«Οι γυναίκες έχουν πολλά επαγγέλματα,
αλλά μόνον μια κλήση: την μητρότητα…
Γιατί η γυναίκα ως μητέρα αντιπροσωπεύει
τον αέναο θρίαμβο της ζωής επί του θανάτου»
AGNES E. MAYER
Πίσω από επιβλητικά και μεγαλόπνοα ανθρώπινα αναστήματα στην κοινωνία μας και ειδικά στον χώρο της πίστεώς μας «αποκρύπτονται» επιμελώς εδώ και αιώνες, αληθινές γυναίκες και πιστές μητέρες. Μητέρες που έχουν συνδέσει τον εαυτό τους με τον Θεό. Με τον σταυρωμένο και αναστημένο Χριστό που είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή».
Μητέρες που έχουν συνειδητοποιήσει τον ψυχικό τους κόσμο και την αποστολή τους μέσα στην κοινωνία. Μητέρες που ανέλαβαν τον ρόλο που τις ανέθεσε ο Θεός και ανεδείχθησαν αντιπρόσωποι των πνευματικών αξιών της ζωής. Μητέρες που κατά πρώτον έμειναν αληθινές γυναίκες με την πλήρη ψυχολογική και πνευματική έννοια της λέξεως. Γιατί είτε το θέλουμε, είτε όχι, οι γυναίκες σ’ όλο τον κόσμο είναι σε θέση να κάνουν καλύτερους τους ανθρώπους, αρκεί να βρίσκονται σε συνεχή τροφοδοσία με την πηγή του Ζώντος ύδατος που ξεδιψά μια για πάντα.
Οι ανωτέρω γυναίκες παραμένουν περήφανες για την ιερή αποστολή που τις ανέθεσε ο Θεός και προπάντων δεν διακατέχονται από αίσθημα κατωτερότητος, ν’ αντιγράψουν τον άνδρα χάνοντας την θηλυκότητά τους και στραπατσάροντας την προσωπικότητά τους.
Οι ανωτέρω γυναίκες γνωρίζουν άριστα ότι «η κοινωνία μαθαίνει να ζει στα γόνατα της μητέρας» και το έχουν καμάρι τους και χρέος θεϊκό. Έχουν άριστη γνώση της θείας δωρεάς που ονομάζεται μητρικό πνεύμα. Ένα πνεύμα στην ευρύτερή του έννοια της προσφοράς και της αφοσιώσεως, της αγάπης και της θυσίας. Αυτό το μητρικό πνεύμα καλλιεργεί την πηγή όλων των εκφράσεων της συναισθηματικής, νοητικής και βουλητικής ζωής της γυναίκας. Αυτό το πνεύμα καθοδηγεί την γυναίκα, προάγοντάς την σε μία καθολική μητρότητα, που ξεπερνώντας την φυσική και βιολογική περιοχή, εισέρχεται στην σφαίρα της πνευματικής δημιουργίας.
Έτσι η ολοκληρωμένη γνήσια γυναίκα είναι έτοιμη να θυσιασθεί για έναν καλύτερο κόσμο, για μια κοινωνία δικαιοσύνης και αγάπης όπως την προσδιόρισε ο ίδιος ο Χριστός. Γι αυτό δεν κυνηγάει χίμαιρες, δεν φυλακίζεται μέσα στην εγωπάθειά της, δεν συγκινείται από κοινές εμφανίσεις, δεξιώσεις, επιζήμιες γνωριμίες και εντυπωσιακές ματαιόδοξες κοσμικότητες μέσα στην ζωή της. Αντιθέτως αναζητά επίμονα κάτι μεγάλο, βαθύ, αληθινό. Κάτι για το οποίο αξίζει ν’ αγωνισθεί και να δώσει την καρδιά της, την ψυχή της. Κάτι που να σημαδεύει το πέρασμά της από την ζωή χαράζοντας ανεξίτηλα δρόμο σωτηρίας και αναπλάσεως. Αυτό το κάτι συνοψίζεται στην πνευματική παρουσία της μέσα στον κόσμο. Εδώ συναντά την ευτυχία της και την αληθινή χειραφέτησή της, αυτήν που της προσφέρει ο δημιουργικός φεμινισμός του «οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ» και την τοποθετεί δίπλα στον άνδρα ισότιμη και συνεργάτη σαν αξία πνευματική χωρίς να ανδροποιείται και χωρίς να απογυμνώνεται από τον γυναικείο ψυχικό της πλούτο.
Μέσα σ’ αυτόν τον ρόλο περιχύνοντας το μητρικό της πνεύμα με την μορφή θεϊκού αρώματος, καθίσταται μία νέα μυροφόρα –μύρα πνευματικά κομίζουσα– για να αλείψει το σώμα της οικογενείας. Κατ’ επέκταση το σώμα του Χριστού που βρίσκεται εν μέσω αυτής. Της δικής της οικογενείας. Του βασιλείου της. Στον λαμπρό θρόνο της βασίλισσας συζύγου και μάνας. Μέσα σ’ αυτό το θερμοκήπιο αγάπης και θυσίας μπορεί να ολοκληρώσει το κοινωνικό της έργο. Μέσα στην κοινωνία της οικογενείας εισβάλλοντας πανηγυρικά με το μυστήριο του γάμου.
Μέσα στο ανωτέρω θερμοκήπιο θα αποτελέσει την εστία που θα θερμαίνει ψυχικά τον σύζυγό της, για να επιδίδεται ακμαίος στον αγώνα της βιοπάλης που του ανέθεσε ο Θεός και στην συνέχεια παραμένοντας αρωγός του σ’ όλα τα μέτωπα, πρέπει να επιδοθεί με επιμονή και πάθος στο λειτούργημα και την ιερή αποστολή της μάνας. Μία μάνα που δεν θα γεννά μόνο, αλλά θα αναγεννά. Δεν θα τρέφει μόνο, αλλά θα ανατρέφει. Δεν θα μορφώνει μόνο, αλλά θα αναμορφώνει τα παιδιά της. Τους αυριανούς σκαπανείς της άγονης κοινωνίας, επιτελώντας έτσι το ιερότερο και ουσιαστικότερο έργο απέναντι στο ευρύ σύνολο, προπάντων στον Θεό. Στον Θεό που χάρισε τάλαντα και αναμένει την ευγενή επένδυσή τους.
Αυτός είναι ο πρώτος κατά κανόνα τομέας του κοινωνικού ρόλου της γυναίκας. Η χριστιανική οικογένεια· το μετερίζι των ευγενών αγώνων. Από εκεί και πέρα απλώνεται ένας ευρύτατος τομέας κοινωνικής δραστηριότητος σε έργα αγάπης και φιλανθρωπίας. Παρουσιάζεται μία μεγάλη οικογένεια που τα μέλη της άνοιξαν δρόμους στην ιστορία αποτυπώνοντας έντονα τα χνάρια μιας μεγαλειώδους χριστιανικής προσφοράς. Από την Φοίβη, την Πρίσκιλλα, την Ταβιθά… μέχρι την Αγία Ελένη… φτάνοντας στην Φιλοθέη Μπενιζέλου της Τουρκοκρατίας κ.ο.κ. Ένας ηρωικός στρατός γυναικών που πολέμησαν νικηφόρα σ’ ένα διαφορετικό πεδίο πνευματικής μάχης που ονομάζεται αγάπη, θυσία, προσφορά. Χριστιανική πολιτεία. Το έργο παρομοίων γυναικών είχε υπ’ όψιν του ο φιλόσοφος JUNG και ανέφερε: «Αν μπορέσουμε να δείξουμε στην γυναίκα, την ιδιαίτερη αξία του ψυχικού της κόσμου, θ’ ανοίξουμε μία νέα εποχή στην ιστορία του πολιτισμού».
Κάπως έτσι προσεγγίζουμε καταϊδρωμένοι το απειλητικό παρόν. Συναντούμε την σύγχρονη γυναίκα απροσανατόλιστη, ξένη προς τον εαυτό της, χωρίς οράματα, ανώριμη και επιπόλαια, βουτηγμένη στο άγχος, στην ανασφάλεια, στην ψυχική διαταραχή, χωρίς να γνωρίζει τι θέλει και πού οδεύει. Αν παρατηρήσουμε μία γυναίκα με προσοχή, τον τρόπο με τον οποίο καπνίζει το τσιγάρο της, παθιασμένη, νευρική, σε αλλεπάλληλες συχνές αναρροφήσεις και ανάλογες εκπνοές ρινικές και στοματικές, θα εντοπίσουμε άμεσα την πολυπόθητη απόδραση από πλευράς της, μέσω της δουλικής έξεως του καπνίζειν αρειμανίως. Μετά την σκόπιμη αναφορά του καπνίσματος, επανερχόμενοι στο θέμα την αντικρίζουμε αποκομμένη από τα δημιουργικά της χρόνια, αφού τα άφησε να κυλίσουν δίχως αξιοποίηση, σαν το νερό μέσα στο αυλάκι, γηρασμένη πρόωρα, κουρασμένη, αποδιοργανωμένη και προπάντων άρρωστη βαριά μέσα στα ψυχοσωματικά της προβλήματα.
Ο λόγος των ανωτέρω συμπτωμάτων, καταφανέστατος. Η περιφρόνηση των χριστιανικών εντολών, η ανίερη ταφή των ταλάντων και η συνολική αποκοπή και αποσύνδεση από τον Έναν. Έτσι η περιφρόνηση του χριστιανικού γάμου, η εξουθένωση και απόρριψη του μητρικού πνεύματος, η κρυφή ταυτότητα της φόνισσας απροστάτευτων εμβρύων, η εκούσια επιστροφή της στην προχριστιανική δουλεία της, καθιστάμενη από μόνη της ένα σύγχρονο res, η ως εκ τούτου δουλική προσάρτηση στο άρμα της ανδρικής αθλιότητος και των ελεεινών συνηθειών του, η φαντασιώδης και επίπλαστη θεώρηση ότι παραμένει αδέσμευτη και ελεύθερη μέσα στην δεινή σκλαβιά της, όλα αυτά την προσάγουν δεινά στο εδώλιο της κατά συρροήν εγκληματικής ζωής, όπου και δικάζεται από την ίδια την συνείδησή της.
Το πλέον προκλητικό όμως από πλευράς της σύγχρονης γυναίκας, είναι η ποταπή προσάρτησή της και ανάλογη συνεύρεση με τον διεφθαρμένο φεμινισμό, που την κατέστρεψε παντελώς και μαζί της ολόκληρη την κοινωνία. Ένας φεμινισμός που τα ηγετικά του στελέχη αποτελούνται από ερεβώδη, ναρκομανή, σατανικά γύναια, κοινά πορνίδια από τις πιο κακόφημες συνοικίες της «Βαβυλώνος», που συνεχώς φλερτάρουν με το φως (γράφε σκότος) της διεφθαρμένης δημοσιογραφίας, προκειμένου να βγουν από την ελεγκτική αφάνεια και ασημότητα τους, υπερασπίζοντας τα δικαιώματα των συγχρόνων φεμινιστριών. Δηλαδή πρώτο και καλύτερο το δικαίωμα των εκτρώσεων, του ελευθέρου έρωτα, ιδίως του ομοφυλικού, την προσβολή και την δεινή καταδίωξη του γάμου και της οικογενείας, της παιδοποιίας, του γενικού ηθικού εκτραχηλισμού της γυναίκας και της τελικής απογύμνωσης της και εξωτερικά και εσωτερικά. Ο Ηρόδοτος (Α΄,8) το είχε τονίσει από τότε: «Η γυναίκα όταν αποβάλλει τον χιτώνα, αποβάλλει και την εντροπή». Οπότε μη έχουσα εντροπή καθίσταται κοινό γύναιο απ’ αυτά που συναντούν οι θαμώνες των οίκων ανοχής. Εκεί όμως υπάρχουν και κάποιες ιερόδουλες που κάνουν κάτι για λόγους επιβίωσης. Ενώ οι εξώτερες το κάνουν για ένδειξη απελευθέρωσης.
Με όλα τα ανωτέρω έφτασε η στιγμή να τριγυρνάει ολόγυμνη, όπως οι δαιμονισμένοι του Ευαγγελίου στους δρόμους, όχι προκαλώντας αλλά επισύροντας απέχθεια και αποστροφή. Γιατί αυτό είναι κανόνας του εμπορίου. Η πληθώρα ενός αγαθού μειώνει την τιμή, άρα την αξία του και την ανάλογη ζήτησή του. Πρέπει να το καταλάβουν οι εν λόγω γυναίκες, ότι είναι ξεπερασμένες, περιφρονημένες και άνευ αξίας. Σύρθηκαν από μόνες τους σε μία ανεπανάληπτη δουλεία που ακόμη και οι μεγάλη δουλέμποροι του παρελθόντας δεν μπορούσαν να φαντασθούν και να επινοήσουν.
Έτσι λοιπόν η εξωτερική γύμνια της γυναίκας είναι απόρροια μιας άλλης γύμνιας που προηγήθηκε από χρόνια πριν. Της εσωτερικής. Της απωλείας όλων εκείνων των γυναικείων μοναδικών χαρισμάτων που την ξεχώριζαν σ’ όλη την πλάση. Η απώλεια της γυναικείας αρετής. Όμως ο Ρουσσώ γράφει: «Η αρετή είναι εμπόλεμος κατάσταση. Πρέπει να πολεμούμε διαρκώς με τον εαυτό μας».
Εμείς όμως οι σύγχρονοι άνδρες και γυναίκες καθότι δεν είμαστε «πολεμοχαρείς» και θέλουμε να είμαστε καλοί γείτονες με τον εαυτό μας, αφεθήκαμε στην γενικότερη αποσύνθεση.
Τέλος φτάσαμε, την έννοια της μητέρας να την «θηρεύουμε» σαν ευγενές μέταλλο και να την συναντούμε μόνο στις ηρωικές πολύτεκνες οικογένειες, τις αγιασμένες, τις ελληνόψυχες που θα δικάσουν όλο τον αμαρτωλό πλανήτη την ημέρα ΕΚΕΙΝΗ!