ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ Πνεῦμα συναντιλαμβάνεται ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν· τὸ γὰρ τί προσευξώμεθα καθὸ δεῖ οὐκ οἴδαμεν, ἀλλ’ αὐτὸ τὸ Πνεῦμα ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις· ὁ δὲ ἐρευνῶν τὰς καρδίας οἶδε τί τὸ φρόνημα τοῦ Πνεύματος, ὅτι κατὰ Θεὸν ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἁγίων. (Ρωμ. 8’ 26-27)
Έπειτα δείχνει, ότι και γι’ αυτό το ελαφρό πράγμα απολαμβάνουμε μεγάλη βοήθεια, λέγοντας· «κατά τον ίδιο τρόπο και το Πνεύμα μας βοηθάει στις αδυναμίες μας». Το ένα λοιπόν γίνεται δικό σου, δηλαδή η υπομονή, ενώ το άλλο είναι αποτέλεσμα της χορηγίας του Πνεύματος, που σε προετοιμάζει στην ελπίδα και μ’ αυτήν πάλι ελαφρύνοντας τους κόπους. Στη συνέχεια, για να μάθεις, ότι δε σου παραστέκεται αυτή η χάρη μόνο στους κόπους και στους κινδύνους, αλλ’ ότι σε βοηθάει και σ’ εκείνα που φαίνονται πως είναι πάρα πολύ εύκολα, και ότι παντού προσφέρει τη βοήθειά της, πρόσθεσε λέγοντας· «Γιατί δε γνωρίζουμε πως πρέπει να προσευχόμαστε». Και έλεγε αυτά και για να παρουσιάσει τη μεγάλη φροντίδα του Πνεύματος για μας, και για να τους διδάξει, να μη νομίζουν πως οπωσδήποτε συμφέρουν εκείνα, που φαίνονται τέτοια στους ανθρώπινους λογισμούς. Επειδή λοιπόν ήταν φυσικό, αφού μαστιγώνονταν, διώκονταν, πάθαιναν άπειρα δεινά, να επιζητούν άνεση και να ζητούν από το Θεό αυτή τη χάρη και να νομίζουν πως ωφελούν αυτούς, λέγει να μη νομίζετε πως οπωσδήποτε εκείνα που σάς φαίνονται ότι συμφέρουν, ότι αυτά συμφέρουν πραγματικά. Γιατί και σ’ αυτό χρειαζόμαστε τη βοήθεια του Πνεύματος· τόσο αδύνατος είναι ο άνθρωπος και από μόνος του δεν είναι τίποτε. Γι’ αυτό και έλεγε «Γιατί δε γνωρίζουμε πως πρέπει να προσευχόμαστε».
Για να μην ντρέπεται πλέον ό μαθητής την άγνοια, έδειξε πως και οι διδάσκαλοι βρίσκονται στην ίδια κατάσταση. Γι’ αυτό δεν είπε, «δε γνωρίζετε», αλλά, «δε γνωρίζουμε». Και ότι δεν τα έλεγε αυτά με μετριοφροσύνη, το φανέρωσε με άλλα. Γιατί και στις προσευχές του συνέχεια προσευχόταν να δει τη Ρώμη, και όχι όταν προσευχόταν, τότε το επέτυχε. Και για το αγκάθι που του είχε δοθεί στη σάρκα, δηλαδή, τους κινδύνους, πολλές φορές παρακάλεσε, και απέτυχε πλήρως. Και ο Μωυσής στην Παλαιά Διαθήκη απέτυχε, προσευχόμενος να δει την Παλαιστίνη, και ο Ιερεμίας παρακαλώντας για τους Ιουδαίους, και ο Αβραάμ μεσιτεύοντας για τους Σοδομίτες.
«Αλλά το ίδιο το Πνεύμα μεσιτεύει για μας με στεναγμούς ανέκφραστους». Είναι ασαφές αυτό που λέχθηκε, γιατί πολλά από τα θαύματα που γίνονταν τότε έχουν σταματήσει τώρα. Γι’ αυτό ακριβώς είναι ανάγκη να σας εξηγήσω την τότε κατάσταση, και έτσι θα γίνει σαφέστερος στη συνέχεια ο λόγος.
Ποια λοιπόν ήταν η τότε κατάσταση;
Ο Θεός έδινε διάφορα χαρίσματα σε όλους που βαπτίζονταν τότε, τα οποία μάλιστα ονομάζονταν και πνεύματα· «γιατί», λέγει, «και τα προφητικά πνεύματα υποτάσσονται στους προφήτες». Και απ’ αυτούς άλλος είχε χάρισμα προφητείας, και προέλεγε τα μελλοντικά· άλλος είχε χάρισμα σοφίας, και δίδασκε τους πολλούς· άλλος χάρισμα δυνάμεως, και ανάσταινε νεκρούς· άλλος χάρισμα γλωσσών, και μιλούσε διάφορες γλώσσες. Μαζί όμως με όλα αυτά υπήρχε και χάρισμα προσευχής, που και αυτό λεγόταν πνεύμα και όποιος το είχε αυτό, προσευχόταν για όλο το λαό.
Επειδή δηλαδή, αγνοώντας πολλά από εκείνα που μας συμφέρουν, ζητούμε εκείνα που δε μας συμφέρουν, ερχόταν χάρισμα προσευχής σε κάποιον από τους τότε, και αυτός παρακαλούσε για το κοινό συμφέρον της εκκλησίας και για τη σωτηρία όλων, και δίδασκε τους άλλους.
Πνεύμα λοιπόν ονομάζει εδώ και το χάρισμα αυτό, και την ψυχή που δέχεται το χάρισμα και μεσιτεύει στο Θεό και στενάζει. Γιατί εκείνος που αξιώθηκε τέτοια χάρη, με στάση πολλή κατανυκτική, προσπίπτοντας στο Θεό με πολλούς στεναγμούς της διάνοιας, ζητούσε εκείνα που συμφέρουν σε όλους. Αυτού και τώρα σύμβολο είναι ο διάκονος, αναφέροντας τις προσευχές για χάρη του λαού. Αυτό λοιπόν για να δηλώσει ο Παύλος έλεγε· «αυτό το Πνεύμα μεσιτεύει για μας με στεναγμούς ανέκφραστους».
«Εκείνος όμως που ερευνάει τις καρδιές». Βλέπεις ότι ο λόγος δεν είναι για τον Παράκλητο, αλλά για την καρδιά την πνευματική; Γιατί αν δεν ήταν αυτό, έπρεπε να πει, εκείνος όμως που ερευνάει το πνεύμα. Αλλά για να μάθεις, ότι ο λόγος είναι για τον άνθρωπο τον πνευματικό, και τον άνθρωπο που έχει χάρισμα προσευχής, πρόσθεσε «εκείνος όμως που ερευνάει τις καρδιές, γνωρίζει ποιος είναι ο πόθος του πνεύματος», δηλαδή, του ανθρώπου του πνευματικού, «γιατί μεσιτεύει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού για τους Χριστιανούς».
Γιατί δε διδάσκει το Θεό, λέγει, επειδή τον αγνοεί, αλλά γίνεται αυτό, για να μάθουμε να προσευχόμαστε εκείνα που πρέπει, και να ζητούμε από το Θεό εκείνα που θεωρεί καλά γιατί αυτό σημαίνει το, «κατά Θεόν». Επομένως αυτό γινόταν και εξ αιτίας της παρακλήσεως εκείνων που προσέρχονταν, και σαν δείγμα άριστης διδασκαλίας. Γιατί πραγματικά εκείνος που πρόσφερνε τα χαρίσματα και έδινε τα άπειρα αγαθά, ήταν ο Παράκλητος. «Γιατί όλα αυτά», λέγει, «ενεργεί το ένα και το αυτό Πνεύμα». Και για τη δική μας διδασκαλία γίνεται αυτό, και για να φανεί η αγάπη του Πνεύματος, ότι μέχρι αυτού του σημείου φθάνει η συγκατάβασή του. Γι’ αυτό και εισακουόταν εκείνος που προσευχόταν, επειδή η προσευχή γινόταν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
ΟΜΙΛΙΑ ΙΕ’ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΕΠΕ σελ.217-220
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ