Ένας ακόμη άγιος Μικρασιάτης, δώρο του Θεού στον κόσμο μας. Γεννήθηκε
στις 5 Νοεμβρίου 1920, στο Λιβίσι της Μάκρης της Μικράς Ασίας, απέναντι
από τη Ρόδο. Εύπορη και ευσεβής η οικογένειά του ανασταίνει επτά γενεές
ιερομονάχων, έναν αρχιερέα και έναν άγιο!
Στα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής ο πατέρας του Σταύρος αιχμαλωτίζεται και κακοπαθεί από τους Τούρκους στα τάγματα εργασίας. Η πολύτεκνη (εννέα παιδιά) μητέρα του Θεοδώρα με τα τρία πλέον εν ζωή μικρά παιδιά της, Ιάκωβο δύο χρόνων, Γεώργιο τεσσάρων χρόνων και Αναστασία μόλις σαράντα ημερών, παίρνει αναγκαστικά το δρόμο της προσφυγιάς. Από τον Πειραιά το πλοίο τούς μεταφέρει στην Ιτέα κι από εκεί πεζοπορώντας φτάνουν στον Άγιο Γεώργιο Άμφισσας.
Άνθρωποι, λιγοστά υπάρχοντα, βιώματα, αναμνήσεις στριμώχνονται σε μια αποθήκη. Αλλά τα γεγονότα, θαυμαστά και αποκαλυπτικά· η απρόσμενη άφιξη του πατέρα, που ενώνει πάλι την οικογένεια, και η έκδηλη θεοσέβεια του πεντάχρονου Ιάκωβου. Αγαπά να λιβανίζει, να ανάβει καντηλάκια σε ξωκλήσια και προσκυνητάρια και να ακούει βίους Αγίων αποκτώντας μια εξαιρετικά οικεία σχέση μαζί τους. Η αγία Παρασκευή τού αποκαλύπτει μελλοντικές πλευρές της ζωής του κι ο άγιος Χαράλαμπος τον θεραπεύει θαυματουργικά από δύσκολη ασθένεια. Με τα χρόνια θα προστεθούν κι άλλοι Άγιοι… Μοναδική και ζωντανή η ευλαβής επικοινωνία του με την Παναγία μητέρα μας, που τον σκέπει και τον φροντίζει.
Στα τέλη του 1925 η οικογένεια εγκαταβιώνει στο χωριό Φαράκλα της Βόρειας Εύβοιας. Οι θεοσεβείς συμβουλές και το άγιο παράδειγμα της μητέρας του τού μαθαίνουν να προσεύχεται, να κάνει μετάνοιες, και να αγαπά ιδιαίτερα τη λατρευτική ζωή, διακονώντας στο ναό και θαυμάζοντας το μυστήριο της ιερωσύνης, που τον εμπνέει. Από αυτή την παιδική ηλικία ο Θεός τον προικίζει τόσο με το ιαματικό χάρισμα, ανακουφίζοντας πολλές ανάγκες των συγχωριανών του, όσο και με το προορατικό, προβλέποντας τα δεινά του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Παρά την άριστη επίδοσή του στο Δημοτικό Σχολείο και τις προτροπές των δασκάλων του να συνεχίσει, υπακούει αδιαμαρτύρητα στο θέλημα του πατέρα του και μένει στην κοπιαστική δούλεψή του, συνεχίζοντας αμείωτα τον ασκητικό τρόπο ζωής, με προσευχή και νηστεία και προσπερνώντας καλοσυνάτα και ευγενικά επικριτικά σχόλια και ειρωνείες. Δύναμη και τροφή της ψυχής του το ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Λίγα χρόνια μετά την οσιακή κοίμηση της μητέρας του (1942), σε ηλικία 27 ετών, υπηρετεί την τρίχρονη στρατιωτική του θητεία (1947) στα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου πολέμου με σεβασμό και πειθαρχία, χωρίς συσχηματισμούς και θυσία των πνευματικών του αρχών, με σκληρό πνευματικό αγώνα, αλλά και διακονώντας παραδειγματικά τις ποικίλες ανάγκες των συστρατιωτών του.
Σε ηλικία τριάντα και πλέον ετών ακολουθεί την πολυπόθητή του μοναχική ζωή, υπακοή που ευλογείται με την ολοζώντανη παρουσία του Οσίου Δαβίδ του εν Ευβοία. Στην ερημωμένη και σχεδόν εγκαταλειμμένη τότε Μονή τον περιμένουν σκληροί αγώνες, πειρασμοί, δοκιμασίες, φτώχεια, στερήσεις και κοπιαστική εργασία, που ταλαιπωρούν το ασθενικό του σώμα, αλλά δεν κάμπτουν τη θεοφιλή ψυχή του. Ούτε κι όταν ο μισόκαλος διάβολος με ποικίλες μορφές τον δοκιμάζει στην πίστη, στην πραότητα και στην ταπείνωση.
Ο Θεός τον αξιώνει να δεχθεί το μεγάλο χάρισμα της ιερωσύνης, αν και δηλώνει ανάξιος. Στις 18 Δεκεμβρίου 1952 χειροτονείται διάκονος και την επομένη πρεσβύτερος. Συλλειτουργός αγγέλων και αγίων, αξιώνεται οπτασιών και μοναδικών ουρανίων δωρεών. Με τη θυσιαστική αγάπη του πνευματικού πατέρα, με την ανάθεση της ηγουμενίας από το 1975, αλλά και με τα θεόσδοτα χαρίσματά του, τη διάκριση, την παραμυθία, το προορατικό, η Μονή έγινε πανελλήνιο και πανορθόδοξο προσκύνημα! Αναπαύει και στηρίζει πλήθος ψυχών, κληρικών και λαϊκών, από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Στις 21 Νοεμβρίου 1991, σε ηλικία εβδομήντα ενός ετών προαισθάνεται ότι ο Θεός τον καλεί κοντά Του. Χιλιάδες οι πιστοί που τον προπέμπουν, ευγνώμονα και δεητικά με την ιαχή «άγιος, άγιος… είσαι άγιος!», βέβαιοι ότι δεν θα αφήσει ποτέ όποιον με πίστη τον επικαλείται! Πλήθος και ποικιλία θαυμάτων το βεβαιώνουν.
Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2017· το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφασίζει την αγιοκατάταξη του Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη και ορίζει τη μνήμη του στις 22 Νοεμβρίου.
Άγιε του Θεού, Γέροντα Ιάκωβε, πρέσβευε υπέρ ημών!
Στα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής ο πατέρας του Σταύρος αιχμαλωτίζεται και κακοπαθεί από τους Τούρκους στα τάγματα εργασίας. Η πολύτεκνη (εννέα παιδιά) μητέρα του Θεοδώρα με τα τρία πλέον εν ζωή μικρά παιδιά της, Ιάκωβο δύο χρόνων, Γεώργιο τεσσάρων χρόνων και Αναστασία μόλις σαράντα ημερών, παίρνει αναγκαστικά το δρόμο της προσφυγιάς. Από τον Πειραιά το πλοίο τούς μεταφέρει στην Ιτέα κι από εκεί πεζοπορώντας φτάνουν στον Άγιο Γεώργιο Άμφισσας.
Άνθρωποι, λιγοστά υπάρχοντα, βιώματα, αναμνήσεις στριμώχνονται σε μια αποθήκη. Αλλά τα γεγονότα, θαυμαστά και αποκαλυπτικά· η απρόσμενη άφιξη του πατέρα, που ενώνει πάλι την οικογένεια, και η έκδηλη θεοσέβεια του πεντάχρονου Ιάκωβου. Αγαπά να λιβανίζει, να ανάβει καντηλάκια σε ξωκλήσια και προσκυνητάρια και να ακούει βίους Αγίων αποκτώντας μια εξαιρετικά οικεία σχέση μαζί τους. Η αγία Παρασκευή τού αποκαλύπτει μελλοντικές πλευρές της ζωής του κι ο άγιος Χαράλαμπος τον θεραπεύει θαυματουργικά από δύσκολη ασθένεια. Με τα χρόνια θα προστεθούν κι άλλοι Άγιοι… Μοναδική και ζωντανή η ευλαβής επικοινωνία του με την Παναγία μητέρα μας, που τον σκέπει και τον φροντίζει.
Στα τέλη του 1925 η οικογένεια εγκαταβιώνει στο χωριό Φαράκλα της Βόρειας Εύβοιας. Οι θεοσεβείς συμβουλές και το άγιο παράδειγμα της μητέρας του τού μαθαίνουν να προσεύχεται, να κάνει μετάνοιες, και να αγαπά ιδιαίτερα τη λατρευτική ζωή, διακονώντας στο ναό και θαυμάζοντας το μυστήριο της ιερωσύνης, που τον εμπνέει. Από αυτή την παιδική ηλικία ο Θεός τον προικίζει τόσο με το ιαματικό χάρισμα, ανακουφίζοντας πολλές ανάγκες των συγχωριανών του, όσο και με το προορατικό, προβλέποντας τα δεινά του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Παρά την άριστη επίδοσή του στο Δημοτικό Σχολείο και τις προτροπές των δασκάλων του να συνεχίσει, υπακούει αδιαμαρτύρητα στο θέλημα του πατέρα του και μένει στην κοπιαστική δούλεψή του, συνεχίζοντας αμείωτα τον ασκητικό τρόπο ζωής, με προσευχή και νηστεία και προσπερνώντας καλοσυνάτα και ευγενικά επικριτικά σχόλια και ειρωνείες. Δύναμη και τροφή της ψυχής του το ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Λίγα χρόνια μετά την οσιακή κοίμηση της μητέρας του (1942), σε ηλικία 27 ετών, υπηρετεί την τρίχρονη στρατιωτική του θητεία (1947) στα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου πολέμου με σεβασμό και πειθαρχία, χωρίς συσχηματισμούς και θυσία των πνευματικών του αρχών, με σκληρό πνευματικό αγώνα, αλλά και διακονώντας παραδειγματικά τις ποικίλες ανάγκες των συστρατιωτών του.
Σε ηλικία τριάντα και πλέον ετών ακολουθεί την πολυπόθητή του μοναχική ζωή, υπακοή που ευλογείται με την ολοζώντανη παρουσία του Οσίου Δαβίδ του εν Ευβοία. Στην ερημωμένη και σχεδόν εγκαταλειμμένη τότε Μονή τον περιμένουν σκληροί αγώνες, πειρασμοί, δοκιμασίες, φτώχεια, στερήσεις και κοπιαστική εργασία, που ταλαιπωρούν το ασθενικό του σώμα, αλλά δεν κάμπτουν τη θεοφιλή ψυχή του. Ούτε κι όταν ο μισόκαλος διάβολος με ποικίλες μορφές τον δοκιμάζει στην πίστη, στην πραότητα και στην ταπείνωση.
Ο Θεός τον αξιώνει να δεχθεί το μεγάλο χάρισμα της ιερωσύνης, αν και δηλώνει ανάξιος. Στις 18 Δεκεμβρίου 1952 χειροτονείται διάκονος και την επομένη πρεσβύτερος. Συλλειτουργός αγγέλων και αγίων, αξιώνεται οπτασιών και μοναδικών ουρανίων δωρεών. Με τη θυσιαστική αγάπη του πνευματικού πατέρα, με την ανάθεση της ηγουμενίας από το 1975, αλλά και με τα θεόσδοτα χαρίσματά του, τη διάκριση, την παραμυθία, το προορατικό, η Μονή έγινε πανελλήνιο και πανορθόδοξο προσκύνημα! Αναπαύει και στηρίζει πλήθος ψυχών, κληρικών και λαϊκών, από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Στις 21 Νοεμβρίου 1991, σε ηλικία εβδομήντα ενός ετών προαισθάνεται ότι ο Θεός τον καλεί κοντά Του. Χιλιάδες οι πιστοί που τον προπέμπουν, ευγνώμονα και δεητικά με την ιαχή «άγιος, άγιος… είσαι άγιος!», βέβαιοι ότι δεν θα αφήσει ποτέ όποιον με πίστη τον επικαλείται! Πλήθος και ποικιλία θαυμάτων το βεβαιώνουν.
Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2017· το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφασίζει την αγιοκατάταξη του Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη και ορίζει τη μνήμη του στις 22 Νοεμβρίου.
Άγιε του Θεού, Γέροντα Ιάκωβε, πρέσβευε υπέρ ημών!
Φ.
«Πρός τή ΝΙΚΗ», Νοέμβριος 2018