Μὲ τὴ Μαρία Δημητριάδου γνωριζόμαστε ἀπὸ τὰ τέλη τῆς δεκαετίας του '80, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ μακαριστοῦ π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου ἀκόμη. Ἡ Μαρία εἶχε μόλις ἐγκαταλείψει μιὰ καριέρα σὰν πολεμοτεχνίτισσα καὶ εἶχε ξεκινήσει μιὰ δεύτερη σὰν δημοσιογράφος καὶ συγγραφέας. Ἡ Μαρία εἶχε διαπιστώσει ὅτι δὲ μπορεῖς «δυσί κυρίοις δουλεύειν» κι ἢ θὰ ἀκολουθοῦσε τὶς πολεμικὲς τέχνες ἢ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ Μαρία εἶναι ἕνας χαρισματικός, ἔξυπνος ἄνθρωπος καὶ κατάλαβε ὅτι ἡ θέση της ἦταν κοντὰ στὴν Ἐκκλησία.
Ἔτσι ἐκάθησε κι ἔγραψε πολλὰ ἄρθρα ἀπογυμνώνοντας τὴν «παλιά της ἀγάπη» ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ παραθεωροῦν, κρύβουν καὶ παραποιοῦν ὅσοι ἔχουν συμφέρον νὰ προβάλλουν τὶς πολεμικὲς τέχνες. Ἡ Μαρία ἔγραψε κι ἕνα σημαντικὸ βιβλίο γιὰ τὸ θέμα: «Ἡ ἀλήθεια γιὰ τὶς πολεμικὲς τέχνες»[1] ποὺ κυκλοφόρησε ἀπὸ τὶς «ἐκδόσεις Νεκτάριος Παναγόπουλος», τὸ 1998 καὶ τὸ ὁποῖο, εὐτυχῶς, εὑρίσκεται σήμερα σὲ κυκλοφορία.Στὸ σημερινό μας ἄρθρο θὰ παραθέσουμε λίγα ἀπὸ τὰ ὅσα ἡ Μαρία ἀποθησαύρισε στὸ βιβλίο της καὶ σὲ διάφορα σχετικὰ ἄρθρα -μεταξὺ τῶν ὁποίων κι ἕνα στὸ περιοδικὸ τῆς Π.Ε.Γ. «Διάλογος»[2]- καθὼς καὶ στὸ προσωπικὸ τῆς ἱστολογίο στὸ διαδίκτυο[3].
Τὰ τελευταῖα χρόνια ὅλο καὶ συχνότερα ἀκοῦμε νὰ γίνεται λόγος γιὰ «πολεμικὲς τέχνες». Σχολές, περιοδικά, τηλεοπτικὲς καὶ ραδιοφωνικὲς ἐκπομπές, μᾶς παρουσιάζουν διάφορα στὺλ τῶν τεχνῶν αὐτῶν καὶ διαφημίζουν τὰ ἀποτελέσματά τους, ἐνῶ διάφοροι ἐκπαιδευτὲς μιλοῦν γιὰ «ἐκρηκτικὴ ἐξάπλωσή τους». Εἶναι λοιπὸν ἀπαραίτητο νὰ γνωρίζουμε τί ἀκριβῶς εἶναι αὐτὸ ποὺ «ἐξαπλώνεται ἐκρηκτικά», ἰδίως ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἡ ἐξάπλωσή του συμβαίνει κυρίως στὶς νεαρὲς ἡλικίες καὶ μάλιστα ἐνθαρρύνεται ἀκόμα καὶ ἀπὸ κρατικοὺς φορεῖς (βλ. περίπτωση εἰσαγωγῆς τοῦ ταεκβοντό στὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα καὶ διδασκαλίας τοῦ τάϊ τσί σὲ ὁρισμένα ἄλλα).
Οἱ πολεμικὲς τέχνες (κούνγκ-φού, καράτε, ἀϊκίντο κ.τ.λ.) περιλαμβάνουν διάφορες τεχνικὲς ἄμυνας κι ἐπίθεσης τόσο μὲ ὅπλα ὅσο καὶ χωρίς, γι' αὐτὸ καὶ συνήθως προωθοῦνται ὡς «αὐτοάμυνα». Ὅμως εἶναι ἀναπόσπαστα συνδεδεμένες μὲ τὸν κεντρικό θρησκευτικὸ στόχο τοῦ ἀσιατικοῦ ἰνδο-βουδο-ταοϊστικοῦ πολιτισμοῦ, δηλ. τὴν ἐπίτευξη τῆς θέωσης τοῦ ἀνθρώπου μὲ ἕναν τρόπο ἀναποτελεσματικὸ καὶ αὐθαίρετο, ἀνάλογο μὲ τὸ «καὶ ἔσεσθε ὡς θεοὶ» τοῦ ὄφεως, καὶ ὄχι μὲ τὸν τρόπο τὸν ὁποῖο συνέστησε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους.
Καὶ συνεχίζει τὸ κείμενο ἀναλύοντας τὴν θρησκευτικὴ διάσταση τῶν πολεμικῶν τεχνῶν:
Γιὰ τὸ σκοπὸ τῆς αὐτοθέωσης ἡ ὅλη κινησιολογία τῶν πολεμικῶν τεχνῶν εἶναι δομημένη μὲ τέτοιο τρόπο ὥστε νὰ ἐπικαλεῖται διάφορα στοιχεῖα καὶ δυνάμεις τῆς φύσης, ἀστέρια, πνεύματα πραγματικῶν καὶ μυθικῶν ζώων ποὺ κατ' ἄλλους ἀντιπροσωπεύουν πραγματικὰ πνεύματα καὶ κατ' ἄλλους «καταστάσεις τῆς συνείδησης», ἢ ἀκόμα καὶ τὰ δύο, σὲ μιὰ ἀντιστοιχία τοῦ ἐξωτερικοῦ περιβάλλοντος κόσμου τῶν πνευμάτων μὲ τὸν ἐσωτερικὸ ψυχικὸ κόσμο τῶν ἀνθρώπων. Ἡ βασικὴ πηγὴ δύναμης στὶς πολεμικὲς τέχνες δὲν εἶναι ἡ σωματικὴ δύναμη, οὔτε κἂν ἡ ἐκπαιδευμένη θέληση ἢ ἡ σωστὴ γεωμετρικὴ τοποθέτηση τοῦ σώματος, ὅπως πιστεύουν κάποιοι «ρεαλιστὲς» ὁπαδοί τους ποὺ δὲν κατανοοῦν τὴ θρησκευτικὴ διάσταση τῶν τεχνῶν αὐτῶν. Βέβαια τόσο ἡ θέληση, ὅσο καὶ ἡ σωστὴ γεωμετρικὴ τοποθέτηση τοῦ σώματος εἶναι πράγματα ποὺ ἐξασκοῦνται καὶ ποὺ ἀπαιτοῦνται κατὰ τὴν ἐκπαίδευση στὶς πολεμικὲς τέχνες.
Ἀλλά, ἂς δοῦμε στὴ συνέχεια γιὰ μία ἀκόμη φορὰ κι ἐδῶ τὴν πολυδιαφημισμένη νεοεποχίτικη πίστη στὴν ἀποκρυφιστικὴ δῆθεν ὕπαρξη τῆς «ἐνέργειας», τὴ γνωστή μας «καραμέλα» σ' ὅλες τὶς ὁλιστικές, ἐναλλακτικὲς κι ἐνεργειακὲς θεωρίες καὶ πρακτικές.
Συνεχίζει λοιπόν τὸ κείμενο: Ὅμως τὸ κυρίως ζητούμενο εἶναι ὁ ἔλεγχος τῆς λεγόμενης «ἐσωτερικῆς ἐνέργειας» (τσί ἢ κί). Ὑποτίθεται ὅτι ὁ ἔλεγχος αὐτῆς τῆς ἐνέργειας, σύμφωνα μέ τὴ φιλοσοφία αὐτῶν τῶν τεχνῶν, μπορεῖ ὄχι μόνο νὰ μετατρέψει τὸ μαχητὴ σὲ ὑπεράνθρωπο, ἀλλὰ νὰ μετατρέψει κι ἕνα ἁπλὸ ἄγγιγμα ἢ κάποια νοητικὴ τεχνική («μαγνητική προβολή» κ.τ.λ.) ποὺ ἐφαρμόζεται ἐξ ἀποστάσεως, σὲ θανατηφόρο χτύπημα.
Ἡ ἴδια ἐνέργεια, σύμφωνα μέ τὴ φιλοσοφία τῶν πολεμικῶν τεχνῶν, μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ γιὰ θεραπευτικοὺς σκοπούς, καὶ μάλιστα ὁ μαχητὴς ποὺ δὲν εἶναι παράλληλα καὶ θεραπευτής, εἴτε μὲ τὴ χρήση βελονισμού καὶ εἰδικῆς διατροφῆς - μασάζ - βοτάνων εἴτε μὲ τὴ χρήση τῆς «ἐσωτερικῆς ἐνέργειας» χωρὶς τὴ μεσολάβηση αὐτῶν τῶν ἐξωτερικῶν μεθόδων (π.χ. μὲ ἐπαφὴ τῶν χεριῶν μὲ τὸν ἀσθενῆ ἢ μὲ τὴ διδασκαλία κάποιας εἰδικῆς «θεραπευτικῆς φόρμας», δηλ. συνόλου κινήσεων) θεωρεῖται σαφῶς ὑποδεέστερος ἀπὸ αὐτὸν ποὺ εἶναι καὶ θεραπευτής, καὶ ἀκόμα μὴ ὁλοκληρωμένος ὡς καὶ ἀκατάλληλος γιὰ πραγματικὸς διδάσκαλος.
Καὶ κάποια ἱστορικὰ στοιχεῖα σχετικὰ μὲ τὴν ἐξάπλωση τῆς ἐπιδημίας τῶν πολεμικῶν τεχνῶν:
Ἡ ἀρχικὴ πρόθεση πολλῶν Ἀσιατῶν διδασκάλων πολεμικῶν τεχνῶν ἦταν νὰ μείνουν τὰ μυστικὰ τῆς αὐτοθεωτικῆς «σοφίας» τους ἀπρόσιτα γιὰ τοὺς λευκούς. Ὅμως ἡ ἧττα τῆς Ἰαπωνίας στὸν Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ἀνάγκασε τὴ χώρα νὰ ἐντάξει τὴν «ἀθλητικοποίηση» μέρους τῶν πολεμικῶν τεχνῶν της καὶ τή μετατροπή αὐτῶν σὲ ἐξαγώγιμο εἶδος, στὸ «νέο ξεκίνημα τῆς Ἰαπωνίας ὡς ἕνα εἰρηνικὸ ἔθνος». Παράλληλα ἡ ἐπικράτηση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος στὴν Κίνα ἔκανε πολλοὺς δασκάλους πολεμικῶν τεχνῶν νὰ καταφύγουν σὲ ἄλλες γειτονικὲς ἢ καὶ δυτικὲς χῶρες, ὅπου ἦρθαν σὲ ἐπαφὴ μὲ πολλοὺς Δυτικοὺς διψασμένους γιὰ «σοφία» καὶ δύναμη. Ἡ ἀναπόφευκτη κατάληξη ἦταν ἡ ἐπέκταση τῆς διδασκαλίας, ἢ ἔστω μέρους αὐτῆς, καὶ σὲ Δυτικούς, γιὰ λόγους βιοποριστικοὺς ἢ ἀκόμα καὶ «ἱεραποστολικούς».
Κι ἐδῶ ὑπεισέρχεται καὶ ἡ νεοεποχίτικη διάσταση τοῦ προβλήματος:
Παράλληλα, τὸ ἀναπτυσσόμενο κίνημα τῆς «Νέας Ἐποχῆς» ἡ φιλοσοφία τοῦ ὁποίου περιλαμβάνει διάφορες ἐκδοχὲς καὶ πρακτικὲς αὐτοθέωσης, βρῆκε στὶς πολεμικὲς τέχνες ἕνα θαυμάσιο ὄχημα γιὰ τὴ διάδοση τῆς βασικῆς της ἰδέας: ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι θεός, καὶ μπορεῖ νὰ κάνει κατὰ βούληση χρήση τῆς θεότητάς του, ἀρκεῖ νὰ πιστέψει σ' αὐτὴν καὶ νὰ τὴν «συνειδητοποιήσει».
Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τόσο πολλὲς παραθρησκεῖες «ψαρεύουν» ὀπαδοὺς μέσα ἀπὸ σχολὲς πολεμικῶν τεχνῶν ἢ διαθέτουν τμήματα ἐκμάθησης «τεχνικῶν αὐτοάμυνας».
Τὸ ὄχημα τῶν πολεμικῶν τεχνῶν ἔχει τὸ πλεονέκτημα νὰ καλύπτεται πίσω ἀπὸ τὸ προσωπεῖο τοῦ ἀθλητισμοῦ, προσφέροντας καὶ κάποια σωματική εκγύμναση, ἀλλὰ καὶ νὰ βάζει τὸν ἄνθρωπο σὲ κάποιες διαδικασίες μὲ καθαρὰ θρησκευτικὸ νόημά, χωρὶς ὅμως αὐτὸς νὰ τὸ καταλαβαίνει.
Μία τέτοια διαδικασία εἶναι ἡ ὑπόκλιση -χαιρετισμὸς τῶν ἐκπαιδευομένων στὴν εἰκόνα-φωτογραφία τοῦ δασκάλου, ὁ ὁποῖος ὑποτίθεται ὅτι εἶναι πνευματικὰ παρών, ἐλέγχοντας καὶ «προστατεύοντας» μὲ τὴν πνευματική του δύναμη τοὺς ἐκπαιδευόμενους εἴτε ἀπὸ χιλιόμετρα μακριὰ εἴτε ἀπὸ τόν... ἄλλο κόσμο (τῶν «θεωμένων διδασκάλων»). Ἡ συγκεκριμένη πρακτικὴ σερβίρεται στὸν ἐκπαιδευόμενο ὡς ἕνα ἁπλὸ ἔθιμο ἢ συνήθεια, ἡ τήρηση τῆς ὁποίας εἶναι ἀπαραίτητη στὴν ὅλη πειθαρχία τοῦ συστήματος. Ἄλλη διαδικασία εἶναι ἡ χρήση εἰδικῆς στολῆς καὶ ζώνης συγκεκριμένου χρώματος, ποὺ συμβολίζει τὸ στάδιο μύησης τοῦ μαθητῆ στὴν ἀτραπὸ τῆς «σοφίας».
Ἐπίσης ἡ χρήση εἰδικῶν λαβάρων μὲ σύμβολα ποὺ ἀντιστοιχοῦν σὲ στοιχεῖα καὶ δυνάμεις τῆς φύσης (ἄνεμος, νερὸ κ.τ.λ.) καὶ κραυγῶν ποὺ ἐπικαλοῦνται εἴτε τὰ στοιχεῖα τῆς φύσης, εἴτε κάποιες θεότητες, ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ ἀντιστοιχοῦν σὲ «δυνάμεις τῆς φύσης», εἴτε τὴ συγκέντρωση τῆς περίφημης «ἐσωτερικῆς ἐνέργειας».
Ἐπίσης ἡ χρήση τοῦ διαλογισμοῦ γιὰ τὴν ἐπίτευξη χαλάρωσης καὶ καλύτερης «συγκέντρωσης» εἶναι μιὰ θρησκευτικὴ πράξη, ἀνεξάρτητα μὲ τὸ ἂν ὁ διαλογιζόμενος ἔχει θρησκευτικοὺς σκοποὺς καὶ ἂν ἀπευθύνεται σὲ κάποια θεότητα ἢ θεωμένο διδάσκαλο ἢ ὄχι.
Ὅμως τὸ θέμα δὲν ἐξαντλεῖται στὰ ὅσα μέχρι στιγμῆς παρουσιάσαμε καὶ θὰ χρειαστεῖ ἕνα ἀκόμη ἄρθρο γιὰ τὴν ὁλοκλήρωσή του.