Στά δύο προηγούμενα φύλλα τοῦ Ο.Τ. εἴχαμε ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν «Ἑλληνικὴ Ἑταιρεία Προγεννητικής Ἀγωγῆς», τῆς κ. Ἰωάννας Μαρῆ -φορέα ποὺ διατείνεται ὅτι ἔχει ὡς σκοπό «τήν ἀγωγή τῆς ἐγκύου γυναίκας καί τοῦ μέλλοντος πατέρα νά προετοιμάσουν τήν νέα ζωή»-, ποὺ ἔχει χαρακτηριστεῖ ὡς «ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη» καὶ περιλαμβάνεται στὸν κατάλογο, ποὺ καταρτίστηκε ἀπὸ τὴν Ζ' Συνδιάσκεψη Ἐντεταλμένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ Ἱερῶν Μητροπόλεων γιὰ θέματα αἱρέσεων καὶ Παραθρησκείας, στὴν Ἁλίαρτο, 20-26 Σεπτεμβρίου 1995[1].
Τό παρόν προέρχεται ἀπό ἰδιόγραφο κείμενο τοῦ π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου πού ὑπεβλήθη τήν 20ῃ Ἰανουαρίου 1996, ἀπό τήν Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τῶν Αἱρέσεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε Γραμματεύς, πρός τήν Ἱερά Σύνοδο. Τό πρωτότυπο κείμενο φέρει τήν ὑπογραφή τοῦ τότε Προέδρου τῆς Ἐπιτροπῆς μακαριστοῦ Μητροπολίτου Μαρωνείας καί Κομοτηνῆς Κυροῦ Δαμασκηνοῦ.
Ἀκόμη, τό παρόν εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητας τό 2013, ὅταν ἡ Ἱερά Μητρόπολη Πειραιῶς τό κοινοποίησε μέ τήν ὑπογραφή τοῦ Γεράσιμου Βλάχου (εἰκονικό προφίλ συνεργάτη μας)[2].
Κλείνοντας τὸ ἄρθρο ἐκεῖνο, εἴχαμε ἐπιφυλαχθεῖ νὰ διαφωτίσουμε τό ζήτημα περισσότερο σχετικά μέ τήν διδασκαλία τῆς ἐν λόγω σέκτας.
Ὁ Ἄϊβανχωφ (Aïvanhov) ἰσχυρίζεται ὅτι κατέχει μία μυστική καί ἱερή γνώση ἀπό κάποιον Θιβετιανό Δάσκαλο. Ὁ ἴδιος καί ὁ Δάσκαλός του -Πέτρος Ντενόφ (Peter Deunov)- ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ «γνώση» αὐτή μπορεῖ νά ἀποκαλυφθεῖ μόνο μέ μύηση, πού προορίζεται μόνο γιά ὀπαδούς. Βρίσκεται σέ βιβλία «ἀπολύτως ἄγνωστα στούς κοινούς θνητούς καί φυλαγμένα στίς τέσσερεις βιβλιοθῆκες τοῦ Σύμπαντος».
Ὁ Ντενόφ πίστευε ὅτι μία μικρή ὁμάδα ἀπό «ἐξελιγμένες ἀνθρώπινες ψυχές», τῆς 10ης καί τελευταίας ἐξελικτικῆς κλίμακος τῆς «Παγκόσμιας Ἀδελφότητας τῆς Αὐγούστας», δηλαδή τελείων ὄντων, θά κατευθύνει ὁλόκληρο τόν κόσμο.
Κατά τόν Ἄϊβανχωφ, στή ἐποχή τοῦ Ὑδροχόου εἶναι ἀπαραίτητο μία νέα τάξη πραγμάτων. Ὁ ἴδιος λογίζεται «19ος Μεγάλος Δάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητας»[3]. Πρόκειται γιά σύστημα αὐτοεξέλιξης, πού ἑνώνει θεοσοφικές καί χριστιανικές ἀντιλήψεις μέ καββαλιστικά καί ἀλχημικά στοιχεῖα.
Ὁ Ἄϊβανχωφ χρησιμοποιεῖ καββαλιστικούς ὄρους καί περιεχόμενα. Κατά τήν καββαλιστική κοσμοθεωρία ὁ Θεός δέν εἶναι «ἄμεσος δημιουργός τοῦ κόσμου. Ὅλα τά πράγματα ἔχουν προέλθει ἀπό τήν πρωταρχική πηγή, μέσω διαδοχικῶν ἐκπορεύσεων». Ἔτσι τό σύμπαν εἶναι ὁ «ἐκδηλωμένος Θεός»[4].
Οἱ Καββαλιστές ὑποστηρίζουν ὅτι «τό σύμπαν εἶναι μία σκεπτομορφή, πού προβάλλεται ἀπό τό θεϊκό Νοῦ» καί «ἐκφράζεται μέ τό Καββαλιστικό Δέντρο»[5]. Πρόκειται γιά ἕνα ξεδίπλωμα μέ τή διαδικασία τῆς «κατερχομένης ἐκδήλωσης». Καθεμία ἀπό τίς δέκα ἐκδηλώσεις περιέχει σέ λανθάνουσα κατάσταση ὅλες τίς ἐπόμενες καί ἀντανακλᾶ ὅλες τίς προηγούμενες. Ὁ Ἄϊβανχωφ ὑπογραμμίζει πώς «στό σεφερικό (Καββαλιστικό) δέντρο καμμία ἀπό τίς ἐκδηλώσεις τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι κατώτερη ἀπό τήν ἄλλη. Δέν ὑπάρχει διαφορά μεταξύ τῶν σεφιρόθ παρά μόνο σ' ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ὕλη τῆς καθεμιᾶς ἀπό αὐτές τίς περιοχές»[6].
«Ὅλη ἡ δημιουργία εἶναι ἔργο τῶν δύο ἀρχῶν ἀρσενικῆς καί θηλυκῆς, οἱ ὁποῖες εἶναι ἡ ἀντανάκλαση, ἡ ἐπανάληψη τῶν δύο μεγάλων κοσμικῶν δημιουργικῶν ἀρχῶν πού τίς ὀνομάζουμε ὁ Οὐράνιος Πατέρας καί ἡ Θεϊκή Μητέρα εἶναι ἡ πόλωση μιᾶς καί μοναδικῆς ἀρχῆς, τοῦ Ἀπόλυτου, τοῦ μή - Ἐκδηλωμένου πού ἡ Καββάλα ὀνομάζει Ἄϊν Σόφ Ἄουρ: φῶς χωρίς τέλος. Παντοῦ μέσα στή φύση δέ βλέπετε παρά τίς δύο ἀρχές κάτω ἀπό διάφορα σχήματα καί διαστάσεις»[7].
«Κάθε ὄν καθώς ἔχει τήν ἄλλη ἀρχή μέσα του, δέν μπορεῖ νά βρεῖ τό Θεό παρά μόνο διαμέσου αὐτῆς τῆς ἄλλης ἀρχῆς. Γι' αὐτό ἡ γυναίκα βρίσκει τό Θεό διαμέσου τοῦ ἄντρα, γιατί ὁ ἄντρας ἀντιπροσωπεύει τήν ἄλλη ἀρχή, καί αὐτή ἡ ἀρχή εἶναι πού τή συνδέει μέ τόν Οὐράνιο Πατέρα. Καί ὁ ἄντρας δέν μπορεῖ νά βρεῖ τή Θεότητα παρά μόνο διαμέσου τῆς θηλυκῆς ἀρχῆς, εἴτε αὐτή εἶναι μία γυναίκα, εἴτε εἶναι ἡ ἴδια ἡ φύση (πού εἶναι μία θηλυκή ἀρχή), ἤ ἡ Θεία Μητέρα»[8].
Ἔτσι ὁ γάμος ἀποτελεῖ ἕνα «κοσμικό φαινόμενο πού γιορτάζεται πρῶτ' ἀπ' ὅλα στόν ὕψιστο κόσμο μεταξύ τοῦ Οὐρανίου Πατέρα καί τῆς συζύγου του, τῆς θεϊκῆς Μητέρας». Σ' αὐτή τήν πολικότητα συνίσταται τό «κατ' εἰκόνα θεοῦ», τοῦ ἀνθρώπου[9].
«Κατά τήν Καββάλλα, ὁ Θεός ἔχει μία σύζυγο, τή Σέκινα, πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά αὐτή ἡ πεμπτουσία ἡ ὁποία βγῆκε ἀπό Αὐτόν τόν ῎Ιδιο καί πάνω στήν ὁποία ἐργάζεται γιά νά δημιουργεῖ τούς κόσμους...».
«Ὅλα ὅσα εἶναι κάτω εἶναι σάν αὐτά πού εἶναι ἐπάνω», εἶπε ὁ Ἑρμῆς ὁ Τρισμέγιστος, δηλαδή αὐτό πού εἶναι κάτω, στούς ἀνθρώπους, εἶναι σάν κι αὐτό πού εἶναι ἐπάνω, στόν Οὐρανό. Ὅλες οἱ ἐκδηλώσεις μας ἔχουν τό πρότυπό τους ἐπάνω, στό θεϊκό κόσμο. Φυσικά, τί εἶναι ὁ Θεός, κανείς δέν τό γνωρίζει. Εἶναι τό Ἀπόλυτο, τό Ἀνεκδήλωτο, δέν ἔχει οὔτε σώμα, οὔτε παρουσιαστικό. Ὅμως, ὅταν θέλησε νά ἐκδηλωθεῖ, νά ἐκφραστεῖ στό ἀντικειμενικό κόσμο, πολώθηκε, καί εἶναι ἀκριβῶς χάρη σ' αὐτή τή διπλῆ πόλωση τοῦ πνεύματος (ὁ σύζυγος) καί τῆς ὕλης (ἡ σύζυγος) πού μπόρεσε νά δημιουργήσει: οἱ δύο πόλοι ἐπενέργησαν ὁ ἕνας πάνω στόν ἄλλο καί ὅλες αὐτές οἱ «ἐνέργειες» γέννησαν τόν κόσμο, ὁλόκληρο τό σύμπαν»[10].
Στήν «Παγκόσμια Λευκή Ἀδελφότητα» βασική σημασία ἔχει ὁ Δάσκαλος. Ὁ Ἄϊβανχωφ διακρίνει τούς ἀληθινούς Δασκάλους, τούς «λευκούς μάγους» ἀπό τούς «κακούς μάγους»[11].
Γιά νά ἐκπληρώσει κανείς τό ἔργο τοῦ πνευματικοῦ ὀδηγοῦ, εἶναι ἀνάγκη νά πάρει ἕνα «δίπλωμα» στόν φυσικό κόσμο, πού ὅμως ἔχει ἀντιστοιχία στό πνευματικό ἐπίπεδο[12].
Ἀκόμα καί ὁ Ἰησοῦς, πού λογίζεται ἕνας ἀπό τούς πολλούς πνευματικούς Δασκάλους, δέν ἦλθε τέλειος πάνω στή γῆ· χρειάστηκε νά ἐκπαιδευτεῖ καί νά διδαχτεῖ καί νά κάνει μία μεγάλη ἐργασία ἐξαγνισμοῦ πρίν νά δεχτεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν ἡλικία τῶν τριάντα ἐτῶν[13].
Σέ ἄλλο σημεῖο τοῦ ἴδιου βιβλίου ὁ «Ἀληθινός Δάσκαλος» θέτει στό ἴδιο ἐπίπεδο ἐξέλιξης τοῦ Ἰησοῦ, τό Βούδα, τόν Κρίσνα, τόν Ζωροάστρη, τόν Ἑρμῆ τόν Τρισμέγιστο, τόν Μελχισεδέκ. Ὅμως ὅλοι αὐτοί δέν εἶναι πλέον «Ζωντανοί Δάσκαλοι». Ἡ ἐναρμόνιση καί «ταύτιση» μέ τό Ζωντανό Δάσκαλο «εἶναι ἀκόμα καλύτερη», ὁδηγεῖ δηλαδή σέ ἀνώτερο ἐξελικτικό ἐπίπεδο[14]. Πέρα ἀπό αὐτά, γιά τό «Ζωντανό Δάσκαλο», «ὁ Χριστός εἶναι σύμβολο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πού βρίσκεται μέσα σέ κάθε ψυχή σάν ἕνας κρυμμένος σπινθήρας. Ὁ ἄνθρωπος, συνδεόμενος μέ τήν ἀνώτερή του ψυχή, συνδέεται μέ αὐτή τήν ἀρχή τοῦ Χριστοῦ πού βρίσκεται παντοῦ, μέσα σέ ὅλες τίς ψυχές καί διαμέσου αὐτῆς συνδέεται μέ τό Θεό. Δέν μπορεῖτε νά πᾶτε στό Θεό παρά μόνο διαμέσου τοῦ ἀνωτέρου Ἐγώ, ἀφοῦ εἶναι αὐτό πού περιέχει τά πάντα...»[15].
Φέροντας τόν λόγο στόν ἑαυτό του ὁ Ἄϊβανχωφ λέει: «Καί ἐγώ, πιστεύετε ὅτι ἤμουν ἀπό τήν παιδική μου ἡλικία ὅπως εἶμαι σήμερα; ῎Οχι, κι ἐγώ χρόνια καί χρόνια χρειάστηκε νά κάνω αὐτή τήν ἐργασία»[16].
Ὅταν κανείς βρεῖ τόν ἀληθινό Δάσκαλο, πρέπει νά «συγχρονιστεῖ» μαζί του. Ὅλοι πρέπει νά εἶναι «συγχρονισμένοι» καί σέ «συμφωνία μέ τίς δονήσεις μου, τίς ἰδέες μου, τίς σκέψεις μου... Ἄν εἴμαστε μαζί, ἄν εἶστε συνδεδεμένοι, συγχρονισμένοι μ' ἐμένα, ἔχετε πολύ περισσότερες δυνατότητες νά συλλάβετε τίς σκέψεις μου, νά δεχτεῖτε μερικά ἀπό τά μόρια πού στέλνονται στό διάστημα...»[17].
Ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι ἕνας «ἀγωγός» τοῦ «θεϊκοῦ κόσμου», ὥστε «νά μπορέσει νά σᾶς βοηθήσει». Ὁ «Ζωντανός Δάσκαλος» μιλάει καί γιά ἀγάπη. Ὅμως κάτω ἀπό τόν ὅρο αὐτό ἐννοεῖ μία «συγχώνευση». Αὐτό πού συμβαίνει ἐδῶ δέν εἶναι ἡ ἀνάπτυξη διαπροσωπικῶν σχέσεων, ἀλλά ἡ «εἴσοδος» μέσα στό μαθητή τῶν ἴδιων «δονήσεων» τοῦ Δασκάλου[18]!
Ὁ Ἄϊβανχωφ ἰσχυρίζεται ὅτι ἑρμηνεύει αὐθεντικά τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ· αὐτό δέν τό κάνει ἡ Ἐκκλησία! Μέ τίς τεχνικές τῆς ὀργάνωσης κατόρθωσε «νά μπεῖ μέσα στό κεφάλι τοῦ Ἰησοῦ» καί ἄρχισε νά κάνει μία ἐργασία «μέ τή φαντασία». Ἔτσι φτιάχνει μέ τήν σκέψη του αὐτό πού δέν μπορεῖ νά ἐπιτύχει στό φυσικό ἐπίπεδο! «Φανταζόμουν ἔτσι ὅτι εἰσχωροῦσα μέσα στή συνείδηση τοῦ Ἰησοῦ καί ὅτι ἔβλεπα, αἰσθανόμουν καί σκεφτόμουν ὅπως ἐκεῖνος»[19].
Ἔτσι μόνο μέσω τοῦ Ἄϊβανχωφ μπορεῖ κανείς νά ἔλθει στόν θεό[20]. Ὁ μαθητής πρέπει νά εἶναι «σέ συμφωνία μέ τό Δάσκαλο», γιατί καί ὁ Δάσκαλος «εἶναι ἱκανός νά κάνει νά συγχρονιστεῖ μέ τήν παγκόσια ζωή, μέ τή θεϊκή ζωή»[21].
[3] Les Sectes en France, σσ. 27, 28.
[4] Γ. Γουέστκοτ, παραπομπή: Ἀ. Ἀλεβιζοπούλου, Ὁ ἀποκρυφισμός στό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας, τεῦχος β', Καββάλα, Ἀθήνα 1994, σ. 37.
[5] D. Fortune, παραπομπή: Ἀ. Ἀλεβιζοπούλου, σ. 37.
[6] Ὀ. M. Ἄϊβανχωφ, Τά μυστήρια τοῦ Ἰεσόντ, Τόμος VII, ἔκδ. Prosveta, σ. 107.
[7] Ὀ. M. Ἄϊβανχωφ, Ἡ ἐπιστήμη τῶν δύο Ἀρχῶν. Πνευματική γαλβανοποίηση, ἔκδ. Prosveta 1983, σ. 14.
[8] Ἡ ἐπιστήμη, σ. 35.
[9] Ἡ ἐπιστήμη, σ. 41.
[10] Ἡ ἐπιστήμη, σ. 42.
[11] Τί εἶναι ἕνας Πνευματικός Δάσκαλος, ἔκδ. Prosveta 1982, σσ. 16-17.
[12] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σ. 22.
[13] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σσ. 24-25.
[14] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σσ. 179, 192.
[15] Ἡ ἐπιστήμη, σσ. 34-35.
[16] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σ. 26.
[17] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σ. 197.
[18] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σ. 183.
[19] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σ. 191.
[20] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σσ. 147-148.
[21] Τί εἶναι ἕνας Π.Δ., σ. 149.