Γράφαμε χτες για όσα λέει ο Απόστολος Παύλος περί της τυφλής υπακοής και
για το πόσο εύκολα παρερμηνεύουν σήμερα κάποιοι το αποστολικό «πείθεσθε
τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε». Ας δούμε λοιπόν σήμερα πώς το
ερμηνεύει και κάποιος άλλος, που σίγουρα ξέρει πολύ καλύτερα (και από
μας, αλλά και από τους θολολόγους της μεταπατερικότητας), δηλαδή ο Άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο οποίος μάλιστα απαντά συγχρόνως και στην άλλη
μεγάλη και χιλιοειπωμένη ανοησία των ημερών μας, ότι δήθεν αποτελεί
ιεροκατάκριση να κρίνεις και να ελέγχεις κληρικούς που έχουν πέσει σε
αίρεση και πλάνη.
Κάνοντας λοιπόν λόγο για το πιθανό
ενδεχόμενο να είναι πονηρός και ανάξιος ο εκκλησιαστικός άρχοντας, λέει:
«Δεν είναι μικρό αυτό το κακό, αλλά είναι πολύ χειρότερο κι από την
αναρχία: διότι καλύτερα να μη καθοδηγείσαι από κανένα, παρά να
καθοδηγείσαι από κάποιον πονηρό. Διότι στην πρώτη περίπτωση μπορεί να
σωθείς,αλλά στη δεύτερη οπωσδήποτε θα κινδυνεύσεις, οδηγούμενος προς
βάραθρα. Με ποια λογική λοιπόν λέει ο Απόστολος "πείθεσθε τοις
ηγουμένοις υμών και υπείκετε"; Με την εξής λογική: αφού πιο πάνω είπε
"των οποίων βλέποντας την έκβαση της ζωής, μιμείσθε την πίστη τους",
τότε ήταν που είπε "πειθαρχείτε στους ηγουμένους σας και υπακούετε". Τι
γίνεται λοιπόν, λέει, όταν είναι πονηρός και δεν πειθαρχούμε; Πώς το
εννοείς το "πονηρός"; Αν είναι πονηρός εξ αιτίας της πίστεως, απόφευγε
και παράτησέ τον, όχι μόνον αν είναι άνθρωπος, αλλά κι αν είναι άγγελος
που κατέρχεται εξ ουρανού (Γαλ. 1, 8). Αν είναι πονηρός εξ αιτίας της
ζωής του, μην ασχολείσαι [...]. Μη προσέχετε λοιπόν τη ζωή, αλλά τα
λόγια τους· διότι εξ αιτίας των ηθών δεν θα μπορούσε κανείς ποτέ να
υποστεί βλάβη. Γιατί; Διότι είναι φανερά σε όλους, και ο ίδιος, ακόμη κι
αν είναι πονηρός χιλιάδες φορές, ποτέ δεν θα διδάξει πονηρές και
διεστραμμένες διδασκαλίες. Αλλά όταν είναι στην πίστη πονηρός, αυτό δεν
είναι φανερό σε όλους κι επίσης τότε δεν θα σταματήσει να διδάσκει.
Διότι και το "Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε" είναι για τον βίο και όχι για
την πίστη». (Ιωάννης Χρυσόστομος, Patrologia Graeca 63, 232-233).
Ούτε η υπακοή λοιπόν μπορεί να είναι απροϋπόθετος, αλλά ούτε και ιεροκατάκριση αποτελεί να κρίνεις τη στρεβλή πίστη κάποιου που έχει εκτραπεί σε πλάνη. Ιεροκατάκριση αντιθέτως είναι να σχολιάζεις τον βίο του, να τον κατηγορείς δηλαδή για σαρκικές και λοιπές προσωπικές αμαρτίες (όχι μόνο ανυπόστατες, αλλά ακόμη και πραγματικές). Αυτό όντως αποτελεί βαριά αμαρτία, ακόμη και αν το πράττεις απέναντι σε λαϊκό, πόσο δε μάλλον σε ιερωμένο. Ο έλεγχος όμως για διαστρεβλωμένη και αιρετική διδασκαλία όχι μόνο δεν απαγορεύεται, αλλά αποτελεί και καθήκον (όπως θα δούμε βεβαίως σε επόμενες αναρτήσεις και άλλους σπουδαίους εκκλησιαστικούς μας Πατέρες να το τονίζουν) και ειδικά μάλιστα όταν πρόκειται για ανθρώπους που δεν έχουν ευθύνη μόνο του εαυτού τους, αλλά επηρεάζουν πνευματικά πολλούς άλλους και μπορεί επομένως να γίνουν αίτιοι για την απώλεια ψυχών. Αυτό για να ξεκαθαρίσουμε για μία ακόμη φορά και τα όρια της υπακοής, αλλά και τις πραγματικές διαστάσεις της ιεροκατηγορίας…
Ούτε η υπακοή λοιπόν μπορεί να είναι απροϋπόθετος, αλλά ούτε και ιεροκατάκριση αποτελεί να κρίνεις τη στρεβλή πίστη κάποιου που έχει εκτραπεί σε πλάνη. Ιεροκατάκριση αντιθέτως είναι να σχολιάζεις τον βίο του, να τον κατηγορείς δηλαδή για σαρκικές και λοιπές προσωπικές αμαρτίες (όχι μόνο ανυπόστατες, αλλά ακόμη και πραγματικές). Αυτό όντως αποτελεί βαριά αμαρτία, ακόμη και αν το πράττεις απέναντι σε λαϊκό, πόσο δε μάλλον σε ιερωμένο. Ο έλεγχος όμως για διαστρεβλωμένη και αιρετική διδασκαλία όχι μόνο δεν απαγορεύεται, αλλά αποτελεί και καθήκον (όπως θα δούμε βεβαίως σε επόμενες αναρτήσεις και άλλους σπουδαίους εκκλησιαστικούς μας Πατέρες να το τονίζουν) και ειδικά μάλιστα όταν πρόκειται για ανθρώπους που δεν έχουν ευθύνη μόνο του εαυτού τους, αλλά επηρεάζουν πνευματικά πολλούς άλλους και μπορεί επομένως να γίνουν αίτιοι για την απώλεια ψυχών. Αυτό για να ξεκαθαρίσουμε για μία ακόμη φορά και τα όρια της υπακοής, αλλά και τις πραγματικές διαστάσεις της ιεροκατηγορίας…