Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

"ΕΝΑΣ ΟΣΙΟΣ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ" (21)


 Ἂν ἡ Ἀνάληψη τοῦ Θέρμου ἔχει καμάρι πὼς γέννησε τὸν πατέρα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, ἀγωνιστὴ ἱερωμένο καὶ πρόμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ κοντινὸ χωριό, τὸ Μέγα Δένδρο τοῦ Θέρμου, σεμνύνεται πὼς γέννησε τὸν ἱεραπόστολο καὶ δάσκαλο τῆς Ρωμιοσύνης, τὸν ἱερομάρτυρα καὶ ἐθνομάρτυρα ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Πρὸς τὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ πορεύονται τώρα οἱ ἐκδρομεῖς. Ὁ παπα Μᾶρκος τιμᾶ ἰδιαίτερα αὐτὸν τὸν Ἅγιο. Ὁ ναὸς τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» εἶναι ἀφιερωμένος στὸν ἅγιο Νεκτάριο καὶ στὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Γι᾽αὐτὸ νιώθει ἰδιαίτερη χαρὰ καὶ συγκίνηση, ὅταν ἐπισκέπτεται σὲ τοῦτα τὰ μέρη τὸ μοναστήρι του.

Τὸ μοναστήρι τοῦ Πατροκοσμᾶ! Πόσες καρδιὲς ἀγγίζει, πόσες μνῆμες ζωντανεύει! Ὄχι μόνο τὰ γύρω χωριά, ἀλλὰ ὁλόκληρη ἡ βορειοδυτικὴ κυρίως Ἑλλάδα ἀφουγκράστηκε τὰ βήματά του, ἄκουσε τὸ κήρυγμά του, συγκλονίστηκε ἀπὸ τὸ μαρτύριό του. Ἡ δίψα του γιὰ γράμματα τὸν πῆρε ἀπὸ τὰ πατρικὰ χώματα καὶ τὸν ὁδήγησε σὲ ἀνώτερες σπουδές.

Ἀφοῦ τελείωσε τὴν Ἀθωνιάδα Σχολὴ μὲ σπουδὲς στὴ θεολογία καὶ φιλοσοφία, ἄρχισε μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Πατριάρχη τὶς σωτήριες περιοδεῖες του. Περνοῦσε μέσα ἀπὸ πεδιάδες καὶ βουνά, ἀπὸ ποτάμια βορειοδυτικῆς Ἑλλάδας ἔχει νὰ διηγεῖται ἱστορίες ἀπὸ τὸ εὐεργετικὸ πέρασμά του. Εἶδαν ἐξωμότες νὰ ἐπιστρέφουν στὴν ἀληθινὴ πίστη, ἐχθροὺς νὰ φιλιώνουν, σκληροτράχηλους ὁπλαρχηγοὺς νὰ βουρκώνουν κι ὅλο τὸ χωριὸ νὰ κρέμεται ἀπὸ τὰ ἅγια χείλη του. Οἱ ξωμάχοι στὰ χωράφια, οἱ βοσκοὶ στὶς ραχοῦλες, οἱ καπεταναῖοι στὰ ἀπρόσιτα λημέρια τους ἄκουγαν τὴ φωνή του, ποὺ ἦταν σάλπισμα Ὀρθοδοξίας καὶ ἐπιστροφῆς στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ. Ξυπνοῦσε συνειδήσεις, φώτιζε τὰ σκοτάδια τοῦ μυαλοῦ κι ἔφερνε τὸν παραστρατημένο στὴ σωστὴ στράτα. Ἦταν ἡ καμπάνα ποὺ τοὺς ξυπνοῦσε ἀπὸ τὸ λήθαργο, ἀλλὰ καὶ ἡ εἰρηνοποιὸς δύναμη ποὺ τοὺς ξεκούραζε τὴν ψυχή.

Ὁ Πατροκοσμᾶς συναντοῦσε τὰ ἀδούλωτα παλικάρια στὰ βουνά, ἄκουγε τὴ λαχτάρα γιὰ Λευτεριά, ἀλλὰ εἶχε νὰ πεῖ τὸ σοφό του λόγο: «Ναί, λευτεριά, ἀλλὰ σχολειὰ πρῶτα!». Σχολεῖα ποὺ θὰ μάθαιναν τὰ Ἑλληνόπουλα τὴν πίστη τους, τὴ γλώσσα τους, τὴν ἱστορία τους. Σχολεῖα, ποὺ θὰ διαμόρφωναν προσωπικότητες ἄξιες τῆς ἐλευθερίας.

Σὲ δεκαέξι χρόνια ἵδρυσε περίπου διακόσια σχολεῖα. Σὲ τοῦτα τὰ ὑψώματα θαρρεῖς καὶ τὰ βουνὰ ἀντιλαλοῦν ἀπὸ τὴ φωνή του, θαρρεῖς καὶ τὸ ἀγέρι φέρνει κάτι ἀπὸ τὰ λόγια του. Σὰν νὰ ζωντανεύει ὁ διάλογος στὸ λημέρι τοῦ Μπουκουβάλα μὲ τοὺς ἀρματολούς του, ὅπως ἀναφέρει ὁ Θ. Πετσάλης – Διομήδης:

«Ἔμαθα ὅτι ἁμαρτήσατε ἀδελφοί. Ἐβλάψατε ἀδελφούς σας χριστιανούς, τὴν ὥρα ὅπου ὁ ἄπιστος μᾶς μπήζει ἀλλιώτικα τὸ μαχαίρι.

-Γδικιωμὸς ἤτανε, ἀκούστηκε μιά φωνή.

-Νὰ μὴ τὴ ματακούσω τὴ μαύρη λέξη. Ἐκδίκηση δὲν τὴν ξέρει ὁ Σωτήρ μας, ὁ Χριστὸς καὶ τὴν τιμωρία τὴ δίκαιη τὴ κρατάει αὐτὸς γιὰ νὰ τὴ δώσει. ……. Ὄχι, ἀδελφοί μου. Ὅλα διὰ τὴν πίστιν καὶ διὰ τὸ γένος. ….. Εἴμαστε Γραικοὶ καὶ εἴμαστε Χριστιανοί. Γεννηθήκατε σὲ τοῦτα τὰ χώματα καὶ ποτίσατε μὲ ἱδρῶτα καὶ αἷμα τοῦτες τὶς ποδιὲς τῶν βουνῶν ποὺ εἶναι χώματα ρωμαίικα. Κι ἂν τὰ πατάει σήμερα Τούρκου ποδάρι, αὔριο πάλι ρωμαίικα θὰ εἶναι. Θὰ ‘ρθεῖ ἡ “ἡμέρα τῆς Κρίσεως”.

Τοὺς εἶπε τόσα καὶ τόσα ὄμορφα λόγια, ποὺ τοὺς ἐζάλισε, ἔτσι ὅπως ζαλίζει τὸ καλὸ κρασί, ἕνα μέθυσμα, ποὺ δὲ μουδιάζει, μόνο ἀνάβει τὰ αἵματα καὶ ξυπνάει τὸ μυαλὸ καὶ ἀνοίγει τὴν καρδιά….».

Κι ὅταν τοῦ μίλησε ὁ ὁπλαρχηγὸς γιὰ προετοιμασία τῆς ἐπανάστασης ἀπάντησε:

«-Ἐμὲ ἡ γνώμη μου εἶναι πὼς πρῶτα ἀπὸ τὸν Σηκωμό, πολὺ πρὶν τολμήσουμε τὸ “ποθούμενο”, πρέπει νὰ δουλέψουμε τὲς συνειδήσεις.

-Τί πρέπει νὰ γίνει, πάτερ; Ἐσὺ τί λές;

-Σχολειά, καπετάνιε. Τὸ σχολειὸ φωτίζει τοὺς ἀνθρώπους. Ἀνοίγει τὰ μάτια τῶν Χριστιανῶν.

Ἀπὸ τὸ σχολειὸ μαθαίνουμε τί εἶναι Θεὸς καὶ τί εἶναι γένος». (Τὶ νὰ πεῖ κανεὶς γιὰ τὰ σημερινὰ σχολεῖα;).

Αὐτὸς ἦταν ὁ Πατροκοσμᾶς. Ὁ φλογερὸς ἱεραπόστολος μέσα στὴν ἴδια του τὴν πατρίδα, τὴ σκλαβωμένη, τὴν περιφρονημένη, τὴν ξεχασμένη. Τὴ γεμάτη δράση καὶ προσφορὰ ζωή του τὴ σφράγισε ὁ μαρτυρικός του θάνατος, ποὺ τὸν κατέταξε στὴ χορεία τῶν νεομαρτύρων «διὰ τὴν πίστιν καὶ διὰ τὸ γένος», ὅπως ἔλεγε.

Φορτισμένη ἀπὸ συγκίνηση αὐτὴ ἡ ἐκδρομὴ – προσκύνημα. Καὶ οἱ ἐκδρομεῖς ρουφοῦν ὁλημερὶς τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ.

Ὁ ἥλιος γέρνει. Σουρουπώνει. Τὸ τουριστικὸ λεωφορεῖο τραβᾶ πορεία πρὸς Ἀθήνα. Ἄλλη μιά ἐκδρομὴ μὲ τὸν παπα– Μᾶρκο συνοδὸ πλησιάζει

στὸ τέλος της.

Ἡ ἐκδρομὴ μὲ τὸν παπα Μᾶρκο! Πνευματικὴ πανδαισία. Δὲν εἶναι μόνο ἡ εὐλογία ἀπὸ τὰ προσκυνήματα. Δὲν εἶναι μόνο οἱ ἱερὲς ἀκολουθίες. Εἶναι ἡ κάθε στιγμή. Ἀκόμη καὶ μέσα στὸ πούλμαν τὴν ὀσμὴ τῆς πνευματικῆς εὐωδίας τὴ νιώθεις.

Πρωὶ μὲ τὸ ξεκίνημα ἀρχίζει ἡ ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου. Ἔπειτα κάποιος (συνήθως ὁ ὑπεύθυνος τῆς ἐκδρομῆς) μιλάει στὸ μικρόφωνο κατατοπιστικὰ γιὰ τὸ πρόγραμμα καὶ γιὰ τὸ ἱστορικό τῆς κάθε μονῆς. Οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ὕμνοι εἶναι τὸ τερπνὸ ἀκρόαμα.

Τὸ βράδυ κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ γίνεται ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἀποδείπνου. Στὸ τέλος τῆς προσευχῆς ὁ παπα– Μᾶρκος στὸ μικρόφωνο μὲ τὴν ἤπια φωνὴ του κάνει ἕνα μικρὸ ἀπολογισμὸ τῆς ἡμέρας καὶ εὐχαριστεῖ τοὺς συντελεστές, τὸν ὁδηγὸ καὶ ὅλους ὅσοι ἔλαβαν μέρος. Πρὸ πάντων εὐχαριστεῖ τὸν δωρεοδότη Κύριο γιὰ τὴν ξεχωριστή Του δωρεά.

Κι ὕστερα; Ὕστερα ὁ καλὸς ποιμένας καλεῖ ὀνομαστικὰ τὰ λογικὰ πρόβατα, ὅπως λέει τὸ Εὐαγγέλιο: «Γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκομαι ὑπὸ τῶν ἐμῶν». Θέλει νὰ ἀκούσει τὶς ἐντυπώσεις τῶν προσκυνητῶν, τὰ βιώματά τους ἢ ἀκόμη καὶ τὰ τυχὸν παράπονά τους.

-Κύριε Θρασύβουλε, θὰ μπορούσατε νὰ μᾶς πεῖτε δύο λόγια;

Πάντοτε μὲ τὴν πραότητα καὶ τὴν ἁπλότητα συνδυασμένη μὲ μιά ἔμφυτη εὐγένεια.

-Κυρία Μαρία, θὰ θέλατε νὰ μᾶς πεῖτε κάτι;

Καὶ ὁ Θρασύβουλος καὶ ἡ Μαρία καὶ ἀρκετοὶ ἀκόμη ὁλοπρόθυμα, μὲ χαρὰ κάνουν ὑπακοὴ καὶ ἀφήνουν τὶς σκέψεις καὶ τὰ συναισθήματά τους νὰ ξεχυθοῦν. Καὶ νιώθεις πὼς αὐτοὶ ποὺ μιλοῦν σὲ ἐκφράζουν. Καὶ καταλαβαίνεις πὼς ὁ διπλανὸς ἔχει εὐαισθησίες, ὅπως καὶ σύ, πὼς εἶναι φίλος καὶ ἀδερφὸς καὶ εὐγνωμονεῖς τὸν Πατέρα «τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» ποὺ χάρισε αὐτὴν τὴν ἐκδρομή, ποὺ χάρισε στὴ γῆ, στοὺς πιστοὺς αὐτὸν τὸν πνευματικὸ πατέρα.

ΕΛΕΝΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ – ΚΟΥΡΤΙΔΟΥ, «ΕΝΑΣ ΟΣΙΟΣ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ», Ὁ πατὴρ Μᾶρκος Μανώλης μὲ τὸ βλέμμα μιᾶς ἐνορίτισσας, τοῦ ἁγίου Γεωργίου Διονύσου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ» ΚΑΝΙΓΓΟΣ 10, 10677 ΑΘΗΝΑ 2019