«Ἡ ὑπομονή εἶναι ὁ βασιλεύς τῶν ἀρετῶν,
ὁ θεμέλιος τῶν κατορθωμάτων,
λιμήν ὁ ἀκύμαντος, ἡ ἐν πολέμοις εἰρήνη,
ἡ ἐν κλύδωνι ἠρεμία» (Χρυστόστομος).
Ακριβέστερη ερμηνεία της λέξεως «υπομονή» απ’ αυτήν που χαρίζει ο ιερός Χρυσόστομος, δεν υπάρχει. Η παραστατική διασάφησή της εξαλείφει κάθε κενό και κάθε παρανόηση. Κοντά στην υπομονή όμως, συμπορεύεται και η καρτερία. Ταυτόσημες λέξεις με μία μικρή δυσδιάκριτη εννοιολογική διαφορά μεταξύ τους. Η μεν υπομονή σημαίνει το μένειν πίσω και προσδιορίζει την ανοχή να ακούει κάποιος κάτι ή να κάνει κάτι, η δε καρτερία προσδιορίζει την αντοχή, την γενναία υπομονή με ευστάθεια, την αντίσταση με ψυχικό σθένος και σκληρότητα.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, «καρτερία είναι η υπομονή λύπης, ένεκα του καλού· η υπομονή πόνων, ένεκα του καλού». Ο Πιττακός επισημαίνει ότι «έργο των συνετών ανθρώπων είναι να εμποδίζουν με κάθε τρόπο, ώστε να μη συμβούν δεινά· των γενναίων δε, άπαξ και επέλθουν αυτά, να τα αντιμετωπίζουν με αποφασιστικότητα». Ο δε Βίας ανακαλύπτει μία δυσκολία να αντιμετωπίζουμε με αξιοπρέπεια την μεταβολή της καταστάσεως μας προς το δυσμενέστερον.
Ο Πυθαγόρας υποστηρίζει ότι πρέπει να υπομένουμε και να μην αγανακτούμε για τα κακά που μας έρχονται από ανώτερη βία. Γιατί συμπληρώνει ο Δημόκριτος «οι εκούσιοι κόποι μας γυμνάζουν, ώστε να υπομένουμε ελαφρότερα τους ακούσιους». Ένας ακόμη, ο Αισχύλος, λέει ότι «είναι ανάγκη οι άνθρωποι να υπομένουν με καρτερία τις λύπες, που δίδουν οι Θεοί».
Ο Οράτιος λιτός, αλλά ακριβής, προσθέτει· «ελαφρότερο κάνει η υπομονή, ό,τι δεν είναι δυνατόν να διορθωθεί». Μην ξεχνούμε το παράδειγμα του ρήτορος Δημοσθένους, ο οποίος με υπομονή, επιμονή, άσκηση και άοκνη προσπάθεια, κατόρθωσε να κατανικήσει το ελάττωμα της τραυλότητος του και να γίνει διάσημος ρήτορας.
Τέλος ο Αίσωπος προτάσσει το γνωμικό «φύσιν ἀμελοῦσαν, ὁ πόνος (κόπος) ἐνίκησε» στον μύθο «Χελών και λαγωός». Γιατί με υπομονή, επιμέλεια και προσπάθεια, μπορούμε να διορθώσουμε και αυτές ακόμη τις ατέλειες της φύσεως, βελτιώνοντας τα ασθενή μας σημεία, όπως η χελώνα του Αισώπου νίκησε τον λαγό σε αγώνα δρόμου. Διότι ο μεν λαγός, βασιζόμενος στην φυσική του ταχύτητα, κοιμήθηκε στο δρόμο· η δε χελώνα, γνωρίζουσα την αδυναμία της, δεν έπαυσε τρέχουσα και έφθασε πρώτη στο τέρμα.
Αλλά το λαϊκό σχόλιο τονίζει ότι «όλοι επαινούν την υπομονή, αλλά λίγοι την έχουν» και όμως «η επιμονή και η υπομονή νικούν τα πάντα».
Από τους συγχρόνους ο Γάλλος συγγραφέας Βωβενάργκ γράφει: «εκείνος που ξέρει όλα να τα υπομείνει, μπορεί όλα να τα τολμήσει». Ο δε Αμερικανός ποιητής και φιλόσοφος Ράλφ Ουάλντο (Έμερσον) δίδει μία συμβουλή: «υιοθέτει την πορείαν της φύσεως· το μυστικόν της είναι η υπομονή».
Αυτήν την υπομονή την βλέπουμε πλούσια και ακατάπαυστη στην ζωή του Ιώβ. Υπέμεινε με απαράμιλλη καρτερία τις ψυχικές και σωματικές δοκιμασίες στις οποίες υπεβλήθη υπό του Θεού, για να δοκιμασθεί η πίστη του. Ο δε Απόστολος Παύλος λέγει: «δι’ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὀν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα». (Εβρ. 12,1)
Το δι’ «υπομονής τρέχειν» βρίσκεται σε συγγένεια με το «σπεύδειν βραδέως». Να τρέχουμε και να σπεύδουμε, να είμεθα σε δραστηριότητα, σε επιφυλακή, σε εγρήγορση, αλλά «δι’ υπομονής» και «βραδέως», άνευ καμάτου, λιποψυχίας, απελπισίας ή δυσπιστίας· αλλά και άνευ αμεθόδου σπουδής και επιπολαιότητος.
Ο Χριστός μιλώντας στο όρος των ελαιών στους μαθητές για την συντέλεια του αιώνος, εξαίρει την έννοια και αρετή της υπομονής, τονίζοντας: «ὁ δέ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματ. 24,13).
Άρα βασική προϋπόθεση της σωτηρίας, είναι η ύπαρξη υπομονής. Χωρίς αυτήν η σωτηρία παραμένει μία θεωρητική έννοια, μη προσεγγίσιμη.
Αλλά η υπομονή μοιάζει με μία απέραντη θάλασσα. Έναν ωκεανό. Έχει βάθος «απύθμενο», όμως έχει και τα «όριά» της. Επομένως απαιτεί για την προσέγγισή της, θαρραλέους «ναυτικούς» και καραβοκύρηδες για να την δαμάσουν, αιχμαλωτίζοντάς την. Όμως η έλλειψη τοιούτων ριψοκινδύνων στοιχείων, οδηγεί στην ανυπαρξία της βασίλισσας των αρετών, οπότε και οι αρετές που την ακολουθούν καταργούνται εκ των πραγμάτων. Γι’ αυτό, πάντα σύμφωνα με τον Χρυσόστομο, έχουν παύσει τα κατορθώματα και άλλα μεγάλα έργα, η ζωή είναι απόλυτα και ανησυχητικά κυματώδης, η ειρήνη έχει εξαλειφθεί, ζώντας σε μία εμπόλεμη συνεχώς κατάσταση και ως εκ τούτου χάθηκε η ηρεμία και η γαλήνη, οπότε τα πάντα διέπονται από ένα ανυπόφορο, ενοχλητικό και παθολογικό άγχος.
Υπομονή λοιπόν είναι μία αρετή που την απαιτεί ο ίδιος ο Θεός από τα παιδιά του, για να τα σώσει, να τα προσέξει και να ακούσει τα αιτήματά τους και τις προσευχές τους. «Ὑπομένων ὑπέμεινα τόν Κύριον καί προσέσχε μοι καί εἰσήκουσε τῆς δεήσεως μου» (Ψαλ. 39,2). Με την καρτερική υπομονή μας, «θά κλίνῃ ὁ Κύριος τό οὖς του καί θά μᾶς ἐπακούσῃ, διαφυλάσσοντας τήν ψυχή μας» (Ψαλ. 85,1).
Η προσευχή με επιμονή και υπομονή χρειάζεται, για να αντιμετωπισθεί μια άσχημη και επικίνδυνη κατάσταση. Μια έκρυθμη και επώδυνη περίοδος. Ένα δράμα που περικλείει αφόρητο πόνο. Πόνο που δεν αντιμετωπίζεται με ανθρώπινα φάρμακα. Απαιτείται θεϊκή επέμβαση και αρωγή και παράλληλη συνδρομή του ανθρώπου.
Έτσι ο Θεός μας συμβουλεύει, όταν «πονούμε» να μην παραφερόμαστε, να μην καταβαλλόμαστε, να μη μεμψιμοιρούμε, να μη δημιουργούμε πρόβλημα στην κοινωνία, στενή και ευρεία, γιατί ούτως ή άλλως το πρόβλημα αυτό επιστρέφει πάλι… πάνω μας. Αντιθέτως να στεκόμαστε όρθιοι, χαμογελαστοί, προσφέροντας το καλό προς όλους και προπάντων δοξολογώντας και ευχαριστώντας τον Κύριο μέσω της αδιάλειπτης προσευχής. «Μηδέν μεριμνάτε, αλλ' εν παντί τη προσευχή και τη δεήσει μετά ευχαριστίας τα αιτήματα υμών γνωριζέσθω προς τον Θεόν (Φιλιπ. 4,6). Έτσι θα νικήσουμε τις δυσκολίες της ζωής.
Αυτό επιτάσσει και ο γέροντας Παΐσιος. «Με υπομονή και πνευματικό αγώνα θα διέλθουμε αλώβητοι, μέσα από την πολύπλευρη κρίση της εποχής μας, εξερχόμενοι νικητές».
«Δεῖ καρτερεῖν ἐπί τοῖς παροῦσι καί θαρρεῖν περί τῶν μελλόντων» τονίζει και ο Ισοκράτης.
Αυτή την υπομονή ήλθε να μας διδάξει ο ιός μέσα στην ζωή μας, εγκαθιδρύοντάς την εξ’ ανάγκης. Όμως επιζητεί ιδιαίτερη υπομονή και από πλευράς του, ώστε κάποια στιγμή να αποχωρήσει, βλέποντας το έργο του να έχει ολοκληρωθεί.
Ο Θεός επιθυμεί τα παιδιά του να είναι πειθαρχημένα στην ζωή, για το καλό τους. Όταν λοιπόν δεν μπορούν να το επιτύχουν από μόνα τους, επεμβαίνει ο ίδιος ευεργετικά και γόνιμα «επιβάλλοντας» μία περίοδο μετανοίας και αυτογνωσίας με βαθειά αυτοκριτική. Έτσι μαζί με τον ψαλμωδό κάποια στιγμή θα αναφωνήσουμε: «Ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ὁ Θεός, ἑτοίμη ἡ καρδία μου…» (Ψαλ. 107).