Παιδικά χρόνια – σπουδές
Γεννήθηκε στις 14/27 Απριλίου του 1877 στο Κέρτς της Κριμαίας, με βαπτιστικό όνομα Βαλεντίν Βόινο Γιασενέτσκι. Ο πατέρας του ήταν Καθολικός και η μητέρα του Ορθόδοξη Χριστιανή. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στο Κίεβο. Δυνατά εκκλησιαστικά βιώματα απέκτησε στη Λαύρα του Κιέβου, την οποία επισκεπτόταν συχνά και αντλούσε δύναμη από τα χαριτόβρυτα ιερά Λείψανα αυτής της Μονής. Μετά από προσευχή αποφασίζει να σπουδάσει την Ιατρική, με ειδίκευση στην Οφθαλμολογία.
Διαπρεπής χειρουργός Ιατρός
Στο Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο (1904) τον βρίσκουμε στην πρώτη γραμμή του Μετώπου στην Άπω Ανατολή. Εκεί χειρουργεί με αυταπάρνηση τους τραυματίες του πολέμου και καταπλήσσει με τις επιτυχείς χειρουργικές του επεμβάσεις. Εκεί παντρεύεται την Άννα Βασιλίγιεβνα. Μαζί της απέκτησε τέσσερα ευλογημένα παιδιά.
Μετά τον πόλεμο συνεχίζει το ιατρικό του έργο στα επαρχιακά Νοσοκομεία της περιοχής του, με λαμπρές επιτυχίες. Η φήμη του απλώνεται παντού. Ο ιατρικός κόσμος τον θαυμάζει για τις επιστημονικές του μελέτες. Ο ίδιος δεν ξεχνά ποτέ την πηγή της δυνάμεως και σοφίας, τον Κύριο Ιησού Χριστό. Με την άφοβη ομολογία του ονόματός Του προχωρεί σε όλα του τα βήματα.
Πρώτες δοκιμασίες
Το 1917 πεθαίνει από φυματίωση η αγαπημένη του σύζυγος Άννα, και τη φροντίδα των τεσσάρων ορφανών παιδιών του αναλαμβάνει μια ευσεβής νοσοκόμα.
Ο Ιατρός Βαλεντίνος σηκώνει με υπομονή και δυνατή πίστη το σταυρό της χηρείας. Αντλεί δύναμη από τη Θεία Λατρεία και την προσευχή.
Το 1920 εκλέγεται Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Τασκένδης, στον κλάδο της Ανατομίας και Χειρουργικής.
Ομολογητής Ιεράρχης
Το 1921 εισέρχεται στον ιερό Κλήρο. Και όταν εκτοπίσθηκε από το θρόνο του ο επίσκοπος Ιννοκέντιος, όλος ο κλήρος και ο λαός της Τασκένδης με επιμονή ζήτησε από τη Σύνοδο της Ρωσίας να εκλέξει ως νέο τους Μητροπολίτη του, τον πατέρα Βαλεντίνο. Και το αίτημα έγινε πραγματικότητα το καλοκαίρι του 1923. Κατά τη χειροτονία αυτή έλαβε και το νέο όνομά του Λουκάς. Τότε έλαμψε ακόμα περισσότερο το φως του αληθινού αυτού Ιεράρχου. Διακονούσε την Εκκλησία με απαράμιλλη αυταπάρνηση, ενώ παράλληλα χειρουργούσε ατελείωτες ώρες. Στα ιατρικά Συνέδρια και στην Πανεπιστημιακή έδρα πάντα εμφανιζόταν φορώντας το τιμημένο ράσο του Ορθοδόξου κληρικού και τον επιστήθιο σταυρό του. Και δίδασκε με παρρησία την αλήθεια όχι μόνο της επιστήμης, αλλά και της Ορθοδόξου Πίστεως.
Διώξεις – εξορίες και μεγαλειώδης προσφορά αγάπης
Αυτά όμως προκαλούσαν το αθεϊστικό καθεστώς, που ήδη είχε αρχίσει να εδραιώνεται στη Ρωσία. Γι’ αυτό, οι άθεοι αρνητές του Χριστού τον συνέλαβαν για δήθεν προδοσία και τον φυλάκισαν μέσα σε άθλιες συνθήκες στις φυλακές της Μόσχας. Στη συνέχεια τον οδήγησαν εξόριστο στη Σιβηρία και λίγο αργότερα τον εκτόπισαν βαθύτερα, στο απομακρυσμένο Τουρουχάνσκ μέσα στους πάγους.
Ο ηρωικός Ιεράρχης αδιαμαρτύρητα σηκώνει και πάλι το νέο σταυρό της σκληρής δοκιμασίας. Πάσχει για την αγάπη του Χριστού. Είναι ειρηνικός και προσευχόμενος. Και ενώ η καρδιά του προσβάλλεται από ανεπάρκεια, η ψυχή του έχει τόση φλόγα ζωής, ώστε προσφέρει ανεξάντλητα προς όλους τους εξόριστους κάθε βοήθεια ιατρική και πνευματική. Τους παρηγορεί με το λόγο, τους διδάσκει με την υπομονή του και την ανεξικακία του και τους μεταγγίζει τον πλούτο της ειρήνης και της χαράς που του δίνει ο Χριστός.
Όμως, αυτή η στάση του Αρχιεπισκόπου προκαλεί και πάλι τους αθέους και τον απομακρύνουν σε νέο τόπο εξορίας, στο χωριό Πλάχινο. Εκεί υποφέρει φρικτά βασανιστήρια.
Όταν επιστρέφει στην Τασκένδη, τον αναγκάζουν να παραιτηθεί από τα ιερατικά του καθήκοντα. Και τον οδηγούν και πάλι σε νέο τόπο εξορίας, στη Βόρεια Ρωσία.
Δεκατρία μερόνυχτα τον κρατούσαν εκεί άυπνο. Τον βασάνιζαν ανακρίνοντάς τον κάτω από έναν ισχυρό προβολέα. Και όταν λιποθυμούσε, τον ξυπνούσαν με κουβάδες νερό που του έριχναν στα υπόγεια των φυλακών που ήταν. Εκεί έχασε το ένα του μάτι. Και ο μαρτυρικός Ιεράρχης συνέχιζε απτόητα να προσφέρει την αγάπη του στους πάσχοντες.
Η μεγαλειώδης όμως προσφορά του αγίου μας Λουκά κορυφώθηκε στο Ρωσογερμανικό πόλεμο (1941), όπου ο ίδιος, αν και εξόριστος, ζήτησε από τον Στάλιν να διακονήσει εθελοντικά τους πληγωμένους στρατιώτες στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Και το κόμμα αποδέχθηκε την αίτησή του και τον διόρισε γενικό Αρχίατρο.
Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας
Σε ηλικία 70 ετών ο Λουκάς γίνεται Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας, μιας εκτεταμένης επαρχίας με αβάστακτο πόνο, με τις εκκλησίες ερειπωμένες ή κλειστές και τους ανθρώπους εξαθλιωμένους από πείνα, ασθένειες και ψυχικά τραύματα.
Και τότε ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος, αν και εξαντλημένος και καταπονημένος από τα ατελείωτα βασανιστήρια, ορμά και πάλι με νεανικό ενθουσιασμό, για να φέρει την ανάσταση και την ελπίδα στο βασανισμένο λαό της νέας του Αρχιεπισκοπής: Πρωτοστατεί στο άνοιγμα των Εκκλησιών. Κηρύσσει ατελείωτες ώρες με φλογερό ζήλο τον θείο λόγο (σε 12 τόμους ανέρχονται τα κηρύγματά του). Επισκέπτεται τους ασθενείς και τους εξετάζει δωρεάν. Προσφέρει φαγητό στους απόρους στο σπίτι του. Τρέχει παντού σαν άγγελος παρηγοριάς.
Όλοι τον τιμούν και τον περιβάλλουν με απέραντο σεβασμό. Όχι μόνο οι πιστοί αλλά και οι άθεοι. Ακόμη και αυτός ο σκληρός και απάνθρωπος Στάλιν δήλωσε κάποτε γι΄ αυτόν: «Τέτοιους ανθρώπους δεν τους εξοντώνουμε». Σήμερα υπάρχει έξω από την Ιατρική Σχολή το άγαλμα του Αρχιεπισκόπου Κριμαίας Λουκά και το Νοσοκομείο φέρει το όνομά του.
Το τέλος του
Τα Χριστούγεννα του 1960 ο μαρτυρικός Αρχιεπίσκοπος της Κριμαίας Λουκάς λειτούργησε για τελευταία φορά. Είναι πλέον τελείως τυφλός. Θα συνεχίσει όμως να κηρύττει τον θείο λόγο με δυνατή φλόγα πίστεως μέχρι τελευταίας του αναπνοής.
Την Κυριακή 11 Ιουνίου του 1961, ημέρα που στη Ρωσία εορτάζεται η εορτή των Αγίων Πάντων, ο άγιος Λουκάς σε ηλικία 84 ετών εκοιμήθη τον ύπνο του θανάτου ειρηνικός. Τον έκλαψε όλος ο λαός. Οι κομματικές αρχές αντέδρασαν και προσπάθησαν να εμποδίσουν τα πλήθη του κόσμου να συμμετάσχουν στην εξόδιο ακολουθία και στην ταφή του Αγίου τους. Όμως, ο λαός του Θεού νίκησε και σε ένα δρόμο στρωμένο με αναρίθμητα μυρωμένα τριαντάφυλλα, πλήθη πιστών ακολουθούσαν με τα πόδια το φέρετρο με το αγιασμένο σκήνωμα, ψάλλοντας κατανυκτικά το «Άγιος ο Θεός…». Και την ώρα εκείνη σμήνη από εκατοντάδες περιστέρια έφερναν γύρους πάνω από το σκήνωμα του Αγίου δηλώνοντας τον πανηγυρισμό όλης της κτίσεως.
Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του
Στις 17/3/96 έγινε με επισημότητα η ανακομιδή των λειψάνων του και τέθηκαν σε λαϊκό προσκύνημα στο ναό του Κοιμητηρίου, αφιερωμένο στη μνήμη των Αγίων Πάντων. Τα ιερά λείψανά του ευωδίαζαν και πολλοί ασθενείς θαυματουργικά θεραπεύθηκαν. Τρεις ημέρες αργότερα, στις 20/3/96, τα ιερά λείψανα μεταφέρθηκαν στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος. Η ημέρα της μνήμης του ορίσθηκε στις 11 Ιουνίου, ημέρα της κοιμήσεώς του.
Γεννήθηκε στις 14/27 Απριλίου του 1877 στο Κέρτς της Κριμαίας, με βαπτιστικό όνομα Βαλεντίν Βόινο Γιασενέτσκι. Ο πατέρας του ήταν Καθολικός και η μητέρα του Ορθόδοξη Χριστιανή. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στο Κίεβο. Δυνατά εκκλησιαστικά βιώματα απέκτησε στη Λαύρα του Κιέβου, την οποία επισκεπτόταν συχνά και αντλούσε δύναμη από τα χαριτόβρυτα ιερά Λείψανα αυτής της Μονής. Μετά από προσευχή αποφασίζει να σπουδάσει την Ιατρική, με ειδίκευση στην Οφθαλμολογία.
Διαπρεπής χειρουργός Ιατρός
Στο Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο (1904) τον βρίσκουμε στην πρώτη γραμμή του Μετώπου στην Άπω Ανατολή. Εκεί χειρουργεί με αυταπάρνηση τους τραυματίες του πολέμου και καταπλήσσει με τις επιτυχείς χειρουργικές του επεμβάσεις. Εκεί παντρεύεται την Άννα Βασιλίγιεβνα. Μαζί της απέκτησε τέσσερα ευλογημένα παιδιά.
Μετά τον πόλεμο συνεχίζει το ιατρικό του έργο στα επαρχιακά Νοσοκομεία της περιοχής του, με λαμπρές επιτυχίες. Η φήμη του απλώνεται παντού. Ο ιατρικός κόσμος τον θαυμάζει για τις επιστημονικές του μελέτες. Ο ίδιος δεν ξεχνά ποτέ την πηγή της δυνάμεως και σοφίας, τον Κύριο Ιησού Χριστό. Με την άφοβη ομολογία του ονόματός Του προχωρεί σε όλα του τα βήματα.
Πρώτες δοκιμασίες
Το 1917 πεθαίνει από φυματίωση η αγαπημένη του σύζυγος Άννα, και τη φροντίδα των τεσσάρων ορφανών παιδιών του αναλαμβάνει μια ευσεβής νοσοκόμα.
Ο Ιατρός Βαλεντίνος σηκώνει με υπομονή και δυνατή πίστη το σταυρό της χηρείας. Αντλεί δύναμη από τη Θεία Λατρεία και την προσευχή.
Το 1920 εκλέγεται Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Τασκένδης, στον κλάδο της Ανατομίας και Χειρουργικής.
Ομολογητής Ιεράρχης
Το 1921 εισέρχεται στον ιερό Κλήρο. Και όταν εκτοπίσθηκε από το θρόνο του ο επίσκοπος Ιννοκέντιος, όλος ο κλήρος και ο λαός της Τασκένδης με επιμονή ζήτησε από τη Σύνοδο της Ρωσίας να εκλέξει ως νέο τους Μητροπολίτη του, τον πατέρα Βαλεντίνο. Και το αίτημα έγινε πραγματικότητα το καλοκαίρι του 1923. Κατά τη χειροτονία αυτή έλαβε και το νέο όνομά του Λουκάς. Τότε έλαμψε ακόμα περισσότερο το φως του αληθινού αυτού Ιεράρχου. Διακονούσε την Εκκλησία με απαράμιλλη αυταπάρνηση, ενώ παράλληλα χειρουργούσε ατελείωτες ώρες. Στα ιατρικά Συνέδρια και στην Πανεπιστημιακή έδρα πάντα εμφανιζόταν φορώντας το τιμημένο ράσο του Ορθοδόξου κληρικού και τον επιστήθιο σταυρό του. Και δίδασκε με παρρησία την αλήθεια όχι μόνο της επιστήμης, αλλά και της Ορθοδόξου Πίστεως.
Διώξεις – εξορίες και μεγαλειώδης προσφορά αγάπης
Αυτά όμως προκαλούσαν το αθεϊστικό καθεστώς, που ήδη είχε αρχίσει να εδραιώνεται στη Ρωσία. Γι’ αυτό, οι άθεοι αρνητές του Χριστού τον συνέλαβαν για δήθεν προδοσία και τον φυλάκισαν μέσα σε άθλιες συνθήκες στις φυλακές της Μόσχας. Στη συνέχεια τον οδήγησαν εξόριστο στη Σιβηρία και λίγο αργότερα τον εκτόπισαν βαθύτερα, στο απομακρυσμένο Τουρουχάνσκ μέσα στους πάγους.
Ο ηρωικός Ιεράρχης αδιαμαρτύρητα σηκώνει και πάλι το νέο σταυρό της σκληρής δοκιμασίας. Πάσχει για την αγάπη του Χριστού. Είναι ειρηνικός και προσευχόμενος. Και ενώ η καρδιά του προσβάλλεται από ανεπάρκεια, η ψυχή του έχει τόση φλόγα ζωής, ώστε προσφέρει ανεξάντλητα προς όλους τους εξόριστους κάθε βοήθεια ιατρική και πνευματική. Τους παρηγορεί με το λόγο, τους διδάσκει με την υπομονή του και την ανεξικακία του και τους μεταγγίζει τον πλούτο της ειρήνης και της χαράς που του δίνει ο Χριστός.
Όμως, αυτή η στάση του Αρχιεπισκόπου προκαλεί και πάλι τους αθέους και τον απομακρύνουν σε νέο τόπο εξορίας, στο χωριό Πλάχινο. Εκεί υποφέρει φρικτά βασανιστήρια.
Όταν επιστρέφει στην Τασκένδη, τον αναγκάζουν να παραιτηθεί από τα ιερατικά του καθήκοντα. Και τον οδηγούν και πάλι σε νέο τόπο εξορίας, στη Βόρεια Ρωσία.
Δεκατρία μερόνυχτα τον κρατούσαν εκεί άυπνο. Τον βασάνιζαν ανακρίνοντάς τον κάτω από έναν ισχυρό προβολέα. Και όταν λιποθυμούσε, τον ξυπνούσαν με κουβάδες νερό που του έριχναν στα υπόγεια των φυλακών που ήταν. Εκεί έχασε το ένα του μάτι. Και ο μαρτυρικός Ιεράρχης συνέχιζε απτόητα να προσφέρει την αγάπη του στους πάσχοντες.
Η μεγαλειώδης όμως προσφορά του αγίου μας Λουκά κορυφώθηκε στο Ρωσογερμανικό πόλεμο (1941), όπου ο ίδιος, αν και εξόριστος, ζήτησε από τον Στάλιν να διακονήσει εθελοντικά τους πληγωμένους στρατιώτες στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Και το κόμμα αποδέχθηκε την αίτησή του και τον διόρισε γενικό Αρχίατρο.
Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας
Σε ηλικία 70 ετών ο Λουκάς γίνεται Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας, μιας εκτεταμένης επαρχίας με αβάστακτο πόνο, με τις εκκλησίες ερειπωμένες ή κλειστές και τους ανθρώπους εξαθλιωμένους από πείνα, ασθένειες και ψυχικά τραύματα.
Και τότε ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος, αν και εξαντλημένος και καταπονημένος από τα ατελείωτα βασανιστήρια, ορμά και πάλι με νεανικό ενθουσιασμό, για να φέρει την ανάσταση και την ελπίδα στο βασανισμένο λαό της νέας του Αρχιεπισκοπής: Πρωτοστατεί στο άνοιγμα των Εκκλησιών. Κηρύσσει ατελείωτες ώρες με φλογερό ζήλο τον θείο λόγο (σε 12 τόμους ανέρχονται τα κηρύγματά του). Επισκέπτεται τους ασθενείς και τους εξετάζει δωρεάν. Προσφέρει φαγητό στους απόρους στο σπίτι του. Τρέχει παντού σαν άγγελος παρηγοριάς.
Όλοι τον τιμούν και τον περιβάλλουν με απέραντο σεβασμό. Όχι μόνο οι πιστοί αλλά και οι άθεοι. Ακόμη και αυτός ο σκληρός και απάνθρωπος Στάλιν δήλωσε κάποτε γι΄ αυτόν: «Τέτοιους ανθρώπους δεν τους εξοντώνουμε». Σήμερα υπάρχει έξω από την Ιατρική Σχολή το άγαλμα του Αρχιεπισκόπου Κριμαίας Λουκά και το Νοσοκομείο φέρει το όνομά του.
Το τέλος του
Τα Χριστούγεννα του 1960 ο μαρτυρικός Αρχιεπίσκοπος της Κριμαίας Λουκάς λειτούργησε για τελευταία φορά. Είναι πλέον τελείως τυφλός. Θα συνεχίσει όμως να κηρύττει τον θείο λόγο με δυνατή φλόγα πίστεως μέχρι τελευταίας του αναπνοής.
Την Κυριακή 11 Ιουνίου του 1961, ημέρα που στη Ρωσία εορτάζεται η εορτή των Αγίων Πάντων, ο άγιος Λουκάς σε ηλικία 84 ετών εκοιμήθη τον ύπνο του θανάτου ειρηνικός. Τον έκλαψε όλος ο λαός. Οι κομματικές αρχές αντέδρασαν και προσπάθησαν να εμποδίσουν τα πλήθη του κόσμου να συμμετάσχουν στην εξόδιο ακολουθία και στην ταφή του Αγίου τους. Όμως, ο λαός του Θεού νίκησε και σε ένα δρόμο στρωμένο με αναρίθμητα μυρωμένα τριαντάφυλλα, πλήθη πιστών ακολουθούσαν με τα πόδια το φέρετρο με το αγιασμένο σκήνωμα, ψάλλοντας κατανυκτικά το «Άγιος ο Θεός…». Και την ώρα εκείνη σμήνη από εκατοντάδες περιστέρια έφερναν γύρους πάνω από το σκήνωμα του Αγίου δηλώνοντας τον πανηγυρισμό όλης της κτίσεως.
Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του
Στις 17/3/96 έγινε με επισημότητα η ανακομιδή των λειψάνων του και τέθηκαν σε λαϊκό προσκύνημα στο ναό του Κοιμητηρίου, αφιερωμένο στη μνήμη των Αγίων Πάντων. Τα ιερά λείψανά του ευωδίαζαν και πολλοί ασθενείς θαυματουργικά θεραπεύθηκαν. Τρεις ημέρες αργότερα, στις 20/3/96, τα ιερά λείψανα μεταφέρθηκαν στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος. Η ημέρα της μνήμης του ορίσθηκε στις 11 Ιουνίου, ημέρα της κοιμήσεώς του.
Ελπιδοφόρος
«Πρός τή ΝΙΚΗ», Νοέμβριος 2017