ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ: Λουκ. ιη΄ 18-27
1. ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΥΣΙΑΣ
Ὁ πλούσιος νέος εἶχε μεγάλα πνευματικά ἐνδιαφέροντα. Ἦταν κι ἄρχοντας τῆς συναγωγῆς, καί εἶχε μεταφυσικές ἀναζητήσεις. Μόλις λοιπόν ἀντίκρυσε τόν Κύριο, τόν πλησίασε καί μέ ἰσχυρό ἐνδιαφέρον τόν ρώτησε: Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί πρέπει νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνιο ζωή; Κι ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε:
Γιατί μέ ὀνομάζεις «ἀγαθό», ἀφοῦ νομίζεις ὅτι εἶμαι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος; Κανείς δέν εἶναι ἀπολύτως ἀγαθός, παρά μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Γνωρίζεις τίς ἐντολές! Νά μή μοιχεύσεις· Νά μή φονεύσεις· Νά μή κλέψεις· Νά μή ψευδομαρτυρήσεις· Νά τιμᾶς τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου. Ἐκεῖνος ξαφνιασμένος ἀπό τήν ἀπροσδόκητη αὐτή ἀπάντηση εἶπε μέ ἀπορία· Μά ὅλα αὐτά τά φύλαξα ἀπό τά παιδικά μου χρόνια! Ἕνα σοῦ λείπει ἀκόμη, ἀνταπάντησε ὁ Κύριος· Πούλησε τήν περιουσία σου, μοίρασέ την στούς πτωχούς καί θά ἔχεις θησαυρό στόν οὐρανό· κι ἔλα νά μέ ἀκολουθήσεις. Αὐτός ὅμως ὅταν τ’ ἄκουσε αὐτό λυπήθηκε πολύ· Διότι ἦταν πολύ πλούσιος καί δέν ἤθελε νά ἀποχωρισθεῖ τά πλούτη του. Κι ἔφυγε ἀπό τόν Χριστό.
Πῶς ὅμως ἀρνήθηκε τήν προτροπή τοῦ Κυρίου ὁ νέος αὐτός ὁ ὁποῖος εἶχε τόσο μεγάλες πνευματικές ἀναζητήσεις; Αὐτός εἶχε μεγάλο ἐνδιαφέρον γιά τήν αἰωνιότητα, κάτι δέν ἔχουν οἱ πολλοί ἄνθρωποι, πού ζοῦν μόνο γιά τίς ἠδονές καί τήν ὕλη. Ἤθελε νά κληρονομήσει τήν αἰωνιο ζωή. Καί γι’ αὐτό ἀπό τά παιδικά του χρόνια ἀγωνιζόταν νά τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Κι ἔψαξε νά βρεῖ τόν κατάλληλο διδάσκαλο γιά νά πάρει ἀπάντηση σ’ ἕνα τόσο σοβαρό θέμα. Διότι προσδοκοῦσε ὅτι ὁ Κύριος θά μποροῦσε νά τόν ὁδηγήσει μέ ἀσφάλεια στήν ὁδό πού ὁδηγεῖ στήν αἰώνιο ζωή. Περίμενε λοιπόν ν’ ἀκούσει κάτι τό ἰδιαίτερο καί ἀνώτερο ἀπ’ αὐτά πού ἔκανε. Ὅταν ὅμως πῆρε τήν ἀπάντηση αὐτἠ ξαφνιάστηκε. Αὐτός εἶχε ζωή καθαρή, εἶχε πίστη, εἶχε ἀναζητήσεις, δέν εἶχε ὅμως αὐτογνωσία καί διάθεση θυσιαστικῆς ὑπακοῆς. Ἐπιθυμοῦσε τήν ἄλλη ζωή, ἀλλά ἦταν κυριευμένος ἀπό τό φοβερό πάθος τῆς φιλαργυρίας. Κι ἐνῶ στήν ἀρχή φάνηκε πρόθυμος νά ἀκούσει τίς ὁδηγίες τοῦ Κυρίου καί νά τίς ἐφαρμόσει, στή συνέχεια ὅταν τοῦ τέθηκε τό δίλημμα ἤ ὁ Χριστός ἤ ὁ χρυσός, προτίμησε τά πλούτη του κι ἀρνήθηκε τήν αἰώνια βασιλεία.
Δέν ἀρκεῖ λοιπόν μόνο νά πιστεύουμε καί νά ποθοῦμε τήν αἰώνιο ζωή. Δέν ἀρκεῖ νά ἔχουμε πνευματικά ἐνδιαφέροντα καί νά ἀκοῦμε θρησκευτικές ὁμιλίες. Δέν μᾶς ἐξασφαλίζει τό γεγονός ὅτι πολλοί ἔχουμε ἀπ’ τα παιδικά μας χρόνια τηρήσει κάποιες βασικές ἐντολές. Μπορεῖ κάποιο πάθος μας νά ἀποβεῖ καταστροφικό στή σωτηρία μας, ἐάν δέν ἔχουμε διάθεση ὑπακοῆς και θυσίας. Γι’ αὐτό χρειάζεται νά μάθουμε νά ὑπακοῦμε στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Σέ ὅλες κι ὄχι μόνο σ’ ἐκεῖνες πού θέλουμε. Ἐάν θέλουμε νά εἴμαστε γνήσιοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νά τόν ἀκολουθοῦμε ὅπου μᾶς καλέσει, θυσιάζοντας τά πάντα γι’αὐτόν, ὅσο κι ἄν αὐτό μᾶς φαίνεται δύσκολο ἤ ἀκατόρθωτο.
2. ΜΕ ΤΗ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Ὅταν ὁ Χριστός εἶδε τόν νέο νά φεύγει τόσο πολύ λυπημένος, εἶπε: Πόσο δύσκολα θά μποῦν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτοί πού ἔχουν τά χρήματα! Εἶναι εὐκολότερο μία καμήλα νά περάσει ἀπ’ τή μικρή τρύπα πού ἀνοίγει ἡ βελόνα, παρά να μπεῖ ἕνας πλούσιος στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι τότε πού τ’ ἄκουσαν αὐτό, ἀπόρησαν: Μά τότε ποιός μπορεῖ νά σωθεῖ; Κι ὁ Κύριος ἀπάντησε: Ἐκεῖνα πού εἶναι ἀδύνατο νά γίνουν μέ τήν ἀσθενική δύναμη τοῦ ἀνθρώπου, αὐτά εἶναι κατορθωτά καί δυνατά μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ λοιπόν κάνει δυνατά ὄχι μόνο τά δύσκολα ἀλλά καί τά ἀδύνατα. Διότι μόνο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ μπορεῖ ὁ πλούσιος νά ἀπαγκιστρωθεῖ ἀπό τήν προσκόλλησή του στά πλούτη του. Βέβαια καί γενικότερα ὅλες οἱ προσκολλήσεις στά διάφορα πάθη πού ἔχουν οἱ ἄνθρωποι μόνο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά ὑπερνικηθοῦν. Ὁ Κύριος τονίζει ὅμως τήν προσκόλληση στόν πλοῦτο ἐπειδή αὐτή δημιουργεῖ πολλή μεγάλη ἐξάρτηση. Αἰχμαλωτίζει τόν ἄνθρωπο καί τόν κυριεύει. Τόν ταυτίζει μέ τήν ὕλη καί τόν σκληραίνει πολύ. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι ἡ ἀπεξάρτηση ἀπό τά πλούτη εἶναι ἀδύνατη μέ τίς φτωχές μας ἀνθρώπινες δυνάμεις, καί δυνατή μόνο μέ τή χάρη του.
Γενικότερα ὅμως ὅλοι μας, σ’ ὅποιο πάθος κι ἄν ἔχουμε κάποια ἀδυναμία θά πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε, ὅτι στό δρόμο μας πρός τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ χρειαζόμαστε ὅλοι μας τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Μόνο μέ τίς δικές μας δυνάμεις τίποτε δεν μποροῦμε να κάνουμε. δέν μποροῦμε νά ξεπεράσουμε κανένα πάθος. Διότι ἡ πνευματική ζωή εἶναι ζωή ὑπερφυσική, εἶναι θαῦμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Τό νά ἀποκολληθεῖ ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ὕλη, τόν κόσμο καί τή σάρκα καί νά στραφεῖ πρός τόν Θεό καί τά οὐράνια ἀποτελεῖ θαῦμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεία χάρις μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τά πάθη μας, μᾶς κινεῖ σέ μετάνοια, μᾶς καθαρίζει, μᾶς ἀναγεννᾶ, μᾶς ἁγιάζει. Ἐμεῖς κάνουμε τό ἐλάχιστο, προσφέρουμε τή διάθεσή μας, καί τό μεγάλο καί ἀκατόρθωτο τό ἐργάζεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἄς κάνουμε λοιπόν ἐμεῖς τό ἐλάχιστο, γιά νά μᾶς προσφέρει ὁ Θεός τό ἄπειρο, τήν παντοδύναμη χάρη του.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”