«Εάν αγαπάτε με». Για την Οσία Ξένη, η αγάπη στον Κύριο δεν ήταν υπόθεση. «Εάν». Ήταν μια πραγματικότητα. Καθημερινή και ισόβια πραγματικότητα. Η αγάπη για το Θεό ήταν η αναπνοή της. Η χαρά της. Το νόημα της ζωής της. Η ζωή της ψυχής της. Δεν θα μπορούσε να ζήσει έξω από την αγάπη αυτή. Μπορεί το ψάρι να ζήσει έξω από το νερό; Και το πουλί χωρίς αέρα; Η ύπαρξή της ήταν γεμάτη από Θεό. Και η ζωή της, η πολιτεία της , μια μίμηση Θεού. Μια μίμηση της απέραντης αρετής του. Έτσι, στη φυσική «κατ’ εικόνα» ομορφιά της, η πρώην αρχόντισσα της Ρώμης και τώρα ταπεινή δούλη Κυρίου πρόσθεσε και την «καθ’ ομοίωσιν» ομορφιά της ψυχής της. Μια ομορφιά, που της την προσέδωσε το ωραιότερο ένδυμα που φόρεσε, το πιο ακριβό: το ένδυμα της αρετής.
Σωτήριο το ένδυμα αυτό για την ψυχή. Γιατί είναι άφθαρτο. Γιατί είναι η μοναδική στολή, την οποία φοράει η ψυχή όταν χωρίζεται από το σώμα και παίρνει το δρόμο της αιωνιότητας. Εκείνες οι ψυχές είναι ωραίες, που φρόντισαν, με επιμέλεια και επίγνωση του προορισμού τους να υφάνουν για τον εαυτό τους με τους κόπους και τους αγώνες τους στολή αρετής και να την προσκομίσουν στο θρόνο του Θεού, απόδειξη της αγάπης και της πίστης που έτρεφαν για τη θεία του Μεγαλειότητα.
Τέτοια ωραία ψυχή, ψυχή που ανήκε σ’ Εκείνον ο οποίος ήταν ο «ωραίος κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων», ήταν και η Οσία Ξένη. Ύφανε τη σωτήρια στολή της φιλόθεης ψυχής της «μετά φόβου και τρόμου» (Φιλιπ. 2, 12), φοβούμενη τις μεθοδείες του μισόκαλου εχθρού, ο οποίος ποτέ δεν σταματά να πολεμά όσους αγαπούν το Θεό και ποθούν τα αιώνια. Ο ιερός υμνογράφος της αυτόν το χαιρετισμό της απευθύνει υποκλινόμενος μπροστά στο μεγαλείο της δυνατής της ψυχής: «Χαίρε, η εξυφάνασα σαυτή σωτήριον ένδυμα». Χαίρε, ωραία ψυχή, που ύφανες, που κέντησες με υπομονή και επιμέλεια για τον εαυτό σου στολή σωτηρίας. Τη στολή της αρετής. Έτσι όπως το προτάσσει πολύ συχνά ο λόγος του Θεού, όταν αναφέρεται στην ανάγκη να κοσμείται η ψυχή με πνευματικό στολισμό, απαραίτητο εφόδιο για το ταξίδι της στον ουρανό. Γιατί θα λέγαμε ότι ο άνθρωπος κρατάει το μυστικό της σωτηρίας του. Όχι ο Θεός. Εκείνος απλώς εντέλλεται. Προτρέπει. Προειδοποιεί. Υπόσχεται. Ο άνθρωπος όμως αποδέχεται και υπακούει ή απορρίπτει και αποκόπτεται. «Όστις θέλει». Το μεγαλείο της θεϊκής ανωτερότητας! Της απόλυτης ελευθερίας!
«Ενδυσώμεθα», λοιπόν, προτρέπει ο λόγος του Θεού. Και επαναλαμβάνει: «Ενδύσασθε». Και πάλι «ενδύσασθε, οι εκλεκτοί του Θεού άγιοι και ηγαπημένοι» (Κολ. 3, 12. Ρωμ. 13, 12, 14. Εφεσ. δ, 24, στ. 11).
Ποια θεοΰφαντη στολή θα ευαρεστούσε Εκείνον, του οποίου «η αρετή εκάλυψεν ουρανούς»; Εκείνον, του οποίου την αφάνταστη ωραιότητα ύμνησαν προφήτες, άγγελοι, απόστολοι, υμνογράφοι, αμέτρητοι πιστοί και άπιστοι, φίλοι και εχθροί του; «Ενδυσώμεθα» τι;
Τη φιλευσπλαχνία. Την καλοσύνη. Την πραότητα. Τη μακροθυμία. Την ευγένεια. Την εγκράτεια. Έτσι ακριβώς εκφράζεται και ο ιερός Χρυσόστομος, με πνεύμα ευαγγελικό, όταν κηρύττει: Θέλεις να είσαι ωραία ψυχή; Να αστράφτεις από ομορφιά; Φόρεσε σαν άλλη ωραία στολή την ελεημοσύνη. Ντύσου τη φιλανθρωπία. Φόρεσε τη σωφροσύνη και την προσοχή, την προσευχή και τη μετριοπάθεια. Καλλιέργησε την ησυχία, γιατί την ήσυχη ψυχή ιδιαίτερα την επισκιάζει και την ευλογεί το Άγιο Πνεύμα. Μη λησμονείς και την αυτογνωσία, γιατί η ακριβής γνώση του εαυτού μας είναι η αρχή της σωτηρίας μας. Μα, πριν από όλες τις αρετές, ο άνθρωπος του Θεού πρέπει να αποκτήσει την ταπεινοφροσύνη, γιατί όσο πιο πολύ κατεβαίνει η ψυχή σε βάθος ταπεινοφροσύνης, τόσο ανεβαίνει σ’ όλες τις ἀρετές. Αυτή δίνει χάρη και αξία στις αρετές. Αυτή κρατάει υποταγμένους αγγέλους και αγίους στο θέλημα του Θεού. Η ταπείνωση έσωσε χωρίς μεγάλους κόπους και πολλούς αγώνες πολλούς. Πιστοποιούν την αλήθεια αυτή ο τελώνης και ο άσωτος των σχετικών παραβολών, τους οποίους ο αγαθός Πατέρας δέχθηκε κοντά του γιατί με λόγια ταπεινά εξέφρασαν την ταπεινοσύνη της καρδιάς τους. Πριν από όλες τις αρετές, αυτήν πρώτα υπέδειξε ο Κύριος στους Μακαρισμούς του. Πρώτους μακάρισε τους «πτωχούς τω πνεύματι», αυτούς που με την ταπείνωση αρωματίζουν κάθε ενέργειά τους. «Ενδυσώμεθα, λοιπόν, σπλάγχνα οικτιρμού, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μακροθυμίαν… τα όπλα του φωτός… τον καινόν άνθρωπον…». Προ πάντων όμως ας ντυθούμε «τον Κύριον Ιησούν Χριστόν» (Ρωμ. 13, 14), το μοναδικό Σωτήρα και Λυτρωτή, του οποίου την ωραιότητα και το μεγαλείο με ζωντάνια περιέγραψαν και ύμνησαν οι συγγραφείς των ιερών βιβλίων ως «και γε ωραίον» (Άσμα Ασμ. 1, 16). Ως πάρα πολύ ωραίον. Γι’ αυτό και όλα όσα έπλασε, ήταν «καλά λίαν». Ήταν «πάντα τα ωραία της γης» (Ψαλμ. 73, 17). Όποιος «ντύνεται» το Χριστό, ντύνεται την ωραιότητα. Την ομορφιά. Την τελειότητα. Ντύνεται την κάθε αρετή. Και προπαντός την αγάπη, αφού Εκείνος «αγάπη εστι». Κι όποιος έχει στολίδι του την αγάπη, έχει ντύσει την ψυχή του με άφθαρτο ένδυμα. Με θεϊκό ένδυμα. Γιατί όλες οι αρετές μαζί, χωρίς την αγάπη, είναι χωρίς κέρδος. Αυτή είναι ο σύνδεσμος της τελειότητας. Η αγάπη μόνη σώζει τον κόσμο. Αυτή κάνει τα μεγαλύτερα θαύματα, αφού αυτή έφερε το Θεό άνθρωπο επί της γης. Με την αγάπη στην ψυχή βλέπει κανείς ακόμη και τον εχθρό του ωραίο. Φιλοξενεί πάντοτε καλές σκέψεις για τον πλησίον του, γιατί ζώντας με αγάπη ζει ζωή αγγελική πάνω στη γη. Όποιος έχει το Χριστό μέσα του, έχει την αγάπη. Κι όποιος έχει την αγάπη, δεν φοβάται τίποτε, ούτε κι αυτήν ακόμη την κρίση, γιατί η αληθινή αγάπη «έξω βάλλει τον φόβον».
Είναι, λοιπόν, σωτήριο ένδυμα της ψυχής η αρετή. Γιατί είναι στολίδι φιλόθεης ψυχής. Σεμνής και πιστής. Το ωραιότερο όμως ένδυμα, το οποίο αποτελεί πρόγευση της ανείπωτης ωραιότητας του Παραδείσου, είναι ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, ο οποίος έχει σφοδρή επιθυμία να λαμπρύνει με την παρουσία του την ψυχή και να συγκατοικεί με το Θεό Πατέρα μέσα της, ώστε μ’ αυτούς τους θείους ένοικους να εξασφαλίζει την σωτηρία και την αιωνιότητα. «Προς αυτόν ελευσόμεθα -εγώ και ο πατήρ μου- και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσομεν» (Ιωάν. 14, 23).
Άλλοι άνθρωποι κερδίζουν «τον κόσμο». Τη φήμη και τη δόξα του. Κι άλλοι κερδίζουν την ψυχή τους. Τον ουρανό. Την αιωνιότητα. Ποιοι είναι οι αληθινοί κερδισμένοι;
Το λένε οι ίδιοι.
Όσοι κέρδισαν «τον κόσμο»:
Ο Σπένσερ ζήτησε να γραφεί στον τάφο του μια μόνο λέξη: «Δυστυχέστατος».
Ο Καίσαρας Βοργίας: «Πεθαίνω τελείως ανέτοιμος».
Ο Βολταίρος: «Καλύτερα να μην είχα γεννηθεί».
Και όσοι κέρδισαν την ψυχή τους:
Ο ιερός Χρυσόστομος, όσο ζούσε κι όταν άφηνε την τελευταία του πνοή, έλεγε γαλήνιος: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».
Ο πιστός επιστήμονας Αμπέρ ζήτησε να γραφεί στον τάφο του η φράση: «Επιτέλους ευτυχής».
Πιστός χριστιανός προ του θανάτου του: «Χαρά! Χαρά! Χαρά!».
Όλων προηγήθηκε ο μαθητής της αγάπης, με τη διαχρονική επίκληση όλων των ενάρετων ψυχών: «Ναι έρχου, Κύριε Ιησού. Αμήν» (Αποκ. 22, 20).