Τετάρτη 25 Αυγούστου 2021

«Διά τόν φόβον…»

«Δεῦτε, τέκνα, ἀκούσατέ μου·

φόβον Κυρίου διδάξω ὑμᾶς»

(Ψαλ. 33,12)

 Φόβος! Ένα αίσθημα που αναστάτωσε την ανθρώπινη ψυχολογία για πρώτη φορά, όταν ήταν ακόμη μέσα στον παράδεισο ο άνθρωπος. Μέσα στην ασφάλειά του· μέσα στην ανεμελιά του. Ένα αίσθημα που εκφράσθηκε λεκτικά εξωτερικευμένο, όταν ο ίδιος ο Θεός αναζητούσε τον Αδάμ. Έλαβε όνομα, από τον ίδιο τον Αδάμ, αυτόν που χάρισε ονόματα σ’ όλα τα ζώα. Η απάντηση στην εν λόγω αναζήτηση, πρόδιδε το αίσθημα του φόβου.

«Τῆς φωνῆς σου ἤκουσα ἐν τῷ παραδείσῳ καί ἐφοβήθην» (Γεν. 3,10). Γιατί όμως εφοβήθη ο Αδάμ; Διότι παρήκουσε, απειθάρχησε, έπεσε, και τώρα η συνείδηση ελέγχει. Σε λίγο θα εξαγγελθεί από το θείο έδρανο το δριμύ κατηγορητήριο… Η απόδοση ευθυνών και η τελική ποινή του θανάτου. Έτσι από τότε εισήλθε στην σκηνή της κοινωνίας η πρώην ανύπαρκτη και άγνωστη έννοια του φόβου. Κατ’ ουσίαν του φόβου του θανάτου.

Έκτοτε συναντάμε την ανάγκη της ύπαρξης του φόβου, της τιμωρίας, του κολασμού των πολιτών, για τα αδικήματα τα οποία διαπράττουν, γιατί αν εκλείψει ο φόβος, ουδείς θα σέβεται το δίκαιο. Η θεά Αθηνά εισάγουσα τον θεσμό του Αρείου Πάγου ως ανωτάτου δικαστηρίου, λέγει ότι «πάνω σ’ αυτόν τον βράχο, ο σεβασμός και ο αδελφός του ο φόβος, θα συγκρατούν τους πολίτες από την αδικία, ημέρα και νύχτα και ότι δεν πρέπει να λείψει από τον πολίτη, διότι ποιος άνθρωπος, ουδέν φοβούμενος, μπορεί να είναι δίκαιος;»

Και ο Σοφοκλής τονίζει· «στην πολιτεία δεν είναι δυνατόν να ευδοκιμήσουν οι νόμοι κατά το πρέπον, αν δεν υπάρχει ο φόβος…». Εξ’ ου και το λαϊκό λόγιο του οποίου η έννοια έχει αρχαιοτάτη την προέλευση. «Ο φόβος φυλάει τα έρημα».

 Φόβο εκδηλώνει και ο Περικλής για τα σφάλματά του και των λοιπών Αθηναίων, παρά για τα σχέδια των αντιπάλων.

Ο Ευριπίδης δίνοντας μία ξεχωριστή διάσταση στον φόβο λέγει· «Δεν επαινώ τον άνθρωπο που φοβείται κάτι, χωρίς να εξετάσει με ψυχρή λογική το πράγμα».

Ο δε σύγχρονος Άγγλος ιστορικός Θωμάς Καρλάιλ (19ος αι.) πιστεύει ότι «η αισιοδοξία είναι η αφετηρία πάσης νίκης και ότι δεν πρέπει να ξεκινά κανείς με φόβο και απαισιόδοξη διάθεση».

Παρ’ όλα αυτά όμως, ο φόβος υφίσταται, αποτελώντας μία ουσιαστική και υπολογίσιμη δύναμη, που επηρεάζει τον άνθρωπο ψυχολογικά, οδηγώντας τον μέχρι και στις εκβολές του πανικού, κυβερνώντας τον δεινά και καταδυναστεύοντάς τον εξοντωτικά. Όπως όμως όλα τα πράγματα στην ζωή συσχετίζονται με την δύναμη του καλού και του κακού, από την αρχαία εποχή ακόμη, κάπως ανάλογα και ο φόβος έχει ορμητήριο τον ίδιο τον Θεό, το καλό, αλλά και τον Διάβολο, το κακό. Την αρετή και την κακία. Αποτελεί το «όπλο» στα χέρια των δύο προτέρων δυνάμεων, μέσω του οποίου εξασφαλίζεται η πνευματική χειραγώγηση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Εξετάζοντας σε πρώτη φάση τον φόβο σε συνάρτηση με τον δημιουργό του σύμπαντος, τον Θεό, αυτός προσλαμβάνει χαρακτήρα σεβασμού παραπάνω, παρά τρόμου και απευθύνεται σε ψυχές ζώσες, προς πνευματική αναβάθμιση, ηθική τελείωση και ουρανοδρόμο πορεία.

Έτσι λοιπόν στην Π. Διαθήκη, απαντά κατ’ επανάληψη το «ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου». Ειδικά στην Σοφ. Σειράχ (1,14) διαβάζουμε· «ἀρχή σοφίας φοβεῖσθαι τόν Κύριον». «Σοφία γάρ καί παιδεία φόβος Κυρίου» (1,27). «Ρίζα σοφίας φοβεῖσθαι τόν Κύριον» (1,20). «Πᾶσα σοφία φόβος Κυρίου» (19,20). Σοφός άνθρωπος λοιπόν, είναι αυτός που σέβεται τον Θεό, ακολουθώντας και εφαρμόζοντας τις εντολές του. Πραγματικά η υψίστη σοφία για τον άνθρωπο, η οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει σε αυτόν μακαριότητα και ευδαιμονία, θα ήταν η γνώση περί της μηδαμινότητός του απέναντι στον δημιουργό, ο οποίος διέπει και εποπτεύει τα πάντα, ο δε φόβος Θεού, δηλαδή ο σεβασμός και η συμμόρφωση προς τον θείο λόγο, αποτελεί αρχή σοφίας. «Ὁ δέ φοβούμενος τόν Κύριον μέγας διαπαντός», εννοείται θα αναδεικνύεται (Ιουδ. 16,16) «Ἡ θεοσέβεια ἐστι σοφία, τό δέ ἀπέχεσθαι ἀπό κακῶν ἐστίν ἐπιστήμη (=σύνεσις) (Ιωβ. 28,28).

Ο Απόστολος Παύλος για να εξάρει την σπουδαιότητα της σωτηρίας του ανθρώπου, αναφέρει· «μετά φόβου καί τρόμου τήν ἐαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε» (Φιλ. 2,12).

Έτσι ο εκατόνταρχος και οι περί αυτόν, μετά την πράξη της σταυρώσεως, «ἐφοβήθησαν σφόδρα», γιατί η φύση μέσω της αντίδρασής της, προσυπέγραφε, ότι ο σταυρωθείς ήταν Θεός. Θεός που πρόσφερε χέρι βοηθείας, σωτηρίας, τον οποίο όμως τον κάρφωσαν αγνώμονα και αναίτια. Τον καρφώσαμε και εμείς οι σύγχρονοι και τώρα ξυπνάμε από τους εφιάλτες του σφυρίσματος των ήλων. Ο νόμος της ανταποδόσεως όμως στέκει από ψηλά αμείλικτος και ως δαμόκλειος σπάθη αποδεκατίζει τους ενόχους με την μορφή και τον χαρακτήρα παντοειδών κακών που επελαύνουν κατά των εγκληματικών ανθρωπίνων φύσεων. Κακών που υπόκεινται σε μία νέα έννοια, πρωτόγνωρη, αυτή της μεταλλάξεως. Η μετάλλαξη είναι μία άλλη μορφή φόβου και τρόμου ενός εξελιγμένου καταστροφικού όπλου στα χέρια επικινδύνων κακοποιών. Στα χέρια των συγχρόνων σταυρωτήδων που «σταυρώνουν» ποικιλοτρόπως τους ανθρώπους, ως τιμωρία για το έγκλημα της σταυρώσεως του Σωτήρος. Τότε, αλλά και τώρα. Αλλά ας κλείσουμε την πρώτη ενότητα, αυτήν του φόβου του Θεού, με την μέθεξη σ’ αυτόν των ουρανίων δυνάμεων οι οποίες «ἐξέστησαν τῷ φόβῳ νεκρόν σε καθορῶντα…» και «πᾶσα ἡ κτίσις ἠλλοιοῦτο φόβῳ».

Αυτός λοιπόν είναι ο θείος φόβος, ο ιεροπρεπής, ο ευλογημένος που καλλιεργεί τον σεβασμό προς τον Θεό. Ένας φόβος που ακόμη και μέσα από την «επιβολή» του, εκπέμπει μία ιερή ευωδία άδολης γαλήνευσης. Ένας φόβος, που αναιρεί με την ίδια την εντολή–προτροπή του Χριστού, «μή οὖν φοβηθῆτε» (Ματ. 10,31), έναν άλλο φόβο.

 Ο άλλος φόβος είναι το φονικό όπλο στα χέρια του τρομοκράτη Διαβόλου. Μέσα στον δούρειο ίππο αυτού του διαφορετικού φόβου, υποκρύπτεται ο δειλός Διάβολος που δεν θέλει να φανερωθεί αποκαλύπτοντας τα άνομα σχέδιά του. Όμως αυτός ο φόβος αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο έχει οικοδομηθεί η σατανική μηχανή που καταπιέζει και εκμηδενίζει τον άνθρωπο, μεταμορφώνοντας τον σε μία άψυχη μάζα, έτοιμη προς ανάλογη δαιμονική διαχείριση και τελική εκμετάλλευση. Στην ολοκληρωτική κοινωνία που ζούμε, κατ’ ευφημισμόν δημοκρατική και κατά δολερή παραπλάνηση και απάτη, ο φόβος διαποτίζει ολόκληρη την ύπαρξή μας από πάνω μέχρι κάτω. Δεν είναι όμως μόνο ο εξωτερικός φόβος, ο φανερός, αλλά ο βαθύς εσωτερικός φόβος. Ο ψυχικός, ο καρδιακός, ο ενδόμυχος. Ο άνθρωπος διακατέχεται από φόβο ακόμη και αν δεν υπάρχουν αιτίες για να φοβάται.

 Υπάρχουν όμως για τον φόβο χίλια επιχειρήματα. Ο ένας φοβάται μη χάσει την εργασία του. Ο άλλος μήπως χάσει τα παιδιά του ή δεν μπορέσει να τα συντηρήσει. Ο τρίτος φοβάται για την κλονισμένη υγεία του. Πάνω στο τραπέζι όμως δεσπόζει πάντοτε το πινάκιο της φακής. Το υλιστικό συμφέρον. Ακολουθούμε αυτούς που μας υπόσχονται ότι θα εκπληρώσουν τις επιθυμίες μας, αυτούς που θα μας βοηθήσουν να περάσουμε καλύτερα στην ζωή μας, να αναδειχτούμε, να γίνουμε επιτυχημένοι, έστω και μέσω του «φόβου». Γιατί ο άνθρωπος έχει ανάγκη μόνο της τροφής και της επιβίωσης. Έτσι ακολουθεί το συμφέρον, την ρεμούλα, την μίζα αρκεί να περνάει καλά. Αυτά του δίδαξε ο Σατανάς μέσω των σατανικών αρχόντων, αυτά κάνει. Κάποια όμως στιγμή υποτάσσεται δεινά και μόνιμα στα έργα του τα άνομα, ελλείψει υποτυπώδους ηθικής οχύρωσης. Υποτάσσεται στον φόβο, που επιβουλεύεται την ίδια του την ύπαρξη. Την ψυχοσωματική…

Αυτόν τον φόβο έρχεται να άρη ο Κύριος λέγοντας· «μή φοβηθῆτε ἐπί τῶν ἀποκτενόντων τό σῶμα, τήν δέ ψυχήν μή δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματ. 10,28). Με άλλα λόγια συμβουλεύει να διαφυλάξουμε τα πνευματικά μας πρωτοτόκια, την ψυχή μας, αυτήν που δεν μπορεί κανείς να την υφαρπάσει εκτός αν την δώσουμε μόνοι μας, συμπληρώνει ο πατρο-Κοσμάς. Έρχεται λοιπόν ο Χριστός στην εποχή μας, καθότι είναι «ὁ ὤν, ὁ ἦν καί ὁ ἐρχόμενος», εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης, εκεί που είμαστε συνηγμένοι διά τον φόβον, την ώρα που μας συνέχει τρόμος και έκστασις, όταν δεν μιλάμε γιατί φοβούμαστε και διακηρύσσει «Μή οὖν φοβηθῆτε» (Ματ. 10,31). Μη τρέμετε τον ίσκιο σας. Αντισταθείτε στον πονηρό, κυνηγήστε την υπέρβαση. Αγωνιστείτε για την πνευματική μεταστροφή σας και θα την πετύχετε με την απόλυτη άρνηση του φόβου και με την απόλυτη διάθεση να δεχτείτε κάθε τροπή της ζωής σας. Προφυλαχτείτε από τον ένα και μοναδικό εχθρό σας, τον Διάβολο. Πώς; Μην του δίνετε σημασία… Μακάριος ο άνθρωπος που δεν πορεύεται και δεν έρχεται σε διάλογο με «βουλή ασεβών» (Ψαλ. 1,1). Είτε αυτήν την κτιριακή, όπου ενοικούν οι καθ’ εαυτόν ασεβείς και βλάσφημοι, είτε τις παντοειδείς, τις έτερες, τις εγκατεσπαρμένες στο άγονο έδαφος της υλιστικής θεώρησης. Τις αόρατες· τις πονηρές.

Πώς θα πραγματοποιηθεί όμως αυτό, όταν ζούμε σε μία κοινωνία που είναι δομημένη έτσι, ώστε συνεχώς να απαντούμε ΝΑΙ, προκειμένου «να μη χαθούμε»; Μάλλον για να χαθούμε, γιατί προοδευτικά εμπίπτουμε σ’ όλο και φοβερότερους συμβιβασμούς, με συνέπεια τον πνευματικό θάνατο.

Έτσι ο άνθρωπος που αποτελεί μία ριψοκίνδυνη περιπέτεια σύμφωνα με τον Αλμπέρ Καμύ, κατήντησε μία πεζή και πανάθλια ύπαρξη. Ένας άσωτος που ξεγελά την πνευματική του πείνα με τα ξυλοκέρατα της αθεΐας.

Έτσι παίρνει θάρρος ο Χάιντεγκερ και διακηρύσσει· «Το μηδέν είναι πάντα παρόν, απλά κοιμάται. Η αναπνοή του ακούγεται να τρεμουλιάζει μέσα από το παραπέτασμα της ύπαρξης». Γιατί με μια ψυχή υποδουλωμένη στις συνήθειες, στις μέριμνες, στα πάθη, ακολουθεί και ένα σώμα άρρωστο και υποδουλωμένο. Το πρότερο μηδέν.

Κι όμως ειδικά στις μέρες μας λέει ο στάρετς Ιωάννης «είναι ανάγκη να ετοιμάσει κανείς τον εαυτό του για ένα μακρινό δρόμο». Αυτός ο δρόμος, είναι ο δρόμος της αιωνιότητος. Μη μας καταβάλλει ο φόβος. Ούτως ή άλλως και άγιοι άνθρωποι κατελήφθησαν απ’ αυτόν, αλλά ζήτησαν πτέρυγες αγρίας περιστεράς για να πετάξουν και αναπαυθούν σε τόπο ήσυχο και ασφαλή, να αυλισθούν «ἐν τῇ ἐρήμῳ» και κάποια στιγμή με αγώνα, υπομονή και επιμονή το πέτυχαν.

Το λέει καθαρά ο ψαλμωδός· «Φόβος καί τρόμος ἦλθεν ἐπ’ ἐμέ καί ἐκάλυψε με σκότος» (Ψαλ. 54,6). Το ύψιστο σημείο της αγωνίας και το σκότος της αθυμίας, κατεπλάκωσε τον ψαλμωδό. Όταν απελπισθεί ο άνθρωπος καταλαμβάνεται από τέτοια αθυμία, ώστε σκοτίζεται και δεν γνωρίζει τι να κάμει. «Ἀθυμία κατέσχε με ἀπό ἁμαρτωλῶν τῶν ἐγκαταλιμπανόντων τόν νόμον σου». Μελαγχολία με κατελάμβανε όταν έβλεπα τους αμαρτωλούς να παραβαίνουν τον νόμο Σου (Ψαλ. 118,53) Παρόμοια μιλάει και ο Ησαΐας (21,4) λέγοντας· «ἡ ψυχή μου ἐφέστηκεν (=περιήλθε) εἰς φόβον».

Λοιπόν «ο φόβος των Ιουδαίων» πάντοτε θα υπάρχει, με ποικίλες μορφές. Οι ασεβείς άρχοντες θα καταδιώκουν «δωρεάν» (=άδικα). Εμείς ας διαφυλαχθούμε πρωτίστως από τον αμαρτωλό εαυτό μας και ας υποταγούμε στην φωνή του Χριστού μας, όπως υποτάσσονται τα στοιχεία της φύσεως «σιώπα, πεφίμωσο… καί ἐγένετο γαλήνη μεγάλη» (Μαρ. 4,39).

 Αρίσταρχος