Τοῦ Λάμπρου Κ. Σκόντζου,
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Μία
μεγάλη πλειάδα Νεομαρτύρων ἦταν νεαρὰ παιδιά, ἀγόρια καὶ κορίτσια, τὰ
ὁποῖα, παρὰ τὸ ἄγουρο τῆς ἡλικίας τους, ἐνέταξαν τὴν ἑδραία πίστη τους
στὸν ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεό, ἀπέναντι στοὺς ἀλλόθρησκους Ὀθωμανοὺς
τυράννους, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νὰ τοὺς ἐξισλαμίσουν καὶ αὐτόματα νὰ χάσουν
καὶ τὴν ἑλληνική τους συνείδηση. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρξε καὶ ὁ άγιος
Νεομάρτυρας Τριαντάφυλλος.
Γεννήθηκε
στά 1663 στήν Ζαγορὰ τοῦ Πηλίου, στὰ μαῦρα χρόνια, ποὺ Τὸ Γένος μας καὶ
ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι λαοὶ τῶν Βαλκανίων ζοῦσαν κάτω ἀπὸ μία, ἀπὸ τίς πιὸ
τυραννικὲς περιόδους τῆς ἱστορίας. Οἱ γονεῖς του ἦταν ἄνθρωποι ἁπλοὶ καὶ
φτωχοί, ἀλλὰ θεοσεβούμενοι, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνάθρεψαν μὲ παιδεία καὶ
νουθεσία Κυρίου. Στάλαξαν στὴν παιδική του ψυχὴ τὴν πίστη στὸν μόνο
ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεό, τὸν Ὁποῖο μᾶς γνώρισε ὁ ἐνανθρωπίσας Υἱὸς καὶ
Λόγος Του, Ἰησοῦς Χριστός. Νὰ ἔχει προσήλωση στὴν
ἁγία Ἐκκλησία Του, τὸ ἀσφαλὲς καταφύγιο κάθε ψυχῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν
ὁδηγοῦσαν συχνὰ στὴν ἐκκλησία. Καὶ ἐκεῖνος ἔτρεχε μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση
γιὰ νὰ βοηθᾶ τὸν ἱερέα καὶ τὸν ψάλτη τοῦ χωριοῦ. Ἔμαθε νὰ ἀγαπᾶ τὸ
Χριστὸ καὶ τοὺς ἁγίους, νὰ τοὺς θεωρεῖ φίλους του, νὰ κουβεντιάζει ὧρες
ὁλόκληρες μαζί τους. Ἰδιαίτερα σέβονταν καὶ ἀγαποῦσε τὴν Παναγία μας καὶ
τὸν ἅγιο Γεώργιο, ὁ ὁποῖος εἶχε ὑποφέρει καὶ εἶχε πεθάνει ἡρωικὰ γιὰ τὴν πίστη του στὸ Χριστό.
Ἐνωρὶς εἶχε χάσει τοὺς ἀγαπημένους του γονεῖς, μένοντας ὀρφανός. Ἡ ἀκράδαντη πίστη του στὸ
Θεὸ τὸν στήριξε στὴ δύσκολη ἐκείνη περίοδο τῆς ζωῆς του. Γιὰ νὰ
μπορέσει νὰ ἐπιβιώσει ἀναζήτησε ἐργασία ὡς ναυτικός. Πράγματι ἕνας
καραβοκύρης τὸν πῆρε στὴ δούλεψή του. Τὸν ἔκαμε ναύτη στὸ ἐμπορικό του
καράβι, τὸ ὁποῖο ταξίδευε στὸ βόρειο Αἰγαῖο, μεταφέροντας ἐμπορεύματα. Ὁ
νεαρὸς Τριαντάφυλλος τὸν εὐχαρίστησε καὶ τοῦ ὑποσχέθηκε πὼς δὲν θὰ
μετανιώσει ποτέ, ποὺ τὸν προσέλαβε στὸ πλοῖο του, δείχνοντας ἀσυνήθιστη
εὐσυνειδησία, τιμιότητα, ἐργατικότητα καὶ καλοσύνη.
Ὅμως
οἱ ἄλλοι ναῦτες, ἄνθρωποι σκληροὶ καὶ ἄπονοι, συμπεριφέρονταν βάναυσα
στὸν νεαρὸ Τριαντάφυλλο, τὸν ὁποῖο λοιδοροῦσαν καὶ περιέπαιζαν. Ἀνάμεσά
τους ὑπῆρχαν καὶ τοῦρκοι, οἱ ὁποῖοι τὸν περιγελοῦσαν γιὰ τὴν θεοσέβειά
του, βλέποντάς τον νὰ προσεύχεται συχνὰ καὶ νὰ μιλᾶ γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ
τοὺς ἁγίους. Ἐκεῖνος τοὺς ἀπέκρουε μὲ εὐγένεια καὶ ἀνεξικακία καὶ
συνέχιζε νὰ προσεύχεται μὲ θέρμη καὶ πίστη στὸ Θεό. Νὰ ἐναποθέτει τὶς
ἐλπίδες του σ’ Αὐτόν. Νὰ προσεύχεται καὶ γι’ αὐτούς, διότι ἤξερε ὅτι
ἦταν θύματα τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος τοὺς ἔβαζε γιὰ νὰ τὸν πειράξουν καὶ
νὰ τὸν ἀποσπάσουν ἀπὸ τὴν εὐσέβειά του.
Ὁ
καιρὸς περνοῦσε καὶ ὁ ναύκληρος Τριαντάφυλλος κέρδιζε ὅλο καὶ
περισσότερο τὴ συμπάθεια τῶν συναδέλφων του χριστιανῶν ναυτικῶν. Ὄχι
ὅμως τῶν μουσουλμάνων, οἱ ὁποῖοι τὸν μισοῦσαν θανάσιμα καὶ ἀποζητοῦσαν
εὐκαιρία νὰ τὸν ἐκδικηθοῦν. Ἡ εὐκαιρία τοὺς δόθηκε σὲ ἕνα ταξίδι τοῦ
πλοίου στήν Κωνσταντινούπολη. Μετὰ τὸ ἀγκυροβόλι, μία παρέα ἀπὸ τοὺς
μουσουλμάνους ναῦτες, προκάλεσαν διαμάχη μὲ τὸν Τριαντάφυλλο, μὲ σκοπὸ
νὰ τὸν παγιδέψουν. Μηχανεύτηκαν φρικτὴ συκοφαντία, ὅτι δῆθεν τοὺς εἶχε
ἐκμυστηρευτεῖ ὅτι σκόπευε νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὸ Ἰσλὰμ καὶ
κατόπιν ἄλλαξε γνώμη.
Μὲ
τὴν εὐκαιρία θέλουμε νὰ τονίσουμε πὼς ὁ πιὸ συνηθισμένος τρόπος
ἐκδίκησης τῶν τούρκων κατὰ τῶν Ἑλλήνων ἦταν ἡ συκοφαντία τῆς δῆθεν
ἐκδήλωσης πρόθεσης ἐξισλαμισμοῦ. Αὐτὸ γιὰ την σαρία, δηλαδὴ τὸν ἰσλαμικὸ
νόμο, ἀποτελεῖ σοβαρότατο παράπτωμα, τὸ ὁποῖο ἰσοδυναμεῖ, ἢ τὸν ἀκούσιο
ἐξισλαμισμὸ τοῦ κατηγορουμένου, ἢ τὴν θανάτωσή του! Μὲ αὐτὴν τὴν
συκοφαντία βρῆκαν μαρτυρικὸ θάνατο πλῆθος Νεομαρτύρων.
Πῆγαν
λοιπὸν οἱ ἀπαίσιοι ἐκεῖνοι συκοφάντες στὸν ἐπίτροπο τοῦ Σουλτάνου γιὰ
θρησκευτικὰ θέματα, τὸν διαβόητο Μουσταφά, στὸν ὁποῖο τὸν κατήγγειλαν ὡς
ἀρνητὴ τοῦ Ἰσλάμ, προσθέτοντας ἐπίσης καὶ τὴν κατηγορία ὅτι δῆθεν εἶχε
προσβάλει τὴν θρησκεία τους καὶ τόν Μωάμεθ. Ἁπλὴ ἄλλωστε ἄρνηση
ἐξισλαμισμοῦ σήμαινε ὕβρη κατὰ τοῦ Ἰσλάμ. Σὲ λίγη ὥρα κατέφθασε
ἀπόσπασμα ἀγρίων στρατιωτῶν, οἱ ὁποῖοι συνέλαβαν, ἔδεσαν πισθάγκωνα τὸν
Τριαντάφυλλο καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν τοῦρκο διοικητὴ τῆς πόλεως γιὰ νὰ
ἀπολογηθεῖ. Ὁ ἀνακριτὴς πασὰς μεταχειρίστηκε ἀρχικὰ κολακεῖες καὶ
ταξίματα, προκειμένου νὰ τὸν δελεάσει καὶ νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Τὸν
ἐπαίνεσε γιὰ τὰ νιάτα του καὶ τὴ λεβεντιά του καὶ τοῦ ἔταξε πλούτη,
τιμὲς καὶ ἀξιώματα ἂν ἀπαρνιόταν τὴν πίστη του καὶ ἀσπάζονταν τὸ Ἰσλάμ.
Ἐκεῖνος ὅμως μὲ ἀσυνήθιστο θάρρος ἀρνήθηκε καὶ ὁμολόγησε: «Τὸν ἀληθινὸ
Θεὸ καὶ Σωτήρα μου Ἰησοῦ Χριστὸ δὲ θὰ δεχτῶ ποτὲ νὰ ἀπαρνηθῶ»!
Μετὰ
ἀπὸ αὐτὴ τὴν θαρραλέα ὁμολογία του, ὁ ἀνακριτὴς ἄρχισε τὶς φοβέρες καὶ
τὶς προειδοποιήσεις πώς, γιὰ νὰ γλυτώσει τὶς τιμωρίες καὶ τὸ θάνατο,
ἔπρεπε νὰ ἐξισλαμισθεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη του
καὶ φώναζε δυνατά: «εἶμαι Χριστιανὸς καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω»!
Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ ἔδωσε διαταγὴ νὰ ἀρχίσουν τὰ βασανιστήρια, εὐελπιστώντας
ὅτι τὸ νεαρὸ παιδὶ θὰ λύγιζε, μπροστὰ στὰ μαρτύρια καὶ θὰ
ἀλλαξοπιστοῦσε. Τὸν παρέδωσε σὲ ἄξεστους, ἄγριους καὶ ἀπάνθρωπους
βασανιστές, οἱ ὁποῖοι τὸν μαστίγωσαν ἀνελέητα καὶ τὸν βασάνισαν φρικτά.
Ἀλλὰ ὁ Μάρτυρας ἔμεινε ἑδραῖος, παρ’ ὅλους τούς ἀφόρητους πόνους του.
Ὅταν
εἶδαν ὅτι δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν μεταπείσουν, ἀποφάσισαν νὰ τὸν
θανατώσουν. Τὸν ὁδήγησαν στὸν ἱππόδρομο τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅπου
χιλιάδες Χριστιανοὶ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν πίστη τους στὸ Χριστό.
Ἤθελαν νὰ παρακολουθήσει ὁ ὄχλος τὴν ἐκτέλεση γιὰ παραδειγματισμό. Νὰ
σπείρουν τὸ φόβο στοὺς ὑπόδουλους Χριστιανούς, ὥστε νὰ μὴν διανοοῦνται
νὰ σηκώσουν κεφάλι. Ὁ δήμιος πλησίασε τὸν μόλις δεκαεπτάχρονο Μάρτυρα
καὶ τοῦ ἔκοψε τὸ κεφάλι.
Ἤταν 8
Αὐγούστου τοῦ 1680. Τὸ νεαρὸ αὐτὸ βλαστάρι, ἕνα ἀπὸ τὰ εὔοσμα ἄνθη τοῦ
μυστικοῦ λειμώνα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἅγιος Τριαντάφυλλος, ἀντάλλαξε τὰ πλούτη
καὶ τὶς δόξες τῆς ἐπίγειας πρόσκαιρης ζωῆς μὲ τὴν αἰώνια καὶ ἀτελεύτητη
ζωή. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 8 Αὐγούστου, τὴν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου
του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας
πίστεως, ἔχων τὴν χάριν, χαίρων ἤθλησας, ἀνδρειοφρόνως, Νεομάρτυς
Χριστοῦ Τριαντάφυλλε· ὅθεν ὡς ῥόδον εὐφραίνεις ἡδύπνευστον, τὴν
Ἐκκλησίαν τῇ θείᾳ ἀθλήσει σου. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε,
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.