Πρέπει να γνωρίζουμε πως η αγάπη δεν είναι κάτι το προαιρετικό. Είναι υποχρέωση. Οφείλεις ν’ αγαπάς τον αδελφό σου, τόσο γιατί έχεις πνευματική συγγένεια μ’ αυτόν, όσο και γιατί είστε μέλος ο ένας του άλλου. Αν λείψει η αγάπη, έρχεται η καταστροφή.
Οφείλεις, όμως, ν’ αγαπάς τον αδελφό σου και για έναν άλλο λόγο: Γιατί έχεις κέρδος και ωφέλεια, αφού με την αγάπη τηρείς όλο τον νόμο του Θεού. Έτσι ο αδελφός, που αγαπάς, γίνεται ευεργέτης σου. Και πράγματι, «το μη μοιχεύσεις, μη φονεύσεις, μην κλέψεις, μην επιθυμήσεις και όλες γενικά οι εντολές συνοψίζονται σε τούτη τη μία, το ν’ αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου» (Ρωμ. 13:9).
Και ο ίδιος ο Χριστός βεβαίωσε, ότι όλος ο νόμος και η διδασκαλία των προφητών συνοψίζονται στην αγάπη (Ματθ. 22:40). Και κοίτα πόσο ψηλά την έβαλε: Καθόρισε δυο εντολές αγάπης και τα όρια της καθεμιάς. Η πρώτη, είπε, είναι το ν’ αγαπάς τον Κύριο, τον Θεό σου· και η δεύτερη, το ίδιο σπουδαία, είναι το ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου (Ματθ. 22:37-39).
Τι μπορεί να φτάσει τη φιλανθρωπία και την καλοσύνη του Χριστού! Την αγάπη σ’ Αυτόν, μολονότι είμαστε ανυπολόγιστα κατώτεροί Του, την εξισώνει με την αγάπη στον συνάνθρωπό μας. Γι’ αυτό και τα όρια των δυο αυτών εντολών αγάπης σχεδόν ταυτίζονται.
Για την πρώτη, στον Θεό, είπε «μ’ όλη την καρδιά σου και μ’ όλη την ψυχή σου» (Ματθ. 22:37)· και για τη δεύτερη, στον πλησίον, είπε «όπως τον εαυτό σου» (Ματθ. 22:39). Και είναι αυτονόητο, ότι χωρίς τη δεύτερη δεν ωφελεί καθόλου η πρώτη. Άλλωστε, όπως λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «αν κάποιος πει πως αγαπάει τον Θεό, μισεί όμως τον αδελφό του, είναι ψεύτης. Όποιος αγαπάει τον Θεό, πρέπει ν’ αγαπάει και τον αδελφό του» (Α’ Ιω. 4:20-21).
Όποιος έχει αγάπη, δεν κάνει κακό στον πλησίον. Αφού η αγάπη είναι η εκπλήρωση όλων των εντολών του Θεού, έχει δύο πλεονεκτήματα, την αποφυγή του κακού από τη μια και την επιτέλεση του καλού από την άλλη. Και εκπλήρωση όλων των εντολών ονομάζεται, όχι μόνο γιατί αποτελεί σύνοψη όλων των χριστιανικών καθηκόντων μας, αλλά και γιατί κάνει εύκολη την εκπλήρωσή τους.
* * *
Η αγάπη αποτελεί χρέος, που μένει πάντα ανεξόφλητο. Όσο εργαζόμαστε για την απόδοσή του, τόσο αυτό αυξάνεται. Όταν πρόκειται για οφειλές χρημάτων, θαυμάζουμε όσους δεν έχουν χρέη, ενώ, όταν πρόκειται για την οφειλή της αγάπης, καλοτυχίζουμε εκείνους που χρωστάνε πολλά.
Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος γράφει: «Μην αφήνετε κανένα χρέος σε κανέναν, εκτός βέβαια από την αγάπη, που την οφείλετε πάντοτε ο ένας στον άλλο» (Ρωμ. 13:8). Θέλει μ’ αυτά τα λόγια να μας διδάξει, ότι το χρέος της αγάπης πρέπει πάντα να το εξοφλούμε και συνάμα να το οφείλουμε.
Ποτέ μάλιστα να μην πάψουμε να το οφείλουμε, όσο βρισκόμαστε σε τούτη τη ζωή. Γιατί όσο βαρύ και αβάσταχτο είναι το να χρωστάει κανείς χρήματα, άλλο τόσο αξιοκατάκριτο είναι το να μη χρωστάει αγάπη.
Η αγάπη είναι ένα χρέος που παραμένει, όπως είπα, πάντα ανεξόφλητο. Γιατί αυτό το χρέος είναι που περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο συγκροτεί τη ζωή μας και μας συνδέει στενότερα.
Από το βιβλίο: ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Α’. Από τις Ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Έκδοση τέταρτη. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2013, σελ. 160.