Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων (Ἑβρ ια΄ 33, ιβ΄ 2)
Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Πολλὰ συνηθίζει ὁ Παῦλος νὰ παραθέτη
ἐνδιάμεσα καὶ εἶναι πυκνὸς σὲ νοήματα. Τέτοια εἶναι πράγματι ἡ Χάρη τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος· δὲν περιλαμβάνει λίγα νοήματα μέσα σὲ πολλὰ λόγια, ἀλλὰ
μέσα σὲ σύντομα λόγια βάζει πολλὰ καὶ μεγάλα νοήματα. Πρόσεχε, λοιπόν,
πώς, ἐνῷ ὁμιλεῖ γιὰ τὴν πίστη καὶ ὑπὸ μορφὴν παρηγοριᾶς, ποιὸ μεγάλο
μυστήριο μᾶς ὑπενθυμίζει, τοῦ ὁποίου ἔχουμε τὴν ἀλήθεια: «Μὲ πίστη ἔκανε
ὁ Μωϋσῆς τὸ Πάσχα καὶ τὸν ραντισμὸ τοῦ αἵματος, γιὰ νὰ μὴ ἀγγίση τὰ
πρωτότοκα τους ὁ ἐξολοθρευτὴς ἄγγελος», λέγει.
Σὲ κάθε σπίτι θυσιαζόταν ἕνα ἀρνὶ καὶ μὲ
τὸ αἷμα του ἔχριαν τοὺς παραστάτες τῆς θύρας καὶ αὐτὸ ἦταν ὀχύρωση ἀπὸ
τὴν Αἰγυπτιακὴ καταστροφή. Ἐάν, λοιπόν, τὸ αἷμα τοῦ ἀρνίου διαφύλαττε
τόσο ἀβλαβεῖς τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ ἦταν ἀνάμεσα στοὺς Αἰγυπτίου καὶ
διέτρεχαν τέτοιο κίνδυνο, πολὺ περισσότερο θὰ διασῴση ἐμᾶς τὸ αἷμα τοῦ
Χριστοῦ, χριόμενο ὄχι στοὺς παραστάτες τῶν θυρῶν, ἀλλὰ στὶς ψυχές μας·
διότι καὶ τώρα ὁ ἐξολοθρευτὴς ἄγγελος περιφέρεται μέσα στὴν βαθειὰ αὐτὴ
νύχτα. Ἀλλά, ἂς ὁπλιζώμαθε μὲ ἐκείνη τὴ θυσία. Φοβήθηκε τὸ αἷμα ὁ
ἄγγελος, διότι ἤξερε τίνος τύπος ἦταν· ἔφριξε ἐννοήσας τὸν Θάνατον τοῦ
Δεσπότου, καὶ δὲν ἄγγιξε τοὺς παραστάτες.
Μὲ τὴν πίστη πέρασαν τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα,
σὰν νὰ περνοῦσαν ξηρά… Ἐνῷ οἱ Αἰγύπτιοι, ἐπιχειρώντας νὰ τὴν περάσουν,
καταποντίσθηκαν. Πῶς, μὲ τὴν πίστη; Διότι πίστευσαν ὅτι θὰ περάσουν μέσα
ἀπὸ τὴ θάλασσα καὶ γι’ αὐτὸ προσεύχονταν ἢ καλύτερα, ὁ Μωυσῆς ἦταν ποὺ
προσηύχετο.
Βλέπεις ὅτι παντοῦ ἡ πίστη ξεπερνᾶ τοὺς ἀνθρώπινους λογισμοὺς καὶ τὴν ἀδυναμία, τὴν ἀσθένεια τῆς φύσεως;
Βλέπεις ὅτι ὁμοῦ ἐπίστευαν, ὅτι εἶχαν φόβο Θεοῦ καὶ κολάσεως; Τόσο
μεγάλο ἀγαθὸ εἶναι ἡ πίστη· διότι ὅταν περιέλθουμε σὲ ἀμηχανία καὶ
ἀδιέξοδο, ἡ πίστη μᾶς ἀνακουφίζει, ἔστω κι ἂν φθάσουμε στὸ θάνατο ἢ
ἀπογοητευθοῦμε ἀπ’ ὅσα μᾶς συμβαίνουν… Ἡ πίστη σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις
δὲν ὑπακούει οὔτε στὴν λογικὴ τῶν γεγονότων, οὔτε στὸν νόμο τῆς φύσεως,
ἀλλὰ ὅλα γίνονται ἀντίθετα πρὸς τὰ ἀναμενόμενα.
Ἐπειδὴ δέ, συνεχῶς ἔλεγε καὶ σὲ ὅλα τὰ
πράγματα παντοῦ, ὅτι πρέπει νὰ ἔχουμε πίστη καὶ νὰ ἐλπίζουμε στὰ
ἐπηγγελμένα μελλοντικὰ ἀγαθά, εὔλογα, ἔκανε ἀναφορὰ σὲ αὐτά, γιὰ νὰ
δείξη ὅτι, ὄχι μόνον τώρα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή, ὅλα τὰ θαύματα
πραγματοποιήθηκαν μὲ τὴν σταθερὴ πίστη. Καὶ οἱ Προφῆτες μὲ τὴν πίστη
καταπολέμησαν καὶ ὑπέταξαν βασίλεια καὶ ἄσκησαν δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη
ἐδῶ ὠνόμασε τὴν φιλανθρωπία. Ἐπέτυχαν τὴν πραγματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων
τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ νομίζω ὅτι ὁ Παῦλος ἀναφέρεται στὸν Δαυϊδ. Ποιὲς
ὑποσχέσεις; Αὐτὲς ποὺ τοῦ εἶπε ὅτι τὸ σπέρμα του θὰ καθίση στὸν θρόνο
του. Μέσα στὸν θάνατο ὁ Δανιήλ, περικυκλωμένος ἀπὸ τὰ λιοντάρια, οἱ
τρεῖς παῖδες μέσα στὸ καμίνι τοῦ πυρός, ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακὼβ
περιβαλλόμενοι ἀπὸ διαφόρους πειρασμούς, κι ὅμως δὲν ἀπογοητεύθηκαν.
Πράγματι, αὐτὸ εἶναι πίστη: Ὅταν τὰ γεγονότα ἐκπληρώνωνται ἀντίθετα ἀπὸ
τὰ προσδοκώμενα καὶ ὅτι σὲ ὅλα χρειάζεται ἡ πίστη. Ἡ πίστη προηγεῖται καὶ ὅλα εἶναι συνακόλουθα, καὶ ὄχι ἀντίθετα.
Ἐνεδυναμώθηκαν σὲ ἀσθένειες,
ἀνεδείχθηκαν ἰσχυροὶ στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ τοὺς ἐχθρούς. Ἐδῶ,
ὑπαινίσσεται τὴν Βαβυλώνια αἰχμαλωσία, ὅταν ἔκειντο ὡς νεκροί, ἕνα πτῶμα
ἐξαίσιο καὶ εἶχαν ἐγκαταλείψει τὰ Ἰουδαϊκὰ ἔθιμα, τότε ἔγινε ἡ ἐπάνοδός
τους στὴν πατρίδα. Διότι, πράγματι, ποιὸς πιὰ θὰ ἤλπιζε ὅτι θὰ
ἐπανέλθουν ἀπὸ τὴν Βαβυλῶνα, καὶ ὄχι μόνον νὰ ἐπανέλθουν, ἀλλὰ καὶ νὰ
γίνουν πάλι ἰσχυροί, καὶ νὰ τρέψουν σὲ φυγὴ τὰ ἐχθρικὰ στρατεύματα; Καὶ
αὐτὰ τύποι εἶναι τῶν μελλοντικῶν γεγονότων.
Μετὰ ἀναφέρεται σὲ ὅσα ἔγιναν ἐπὶ Ἠλία
καὶ Ἐλισσαίου, διότι αὐτοὶ ἀνέστησαν νεκρούς. Κι ἄλλοι θανατώθηκαν μὲ
ἀνασκολοπισμὸ ἢ ξυλοδαρμὸ διὰ ροπάλου, μέχρι θανάτου, καὶ δὲν θέλησαν νὰ
ἀποφύγουν τὸ μαρτύριο, προσδοκώντας μία καλύτερη ἀνάσταση. Καὶ ἐνῷ θὰ
μποροῦσαν νὰ σωθοῦν, δὲν θέλησαν, εὐελπιστώντας σὲ μία καλύτερη ζωή.
Ἔτσι, κι αὐτοί, ποὺ ἄλλους ἀνέστησαν, προτίμησαν νὰ πεθάνουν. Ἐδῶ νομίζω
ὅτι ἐννοεῖ τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο, διότι «ἀποτυμπανισμὸς» σημαίνει
ἀποκεφαλισμός. Μποροῦσαν νὰ βλέπουν τὸν ἥλιο, νὰ μὴ πεθάνουν, μὲ τὸ νὰ
μὴ ἐλέγχουν, κι ὅμως προτίμησαν τὸν θάνατο προσβλέποντας σὲ μία καλύτερη
ἀνάσταση.
Κι ἄλλοι δοκίμασαν ἐμπαιγμοὺς καὶ
μαστιγώσεις, καὶ δεσμὰ σὲ φυλακές. Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν,
δοκίμασαν ποικίλους πειρασμοὺς καὶ δοκιμασίες. Σταματᾶ σὲ αὐτοὺς ποὺ
τοὺς ἦταν πιὸ γνωστοί, καθ’ ὅσον μεγαλύτερη παρηγοριὰ φέρνουν αὐτά, ὅταν
ἡ αἰτία τῆς λύπης εἶναι κοινή. Καὶ δὲν μακρυγόρησε, ἀλλὰ σταμάτησε τὸν
λόγο του ἐκεῖ, καὶ δὲν ἀνέφερε γιὰ τὸν Στέφανο, ἢ τὸν Ζαχαρία, ἂν καὶ τὸ
ὑπαινίχθηκε, γιατί συμπλήρωσε «φονεύθηκαν μὲ μαχαίρι». Κι ἄλλοι,
διέφυγαν τὴν σφάγη, ἀλλοὶ ὅμως ἔφυγαν ἀπὸ λεπίδι. Τί λέγεις; Τί σημαίνει
αὐτό; Ποιὸν ἐπαινεῖς καὶ ποιὸν θαυμάζεις; Ναί, διότι ἡ πίστη ἐνίκησε
καὶ αὐτὸν τὸν θάνατο, κι αὐτὸ τύπος πάλι τῶν μελλοντικῶν, διότι δύο τὰ θαύματα τῆς πίστεως, νὰ κατορθώνη μεγάλα καὶ νὰ πάσχη μεγάλα, χωρὶς νὰ ὑπολογίζη τὰ παθήματα.
Καὶ δὲν ἦσαν ἄνδρες εὐτελεῖς καὶ τιποτένιοι. Γι’ αὐτὸ μίλησε ἔτσι:γιὰ
τοὺς ὁποίους δὲν ἦταν ἄξιος ὅλος ὁ κόσμος». Τί νὰ ἀπολαύσουν λοιπὸν ἀπὸ
αὐτόν;