Τί νὰ θέλει νὰ πεῖ μὲ αὐτὴν τὴ ρήση ὁ Χριστός μας; Μήπως ὅλοι δὲν ἔχουμε αὐτιά; Μήπως οἱ περισσότεροι ἂν ὄχι ὅλοι μας δὲν ἀκοῦμε;
Ναὶ ἀδερφοί μου, ἐνῷ ἀκοῦμε ὅλοι σχεδὸν τὶς φωνὲς ἀνθρώπων, τῶν αὐτοκινήτων, τῶν ζώων καὶ ὅλους τοὺς ὑπόλοιπους ἤχους, δὲν ἀκοῦμε τελικὰ τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Ἁγίων του, ὅπου ἀσταμάτητα μᾶς μιλᾶνε καὶ προσεύχονται γιὰ ἐμᾶς ἡμέρα καὶ νύχτα. Πῶς εἶναι δυνατόν;
Θὰ ρωτήσει κάποιος, ἀφοῦ μᾶς μιλᾶνε οἱ Ἅγιοι τόσο καθαρὰ καὶ ξεκάθαρα καὶ εἶναι τόσο κοντά μας πῶς γίνεται νὰ μὴν τοὺς ἀκοῦμε;
Ἕνας καὶ μοναδικὸς εἶναι ὁ λόγος. Ἔχουμε κλειστὰ τὰ αὐτιὰ (ὦτα) τῆς ψυχῆς μας, ἀδερφοί μου, καὶ αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ μοναδικὸς λόγος τελικὰ ποὺ δὲν ἀκοῦμε τὶς φωνὲς τῶν Ἁγίων μας. Πῶς κλείνουν τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μας; Πολὺ ἁπλὰ, ἀνοιγόμαστε στὴν ἁμαρτία, στὶς φιληδονίες, στὶς φιλαυτίες, στὶς ἄσωτες ἀπολαύσεις, στὴν ἀπιστία, στὴν ἀχαριστία, στὴν ἀδιαφορία γιὰ τὸν διπλανό μας.
Ἔτσι ἀπομονώνουμε τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὸ Θεῖο μὲ ὅλα τὰ παραπάνω ποὺ ἀποτελοῦν πρώτης τάξης μονωτικὰ ὑλικὰ, γιὰ νὰ ἀπομονώσουμε τὰ ὦτα τῆς ψυχῆς μας. Ἔτσι κρατᾶμε πολὺ μακριά τοὺς ἤχους καὶ τὶς εὐλογημένες φωνὲς τῶν Ἁγίων μας καὶ τῶν Ἀγγέλων μας.
Ὅμως πραγματικὰ πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ἀνοχή, τὸ ἔλεος καὶ ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα μας, ποὺ μᾶς ἀνέχεται βλέποντας στὸ πλάι μας Ἀγγέλους νὰ προσεύχονται γιὰ ἐμᾶς, Ἁγίους νὰ μεσιτεύουν γιὰ τὴ βοήθεια καὶ τὴ σωτηρία μας καὶ ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ἀδιάφοροι καὶ βουτηγμένοι καθημερινὰ στὶς ἁμαρτίες καὶ ἀσωτίες καὶ μόνο, ὅταν ἔρθουν στὸν δρόμο μας πόνος καὶ λύπη ποὺ μπορεῖ νὰ προκάλεσε ἕνα ἀτύχημα ἢ ἕνα γεγονός, τότε ξαφνικὰ θυμόμαστε καὶ ψάχνουμε τρόπο νὰ σωθοῦμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἢ νὰ σώσουμε τὸ ἀγαπημένο μας πρόσωπο ποὺ ἀσθενεῖ ἢ ἔχει κάποιο σοβαρὸ πρόβλημα.
Ἐδῶ ὅμως εἶναι καὶ τὸ μεγαλύτερο θαῦμα, ποὺ τὸ ἔχουμε μπροστά μας. Μέσα σὲ ὅλη αὐτὴν τὴν κατάσταση ποὺ βρισκόμαστε καὶ μακριὰ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωή, ὅλοι ξέρουμε ὅτι ὁ μόνος καὶ ἀληθινὸς σωτήρας καὶ βοηθὸς μας εἶναι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ μάλιστα τότε ζητᾶμε ἄμεσα τὴ βοήθειά του.
Καὶ Αὐτὸς σὰν στοργικὸς Πατέρας εἶναι ἕτοιμος πάλι μὲ χαρά, ἐκεῖ δίπλα μας, νὰ μᾶς ἀκούσει καὶ νὰ μᾶς προσφέρει ὅ,τι εἶναι καλύτερο γιὰ τὴν ψυχὴ μας, ἀρκεῖ νὰ τὸ ζητήσουμε μὲ ἀγάπη καὶ συντριβὴ ἔχοντας καταλάβει τὴν προηγούμενη κατάστασή μας.
Δὲν εἶναι ἐγωιστικό. Ἔτσι λειτουργοῦν οἱ Πνευματικοὶ Νόμοι εἴτε μᾶς ἀρέσει – μᾶλλον εἴτε μᾶς συμφέρει – εἴτε ὄχι.
Ἐδῶ βέβαια ὑπάρχει ἕνα πρόβλημα τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ φέρει μία καθυστέρηση στὸ νὰ ἀκουστεῖ ἡ φωνὴ τῆς ψυχῆς μας στὸν Κύριο. Ἂν θυμόσαστε καλά, πιὸ πάνω εἴπαμε ὅτι ἔχουμε θάψει τὴν ψυχή μας στὴν ἁμαρτία. Καὶ τώρα; Τί κάνουμε τώρα;
Ἐδῶ εἶναι ποὺ πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ φωνὴ τῆς ψυχῆς μας πρέπει νὰ εἶναι ἕτοιμη νὰ φωνάξει καὶ νὰ ἀκουστεῖ, ὅταν θὰ παρακαλᾶμε τὸν Κύριό μας γιὰ τὰ αἰτήματά μας.
Ὅταν θὰ γίνει λοιπὸν αὐτὸ, τότε θὰ εἶναι καὶ τὰ ὦτα τῆς ψυχῆς μας ἀνοιχτὰ καὶ βέβαια τὸ σημαντικότερο εἶναι ὅτι, γιὰ νὰ καταφέρουμε ὅλα αὐτὰ, θὰ ὑπάρχει Ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα μας ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας.
Ἡ Ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδερφό μας, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ προσευχή, ἡ ἐξομολόγηση καὶ τέλος ἡ Θεία Κοινωνία.
Αὐτὰ τελικὰ εἶναι τὰ ὅπλα μας γιὰ νὰ ἀκούσουμε καὶ νὰ καταλάβουμε τὴ ρήση τοῦ Χριστοῦ μας «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω».
ΣΑΒΒΑΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ – ΔΡΑΜΑ