«Ὅποιος θελήσει νά λειτουργηθεῖ αὐτό τό διάστημα κάνει ἀνυπακοή στήν Σύνοδο».
«Ὅποιος θελήσει νά κοινωνήσει, παρά τήν ἐντολή τῆς Συνόδου νά συμμορφωθοῦμε μέ τό σύνθημα «Μένουμε Σπίτι», βρίσκεται στήν παρακοή».
«Ὅποιος στέκεται στό προαύλιο τοῦ Ναοῦ ἐν ὥρᾳ λατρείας πάει κόντρα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐφ᾽ ὅσον ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἤ ὁ τοπικός Ἐπίσκοπος συνιστᾶ νά παραμείνουμε σπίτι μας».
Οἱ παραπάνω καί παρόμοιοι ἰσχυρισμοί ἀκούστηκαν αὐτές τίς ἡμέρες, ἀπό τότε πού ἡ Πολιτεία ἔλαβε ἀποφάσεις γιά τούς χώρους λατρείας καί ἡ Διαρκής Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τίς ἀποδέχθηκε.
Ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά καταθέσουμε λίγες σκέψεις ὡς ἀφορμή προβληματισμοῦ σχετικά μέ τό μυστήριο τῆς ὑπακοῆς, ὅπως τό ζεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας καί τό προσεγγίζουν οἱ Ἅγιοι διαχρονικά.
α) Ἡ ὑπακοή ἐμπνέεται ἀπό τούς Ποιμένες πρός τό ποίμνιο. Δέν ἐπιβάλλεται μέ τόν φόβο, οὔτε μέ κοσμικά μέσα. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας ὅταν ὁρισμένοι μαθητές ἀπό τόν εὐρύτερο κύκλο ἀμφισβήτησαν τούς λόγους Του καί σταμάτησαν νά Τόν ἀκολουθοῦν δέν τούς ἀπαξίωσε. Πολύ περισσότερο δέν ἐπεδίωξε νά ἀσκήσει κάποιου εἴδους σωφρονισμό. Ἀντιθέτως φανερώνοντας τό μεγαλεῖο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ἀπευθύνθηκε πρός τούς Δώδεκα μέ τά λόγια: «Μή καί ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν;» (Ἰω. 6,67) Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχοντιά τοῦ Χριστοῦ πού θέλει κοντά Του ἐλεύθερες προσωπικότητες συνδεόμενες μαζί του μέ ἀγάπη καί ὄχι ἀπό ἀνάγκη καί φόβο. Γι᾽ αὐτό καί ἔλαβε τήν ἐξίσου θαυμάσια ἀπάντηση ἀπό τόν ἀπόστολο Πέτρο: «Κύριε, πρός τίνα ἀπελευσόμεθα; ρήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις» (Ἰω. 6,68).
Τόν ἴδιο τρόπο βλέπουμε νά ἀκολουθοῦν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί στή συνέχεια οἱ καλοί Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας.
β) Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης θεωρεῖται καί εἶναι αὐθεντία στίς διατυπώσεις του, στό πανορθοδόξως ἀποδεκτό ἔργο του τήν «Κλίμακα». Αὐτός ἄλλωστε εἶναι καί ὁ λόγος πού ἡ Ἐκκλησία τόν προβάλλει ἰδιαιτέρως τήν Δ´ Κυριακή τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.
Στόν λόγο «Περί Ὑπακοῆς» ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Συμβαίνει νὰ δεχθῇ ἕνας ὑποτακτικὸς κάποια ἐντολὴ ἀπὸ τὸν Γέροντα. Ἀντιλαμβάνεται ὅμως ὅτι ὁ Γέροντας δὲν εἶναι εὐχαριστημένος μὲ αὐτὸ ποὺ ἐπρόσταξε, καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν τὴν ἐκτελεῖ. Ἕνας ἄλλος ὅμως ὑποτακτικὸς ποὺ καὶ αὐτὸς τὸ ἀντιλαμβάνεται, ὑπακούει καὶ τὴν ἐκτελεῖ ἀδιακρίτως. Ἐδῶ ἀξίζει νὰ ἐξετάσωμε ποιὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ ἐνήργησε περισσότερο θεάρεστα.» (Λόγος Δ´ Περί Ὑπακοῆς) Ἐδῶ ὁ Ἅγιος ἀφήνει σαφῶς νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι κάτω ἀπό ὁρισμένες συνθῆκες ἡ μή ἐκτέλεσις τῆς ἐντολῆς εἶναι ἐξίσου εὐάρεστη στόν Θεό μέ τήν ἐκτέλεσί της! Πότε ἰσχύει αὐτή ἡ περίπτωσις; Σύμφωνα πάντα μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη, ὅταν ὁ Ποιμένας δίνει κάποια ἐντολή ἐξ ἀνάγκης, ἀλλά δέν ἀναπαύεται, δέν χαίρεται ἡ ψυχή του μέ τήν συγκεκριμένη ἐντολή.
Ποιός μπορεῖ νά δεχθεῖ ὅτι οἱ Ποιμένες μας χάρηκαν στήν ὁδηγία γιά παύση τῆς θείας Λατρείας καί ἀπαγόρευση τῆς συμμετοχῆς τῶν πιστῶν;
γ) Στήν ἄσκηση τῆς ὑπακοῆς εἶναι ἐπίσης πανορθοδόξως ἀποδεκτό τό ἀξίωμα:
«Νά δέχεσαι τόν πρῶτο λόγο τοῦ Ποιμένος» ἤ τό ἴδιο μέ ἄλλα λόγια «Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ βρίσκεται στόν πρῶτο λόγο τοῦ Πνευματικοῦ».
Στά γεγονότα πού ζήσαμε καί ἐξετάζουμε ποιός ἦταν ὁ πρῶτος λόγος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου;
Τελικῶς οἱ πιστοί σέ ποιόν ὀφείλουμε ὑπακοή σχετικά μέ τά πνευματικά μας ζητήματα; Στούς Ποιμένες μας ἤ στήν κοσμική Κυβέρνηση;
δ) Τό συγκεκριμένο θέμα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῶν πιστῶν κατά τήν διάρκεια τῆς παρούσης ἐπιδημίας κλήθηκαν νά τό ἀντιμετωπίσουν ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἀπ᾽ ὅσο γνωρίζουμε μόνο ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀποδέχθηκε τόσο σκληρούς περιορισμούς στήν τέλεση τῶν Μυστηρίων, ἀλλά καί τοῦ ἀποκλεισμοῦ τοῦ συνόλου τῶν πιστῶν ἀπό κάθε συμμετοχή στήν θεία λατρεία. Μάλιστα κατά τίς ἱερώτατες καί κορυφαῖες ἡμέρες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, Μεγάλης Ἑβδομάδος καί τοῦ Πάσχα.
Δέν εἶναι φυσικό καί κατανοητό νά προβληματίζεται ὁ Ἕλληνας πιστός γιά τίς ἐπιλογές μικρῆς μερίδος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, δεδομένου ὅτι οἱ ἀποφάσεις ἐλήφθησαν, ὅπως ἐλήφθησαν, ὑπό τῆς δωδεκαμελοῦς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου δηλαδή λιγότερο ἀπό τό 1/6 (15%!!!) τοῦ συνόλου τῶν Ἱεραρχῶν;
Ποιός μπορεῖ νά ἀπαγορεύσει στούς πιστούς νά συγκρίνουν τί ἔπραξαν οἱ ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες; Δέν ὑπέρκειται ἡ συμφωνία τῶν πολλῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἀπό τήν δική μας ἐξαίρεση; Δέν σχηματίζεται στήν πράξη μιά κοινή Ὀρθόδοξη πρακτική μέ μόνη ἤ σχεδόν μόνη παραφωνία τή στάση τῆς ἐν Ἑλλάδι ἐπισήμου Ἐκκλησίας;
Δέν ἐξαντλήθηκε τό θέμα. Θά μποροῦσαν νὰ παρατεθοῦν κι ἄλλα. Νομίζουμε ὅμως ἀρκετά τά παραπάνω γιά ὅποιον θέλει νά σκεφθεῖ γύρω ἀπό τό ζήτημα τῆς ὑπακοῆς στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἄς μή εἴμαστε εὔκολοι σέ ἀποφάνσεις ποιός κάνει ὑπακοή καί ποιός δέν κάνει. Ἡ ὑπακοή δέν εἶναι ἀνεύθυνη πράξη. Οὔτε μαγική. Ἡ ἀξία της ἔγκειται στήν συνείδηση καί τήν ἐλευθερία πού ἐκφράζει. Εἶναι πνευματικό ἄθλημα καί μάλιστα ἀπό τά δυσκολότερα. Μαρτύριο τήν ὀνομάζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Δηλαδή πόνος ψυχῆς πού πηγάζει ἀπό τήν ἀγάπη.
Ἄς κλείσουμε τίς λίγες αὐτές σκέψεις μέ τήν «Ὑπακοή» τοῦ Πάσχα:
«Προλαβοῦσαι τόν ὄρθρον αἱ περί Μαριάμ καί εὑροῦσαι τόν λίθον ἀποκυλισθέντα τοῦ μνήματος, ἤκουον ἐκ τοῦ ἀγγέλου· τόν ἐν φωτί ἀϊδίῳ ὑπάρχοντα, μετά νεκρῶν τί ζητεῖτε ὡς ἄνθρωπον; Βλέπετε τά ἐντάφια σπάργανα· δράμετε καί τῷ κόσμῳ κηρύξατε…».
Τήν ὥρα πού οἱ ἕνδεκα μαθητές ἀκολουθοῦσαν τήν λογική καί τόν φόβο κλεισμένοι στό σπίτι, οἱ μυροφόρες ἔκαναν ὑπακοή στό κάλεσμα τῆς καρδιᾶς τους. Ἔσπευσαν στόν τάφο. Ἄκουσαν τήν μαρτυρία τοῦ Ἀγγέλου. Εἶδαν πρῶτες τά ἐντάφια σπάργανα. Ἔγιναν πρῶτες αὐτές κήρυκες στούς Ἀποστόλους. Συνάντησαν πρῶτες τόν Χριστό. Παρέμειναν σεμνές καί ταπεινές. Δέν ὑπερηφανεύθηκαν ἀπέναντι στούς Ἀποστόλους. Ἀλλά καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι σεβάστηκαν τόν πόνο τῶν ἁπλῶν αὐτῶν γυναικῶν γιά τόν Χριστό. Δέν ἐμπόδισαν τόν πόθο τους. Δέν τίς ἐπιτίμησαν γιά παραβίαση τῆς τάξεως. Δέν φέρθηκαν ὡς ἐξουσίαν ἔχοντες.
Ἀγάπη καί ταπείνωση λέει κάποιος σύγχρονος Ἅγιος εἶναι τά φτερά μας…