωάννης Ἰανωλίδε στό βιβλίο του – Ἐπιστροφή στόν Χριστό.
[4] Μέ τέτοιο πρόσωπο θά ἔρθει, ὁ παμβέβηλος, σάν ἕναν κλέφτη, γιά νά παραπλανᾶ ὅλους· ταπεινός, ἤρεμος, μισώντας τίς ἀδικίες, μή προσκυνώντας στά εἴδωλα, ἐκτιμώντας τήν εὐσέβεια, ἀγαθός, φιλάνθρωπος καί φιλόπτωχος, ὑπερβολικά ὄμορφος, πρᾶος μέ ὅλους, τιμώντας πολύ τό ἔθνος τῶν Ἰουδαίων, διότι ἐκεῖνοι περιμένουν τόν ἐρχομό του. Καί μετά, ἀφοῦ πολλοί λαοί θά δοῦν τέτοιες ἀγαθές πράξεις καί δυνάμεις, ὅλοι θά ἑνωθοῦν καί μέ μεγάλη χαρά θά κηρύξουν αὐτόν βασιλέα, λέγοντας ἀλλήλους: Ἄραγε ὑπάρχει ἄλλος ἄνθρωπος πιό ἀγαθός καί πιό καλός ἀπ᾿ αὐτόν; (ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος, Λόγος περί τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου, στό βιβλίο»: Ἡ ἀποστασία καί ὁ ἀντίχριστος σύμφωνα μέ τίς διδασκαλίες τῶν ἉγίωνΠατέρων, Constanța, 2008).
[6] Πρόκειται γιά τόν Βαλέριου Γαφένκου καί τόν Μαρίν Ναϊδίμ, μέ τούς ὁποίους ὁ Ἰωάννης Ἰανωλίδε ἔζησε μαζί στίς φυλακές τοῦ Ἀϊούντ καί ὕστερα στήν Γάλντα.
[7] Στό Πιτέστι ὁ Ἰωάννης Ἰανωλίδε ἀρρώστησε ἀπό φυματίωση καί μεταφέρθηκε στό κρατητήριο-θεραπευτήριο τοῦ Τίργου-Ὄκνα.
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός ΓρηγοριάτηςΜέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου