Στήν ζωή ἤλθαμε προκειμένου νά μάθουμε νά ἀγαποῦμε. Ὄχι γιά νά κάνουμε περιουσίες καί νά συνάξουμε ἀγαθά μόνο. Οὔτε γιά νά γνωρίσουμε λίγο τόν Θεό καί νά τοῦ ζητοῦμε νά μᾶς βοηθᾶ στούς στόχους μας. Ἤλθαμε γιά νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό καί τόν κάθε ἄνθρωπο. Γιά τόν λόγο αὐτό στήν ἐρώτηση τοῦ νομικοῦ τί πρέπει νά κάνει προκειμένου νά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή, ὁ Χριστός ἀπαντᾶ «Ἀγαπήσεις...». Γιά νά σωθεῖς πρέπει νά ἀγαπήσεις, χωρίς ἰδιοτέλεια, τόν Θεό καί κάθε ἄνθρωπο «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου». Ὁ Θεός δέν θέλει λίγο ἀπό σένα. Τά θέλει ὅλα.
Ἡ πορεία πρός τήν ἀγάπη, ὄχι μόνο αὐτῶν πού μᾶς ἀγαποῦν, εἶναι πορεία κάθαρσης. Μία καρδιά γιά νά ἀγαπήσει χωρίς νά προσδοκᾶ ἀνταπόδοση ἤ συμφέρον πρέπει νά καθαρθεῖ ἀπό τά πάθη της, δηλαδή τίς ἀρώστειες τῆς ψυχῆς καί ταυτόχρονα νά ἀγαπήσει ὁλοκληρωτικά τόν Θεό. Γιαυτό οἱ Πατέρες συμβουλεύουν τούς ἱερεῖς: «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον καί εἶτα καθᾶραι∙ σοφισθῆναι, καί οὕτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι∙ ἐγγίσαι Θεῶ καί προσαγαγεῖν ἄλλους∙ ἁγιασθῆναι καί εἶτα ἁγιάσαι» (PG 480,25). Ἡ Ὀρθόδοξη ἄσκηση στοχεύει ἀκριβῶς στήν ἀπαλλαγή ἤ μείωση τῶν παθῶν. Στήν παραβολή τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη ὁ «λησταῖς περιπεσῶν», δηλαδή ὁ ἄνθρωπος πού τραυματίσθηκε ἀπό τούς δαίμονες καί ἐγυμνώθηκε ἀπό τήν στολή τοῦ βαπτίσματος, ὁδηγεῖται τελικά στό Πανδοχεῖο, πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας καί ἄν θέλεις νά βοηθήσεις κάποιον ἀληθινά καί μόνιμα πρέπει νά τόν ὁδηγήσεις στόν Χριστό, στήν Ἐκκλησία του. Ὅλες οἱ ἄλλες μέθοδοι εἴτε εἶναι ψυχολογία εἴτε κοσμικός ἀνθρωπισμός, ἀνθρωπισμός δηλαδή χωρίς τόν Χριστό, δέν βοηθοῦν ἀλλά κυρίως δέν σώζουν.
Ὁ τραυματισμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος πρέπει νά ὁδηγηθεῖ στήν Ἐκκλησία πού εἶναι παν-δοχεῖο, ὅπου δηλαδή χωροῦν οἱ πάντες χωρίς κριτήρια ἐθνικά ἤ φυλετικά. Αὐτό ἀναδεικνύει τήν παγκοσμιότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τήν καθολικότητά της. Ὁ Θεός «πάντας θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, εἶναι θεραπευτήριο, νοσοσκομεῖο ψυχῶν, καταφύγιο ἀπό τήν κακία πού κυριαρχεῖ στόν κόσμο. Μέσω τοῦ Χριστοῦ, πού στό πρόσωπό του ἀνακεφαλαιώνεται ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα καί μέσα στό σῶμα του, τήν Ἐκκλησία, καλοῦμε συνεχῶς τό Ἅγιο Πνεῦμα νά τελεῖ τά μυστήρια, δηλαδή ἡ Πεντηκοστή συνεχίζεται. Ἔτσι ὁ καλός Σαμαρείτης Χριστός ὁδηγεῖ τό πλάσμα του στό χῶρο πού παρατείνεται ἡ παρουσία του. Ἡ Ἐκκλησία ἀρχίζει μέ τήν Δημιουργία καί ἀνέκαθεν ὑπῆρχε στήν προαιώνια βουλή τοῦ Θεοῦ, ἰδρύθηκε ὅμως σάν σῶμα Χριστοῦ μέ τό αἷμα τῆς σταυρικῆς θυσίας του. Ὁ Χριστός ἔπαθε ἔξω τῆς πύλης γι αὐτό τό μύνημά του εἶναι ὑπέρ πάντων καί τά ἀγαθά τῆς ἐν Χριστῶ σωτηρίας ἀφοροῦν ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἐφόσον, κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, «ὅλη ἡ κτίσις εἶναι ἔμπλεως τῆς θείας χάριτος» ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τήν κλήση νά γίνουν Ἐκκλησία, νά ἐκκλησιοποιηθοῦν. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τίς προϋποθέσεις καί τά μέσα νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν πνευματική ἐνηλικίωση καί στήν θέωση, πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀποκτήσει μία πραγματική σχέση μέ τόν Χριστό. Ὁ πιστός πρέπει νά ἐνηλικιωθεῖ πνευματικά καί νά μετάσχει, κατά χάρη, στήν ζωή τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ὁ φυσικός χῶρος τῆς σωτηρίας, λοιπόν, εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ λειτουργική σύναξη, ὅπου προσέρχονται τά μέλη της τραυματισμένα ἀπό τήν μάχη μέ τήν κακία καί θεραπεύονται καί ὅπου τελοῦνται ἔγκυρα τά μυστήρια. Ὑπάρχουν κανονικά καί χαρισματικά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας, Ἐκκλησία κατ’ἀκρίβεια καί κατ’οἰκονομία. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ποῦ δέν εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας ἐνεργεῖται καί ἐκτός τῶν κανονικῶν ὁρίων. Αὐτό, ἀσφαλῶς, δέν μᾶς σταματᾶ νά κινούμεθα ἐντός τῶν κανονικῶν ὁρίων της.
Ὑπάρχουν καί αὐτοί πού ὁδηγοῦν ἄλλους ἀνθρώπους στό θεραπευτήριο, τό Πανδοχεῖο-Ἐκκλησία. Χρησιμοποιοῦν ἔλαιο καί οἶνο, ἔλεος καί τήν θεία κοινωνία. Εἶναι «Θεοῦ συνεργοί», τό ἁλάτι τῆς γῆς. Σήμερα δέν μπορεῖς νά δίνεις συμβουλές ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι εἶναι ὑπερήφανοι καί αἰσθάνονται ὅτι τά γνωρίζουν ὅλα. Αὐτό πού μπορεῖ νά ἀλλάξει τούς ἀνθρώπους εἶναι ἡ προσευχή. Οἱ συνεργοί τοῦ Θεοῦ προσεύχονται γιά τούς διπλανούς τους, κάνουν τόν ξένο πόνο δικό τους. Ὁ Θεός σεβόμενος τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου δέν παρεμβαίνει νά ἀλλάξει τούς ἀνθρώπους. Ἁπλῶς τούς προσκαλεῖ στήν σωτηρία τους καί ζητᾶ τήν ἀποδοχή τους. Ἡ προσευχή τρίτων ἀνθρώπων ἐνεργεῖ σάν ἀποδοχή ἐκ μέρους τῶν ἀλλοτριωμένων ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπων, τῆς προσφορᾶς τοῦ Θεοῦ καί ἐπέρχεται ἡ καλή ἀλλοίωση. Ὁ κόσμος ἔχει σήμερα ἀνάγκη ἀπό τέτοιους Σαμαρεῖτες πού ἔμπρακτα ἀλλά καί βουβά στήν προσευχή, ἄλλοτε γοερά, προσκαλοῦν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρωπότητα. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἕνα γένος καί αὐτοί πού συνειδητά εὔχονται ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως εἶναι τά ἀπύλωτα στόματα τοῦ Λόγου στήν γῆ.
Μέ αὐτῶν τίς δεήσεις ὁ Θεός νά κάνει ἔλεος μέ τόν κόσμο του.