Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

Ο Χριστός κάποιους τους χαροποιεί και κάποιους τους φοβίζει

«Καί ἠρώτησεν αὐτόν ἅπαν τό πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γα­δαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾽ αὐτῶν … αὐ­τός δέ ἐμβάς εἰς τό πλοῖον ὑπέ­στρεψεν» (Λουκ. 8.37).

Μία ἀσυνήθιστη παράκληση δια­τυπώνουν στό σημερινό εὐαγγε­λικό ἀνάγνωσμα οἱ κάτοικοι τῶν Γαδάρων πρός τόν Ἰησοῦ. Τί τοῦ ζητοῦν; Τοῦ ζητοῦν νά μήν εἰσέλ­θει στήν πόλη τους, διότι «φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο», γιατί φο­βό­ταν πάρα πολύ.

Καί ποιά ἦταν ἡ αἰτία τοῦ φόβου τους; Ἦταν τό θαῦμα πού εἶχε κά­νει ὁ Χριστός λίγο νωρίτερα. Τό θαῦμα τῆς θεραπείας ἑνός δυστυχοῦς καί τα­λαιπώρου ἀνθρώπου, ἑνός δαιμο­νισμένου, τόν ὁποῖο ἀπελευθέ­ρω­σε ἀπό τή λεγεώνα τῶν δαιμό­νων πού τόν εἶχε κατακυ­ριεύ­σει.
Ἕνα θαῦμα, λοιπόν, τό ὁποῖο θά ἔπρεπε νά τούς χαροποιήσει καί νά τούς γε­μίσει μέ εὐγνωμοσύνη, ὥστε νά τόν παρακαλοῦν νά μεί­νει κοντά τους, ὅπως συνέβαι­νε καί μέ τά ἄλλα θαύματα τοῦ Χρι­στοῦ, τούς δημιουργεῖ φόβο.

Ἕνα ἀσυνήθιστο αἴσθημα προκα­λεῖ ἕνα ἀσυνήθιστο αἴτημα.

 Καί ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται στό αἴτημα τῶν Γαδαρηνῶν, γιατί σέ­βεται τήν ἐλευθερία τῶν ἀν­θρώ­πων καί δέν ἐκβιάζει τή θέλη­σή τους. Γι᾽ αὐτό καί «ἐμβάς εἰς τό πλοῖον ὑπέστρεψεν», μπῆκε στό πλοῖο καί γύρισε πίσω.

Ὁ φόβος ὅμως τῶν Γαδαρηνῶν, κα­θώς συνδυάζεται μέ τήν παρά­κλησή τους γιά ἀπομάκρυνση τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι φόβος πού προ­έρχεται ἀπό σεβασμό πρός τόν Χριστό, ἀλλά εἶναι φόβος πού προ­έρχεται ἀπό τό αἴσθημα τῆς ἐνο­χῆς καί τῆς ἀμετανοησίας τους. Εἶναι φόβος σάν αὐτόν πού αἰ­σθάνθηκαν οἱ πρωτόπλαστοι στόν κῆπο τῆς Ἐδέμ, ὅταν μετά τήν παρακοή τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, τόν ἄκουσαν νά τούς καλεῖ. Εἶναι ὁ φόβος, τόν ὁποῖο προκαλεῖ ἡ ἀποξένωση ἀπό τόν Θεό. Εἶναι ὁ φόβος τόν ὁποῖο ἐκφράζουν καί τά δαιμόνια, πού βρίσκονται μέσα στόν ταλαίπωρο δαιμονισμένο, καί ὅταν τόν πλησιάζει ὁ Χριστός γιά νά τόν θεραπεύσει τοῦ λέγουν: «τί ἐμοί καί σοί, Ἰησοῦ, υἱέ τοῦ Θεοῦ;»

Γι᾽ αὐτό καί ὁ φόβος πού αἰσθά­νο­νται οἱ Γαδαρηνοί δέν τούς βοηθᾶ οὔτε νά μετανοήσουν γιά τήν παράβαση τοῦ Μωσαϊκοῦ νό­μου, ὁ ὁποῖος ἀπαγόρευε τήν ἐκτροφή χοίρων, οὔτε νά πλησιάσουν τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος δέν ζητᾶ ἀπό τούς ἀνθρώπους πού τόν ἀκολου­θοῦν νά τόν φοβοῦνται, ἀλλά ζητᾶ νά τόν ἀγαποῦν. Καί ὅπως γράφει ὁ εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης, ὁ ἅγι­ος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, «ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον». Ἡ ἀγάπη ἀπομακρύνει καί διώχνει τόν φόβο, γιατί ἐπιτρέπει στούς ἀν­θρώ­πους νά προσεγγίσουν τόν Θεό, ὁ ὁποῖος «ἀγάπη ἐστί», καί τούς κάνει νά ζοῦν μέσα στήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, τούς κάνει νά ὁμοιά­ζουν μέ τόν Χριστό.

Αὐτή τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό εἶχαν καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτή τήν ἀγάπη εἶχαν καί οἱ ἅγιοι μάρτυρες καί ὁ τιμώμενος αὔριο ἅγιος ἔνδοξος με­γαλο­μάρτυς καί μυροβλύτης Δημήτριος.

Καί ἡ ἀγάπη τους ἦταν τόσο με­γάλη πού ὄχι μόνο δέν ἐφοβοῦντο τίποτε καί κανέναν, ἀλλά ἦταν πρό­θυμοι νά θυσιάσουν καί τή ζωή τους γιά τόν Χριστό, νά μαρ­τυ­ρήσουν προκειμένου νά μήν ἀρ­νηθοῦν τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί νά μήν χωρισθοῦν ἀπό τήν ἀγάπη του. Γι᾽ αὐτό καί ἀπαντοῦσαν καί ἐκεῖνοι μέ τή ζωή καί μέ τίς πρά­ξεις τους ἀρνητικά στό ἐρώτημα τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;»

Καί ὄντως δέν τούς χώρισε, γι᾽ αὐτό καί βρίσκονται στόν οὐρανό κοντά στόν Χριστό, ἀπολαμβάνοντας τά ἀγαθά τά ὁποῖα ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά ὅλους ὅσους τόν ἀγαποῦν καί ἀποτελῶντας πρότυπο καί γιά ἐμᾶς πού ἀγωνιζόμαστε ἐδῶ στόν κόσμο.

Ἄς φροντίσουμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς νά ἀποκτήσουμε αὐτή τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό πού εἶχαν οἱ ἅγιοι, καί αὐτή θά μᾶς ὁδηγεῖ νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές του, ὥστε νά γίνουμε καί ἐμεῖς μέτοχοι τῆς αἰωνίου ζωῆς καί τῆς σωτηρίας μας.

  Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων