Το κλείσιμο μιας Εκκλησίας, δηλαδή της Αγια-Σοφιάς, υπήρξε το τραγικό σύμβολο της έναρξης της μακρόχρονης υποδούλωσης του Ελληνικού Έθνους στο γιαταγάνι του Μωάμεθ.
Για τον απλό μα πιστό λαό, ο Άγγελος πήρε το δισκοπότηρο από την Αγια-Σοφιά στην τελευταία λειτουργία, κατά τη διάρκεια ακόμα της Ιεράς Θυσίας. Και η ημιτελής εκείνη Θυσία συνεχίσθηκε επί αιώνες με το αίμα που επί αιώνες έχυναν για να μην καταποθούν από το φάσγανο του Ισλάμ, για να μη χάσουν τη Χριστιανικότητα, οπότε αυτονόητα και την Ελληνικότητά τους, με το αίμα που έχυσαν όταν όλοι μαζί πια πολέμησαν για να σπάσουν τα δεσμά τους, όταν «ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» για να αναπνεύσει καθαρό αέρα ο μαρτυρικός Ελληνισμός.
Σε μια Εκκλησία πάλι, στην Εκκλησία του Χρυσοβιτσίου, κατέφυγε απελπισμένος ο Κολοκοτρώνης, όταν στην πρώτη αρχή του Αγώνα φοβισμένα τα παλληκάρια του τον εγκατέλειψαν μόνο του στα βουνά της Πελοποννήσου. Εκεί με αγωνία προσέπεσε στην εικόνα της φοβεράς Προστάτριας των αδικημένων λαών, την «των απηλπισμένων μόνην ελπίδα», την Υπεραγία Θεοτόκο, για να Την ικετεύσει λοιπόν με δάκρυα να επιβλέψει επί το Έθνος μας ο Υιός της, και «κατά το πλήθος των οικτιρμών αυτού» να «ρύση εξ αιμάτων» τον απεγνωσμένο λαό Του.
Λυτρωμένος και αναγεννημένος βγήκε από κει ο Γέρος του Μοριά, φόρεσε την περικεφαλαία του, και σαν αρχαίος στρατηγός, έτρεξε στα γύρω χωριά, φωνάζοντας «Έλληνες, Έλληνες!» και συγκεντρώνοντας καινούριο στρατό.
Πολλοί, νεοέλληνες και μη, ιστορικοί και μη, εξιστόρησαν, ερεύνησαν, ανέλυσαν, χαρακτήρισαν τον Αγώνα του 21, και έχουμε ακούσει ποικίλες απόψεις και πλήθος από σκοτισμένες θεωρίες.
Δεν είμαστε εμείς οι κατάλληλοι για να δώσουμε μια τελεσίδικη απάντηση. Το μόνο που εσωτερικά πληροφορούμαστε μέσα από το πλήθος των μαρτυριών είναι πως πρόκειται για ένα Αγώνα ξεχωριστό, διαφορετικό, και αυτό που τον αναδεικνύει την πρώτη εθνική μας εορτή, και όχι μόνον εθνική, είναι πως υπήρξε ένας Αγώνας που μπορεί να περιγραφεί μόνο με τη λέξη «Ιερός»! Είναι πως η αρχή της νεοελληνικής αυθυπαρξίας τελέσθηκε με μια ιερή μυσταγωγία, γεγονός που πολλοί θα ‘θελαν, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να αρνηθεί.
«Ο Θεός, τη του Παναγίου Πνεύματος χάριτι επένευσεν εν τοις εσχάτοις τούτοις χρόνοις εις τας ψυχάς υμών τον ένθεον αυτού ζήλον», γράφει σε επιστολή της προς αγωνιστές η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους στα 1821. Ο Θεός είναι λοιπόν που φώτισε το νου των Αγωνιστών και άγνισε τις ψυχές τους για να εισέλθουν στον Ιερό Αγώνα.
«Ευλογητός ο Θεός», έλεγε η Μπουμπουλίνα, όταν μάθαινε για τον ηρωικό θάνατο των προσφιλών της προσώπων, των γιών της, του άνδρα της. «Ευλογητός ο Θεός» που θα δεχθεί και τη δική της πια θυσία, «Ευλογητός ο Θεός», ξανάλεγε και έβαζε έτσι «ευλογητό» στην Ιερά Ακολουθία του 21.
Η μυσταγωγία τελέσθηκε μέσα στον ευρύτερο Ιερό Ναό, δηλαδή στην τιμημένη κι αγιασμένη γη της Ελλάδας, σε ένα θυσιαστήριο θεμελιωμένο στα «κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά», στο χώμα το ποτισμένο με άφθονο αίμα μετόχων του Αγίου Αίματος του Κυρίου. Κι αποτέλεσε η μικρή Ελλάδα μια μεγάλη Εκκλησία Μαρτύρων.
Οι ίδιοι οι Αγιορείτες Πατέρες δεν δίστασαν να συμμετάσχουν ενεργά σε ένα τέτοιο ιερό Αγώνα, υπογραμμίζοντας για άλλη μια φορά το κεντρικό σημείο αναφοράς του νεογέννητου κράτους, διαφωτίζοντας τον βασανισμένο λαό για το Ποιον πρέπει να αναγνωρίζει ως Ιδρυτή του: «Ευλογητός Κύριος ο Θεός, ότι επεσκέψατο τον λαόν αυτού, και ήγειρε κέρας σωτηρίας ημίν», γράφει η Ιερά Κοινότης σε επιστολή της προς τον Δημήτριο Υψηλάντη.
* * *
Υπολογίζεται πως 1.000.000 Έλληνες θυσιάστηκαν τότε, είτε στα πεδία των μαχών, είτε στα βασανιστήρια των τουρκικών φυλακών, είτε σφάχτηκαν με τα γυναικόπαιδα στα αντίποινα των Τούρκων, είτε πέθαναν από την πείνα και τη δυστυχία ή κυνηγημένοι στα βουνά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για να ελευθερωθούν 700.000 Έλληνες – αναλογία πράγματι συγκλονιστική! Αυτή η φοβερή αιμορραγία προήλθε από μια πληγή που μπορεί να επουλωθεί μόνο από την επάξια φωτεινή πορεία του Νέου Ελληνισμού.
Γιατί δεν έχουμε το δικαίωμα να αποδεικνυόμαστε αγριόχορτα, ζιζάνια και αγκάθια που βλάστησαν σε γη που αρδεύθηκε με το ιερό μυρωμένο αίμα μαρτύρων προγόνων. Αν οι νέοι Έλληνες καρπωθούν τα κέρδη αυτού του Ιερού Αγώνα για να κατευθυνθούν σε μια ανίερη πορεία, σύμφωνα με τη διδασκαλία των πλανευτών της Δύσεως, τότε: «Αλλοίμονο σε κείνους που χύσανε το αίμα τους να ιδούνε την πατρίδα να είναι γέλασμα όλου του κόσμου και να καταφρονιώνται τ’ αθώα αίματα οπού χύθηκαν», θρηνεί ο Μακρυγιάννης.
Και η σύγχρονη Ελλάδα μαζί με τους μακάριους μυσταγωγούς του 21 ικετεύει τον Κύριο να επισκεφτεί και πάλι τον πτωχό λαό Του και να τον αναδείξει «έθνος άγιον, λαόν εις κληρονομίαν».
«Αμήν, ναι, έρχου Κύριε».
Από το περιοδικό “Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ”, Έκδ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, τ. 11 (1986), σελ. 110.
Ομιλία που εκφωνήθηκε στον πάνσεπτο Ναό του Πρωτάτου την 25η Μαρτίου 1986 από τον καθηγητή της Αθωνιάδος Εκκλ. Ακαδημίας κ. Στέφανο Μέσκο.