Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2021

Υποχρεωτικότητα και η θέση της Εκκλησίας και της Ορθόδοξης θεολογίας ανά τους αιώνες: «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν»

1) Ο Χριστός στην Καινή Διαθήκη είναι ξεκάθαρος και ταυτόχρονα ως Δημιουργός σέβεται απόλυτα το πλάσμα του χωρίς να το εξαναγκάζει προς το οτιδήποτε. Ακόμη και το να επιλέξει κανείς να μην ακολουθήσει τον ίδιο τον Χριστό, αυτό αφορά αποκλειστικά την προσωπική επιλογή των ανθρώπων:

«..Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι».

Απόδοση στην νεοελληνική:

«Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του˙ όποιος θέλει, ας με ακολουθήσει..»                                         (Μάρκ. 8, 34 / Μάτθ. 16, 34 / Λουκ. 9, 23)

Η εκκλησία δεν υποχρεώνει παρά μόνο προτρέπει, αλλά και αυτές οι προτροπές της δεν πρέπει να περιέχουν ακραίους χαρακτηρισμούς ή να βάζουν στους ανθρώπους εκφοβιστικά διλλήματα, τα οποία τελικά αντί για προτροπές καταλήγουν σε “ευγενικές” απειλές όπως είδαμε πρόσφατα δυστυχώς να συμβαίνει στον καιρό μας.

Σε ένα θέμα που αφορά όχι απλώς την σωματική αλλά ιδιαίτερα την ψυχική μας σωτηρία, ο ίδιος ο Δημιουργός και Κύριος μας, ζητάει την απόλυτη ελευθερία της επιλογής μας. Αυτό το παράδειγμα μας δίδαξε ο Θεός, αυτό μας μετέδωσαν οι θεόπνευστοι λόγοι των αγίων, αυτή είναι η θέση της Ορθόδοξης θεολογίας.

Ο καιρός της Παλαιάς Διαθήκης, ο καιρός της παιδαγωγίας πέρασε όταν ο ίδιος ο Κύριος ενσαρκώθηκε και μας παρέδωσε την Νέα Διαθήκη Του, η οποία σφραγίστηκε με το Αίμα της Θυσίας Του, αφήνοντας σε εμάς μαζί με το Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας και το μήνυμα της αγάπης και της αλληλεγγύης. Δεν ενσαρκώθηκε Εκείνος για να μας φέρει την σωτηρία και την θεραπεία των ψυχών μας με κάποια υποχρεωτικότητα, με εξαναγκασμό ή επιβολή, και ακόμα και οι λόγοι Του δεν περιέχουν το παραμικρό ψήγμα ως προς αυτό.

Ο Θεός παρακινεί, ο Θεός προτρέπει, ο Θεός συμβουλεύει, δεν εκφοβίζει, δεν εξαναγκάζει, δεν υποχρεώνει, ειδικά μάλιστα όταν πρόκειται για μία περίσταση κατά την οποία τίθεται ζήτημα της ελευθερίας του ανθρώπου, ζήτημα του να επιλέγει κανείς να δεχτεί ή ακόμη και να αρνηθεί τον ίδιο τον Δημιουργό του, να δεχτεί την σωτηρία και θεραπεία της ψυχής του ή να την απορρίψει και να την παραμερίσει. Και βέβαια θα ζημιωθεί ο άνθρωπος που δεν θα ακολουθήσει την όντως Ζωή, και όχι μόνο θα χάσει τα πνευματικά οφέλη και τις άνωθεν ευεργεσίες, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις ίσως  ζημιώσει και τον πλησίον του αν ξεφύγει και παρεκτραπεί εντελώς.

Πόσοι άνθρωποι απομακρυσμένοι από Εκείνον καταλήγουν ακόμη και να εγκληματούν κατά των συνανθρώπων τους είτε από την δικό τους εγωιστικό θέλημα είτε ακόμη και μετά και από την συνεργία κάποιας δαιμονικής επίδρασης; Ο Θεός μπορεί να τους κάνει όλους σε μια στιγμή να αλλάξουν και όχι μόνο να σωφρονιστούν αλλά και να αγιάσουν. Δεν το κάνει όμως εξ αναγκασμού γιατί η πίστη προϋποθέτει την απόλυτη ελευθερία. Προτιμάει τον άνθρωπο να έχει την απόλυτη ελευθερία στις επιλογές του ακόμη και αν ζημιωθεί και κάποιος χωρίς να φταίει, γιατί ο Θεός ξέρει πως στο τέλος όλοι θα έχουν το μερίδιο που τους αναλογεί, και επομένως εκείνοι που ταλαιπωρήθηκαν θα λάβουν τα επιπλέον “τάλαντα”, γι’ αυτό άλλωστε όλοι οι άγιοι δέχτηκαν με χαρά και θεία παλληκαριά την κάθε ασθένεια.

2) Ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος

Ο μεγαλύτερος ερμηνευτής της Αγίας Γραφής με αφορμή το παραπάνω ευαγγελικό απόσπασμα «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν», μας εξηγεί πως όταν κάτι είναι καλό και ευεργετικό από την φύση του τότε αυτό γίνεται συνήθως επιθυμητό από τους ανθρώπους ενώ ο εξαναγκασμός  τους απομακρύνει, διότι το πραγματικό ενδιαφέρον για κάποιον γίνεται αντιληπτό και κερδίζει σε πολλαπλάσιο βαθμό τόσο την εμπιστοσύνη όσο και την εκτίμηση όλων. Πιο συγκεκριμένα ο Ιερός Χρυσόστομος αναφέρει:

<<Και πρόσεχε πώς ομιλεί (ο Χριστός) χωρίς κανένα απολύτως εξαναγκασμό. Διότι δεν είπε, θέλετε δεν θέλετε, πρέπει να το πάθετε αυτό, αλλά τι είπε: «εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει». Δε σας ζητώ δια της βίας, δε σας εξαναγκάζω, αλλά τον καθένα τον αφήνω κύριο της διαθέσεώς του˙ για τον λόγο αυτό σας λέγω «αν κάποιος θέλει». Διότι σας προσκαλώ προς αγαθά, και όχι προς κακά και δυσάρεστα, όχι προς κόλαση και τιμωρία, ώστε να σας αναγκάσω. Πράγματι λοιπόν η ίδια η φύση του πράγματος είναι ικανή να προσελκύσει.

 Εκείνος που χρησιμοποιεί βία, πολλές φορές απομακρύνει, ενώ εκείνος που αφήνει τον ακροατή να ενεργήσει μόνος του, τον προσελκύει περισσότερο. Καθόσον η φροντίδα για κάποιον έχει μεγαλύτερη δύναμη από την βία. Δια τούτο και ο Κύριος έλεγε˙ «εάν κάποιος θέλει». Διότι, λέγει, είναι μεγάλα τα αγαθά που σας δίδω και τέτοια, ώστε και να προσέρχεσθε με την θέλησή σας. Πράγματι, δεν θα ήταν δυνατό να προσελκύει κανείς με την βία, και πολύ περισσότερο συμβαίνει αυτό στα ουράνια αγαθά. Ο Χριστός, επειδή σέβεται την ελευθερία μας, δεν αναγκάζει, αλλά προτρέπει>>.

[Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα Ιερού Χρυσοστόμου έργα, Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Πατερικές εκδόσεις ΕΠΕ «Γρηγόριος Παλαμάς», τόμος 11 ,σελ. 502-519, Θεσσαλονίκη 1990]

Μία υγιής εκκλησιαστική οντότητα και κοινωνία που έχει πάνω από όλα και από όλους ως καθοδηγητή τον Ιησού Χριστό και η οποία είναι θεμελιωμένη πάνω στις διδαχές και την αγάπη των αγίων θα ήταν ποτέ δυνατόν να λειτουργήσει με πρακτικές εξαναγκασμού ή με την ρητορική του εκφοβισμού;

Η απάντηση του Αγίου Ιωάννη είναι πως όχι, δεν μπορεί και δεν πρέπει να λειτουργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο η εκκλησία και βέβαια ούτε και μια πολιτεία που θέλει να ακολουθεί τον Ορθόδοξο δρόμο.

Σε κάθε ζήτημα που αφορά τα επίγεια (υγεία, παιδεία κτλ)  δεν αρμόζει η οποιουδήποτε είδους βία και τα κάθε λογής εκβιαστικά παραγγέλματα. Το ίδιο συμβαίνει «και πολύ περισσότερο» μάλιστα, με το ζήτημα της πίστεως καθώς και με όλα τα άλλα «ουράνια αγαθά» που σύμφωνα με τον Ιερό Χρυσόστομο αυτά «δεν θα ήταν δυνατό να τα προσελκύει κανείς» με έναν τρόπο απολυταρχικό. Και όχι μόνο δεν θα προσελκυθεί κανείς αλλά αυτός ο τρόπος από όπου κι αν προέρχεται «πολλές φορές απομακρύνει, ενώ εκείνος που αφήνει τον ακροατή να ενεργήσει μόνος του, τον προσελκύει περισσότερο. Καθόσον η φροντίδα για κάποιον έχει μεγαλύτερη δύναμη από την βία».

2) Άγιος Παΐσιος: «Ο Θεός σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου»:

«Ο Χριστός έχει αρχοντιά. Σου λέει: «Αυτό είναι το καλό», «ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν…». Δεν λέει: «Με το ζόρι έλα κοντά μου!». Ο διάβολος έχει γυφτιά. Από ʹδωαπό ʹκει τον τυλίγει τον άνθρωπο, για να τον πάει εκεί που θέλει. Ο Θεός σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, γιατί δεν έκανε δούλους αλλά υιούς. Και παρʹ όλο που ήξερε ότι θα επακολουθήσει η πτώση, δεν τους έκανε δούλους. Προτίμησε να έρθει, να σαρκωθεί, να σταυρωθεί και να κερδίσει έτσι τον άνθρωπο». (Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο - Λόγοι Α')

3) Άγιος Πορφύριος: «Ό,τι κάνεις να το κάνεις επειδή το θέλεις, ελεύθερα»

α) «Το Άγιο Πνεύμα θέλει να μπει στις ψυχές μας, όπως και τότε, αλλά σέβεται την ελευθερία μας, δε θέλει να την παραβιάσει»

<<Ο Γέροντας μας έκανε μια κατανυκτική, εξωτερική και εσωτερική, περιγραφή των Αγιορείτικων αγρυπνιών στα Καυσοκαλύβια, τότε πού, όπως έλεγε, «το Άγιο Πνεύμα ερχόταν και πλημμύριζε με ουράνια χαρά τις ψυχές των μοναχών». Και λέγοντας αυτά, μας άφησε ένα αφυπνιστικό μήνυμα:

«Και τώρα το Άγιο Πνεύμα θέλει να μπει στις ψυχές μας, όπως και τότε, αλλά σέβεται την ελευθερία μας, δε θέλει να την παραβιάσει. Περιμένει να του ανοίξουμε μόνοι μας την πόρτα και τότε θα μπει στην ψυχή μας και θα τη μεταμορφώσει».

Και ο Θεός σέβεται την αφροσύνη μας, γιατί κι αυτή αποτελεί έκφραση της ελευθερίας μας.
Μια μέρα ο Γέροντας μου είπε: «Ο Θεός σέβεται το θέλημά μας».
Και μια άλλη: «Ό,τι κάνεις να το κάνεις επειδή το θέλεις, ελεύθερα, υπεύθυνα και με ευχαρίστηση».

Aπό το βιβλίο: «ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗ» (ΚΟΖΑΝΗ ΜΑΡΤΙΟΣ 2006)

β) Το αδιάκριτο ”κήρυγμα” που εξόργισε τους νέους

<<Ένα πρωινό Κυριακής ο Γέροντας κατηφόριζε μ' ένα γνωστό του ηλικιωμένο χωρικό, προς την Εκκλησία ενός χωριού. Στο δρόμο συνάντησαν μιά παρέα έξι-επτά νεαρών που βάδιζαν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο χωρικός ρώτησε τους νεαρούς: "Πού πάτε, παιδιά;" Και εκείνα απήντησαν: "Στο καφενείο" .                                

Τότε ο χωρικός, που ήταν πολύ αυστηρός, εξανέστει και τους είπε: 

"Δεν ντρέπεσθε, Κυριακή πρωί σήμερα, αντί να βρίσκεσθε στην Εκκλησία, πηγαίνετε στο καφενείο; Χριστιανοί είστε εσείς;" Και τους εξαπέλυσε ένα υπαίθριο ζηλωτικό κήρυγμα.           

Οι νεαροί του μίλησαν υβριστικά και συνέχισαν το δρόμο τους.

Ο Γέροντας σιωπούσε. Ο χωρικός, γεμάτος έξαψη και αυταρέσκεια, είπε του Γέροντα: 

"Καλά τα είπα στα παλιόπαιδα;" 

Κι ο Γέροντας: 

"Δεν τα είπες καλά.."

Ο χωρικός που περίμενε συγχαρητήρια, πικράθηκε από την απάντηση του Γέροντα.
Έφθασαν στην Εκκλησία.
Ο Γέροντας μπήκε στο Ιερό κι ο χωρικός έπιασε ένα στασίδι.
Δεν πέρασε μισή ώρα και να 'σου όλοι οι νεαροί της παρέας και μπαίνουν στην Εκκλησία.
Ο χωρικός έτριβε τα χέρια του από ικανοποίηση. Μόλις τελείωσε η Θεία Λειτουργία και βγήκε ο Γέροντας από το Ιερό, ο χωρικός έσπευσε να τον συναντήσει και του 'δείξε τα παιδιά, λέγοντας: "Είδες, που μου είπες ότι δεν τους τα είπα καλά; Σκέφθηκαν τα λόγια μου και ήρθαν στην Εκκλησία".
Κι ο Γέροντας, χαμογελώντας του εξήγησε ότι ήρθαν διότι προσευχόταν σιωπηλά γι'αυτά, και όχι διότι επηρεάστηκαν από τον τρόπο του>>. (Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.161-162)

γ) Και μία ακόμη μαρτυρία για τον Άγιο Πορφύριο:

<<Κάθε φορά που συναντούσα το Γέροντα Πορφύριο, ένιωθα ότι η συνομιλία μαζί του ήταν μία πνευματική πανδαισία. Κι αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση, ήταν η ελευθερία που άφηνε στο συνομιλητή του. Έβλεπα στο πρόσωπό του ενσαρκωμένη όλη την ελευθερία της Ορθοδοξίας. Ποτέ ο Γέρων Πορφύριος δεν υποχρέωνε οποιονδήποτε να κάνει κάτι και ποτέ δεν υποδείκνυε οτιδήποτε, που να αίρει την ελευθερία του άλλου.
Γι' αυτό δεν ήθελε ούτε εμείς να υπερβαίνουμε τους άλλους, αλλά να τους σεβόμαστε.
Έχοντας αυτή την αγιότητα μέσα του, έβλεπε μ' ένα άπειρο έλεος τον κόσμο.
Μ' αυτή ακριβώς την ελευθερία του έδινε στο συνομιλητή του, τον βοηθούσε με τον καλύτερο τρόπο να αντιληφθεί ότι βρισκόταν στο λανθασμένο δρόμο>>. 
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.151-152)

πηγή