Ἱερουσαλήμ καί οὐκ ἔγνως
τά γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν
ταῖς ἡμέραις ταύταις;»
(Λουκ. 24,18)
Πλησιάζει και φέτος το Πάσχα. Καταφθάνει στα χέρια μας το διαβατήριο που μας δίνει το δικαίωμα να μεταναστεύσουμε από την χώρα της αμαρτίας, στην χώρα της αιωνιότητος. Πάσχα! Μία εορτή με βαθύ περιεχόμενο, που παρουσιάζει ιδιαίτερο νόημα στις πονηρές μέρες που διερχόμαστε. Μία εορτή που επαγγέλλεται λύτρωση. Αυτό φυσικά ήταν ανέκαθεν το νόημα και η ουσία της εν λόγω εορτής, όπως αυτό ήταν και το ηχηρό εγερτήριο σάλπισμά της. Ένα κάλεσμα προς την ποθητή διάβαση από τον θάνατο στην ζωή. Φέτος όμως προβάλλει μία ειδοποιός διαφορά.
Ο Χριστός κάθε χρόνο ένοιωθε στο πετσί του την επανάληψη της μαρτυρικής πορείας προς το πάθος. Κάθε χρόνο αλλά και όλο τον χρόνο περνούσε από το εδώλιο του κατηγορουμένου, προδομένος, εγκαταλειμμένος απ’ όλους εμάς τους πιστούς του, σιωπηλός, με πικρό παράπονο, με τον θεϊκό ιδρώτα του σαν αίμα να πνίγει το άγιο μέτωπό του, εμπαιζόμενος, μαστιγούμενος, εμπτυόμενος και οδηγούμενος τελικά στο «υψηλότερο» ικρίωμα των αιώνων. Αυτό του ελεεινού κακούργου πάνω στο μέχρι πρότινος άσημο ύψωμα του Γολγοθά. Κι εμείς όλοι καθόμασταν «ἀπό μακρόθεν» θεατές συμπονετικοί, πλήρως ανενεργοί, απολαμβάνοντες απλά εκείνα τα υπέροχα εγκώμια της Μ. Παρασκευής –ειδικά το «ὦ γλυκύ μου ἔαρ»– που χάριζαν αδάπανα μία απέραντη ηχηρή ανακούφιση και γαλήνη, που έγγιζε απαλά το εξώτερο της καρδιάς μας. Ως εκεί όμως· όχι πιο πέρα, πιο βαθειά, γιατί δεν είμαστε στα χρόνια μας για πολλές συγκινήσεις, καθότι την ζωή μας την ποθούμε ευχάριστη, ανώδυνη, διασκεδαστική, άσχετα αν πλάι μας, δίπλα μας, στους συνανθρώπους μας, κυριαρχεί δυστυχία και πόνος. Εμείς «να ’μαστε καλά», όπως εκφράζει το σύγχρονο ευχολόγιο. Άσχετα αν ο Παύλος διακηρύσσει ότι «ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄Κορ. 13,5).
Όμως φέτος, αυτός ο ιδρώτας του Χριστού, αυτοί οι θρόμβοι αίματος, αυτή η αγωνία του, διαπερνούν και το δικό μας το κορμί. Όλοι μας περνάμε ένα πάθος πρωτοφανές, πρωτάκουστο, ανεπανάληπτο, που συγκλονίζει βαθειά τις ψυχές μας – τελικά τις ανακαλύψαμε– με χρονική εμβέλεια απροσδιόριστη, ίσως ατελέσφορη. Έχουμε παύσει πλέον να «παροικοῦμε ἐν Ἱερουσαλήμ» και έχουμε αρχίσει να αποτελούμε την ίδια την Ιερουσαλήμ, το επίκεντρο του ψυχικού κυκλώνος. Έχουμε αρχίσει εδώ και καιρό την πορεία προς το ακούσιον πάθος μας. Αυτό τελικά μας βοηθάει να νοιώσουμε επιτέλους και το πάθος κάποιου άλλου που πα(ε)θαίνει αιώνες τώρα για χάρη ημών. Χρόνια μας καλεί να συμπροσευχηθούμε, συμπορευόμενοι και τελικά συσταυρούμενοι, εγκαταλείποντες «ταῖς τοῦ βίου ἡδοναῖς». Χρόνια μας καλεί προετοιμάζοντάς μας αναλόγως, να τολμήσουμε την τελική έξοδο από την αμαρτωλή «Αίγυπτο» της ψυχικής μας δουλείας και ερημίας. Εμείς όμως καθηλωμένοι πλήρως στον φαραϊκό ζυγό, δεινά υποταγμένοι, βλέπουμε δειλά και με αναποφασιστικότητα την «Ερυθρά θάλασσα» συλλογιζόμενοι την διάβασή της (;). Όμως καθότι είμαστε δειλοί, άπιστοι, ειδωλολάτρες, συμφεροντολόγοι και προπάντων ραγιάδες, εφησυχάζουμε. Δειλιάζουμε. Καμμία επιθυμία για απόδραση. Κλαίμε την μοίρα μας, καθώς πνέουμε τα λοίσθια.
Φέτος όμως ο ζυγός κατέστη αφόρητος. Δεν αντέχεται πλέον. Κάπου άρχισε να ξεπροβάλλει ο πόθος μιας αδήριτης λύτρωσης. Λύτρωση από τον σύγχρονο Φαραώ που προσωνυμείται ιός, αλλά και από όλους τους υφισταμένους του –μήπως προϊσταμένους του;– τους απανταχού άρχοντες που ζώντες προκλητικά και ανέγγιχτοι ψυχοσωματικά από τα τεκταινόμενα του εφευρήματός τους, απαιτούν από τον σκλάβο λαό συνεχόμενη στέρηση, ειδικά στα πνευματικά αγαθά και τον οδηγούν αποφασιστικά σε μία κόλαση απροσδιόριστη, ίσως χειρότερη της γνωστής.
Αλλά αυτός που τόσα χρόνια τον αγνοούμε, μη συμπορευόμενοι μαζί του, το είχε τονίσει: «…οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν καί οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν… ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρου ἀντί πολλῶν …» (Ματ. 20,25). Όμως δεν τον ακούγαμε, αλλά ούτε και τώρα τον ακούμε. Κι όμως είναι ο μόνος έντιμος και αξιόπιστος, καθώς προτάσσει το παράδειγμά του πάντοτε. «Πολεμάει» όρθιος στην πρώτη γραμμή αποσπώντας τα παντοειδή πυρά.
Πλησιάζει και φέτος λοιπόν το Άγιο Πάσχα. Ανοίγει και φέτος ένα πέρασμα από την αμαρτία στην λύτρωση της μετανοίας και της γενναίας απόφασης σωτηρίας. Ας εγκαταλείψουμε την μονόπλευρη συναισθηματική πλευρά της θέασης του προσώπου του Χριστού. Μην επιζητούμε τον παντοδύναμο Θεό που θα απαλλάξει την ζωή μας ΜΟΝΟΝ από δοκιμασίες, προβλήματα, αρρώστιες και θα εξασφαλίσει παράταση ζωής έστω και της υπάρχουσας, αρκεί να καθυστερήσει ο θάνατος. Ο σωματικός! Αυτός μας ενδιαφέρει, γιατί ο ψυχικός ήδη έχει συντελεστεί από καιρό. Πρέπει όμως να το συναισθανθούμε· είμαστε ψυχικά νεκροί και χρειαζόμαστε ανάσταση. Αυτήν δε μπορεί να μας την δώσει μόνο ο αναστημένος Χριστός, έστω και αν είμαστε οδωδότες. Γι’ αυτό άλλωστε κατέβηκε στη γη. Για να μας βοηθήσει να την δούμε διαφορετικά. Μέσα από το πρίσμα της σχέσης μαζί του. Πέρα από τις μέχρι τούδε ανυπόφορες και βλάσφημες βδελυγμίες μας.
Ας προσηλωθούμε λοιπόν σ’ έναν έντιμο και αληθινό Θεό που παραδίδει τον εαυτό του στον θάνατο για τις δικές μας αμαρτίες. Έναν Θεό που ήλθε να γκρεμίσει το ελεεινό κατεστημένο της αμαρτίας, εξαγιάζοντας μία νέα πνευματική θεμελίωση· εγκαινιάζοντας ένα νέο ιερό ξεκίνημα. Έναν Θεό που ήλθε για να καθαρίσει τις συνειδήσεις μας από τα έργα που οδηγούν στον θάνατο. Ήλθε να κηρύξει λύτρωση και να φέρει λύτρωση. Αυτήν που χρειαζόμαστε εμείς οι αλύτρωτοι άνθρωποι και την παραβλέπουμε. Λύτρωση από τους φόβους μας. Από τα προβλήματά μας τα ψυχικά. Από τον ασθενή εαυτό μας, που καταδυναστεύεται από την ενοικούσα αμαρτία, που μας κουμαντάρει αναιδώς. Λύτρωση από τους συνανθρώπους μας τους χοϊκούς, που το μόνο στο οποίο αρέσκονται είναι η ύλη. Λύτρωση τελικά από τα πάθη μας. Λύτρωση από το άγχος του θανάτου. Λύτρωση όχι πρόσκαιρη και συμφεροντολογική, αλλά αιώνια.
Έτσι ας μη αποβλέπουμε στον Θεό για πρόσκαιρο συμφέρον, αλλά για αιώνιο. Πρέπει να στραφούμε επιτέλους προς την αιωνιότητα και στο όνομα που συνθέτει αυτήν και την αποτελεί. Τον Χριστό! Αυτή η λύτρωση μπορεί να προσεγγίσει μόνο, αν παραιτηθούμε από την βεβαιότητα και την ασφάλεια της ησυχίας. Η λύτρωση αυτή θα προσεγγίσει μόνο αν κατανοήσουμε ότι η σχέση με τον Χριστό είναι ο σταυρός και η άρση του. Οπότε η παρούσα κατάσταση είναι η ιδανική και μεταφέρει τους καλόπιστους πνευματικούς εξερευνητές σταδιακά, σ’ αυτή την λύτρωση. Αυτήν της αιωνιότητος. Ειδάλλως αν έχουμε συμφεροντολογικές τακτοποιήσεις των θεμάτων μας, η θυσία του Χριστού θα μείνει δεύτερη, μπροστά στην προτεραιότητα του συμφέροντος.
Λοιπόν ας κάνουμε ένα επιθετικό βήμα εμπρός. Τέλος στις αμαρτωλές και ενδοτικές υποχωρήσεις· τις δειλές οπισθοδρομήσεις. Χριστός Ανέστη! Μία υπέροχη μουσική, που αναπέμπει στην αιωνιότητα. Ας απολαύσουμε τους εκπληκτικούς ύμνους του Πάσχα, ξενυχτώντας και μία φορά χάριν του Χριστού. Το πνεύμα έχει όσο ποτέ, ανάγκη αγαλλίασης. Η χαρά της Αναστάσεως συναρπάζει όλους, ακόμη και αυτούς που δεν θέλουν. Τους πληρωμένους αρνητές. Τα σκυθρωπά και δύσθυμα πρόσωπα, δεν έχουν θέση μέσα στην πίστη μας και ειδικά την ημέρα αυτή. «Αὕτη ἡ κλητή καί ἁγία ἡμέρα…». Χαμόγελο, ωραίο και φωτεινό, αποτελεί την έκφραση του Χριστιανού. Η μοχθηρή έκφραση ας απολιθωθεί στα ερεβώδη πρόσωπα των εμπόρων του θανάτου. Θανάτου σωματικού, προπάντων δε ψυχικού. Είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμά τους, οπότε εύκολα κανείς μπορεί να τους εντοπίσει. Όλοι τους αυτοί κατ’ ουσίαν είναι νεκροί. Νομίζουν ότι είναι ζωντανοί. Οι βρικολακιασμένες υπάρξεις τους που πλανώνται στο στερέωμα της ακατασκεύαστης γης, παλλόμενες από τον αποπνικτικό αέρα της άρνησης, δίνουν την ψευδαίσθηση αυτής της φαινομενικής ζωής. Χωρίς την πίστη, τα πάντα υποτάσσονται στο θάνατο και αυτοί ήδη είναι υποταγμένοι. Ο Θεοδώρητος ο Κύρου σημειώνει ωραιότατα: «Βλέπε τήν φύσιν καί μή θάρρει τῇ ἐξουσίᾳ». Με απλά λόγια συμβουλεύει εμάς τους απλούς ανθρώπους που σαγηνευόμαστε από τους «εξουσιαστές». Δέστε την φύση, δηλαδή τον θάνατο ο οποίος θέτει τέρμα στις σκέψεις και τα σχέδια των ανθρώπων και δη των ισχυρών, τα οποία δεν πραγματοποιούνται τελικά, σε αντίθεση με τον αιώνιο Θεό. Πώς είναι δυνατόν να βασιζόμαστε στην βοήθεια των ανθρώπων, οποιαδήποτε υλική δύναμη και αν κατέχουν, αφού ξάφνου τα πάντα ματαιούνται, όταν ο άνθρωπος επιστρέψει στην γη από την οποία προέρχεται;
Αλλά δυστυχώς κανείς δεν το σκέφτεται αυτό και ειδικά όλοι οι υποτιθέμενοι ισχυροί και τα συνοθυλεύματα της αρνήσεως. 2.000 χρόνια πέρασαν και ακόμη ασχολούνται αν ανεστήθη τελικώς ο Χριστός. Αυτό είναι το μόνο μέλημά τους. Όλα τα κηφηνοειδή στοιχεία, εξόριστα από την κυψέλη της υγιούς πνευματικής κοινωνίας, ασχολούνται με το παρελθόν. Είναι το μόνο εύκολο. Γιατί οι ίδιοι δεν έχουν παρόν. Γιατί το παρόν τους εκθέτει, τους ελέγχει, τους ενοχοποιεί, εγκλωβίζοντάς τους στον δούρειο ίππο της απάτης και των σκοτεινών έργων. Της αναστολής κάθε πνευματικής προόδου και της παρεμποδίσεως παρασιτικώς κάθε ευγενούς προσπαθείας. Αυτά είναι τα έργα τους…
Όμως ο αναστηθείς Χριστός έχει να παρουσιάσει ένα ατελείωτο έργο. Ο ίδιος είναι αυτό το έργο και έχει καταγραφεί από την ιστορία επισήμως. Οι προαναφερθέντες όμως ενοχλούνται, γιατί η πίστη στην ανάσταση του Χριστού αποτελεί την απελευθέρωση του πνεύματος από τις αμφιβολίες. Είναι η κάθαρση της καρδιάς από την σκλαβιά της αμαρτίας και η απαλλαγή της βουλήσεως από κάθε βία και αδυναμία. Η πίστη στον αναστάντα Χριστό μετατρέπει τον πιστό σε λέοντα πυρ πνέοντα και οι σύγχρονοι άρχοντες τρέμουν τις ανάλογες πνοές. Προτιμούν τις εκπνοές θανάτου από τις σκλαβωμένες ψυχικά υπάρξεις.
«Χριστός ανέστη, η χαρά μου!»
Έτσι υποδεχόταν ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ όλο τον χρόνο τους επισκέπτες του – προσκυνητές.
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!