ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΕΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΙ
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἦταν ἕνας φρόνιμος νέος, Κύπριος στήν καταγωγή. Ἀναχώρησε ἀπό τήν πατρίδα του καί ἔγινε ὑπηρέτης σέ ἕναν εὐρωπαῖο πρόξενο στήν Πτολεμαΐδα, ἡ ὁποία σήμερα ὀνομάζεται Ἄκρι. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός συνήθιζε νά πηγαίνει καθημερινά σέ μία φτωχή τουρκάλα καί νά ἀγοράζει αὐγά γιά τόν ἀφέντη του. Ἡ τουρκάλα αὐτή εἶχε μία κόρη μέ τήν ὁποία συχνά συνομιλοῦσαν. Κάποιες γειτόνισσες τόν φθόνησαν, διότι δέν ἀγόραζε ἀπό αὐτές αὐγά, γι’ αὐτό συνεννοήθηκαν καί μιά μέρα ἄρχισαν νά φωνάζουν, ὅτι δῆθεν ὁ νέος αὐτός εἶπε πώς θά γινόταν μουσουλμάνος καί ὅτι θά παντρευόταν τήν νέα.
Τότε συνέβει τό ἐξῆς θαυμάσιο. Ἐνῶ ἡ θάλασσα βρισκόταν σέ μεγάλη ἀπόσταση ἀπό τόν τόπο τοῦ μαρτυρίου, φούσκωσε κι ἀγρίεψε σάν θηρίο ἀνήμερο κι ἔφτασε ἔως τό λείψανο τοῦ ἁγίου, τό ξέπλυνε ἀπό τά μαρτυρικά αἵματα καί τό νερό ἔγινε κατακόκκινο, ἔφτασε μέχρι τόν τοῖχο τοῦ τζαμιοῦ τῶν ἀπίστων καί κόντευε νά τό γκρεμίσει. Κατατρομαγμένοι οἱ ὀθωμανοί πῆγαν στούς Χριστιανούς καί τούς εἶπαν νά πάρουν μέ τιμή τό ἡρωϊκό ἐκεῖνο σῶμα καί νά τό θάψουν. Μόνο μέ αὐτόν τόν τρόπο ἡσύχασε ἡ θάλασσα καί ἀφοῦ προσκύνησε ὡς δούλη τό ἅγιο λείψανο. Ἐπί τρεῖς νύχτες φαινόταν ἀπό τόν οὐρανό ἔως τόν τάφο του ἕνας στύλος φωτός, πού ἔφεγγε σέ ὅλη τήν πόλη. Σέ ἀνάμνηση αὐτοῦ τοῦ θαύματος, συνήθιζαν οἱ Χριστιανοί κάθε Παρασκευή βράδυ νά ὁδηγοῦν στόν τάφο τοῦ Μάρτυρος πλῆθος ἀσθενῶν, μέ κεριά, λαμπάδες καί θυμίαμα. Πάρα πολλοί ἔβρισκαν θεραπεία, εἰς δόξαν τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.