Ο άνθρωπος δια τας αμαρτίας του υποφέρει, και όμως η αγαθότης του
Θεού, τους πόνους, που εγέννησεν η αμαρτία, τους λογίζεται ως εργασίαν
πνευματικήν και δίδει βραβεία και μισθούς. Πώς να μη αγαπήσωμεν έναν
τοιούτον Θεόν και να μη δώσωμεν όλην μας την ζωήν εις την λατρείαν Του!
Δυστυχώς όμως, παρ΄ όλα αυτά, ημείς Τον ξεχνούμεν, εγώ πρώτος, δια
τούτο και παραβαίνομεν τας εντολάς Του, διότι εάν ενεθυμούμεθα τον Θεόν,
θα ενεθυμούμεθα και τι διατάζει ο Θεός και ο φόβος προς Αυτόν θα μας
καθιστά νομοταγείς και προσεκτικούς.
Θα ενεθυμούμεθα την κρίσιν, την γέενναν του πυρός, και θα εχύναμε
δάκρυα μετανοίας, καθ΄ όσον μακράν υπάρχομεν δακρύων και πένθους, τόσον
υπάρχομεν προσκεκολλημένοι εις τα γήϊνα και φθαρτά.
Η μέριμνα των άνω γεννά τον πόθον της κληρονομίας αυτών, δηλαδή των
αιωνίων αγαθών και η αγαθή αύτη μέριμνα, μας αποσπά από την εφάμαρτον
προσκόλλησιν επί των φθειρομένων προσκαίρων αγαθών. Δώη ημίν Κύριος ο
Θεός σύνεσιν αγαθήν, όπως τακτοποιήσωμεν το θάμα της ψυχής μας, πριν
φύγωμεν δια τον άλλον κόσμον.
Γ. Εφραίμ Φιλοθεΐτης