ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ
Διαβάζουμε στὸ Εὐαγγέλιο (Λουκ. β΄ 6,7):
«Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ εἶναι αὐτοὺς ἐκεῖ ἐπλήσθησαν αἱ ἡµέραι τοῦ τεκεῖν αὐτήν, καὶ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύµατι». (Συνέβη δέ, ὅταν αὐτοὶ ἦσαν ἐκεῖ, νὰ συµπληρωθοῦν αἱ ἡµέραι διὰ νὰ γεννήσῃ αὕτη. Καὶ ἐγέννησε τὸν πρῶτον καὶ µονογενῆ υἱόν της, καὶ τὸν περιετύλιξε µὲ σπάργανα καὶ τὸν ἔβαλε µέσα εἰς τὴν φάτνην, διότι λόγῳ τῆς συρροῆς πολλῶν ξένων, ποὺ ἦλθαν νὰ ἀπογραφοῦν, δὲν ὑπῆρχε δι’ αὐτοὺς τόπος εἰς τὸ πανδοχεῖον, ποὺ ἐστάθµευσαν, διὰ νὰ περάσουν τὴν νύκτα).
- Ὅπως λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος «Σήμερα γεννιέται Αὐτὸς ποὺ ὑπάρχει αἰώνια καὶ γίνεται αὐτὸ ποὺ ποτὲ δὲν ὑπῆρξε! Εἶναι Θεὸς καὶ γίνεται ἄνθρωπος! Γίνεται ἄνθρωπος ὡς πάλι Θεὸς μένει!
Κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀνέβηκε στοὺς οὐρανούς!
Κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ καὶ πάλι βρίσκεται στὸν οὐρανό.
Ὁλόκληρος εἶναι στὸν οὐρανὸ κι ὁλόκληρος στὴ γῆ!
Ἔγινε ἄνθρωπος κι εἶναι Θεός!
Εἶναι Θεὸς καὶ πῆρε σάρκα!
Κρατιέται σὲ παρθενικὴ ἀγκαλιὰ καὶ στὰ χέρια του κρατάει τὴν οἰκουμένη!
Ἐλᾶτε λοιπὸν νὰ ἑορτάσουμε. Ἐλᾶτε νὰ πανηγυρίσουμε. Πράγματι εἶναι παράξενος ὁ τρόπος τῆς ἑορτῆς, ἐπειδὴ εἶναι παράξενος καὶ ὁ λόγος τῆς γεννήσεως Αὐτοῦ. Γιατὶ σήμερα λύθηκαν τὰ μακροχρόνια δεσμά, ὁ διάβολος καταντροπιάστηκε, οἱ δαίμονες δραπέτευσαν, ὁ θάνατος καταργήθηκε, ὁ παράδεισος ἀνοίχτηκε, ἡ κατάρα ἐξαφανίστηκε, ἡ ἁμαρτία διώχτηκε, ἡ πλάνη ἀπομακρύνθηκε, ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε καὶ ὁ λόγος τῆς εὐσέβειας σπάρθηκε καὶ διαδόθηκε παντοῦ. Ὁ οὐράνιος τρόπος ζωῆς φυτεύτηκε στή γῆ, οἱ ἄγγελοι ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ οἱ ἄνθρωποι χωρὶς φόβο συνομιλοῦν μὲ τοὺς ἀγγέλους. Γιατί; Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἦρθε στὴ γῆ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀνέβηκε στὸν οὐρανό. Ὅλα ἔχουν ἀναμειχθῆ. Γιατί ἦρθε ὁ Θεὸς στὴ γῆ, ἐνῶ ὁλόκληρος βρίσκεται στὸν οὐρανό κι ὁλόκληρος στὴ γῆ.
Ἐνῶ εἶναι Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ παύση νὰ εἶναι Θεός. Ἐνῶ εἶναι Λόγος ἀμετάβλητος, ἔλαβε σάρκα, κι ἔλαβε σάρκα ἀνθρώπινη, γιὰ νὰ κατοικήση μέσα μας. Θεὸς βέβαια δὲν ἔγινε, ἀλλὰ ἦταν. Γι’ αὐτὸ ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα, ὥστε, Ἐκεῖνον ποὺ δὲν Τὸν χωροῦσε ὁ οὐρανός, νὰ Τὸν δεχθῆ φάτνη. Γι’ αὐτὸ τοποθετήθηκε μέσα στὴ φάτνη, ὥστε, Ἐκεῖνος ποὺ τρέφει τὰ σύμπαντα, νὰ λάβη παιδικὴ τροφὴ ἀπὸ παρθένο Μητέρα. Γι’ αὐτὸ ὁ Πατέρας τῶν αἰώνων τοῦ μέλλοντος ἀνέχεται νὰ βασταχθῆ ἀπὸ παρθενικὴ ἀγκαλιὰ σὰν βρέφος, ποὺ θηλάζει, γιὰ νὰ μπορέσουν καὶ οἱ μάγοι νὰ Τὸν πλησιάσουν. (Ἀπ’ τὸν Β΄ Λόγο του «ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΗΜΕΡΑΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ»).
* * *
- Στὴν ἐφημερίδα «ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΜΕΛΛΟΝ» Ἰαν.-Φεβ. 2020 δημοσιεύθηκε σὲ μετάφραση ἀπὸ ρωσικὸ περιοδικὸ τὸ ἑξῆς συγκινητικὸ γεγονός:
«Σ’ ἕνα ὀρφανοτροφεῖο μικρῶν παιδιῶν ἔγινε μιὰ χριστουγεννιάτικη γιορτή. Ἀφοῦ κύλησαν ὅλα ὁμαλά, στὸ τέλος ὁ ὑπεύθυνος ζήτησε ἀπὸ τὰ παιδιὰ νὰ φτιάξουν κάποιο χειροτέχνημα ποὺ ἐμπνεύστηκαν ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς Γέννησης.
Ὁ Μίσα, 6 χρονῶν, ζωγράφισε δύο μωρὰ μέσα στὴ φάτνη. Παραξενεύτηκαν! « Ὁ ἕνας εἶναι ὁ Χριστός», τοῦ εἶπε ὁ δάσκαλος, «τὸ ἄλλο παιδάκι στὴν κούνια ποιό εἶναι;»!
Τότε ὁ μικρὸς Μίσα ἄρχισε νὰ τοῦ λέη τὴν ἱστορία τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ, ποὺ πρὶν λίγο εἶχε ἀκούσει ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ δασκάλου, προσθέτοντας, ὅμως καὶ κάτι δικό του. Ὅταν ἔφτασε στὸ σημεῖο, ὅπου ἡ Θεοτόκος τοποθέτησε τὸ βρέφος στὴ φάτνη συνέχισε μὲ αὐτὰ τὰ λόγια:
«Τότε ὁ μικρὸς Χριστὸς γύρισε, μὲ κοίταξε καὶ μὲ ρώτησε ἂν εἶχα ἕνα μέρος νὰ μείνω. Ἐγὼ Τοῦ εἶπα ὅτι δὲν ἔχω οὔτε μητέρα, οὔτε πατέρα, οὔτε πουθενὰ γιὰ νὰ μείνω. Τότε ὁ Χριστός μοῦ εἶπε νὰ μείνω μαζί Του.
Ἐγὼ τότε σκέφτηκα πὼς δὲν εἶχα κανένα δῶρο νὰ Τοῦ δώσω, ὅπως οἱ ἄλλοι. Πῶς θὰ μὲ κρατοῦσε μαζί Του; Τὸ μόνο δῶρο ποὺ μποροῦσα νὰ Τοῦ προσφέρω ἦταν νὰ Τὸν κρατήσω ζεστό. Γι’ αὐτὸ τὸν ρώτησα:
– Ἂν Σὲ κρατάω ζεστό, εἶναι γιὰ Σένα αὐτὸ ἕνα καλὸ δῶρο;
– Ὁ Ἰησοῦς μοῦ ἀπάντησε: Ἂν μὲ κρατήσης ζεστό, αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ καλύτερο δῶρο πού Μοῦ ἔχει δώσει κανεὶς ποτέ!
Ἔτσι μπῆκα στὴ μικρὴ κούνια, κι ἀφοῦ γύρισε καὶ μὲ κοίταξε ὁ Ἰησοῦς μοῦ εἶπε ὅτι μποροῦσα νὰ μείνω μαζί Του γιὰ πάντα».
Ὅταν τελείωσε τὴν ἱστορία ὁ μικρὸς Μίσα, τὰ μάτια του ἦταν γεμάτα δάκρυα ποὺ ἔτρεχαν ἀσυγκράτητα στὰ μαγουλάκια του. Ἔσκυψε πάνω στὸ τραπέζι, κάλυψε τὸ πρόσωπο μὲ τὸ χέρι κι ἔκλαιγε γοερά. Τὸ μικρὸ ὀρφανὸ εἶχε βρῆ, ἐπιτέλους, κάποιον ποὺ δὲ θὰ τὸν ἐγκατέλειπε ποτέ, ποὺ δὲ θὰ τὸν κακοποιοῦσε. Κάποιον ποὺ θὰ τοῦ ἔλεγε νὰ μείνη μαζί του γιὰ πάντα».
* * *
Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς θέλει πάντοτε κοντά Του. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο Του ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἡ ἀποστολή Του. Καὶ τὸ ἐπένδυσε καὶ τὸ ὁριοθέτησε μὲ τὴ Θεϊκή Του ἁπλότητα καὶ ἀμεσότητα, παίρνοντας μορφὴ δούλου, μὲ ἀσύλληπτη ταπεινότητα, ἀδιανόητη στὸν ἀνθρώπινο νοῦ. Ὅμως, ἐμεῖς τί κάνουμε, τί προσφέρουμε στὸν Κύριο; – «Καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει», μία καρδιὰ γεμάτη ταπείνωση, δὲν θὰ ἀποστραφῆ, δὲν θὰ τὴν ἀπορρίψη, ἀλλὰ θὰ τὴν κάνη θρόνο Του.
Αὐτὸ ποὺ ἔκανε μὲ τὴ σκέψη του,
συμβολικά, γιὰ νὰ παρηγορηθῆ στὴ θλίψη του ὁ μικρὸς Μίσα, ἐμεῖς
καλούμαστε νὰ τὸ κάνουμε συνειδητὰ καὶ οὐσιαστικά: Ἡ ζωή μαζὶ μὲ τὸν
Χριστό, δηλαδὴ ἡ ζωή ἐν μετανοίᾳ κι ἐξομολογήσει, εἶναι ἡ ὄντως ζωή.
Χριστούγεννα = Γέννηση Ζωῆς, Ἐλπίδας, Πνευματικοῦ Μεγαλείου!