Σάββατο 18 Ιουλίου 2020

Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Δ΄Οικουμενικής Συνόδου – Μικροπράγματα;


Συνόδου


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Τίτ.3,8-15
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ: Ματθ. 5,14-19
Ἡ Ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α τι­μᾷ σή­με­ρα τούς ἁ­γί­ους Πα­τέ­ρας τῆς Δ΄ Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, τούς ἀ­νυ­πο­χώ­ρη­τους ἐ­κεί­νους ἀ­γω­νι­στάς τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας μας πού δι­ε­κή­ρυ­ξαν ξε­κά­θα­ρα καί ἀ­νυ­πο­χώ­ρη­τα τήν ἀ­λή­θεια τῆς πί­στε­ως ἐ­ναν­τίων στούς δι­α­στρε­βλω­τάς τῆς πί­στε­ως αἱ­ρε­τι­κούς μο­νο­φυ­σί­τες. Στό Εὐ­αγ­γε­λι­κό ἀ­νά­γνω­σμα ὁ Κύ­ριος μᾶς δι­α­κη­ρύτ­τει σα­φῶς: δέν ἔ­χου­με δι­καί­ω­μα νά πα­ρα­θε­ω­ροῦ­με καμ­μί­α ἀ­λή­θεια τῆς πί­στε­ως καμ­μί­α ἐν­το­λή τοῦ Χρι­στοῦ.
Ἄς δοῦ­με λοι­πόν σή­με­ρα ὅ­τι δέν ὑ­πάρ­χουν ἐ­λά­χι­στες ἐν­το­λές καί ὅ­τι ἡ παραθεώρισι μιᾶς ἐντολῆς ὁδηγεῖ σέ παραθεώρησι πολλῶν ἄλλων.
1. «Ε­ΛΑ­ΧΙ­ΣΤΕΣ» ΕΝ­ΤΟ­ΛΕΣ;
Ὁ Κύ­ριός μας μᾶς ξε­κα­θα­ρί­ζει στό ση­με­ρι­νό ἱ­ε­ρό εὐ­αγ­γέ­λιο ὅ­τι δέν ὑ­πάρ­χουν μι­κρές καί με­γά­λες ἐν­το­λές. Γιά νά μᾶς ξε­κα­θα­ρί­σει ὁ Κύ­ριος ὅ­τι ὅ­λες οἱ ἐν­το­λές ἔ­χουν τήν θέ­σι τους, μᾶς προ­ει­δο­ποι­εῖ: Ἐ­κεῖ­νος πού θά πα­ρα­βεῖ ἔ­στω καί μί­α ἀ­πό τίς ἐν­το­λές του ἐ­κεῖ­νες πού θά θε­ω­ρή­σει πώς εἶ­ναι μι­κρές, καί δι­δά­ξει τούς ἄλ­λους ἀν­θρώ­πους νά τίς πε­ρι­φρο­νοῦν, θά εἶ­ναι ἀ­νά­ξιος νά κλη­ρο­νο­μή­σει τή βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν. Θά πρέ­πει ἐ­δῶ βέ­βαι­α νά ξε­κα­θα­ρί­σου­με ὅ­τι ὁ Κύ­ριος δέν λέ­ει πώς θά πά­ει στήν κό­λα­σι ὅ­ποι­ος ἀ­πό ἀ­δυ­να­μί­α ἤ ἀ­προ­σε­ξί­α ἤ αἰφ­νι­δια­σμό ἔ­πε­σε σέ κά­ποι­ο ἁ­μάρ­τη­μα καί κα­τό­πιν με­τε­νό­η­σε. Ἀλ­λά ὅ­ποι­ος συ­νει­δη­τῶς θε­ώ­ρη­σε ὅ­τι ἡ συγ­κε­κρι­μέ­νη πα­ρά­βα­σι δέν ἀ­πο­τε­λεῖ σο­βα­ρή ἁ­μαρ­τί­α. Ὅ­ταν λοι­πόν ὁ ἄν­θρω­πος πε­ρι­φρο­νεῖ τήν ἐν­το­λή τοῦ Θε­οῦ ἐ­πει­δή τήν θε­ω­ρεῖ μι­κρή καί ἄ­νευ ση­μα­σί­ας καί τήν πα­ρα­βαί­νει συ­νει­δη­τῶς καί δί­νει ἔ­τσι πα­ρά­δειγ­μα καί γιά τούς ἄλ­λους, τό­τε ἡ κα­τα­δί­κη του θά εἶ­ναι ἀ­να­πό­φευ­κτη. 

Τό συμ­πέ­ρα­σμα εἶ­ναι ὅ­τι ὅ­λες οἱ ἐντολές εἶ­ναι ἱ­ε­ρές καί πρέ­πει νά τίς ἐ­φαρ­μό­ζου­με. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος μᾶς λέει ὅτι «ἐλαχίστας αὐτάς ἐκάλεσε καίτοι οὕτω μεγάλας καί ὑψηλάς οὔσας». Καί ὅ­ποι­ος πε­ρι­φρο­νεῖ κά­ποι­ες ἐν­το­λές τοῦ Θε­οῦ πού τίς θε­ω­ρεῖ μι­κρές, ἀ­πορ­ρί­πτει τόν Κύ­ριό μας ὡς ἀ­λά­θη­το νο­μο­θέ­τη, ὡς θε­άν­θρω­πο Κύ­ριο. Καί κα­θι­στᾶ τόν ἑ­αυ­τό του νο­μο­θέ­τη σο­φό­τε­ρο καί ἀ­νώ­τε­ρο τοῦ Θε­οῦ. Εἶ­ναι παράλογο καί μό­νο νά τό σκε­φθεῖ κα­νείς. Τό θέ­μα αὐ­τό βέ­βαια δέν ἀ­φο­ρᾶ μό­νο τούς αἱ­ρε­τι­κούς οἱ ὁ­ποῖ­οι δι­έ­στρε­ψαν κά­ποι­ες ἀ­λή­θει­ες τῆς πί­στε­ως, ἀλ­λά ἀ­φο­ρᾶ ὅ­λους μας. Δι­ό­τι οἱ πι­στοί χρι­στια­νοί σή­με­ρα δέν κιν­δυ­νεύ­ου­με τό­σο ἀ­πό τούς αἱ­ρε­τι­κούς, τούς ὁ­ποί­ους γνω­ρί­ζου­με καί προ­φυ­λασ­σό­μα­στε ἀ­πό αὐ­τούς, ἀλ­λά ἀ­πό μιά ἄλ­λη με­γά­λη πα­γί­δα. Ποι­ά εἶ­ναι αὐ­τή;
2. Α­ΠΟ ΤΑ ΜΙ­ΚΡΑ ΣΤΑ ΜΕ­ΓΑ­ΛΑ
Τό με­γα­λύ­τε­ρο κίν­δυ­νο μᾶς τόν λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάν­νης ὁ Δαμασκηνός: «οἱ τῶν μικρῶν ὑπερορῶντες πα­θῶν καί ἁμαρτημάτων, τά μείζοντα ἐπεισάγουσι». Ὅ­ταν ἀ­μνη­στεύ­ου­με καί πε­ρι­φρο­νοῦ­με με­ρι­κές ἐν­το­λές τοῦ Θε­οῦ, σι­γά σι­γά, χω­ρίς νά τό κα­τα­λα­βαί­νου­με θά ὁ­δη­γη­θοῦ­με σέ με­γά­λες ἀ­βα­ρί­ες καί πτώ­σεις. Δι­ό­τι ὅλες οἱ ἐντολές τοῦ Θε­οῦ ἔ­χουν μί­α ἀλ­λη­λο­ε­ξάρ­τη­ση. Ὅ­ταν πα­ρα­βαί­νει κα­νείς μί­α, μα­θαί­νει νά φι­μώ­νει τήν συ­νεί­δη­σή του, νά κλεί­νει τ’­αὐ­τιά του στήν φω­νή τοῦ Θε­οῦ. Πα­ράλ­λη­λα ὁ δι­ά­βο­λος πα­ρου­σιά­ζει ὅ­λες τίς ἁ­μαρ­τί­ες ὡς ἀ­σή­μαν­τες μέ­χρι νά τίς ἐ­πι­τε­λέ­σου­με. Στή συ­νέ­χεια ὅ­μως μᾶς ρί­χνει ἀ­πό τό κα­κό στό χει­ρό­τε­ρο.
Ἄς ἀ­να­φέ­ρου­με με­ρι­κά πα­ρα­δείγ­μα­τα. Λέ­νε πολ­λοί: Τά βα­σι­κά νά προ­σέ­χου­με· μή κυτ­τᾶ­με τίς λε­πτο­μέ­ρει­ες. Εἶ­ναι σπου­δαῖ­ο νά πῶ ἕ­να ψε­μα­τά­κι, ἕ­να λό­γο ἀ­πρε­πῆ; Νά κά­νω μιά μι­κρή πα­ρα­νο­μί­α στήν ἐρ­γα­σί­α μου; Νά μήν προ­σέ­ξω γιά λί­γο τά μά­τια μου στήν τη­λε­ό­ρα­ση; Νά μή τη­ρή­σω κά­τι μι­κρό πού μοῦ εἶ­πε ὁ πνευ­μα­τι­κός; Δέν εἶ­ναι ἁ­μαρ­τί­α ἕνα «τσιγαράκι», ἕνα «ποτηράκι», λίγο ξε­νύ­χτι. Καί σι­γά σι­γά ξε­θω­ριά­ζουν πνευ­μα­τι­κῶς, ὁ­δη­γοῦν­ται ἀ­πό τήν κο­σμι­κό­τη­τα στήν ἀ­πο­στα­σί­α. Διότι ὅπως μᾶς λέγει ὁ ἅ­γι­ος Ἐφραίμ ὁ Σύ­ρος, «μικρά ἀμέλεια τίκτει μεγάλην ἁμαρτίαν». Τά μι­κρά σφάλ­μα­τα εἶ­ναι ἡ ρί­ζα τῶν με­γά­λων. Ὅ­σοι δι­έ­πρα­­ξαν με­γά­λα καί φο­βε­ρά ἐγ­κλή­μα­τα κά­πο­τε ξε­κί­νη­σαν ἀ­πό μι­κρά πα­ρα­στρα­τή­μα­τα.
Μά­λι­στα συμ­βαί­νει συ­χνά στις μέ­ρες μας καί κά­ποι­οι χρι­στια­νοί νά πα­ρα­κι­νοῦν καί νά πεί­θουν τούς ἄλ­λους νά ἀ­δι­α­φο­ρή­σουν γι­ά κά­ποι­ες ἐν­το­λές ἐ­πει­δή δῆ­θεν σή­με­ρα αὐ­τές δέν ἔ­χουν τό­ση ση­μα­σί­α, δέν μπο­ροῦν νά ἐ­φαρ­μο­σθοῦν. Ἤ ψά­χνουν νά βροῦν δι­και­ο­λο­γί­ες γιά νά κα­θη­συ­χά­σουν τήν συ­νεί­δη­σί τους. Ἔ­τσι κά­νουν ὅ­λοι σή­με­ρα, λέ­νε. Ἤ πο­λύ χει­ρό­τε­ρα ἄλ­λοι πε­ρι­φρο­νοῦν κά­ποι­ες ἐν­το­λές τοῦ Θε­οῦ μέ τό κα­κό πα­ρά­δειγ­μά τους. Ὅ­ταν μά­λι­στα κα­τέ­χουν μί­α θέ­σι στήν κοι­νω­νί­α, ἐ­ξα­σκοῦν χει­ρό­τε­ρη ἐ­πί­δρα­σι.
*­**
Ἀ­δελ­φοί, τό ὅ­τι ἡ κοι­νω­νί­α μας σή­με­ρα πα­ρα­παί­ει, ὀ­φεί­λε­ται στό ὅ­τι σι­γά σι­γά οἱ ἐ­χθροί τῆς πί­στε­ως κα­τά­φε­ραν νά ἀμ­βλύ­νουν λί­γο λί­γο τίς συ­νει­δή­σεις καί τά ἠ­θι­κά αἰ­σθη­τή­ρια τῆς κοι­νω­νί­ας μας. Καί βλέ­πει κα­νείς στήν πα­τρί­δα μας πό­σο ἔ­χει ἀλ­λά­ξει τό­σο ρα­γδαῖ­α σέ δι­ά­στη­μα λί­γων δε­κα­ε­τι­ῶν ἡ νο­ο­τρο­πί­α καί ἡ ζω­ή τῶν πολ­λῶν ἔ­πει­τα ἀ­πό στα­δια­κούς ἀ­πό μι­κρούς καί ἀ­δι­ό­ρα­τους συμ­βι­βα­σμούς. Στῶ­μεν κα­λῶς, στῶ­μεν με­τά φό­βου. Ἄς μᾶς ποῦν φα­να­τι­κούς. Καμ­μί­α ὑ­πο­χώ­ρη­σι στίς ἐν­το­λές τοῦ Χρι­στοῦ καί στίς ἀλήθειες τῆς πί­στε­ως. Στό δόγμα καί τό ἦθος ἐκπτώσεις δέν γίνο­ν­ται.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”