Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος εὐεργέτης τοῦ ἀνθρώπου. Στὸν οὐράνιο Πατέρα ὀφείλει καὶ τὴ ζωή του. Ὅλα τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ποὺ καθημερινὰ χρησιμοποιεῖ, εἶναι τοῦ μεγάλου Δημιουργοῦ. Καὶ ὅλα ὅσα φαίνονται ὅτι εἶναι δικά του, γιατί τὰ πέτυχε ὁ ἴδιος, τοῦ Θεοῦ εἶναι. Ἁπλῶς ἀναθέτει στὸν ἄνθρωπο τὴ διαχείρισή τους. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια ἂν τὴν ἀποδέχονταν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ συναισθάνονταν τὴν εὐθύνη τους ἀπέναντι στὸ Θεό, τὰ πράγματα πάνω στὴ γῆ θὰ ἦταν ἐντελῶς διαφορετικά. Δὲν θὰ ὑπῆρχε φτώχεια καὶ δυστυχία. Θὰ εἶχαν ὅλοι ἴσα ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ εὐχαριστία πρὸς τὸ Θεὸ θὰ ἦταν τὸ κοινὸ γνώρισμα. Τότε ὁ κόσμος θὰ ἦταν ἀγγελικός. Αὐτὸ ὡστόσο φαίνεται πολὺ μακρινό. Καὶ ὅσο θὰ ἐξαπλώνεται τὸ κακὸ καὶ ὁ διάβολος θὰ ἐπεκτείνει παντοῦ τὸ ὀλέθριο ἔργο, τὸ ὅραμα αὐτὸ θὰ ἀπομακρύνεται.
Ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης μιλοῦσε γιὰ τὴν εὐθύνη ποὺ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ ὅ,τι κακό συμβαίνει στὴ γῆ. Ἔλεγε: «Πρέπει νὰ ξέρουμε ὅτι ὁ Θεὸς θὰ μᾶς ζητήσει λογαριασμὸ καὶ γιὰ τὴν τελευταία δραχμή μας, ἂν τὴ διαθέσαμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του ἢ ὄχι».
Ὁ ἅγιός μας πίστευε ἐπίσης ὅτι ὅλα τὰ προβλήματα στὴ ζωή βρίσκουν τὴ λύση τους, ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρεῖ τὸ Θεό, τηρεῖ τὶς ἐντολὲς μὲ συνέπεια καὶ δείχνει ἐμπιστοσύνη στὴ θεία πρόνοια. Τὸν ἐμπειρικὸ αὐτὸ λόγο ὁ συνειδητὸς χριστιανὸς μπορεῖ νὰ τὸν κάνει πράξη.
Παρόμοια βιώματα εἶχαν ὅλοι οἱ νεώτεροι γέροντες ποὺ πρόσφατα ἁγιοκατατάχθηκαν. Ἀπέφευγαν μὲ κάθε τρόπο τὴ δέσμευσή τους στὰ περιττὰ ὑλικὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα διαρκῶς ἔδιναν στοὺς φτωχοὺς καὶ αὐτοὶ ἐλευθερωμένοι ἀπὸ τὶς βιοτικὲς μέριμνες ἐπικοινωνοῦσαν ἱερῶς μὲ τὸν γλυκύτατο Ἰησοῦ καὶ χωρὶς νὰ τὸ συνειδητοποιοῦν ἀποκτοῦσαν τὴν κατὰ Θεὸν σοφία, τὴν ὁποία προσέφεραν στοὺς ἐπισκέπτες τους. Στήριζαν τοὺς καλοπροαίρετους ἀδελφοὺς δίνοντάς τους διέξοδα στὰ πολλὰ ἀδιέξοδα ποὺ ἀντιμετώπιζαν, ἐνῷ ἐκεῖνοι δέχονταν τὶς διδαχές τους ὡς ὁδοδεῖκτες πνευματικῆς πορείας.
Οἱ μέριμνες γιὰ ὑλικὰ πράγματα ποὺ δὲν ὁδηγοῦν στὴ θεοσέβεια καὶ εἶναι ἀντίθετες μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐπικίνδυνες γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Προκαλοῦν περισπασμούς καὶ θέτουν σὲ δεύτερη μοῖρα τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Τροφοδοτοῦν διχαστικὲς σκέψεις, διασποῦν τὸ πνευματικὸ φρόνημα καὶ εἶναι πιθανὸ νὰ ὁδηγήσουν τὸ σκάφος τῆς ὕπαρξής μας σὲ καταποντισμό.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει ὅτι ἡ ἐναγώνια μέριμνα καταπιέζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ προκαλεῖ λύπη, γι’ αὐτὸ καὶ προτείνει ἔντονο καὶ διαρκῆ ἀγώνα γιὰ τὴν ἀπαλλαγή του ἀπὸ αὐτή: «Τίποτα δὲν προξενεῖ στοὺς ἀνθρώπους τόση χαρά, ὅση τὸ νὰ ἔχουν ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴ φροντίδα καὶ τὴν ἀγωνιώδη μέριμνα· καὶ μάλιστα, ἀφοῦ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ αὐτὴ χωρὶς νὰ ζημιωθοῦν καθόλου, ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι παρὼν καὶ πρὸς χάρη τους φροντίζει γιὰ ὅλα».
Ἐπίσης, ὁ Μέγας Βασίλειος τονίζει ὅτι τὸ νά εὐαρεστήσεις τὸ Θεὸ στὴ ζωή σου πρέπει νὰ εἶσαι ἐλεύθερος ἀπὸ τοὺς περισπασμούς, γιὰ νὰ μὴ παρασύρεσαι ἀπὸ τὰ διάφορα τεχνάσματα τοῦ διαβόλου: «Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι φορτωμένοι μὲ βιοτικὲς μέριμνες καὶ οἱ ψυχὲς τους μοιάζουν μὲ χωράφι γεμάτο ἀγκάθια καὶ δὲν τίς ἀφήνουν νὰ τραφοῦν μὲ τὸ θεῖο λόγο καὶ νὰ καρποφορήσουν, γι’ αὐτὸ ξεσκεπάζει καὶ ξεγυμνώνει ὁ Κύριος τὰ ἄγρια δάση, δηλαδὴ τὴν ἀσχήμια καὶ τὴν ἀπρέπεια καὶ τὴ βλάβη ποὺ συνεπάγονται οἱ βιοτικὲς (κοσμικὲς) μέριμνες τῆς ζωῆς, ὥστε, ἀφοῦ καθορισθεῖ μὲ ἀκρίβεια ἡ περιοχὴ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, νὰ μὴ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι ἐξαιτίας τῆς ἀμαθείας τους συγκεχυμένες γνῶμες καὶ ἀλλοιωμένες κρίσεις γιὰ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Γιατί πολλοὶ τὰ ἀγαθά, ἐπειδὴ ἀπαιτοῦν κόπους, τὰ θεωροῦν κακά· τὰ δὲ κακά, ἐπειδὴ συνοδεύονται ἀπὸ ἡδονή, τὰ ἐπιδιώκουν σὰν νὰ εἶναι ἀγαθά. Καὶ μία τέτοια πλάνη εἶναι ἀνεκδιήγητη (ἀπερίγραπτη) ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους».
Ἀξιοπρόσεκτος εἶναι ἐπίσης καὶ ὁ συμπερασματικός του λόγος, τὸν ὁποῖο ὅλοι οἱ χριστιανοὶ πρέπει νὰ τηροῦν: «Ὥστε ἡ ἄσκηση ποὺ ἔχει ὡς σκοπὸ νὰ εὐαρεστήσουμε στὸ Θεό, σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, κατορθώνεται μὲ τὴν ἀπάρνηση τῶν κοσμικῶν μεριμνῶν καὶ μὲ τὴν πλήρη ἀποξένωσή μας ἀπὸ ἀπασχολήσεις ξένες πρὸς τὸν κύριο σκοπὸ τῆς ζωῆς μας (ποὺ εἶναι ἡ σωτηρία μας)».