«Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν» (Λουκ. 5,10)
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο (βλ. Λουκ. 5,1-11). Τί μᾶς λέει; Ἡ σημερινὴ περικοπὴ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶνε ἕνας ὕμνος τῆς ἐργασίας· ὁ Χριστὸς εὐλογεῖ τοὺς ἐργάτες καὶ τὸν κόπο τους.
Βλέποντας ὁ Πέτρος τί συνέβη συγκλονίστηκε ἀπὸ φόβο· δὲν ἦταν
φυσιολογικὸ ψάρεμα αὐτό, ἦταν δεῖγμα παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὸ καϊκάκι του·
συναισθάνθηκε πόσο μηδαμινὸς εἶνε, ἔπεσε γονατιστὸς μπροστὰ στὸν Ἰησοῦ
καὶ εἶπε· –Βγές, Κύριε, ἀπ᾽ τὸ καΐκι μου, γιατὶ ἐγὼ εἶμαι ἕνας
ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος· πῶς δέχεσαι νὰ κάθεσαι ἐσὺ κοντὰ σ᾽ ἐμένα;… Γιατὶ
τὸν ἔπιασε κατάπληξι, κι αὐτὸν καὶ ὅλους ὅσοι ἦταν μαζί του, μπροστὰ
στὸ πλῆθος τῶν ψαριῶν ποὺ ἔπιασαν, ὅπως καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη,
τοὺς γυιοὺς τοῦ Ζεβεδαίου ποὺ ἦταν συνέταιροι τοῦ Σίμωνος. Καὶ τότε ὁ
Ἰησοῦς γύρισε καὶ εἶπε στὸ Σίμωνα· –Μὴ φοβᾶσαι· ἀπὸ ᾽δῶ καὶ πέρα θὰ
πιάνῃς στὰ δίχτυα σου ὄχι ψάρια ποὺ σπαρταροῦν καὶ ψοφᾶνε ἀλλὰ ἀνθρώπους
ζωντανούς.
Κι ἀφοῦ ἐπέστρεψαν στὴ στεριὰ καὶ ἄραξαν τὰ καΐκια, τ᾽ ἄφησαν πλέον ὅλα καὶ τὸν ἀκολούθησαν.
* * *
Μὲ τὸ νὰ πάῃ, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὴ λίμνη Γεννησαρέτ, νὰ βρῇ τὸν Πέτρο καὶ τοὺς ἄλλους ψαρᾶδες, νὰ τοὺς δώσῃ ἐντολὴ νὰ ψαρέψουν καὶ νὰ ἔλθῃ τέτοιο θαυμαστὸ ἀποτέλεσμα, εὐλόγησε τὴν ἐργασία. Δὲν πῆγε ἀλλοῦ, σὲ ἀνθρώπους τῶν γραμμάτων, φιλοσόφους καὶ ποιητάς· πῆγε σὲ χειρώνακτες, ἀνθρώπους τοῦ μόχθου, καὶ ἀπ᾽ αὐτοὺς κατὰ κανόνα διάλεξε τοὺς μαθητὰς καὶ ἀποστόλους του.
Ἡ ἐργασία εἶνε νόμος τοῦ Θεοῦ
ἀνέκαθεν. Στὸν παράδεισο «τῆς τρυφῆς» ὁ Δημιουργὸς ἔβαλε τὸν πρωτόπλαστο
Ἀδάμ, ὄχι μόνο ν᾽ ἀπολαμβάνῃ τὰ ἀγαθά του ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἐντολὴ
«ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν» (Γέν. 2,15). Ἡ ἐργασία εἶνε στοιχεῖο
τῆς ζωῆς, συνθήκη ἀρχέγονη, φυσική, θεμελιώδης. Ἡ παράλειψι τῆς ἐργασίας
εἶνε ἔλλειψι, κάτι τι ἀφύσικο.
Ἔπειτα ἐπάνω στὸ ὄρος Σινὰ ὁ Κύριος, μὲ τὴν εἰδικὴ ἐντολὴ ποὺ
ἔδωσε, παρήγγειλε σὲ κάθε πιστὸ δοῦλο του, ἕξι μέρες νὰ ἐργάζεται καὶ
κατόπιν μία μέρα ν᾽ ἀναπαύεται· «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ
ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ. 20,9.
Δευτ. 5,13). Δευτέρα λοιπόν, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή,
Σάββατο ἐργασία, δουλειά! Ἡ ἐργασία εἶνε μία ἀπὸ τὶς θεμελιώδεις
ἐντολές, ἡ τετάρτη (4η) τοῦ Δεκαλόγου. Ἡ ἔλλειψι ἐργασίας εἶνε ὄχι μόνο
κάτι ἀφύσικο στὴ ζωή μας ἀλλὰ καὶ μία παρανομία, παράβασι δηλαδὴ τοῦ
θείου νόμου.
Εἶνε σοφὴ καὶ ἡ ἐντολὴ νὰ διακόπτῃ ὁ ἄνθρωπος τὴν ἐργασία
του, δηλαδὴ ἡ ἀργία τῆς Κυριακῆς. Ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Κυρίου εἶνε
μέριμνα – πρόνοια τοῦ Δημιουργοῦ γιὰ τὸ πλάσμα του, ποὺ ἔχει ἀνάγκη
ἀναπαύσεως· ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ ἀνθρώπου εἶνε στοιχειώδης ἐκδήλωσι
σεβασμοῦ στὸν Πλάστη καὶ χορηγὸ τῆς ζωῆς καὶ ὅλων τῶν ἀγαθῶν.
Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος δὲν ἤθελε ὁ
ἴδιος νὰ ἐπιβαρύνῃ κανένα ἀλλὰ ἔβγαζε τὸ ψωμί του δουλεύοντας μὲ τὰ
χέρια του ὡς σκηνοποιός, προσθέτει κάτι ἀπολύτως κατανοητό· «Εἴ τις οὐ
θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω». Καὶ παραγγέλλει στοὺς Χριστιανοὺς
«ἵνα μετὰ ἡσυχίας ἐργαζόμενοι τῶν ἑαυτῶν ἄρτον ἐσθίωσιν» (Β΄ Θεσ.
3,10,12).
Ἐμεῖς ὡς λαός, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα, εἴμαστε ἐργατικοί. Καὶ μέχρι
σήμερα δέκα ἑκατομμύρια Ἕλληνες εἶνε σκορπισμένοι στὸ ἐξωτερικό, ἀπὸ
Καναδᾶ κι Ἀμερικὴ μέχρι Αὐστραλία· καὶ παντοῦ ἐργάζονται.
Δουλειὰ λοιπόν. Ἀλλὰ χτύπησε ἡ καμπάνα τῆς Κυριακῆς; Τότε
σταματᾷ ἡ ἐργασία καὶ –φτερὰ στὰ πόδια– ὅλοι στὴν ἐκκλησία! Ἔχουμε
χρέος· ἀπὸ τὶς 168 ὧρες ποὺ ἔχει ἡ ἑβδομάδα, μία ὥρα νὰ τὴν ἀφιερώνουμε
στὸ Θεό, νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία νὰ τοῦ ποῦμε ἕνα εὐχαριστῶ γιὰ τὶς
τόσες εὐεργεσίες του.
Ἂν μπορούσαμε νὰ μετρήσουμε τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, τὶς σταγόνες
τῶν ὠκεανῶν, τὰ φύλλα τῶν δασῶν, τότε θὰ μπορούσαμε νὰ μετρήσουμε καὶ
τὶς ἄπειρες εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ σ᾽ ἐμᾶς. Ὁ ἥλιος, τὸ νερό, ἡ τροφή…,
ὅλα αὐτὰ εἶνε τοῦ Χριστοῦ. Πρὸ παντὸς ὅμως ὁ ἀέρας – τὸ ὀξυγόνο, τὸ
ἀναγκαιότερο ὅλων. Ζοῦμε γιατὶ ἀναπνέουμε. Τὰ χρόνια τῆς κατοχῆς ἕνας
Γερμανὸς εἶχε πεῖ· Ἂν μπορούσαμε, θὰ σᾶς ἀφαιρούσαμε καὶ τὸν ἀέρα!…
* * *
Μὴ λησμονοῦμε, ἀδελφοί μου, τὸν
Εὐεργέτη μας. Κάθε ἀνάσα μας εἶνε καὶ μιὰ εὐεργεσία του· γι᾽ αὐτὸ κάθε
ἀνάσα ἂς εἶνε καὶ μιὰ προσευχὴ στὸν Σωτῆρα μας, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν
Χριστόν. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος λέει· «Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον
ἢ ἀναπνευστέον» (Ἑ.Π. Migne 36,16), συχνότερα δηλαδὴ κι ἀπ᾽ τὴν ἀναπνοή
μας νὰ θυμόμαστε μὲ πόθο τὸ Θεό. Αὐτὸ εἶνε μιὰ ἄλλη ἀσχολία τοῦ λογικοῦ
ἀνθρώπου, ἀνώτερη, γιὰ τὴν ὁποία ἔχουμε πλαστῆ καὶ ἤρθαμε στὴ ζωή.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ σωματικὴ – τὴν ὑλικὴ ἐργασία, ὑπάρχει καὶ ἡ πνευματικὴ
ἐργασία.
Πνευματικὴ ἐργασία εἶνε ἡ προσευχή ποὺ συνέστησε ὁ Κύριος νὰ
κάνουμε. Μᾶς δίδαξε μὲ τὸ λόγο του νὰ λέμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν…» (Ματθ.
6,9-13). Μᾶς ἔδειξε καὶ στὴν πρᾶξι πῶς νὰ τὸ κάνουμε κ᾽ ἐμεῖς, ὅταν ὁ
ἴδιος ἀποσυρόταν καὶ προσευχόταν στὸν οὐράνιο Πατέρα του.
Πνευματικὴ ἐργασία εἶνε καὶ αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς σήμερα στὸν
Πέτρο· «Ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν» (Λουκ. 5,10). Καὶ σὲ ὅλους
τοὺς ἀποστόλους του εἶπε· «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς
ἀνθρώπων» (Ματθ. 4,19)· θὰ ἁλιεύετε πλέον ὄχι ψάρια, ἀλλὰ ψυχές. Καὶ
στὸ τέλος τοὺς εἶπε· «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ
εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μᾶρκ. 16,15). Καὶ πράγματι οἱ ἀπόστολοι
ξεκίνησαν, πήγαν σ᾽ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου, κήρυξαν τὸ εὐαγγέλιο κ᾽
ἔκαναν μαθητὰς καὶ ἵδρυσαν τὶς πρῶτες ἐκκλησίες. Στὴν Ἑλλάδα ἦρθε ὁ
ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Φιλίππους, στὴ Θεσσαλονίκη, στὴ Βέροια, στὴν
Ἀθήνα ἐπὶ τοῦ Ἀρείου Πάγου, στὴν Κόρινθο. Ἂν εἴμαστε Χριστιανοὶ
λοιπόν, τὸ ὀφείλουμε στὴν πνευματικὴ ἐργασία τῶν ἀποστόλων.
Πνευματικὴ ἐργασία εἶνε καὶ ἡ οἰκογενειακὴ ἀγωγὴ καὶ
παράδοσις. Ἄλλοτε τὸ σπίτι ἦταν σὰν ἐκκλησία. Ὅταν ἀκούστηκε στὴν Εὐρώπη
ὅτι οἱ Ἕλληνες ἐπαναστάτησαν κατὰ τῶν Τούρκων, οἱ ξένοι ἀπόρησαν πῶς
ἔγινε αὐτό. Ἔστειλαν ἀντιπροσωπία, ἦρθαν στὴν Τρίπολι κ᾽ ἔφτασαν σ᾽ ἕνα
χωριὸ ὅπου τοὺς φιλοξένησαν. Ἐκεῖ αὐτοὶ εἶδαν, ὅτι τὸ βράδυ ἡ
οἰκογένεια γονάτισε καὶ προσευχήθηκαν. Ὁ ἕνας εἶπε τὸ «Βασιλεῦ
οὐράνιε», ἄλλος τὸ «Πάτερ ἡμῶν», οἱ μικροὶ τὸ «Κύριε ἐλέησον», ἄλλος
τὸ «Πιστεύω», καὶ ὅλοι τὸ «Τῇ ὑπερμάχῳ». Τέλος ἔκαναν τὸ σταυρό τους καὶ
πῆγαν νὰ κοιμηθοῦν. Νά τὸ μυστικό τους, εἶπαν οἱ ξένοι· νά ποιά εἶνε ἡ
δύναμι αὐτοῦ τοῦ λαοῦ!
Ἔτσι φτάσαμε ὣς ἐδῶ καὶ ἔτσι πρέπει νὰ συνεχίσουμε, ἀδελφοί
μου. Ἀλλὰ τώρα πόσα σπίτια ἔχουν αὐτὴ τὴν καλὴ συνήθεια τῆς
οἰκογενειακῆς προσευχῆς; πόσοι ἐκκλησιάζονται; Ἐλάχιστοι δυστυχῶς.
* * *
Χρειάζεται δουλειά! ἐργασία
ὑλικὴ ἀλλὰ καὶ πνευματική. Ν᾽ ἀφιερώσουμε χρόνο στὴν προσευχή, χρόνο γιὰ
διάδοσι τοῦ εὐαγγελίου, χρόνο γιὰ τὴν ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν μας.
Εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς εὐλογῇ καὶ νὰ μᾶς φυλάῃ ἀπὸ κάθε κακό. Νὰ
εὐλογήσῃ τὰ παιδιὰ καὶ τὶς ἐργασίες σας. Καὶ ἂν ζοῦμε καὶ ἐργαζώμαστε
ἔτσι, ὑλικὰ καὶ πνευματικά, τότε θὰ ἔχουμε τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παρασκευῆς πόλεως Φλωρίνης τὴν 24-9-1995.