Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

Τὸ Εὐαγγέλιο κηρύττει τὴν ἐλευθε­­ρία. Οἱ ἄνθρωποι δυστυχῶς κλείνουν τ᾽ αὐ­τιά τους. Δὲν συνετίζονται. Μέσ᾽ στοὺς χίλιους ἕνας ἀ­κούει τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ...

φάτες και μη μιλάς

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΕ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1433

Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου (Ἰωάν. 5,1-15) Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Η ελευθερια γνωρισμα του ανθρωπου

«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,7)

ΕΝΑ θαῦμα, ἀγαπητοί μου, διηγεῖται σήμερα τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρί­θμητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.

Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα αὐτό; Ὁ Χριστὸς ἀνέστησε ἕνα νεκρό. Λάθος κάνεις, θὰ μοῦ πῆτε· ἐμεῖς δὲν ἀκούσαμε σήμερα στὸ εὐαγγέλιο ὅτι ἀνέστησε νεκρό· ἀκούσα­με ὅτι θεράπευσε ἕνα παράλυτο. Ναί, ἀλλ᾽ αὐτὸς ἦ­ταν σὲ τέτοιο βαθμὸ παραλυσίας, ὥστε δὲν δι­έφερε ἀπὸ ἕνα νεκρό. Ἦταν νεκρὸς ἄταφος· χέρια εἶχε καὶ χέρια δὲν εἶχε, πόδια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Ἦταν διαρκῶς ἀκίνητος.
Ζωὴ σημαίνει κίνησις. Τὸ σκουληκάκι κι­νεῖ­ται μέσα στὸ βόρβορό του, τὸ μυρμήγκι δι­ανύει χιλιόμετρα, ἡ μέλισσα φθάνει σὲ ἀπίστευτες ἀποστάσεις ἀπὸ τὴν κυψέλη της, τὰ πουλιὰ ἔρχονται μακριά, ἀπὸ τὸ Βόρειο καὶ τὸ Νότιο πόλο, στὴν πατρίδα μας. Ὅλα ὅσα ἔ­­χουν ζωή, κινοῦνται· ἕνας δὲν ἐκινεῖτο, ὁ παράλυτος. Εἶδα στὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων τῶν Ἀ­θηνῶν ἕνα παράλυτο, περίπου μιὰ εἰκόνα τοῦ παραλύτου τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ἦταν τελείως ἀκίνητος, οὔτε τὸ χέρι του δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσῃ· ἡ νοσοκόμος τὸν τάιζε.
Ἔτσι ἦταν λοιπὸν ὁ παράλυτος τῆς Βηθε­σδά. Καὶ πόσα χρόνια, παρακαλῶ, ζοῦσε τὸ δρᾶμα αὐτό; Ὄχι ἕνα ἢ δύο ἢ τρία χρόνια· 38 χρόνια, μιὰ ὁλόκληρη ζωή. Καὶ δὲν ἦταν μόνο παράλυτος, ἀσθενὴς πολυχρόνιος καὶ ἀνίατος· κον­τὰ σ᾽ αὐτὰ εἶχε καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ τὸν πονοῦ­σε περισσότερο· ἦ­ταν ἐγκαταλελειμμένος. Κάποιος σπλαχνικὸς γείτονας τὸν πῆρε στὸν ὦ­μο καὶ τὸν ἔφερε ἐ­κεῖ στὸ ὑπόστεγο τῆς δεξαμενῆς, ὅ­που κάθε τόσο, ὅπως ἀκούσαμε, σὲ ἄγνωστη ὥρα, ἕνας ἄγγελος τάραζε τὸ νε­ρὸ καὶ τότε αὐτὸ ἔπαιρνε τρόπον τινὰ ῥαδιενέργεια, θαυματουργικὴ δύναμι, καὶ θεράπευε ἐκεῖνον ποὺ θὰ εἶχε τὸ εὐτύχημα νὰ πέσῃ πρῶτος μέσα στὰ ταραγμένα νερά. Ἀλλ᾽ αὐ­τὸς δὲν μποροῦσε νὰ κινηθῇ· ἔμενε ἐκεῖ, δίπλα στὴ δεξαμενή, τὴ θαυματουργικὴ στέρνα, ἀκίνητος σὰν πέτρα, μολύβι ἀσήκωτο.
Τὸν εἶχαν λησμονήσει ὅλοι. Δὲν εἶχε ἆραγε αὐτὸς οἰκογένεια; Φαίνεται, ὅτι ἀκόμα καὶ ἡ γυ­ναίκα του, ποὺ θά ᾽πρεπε νά ᾽νε δίπλα του, ἀπουσί­α­ζε. Δυστυχῶς καὶ ἡ συζυγικὴ ἀγάπη ἔρχον­ται περιστάσεις ποὺ ἀτονεῖ. Τί φοβερό! κι αὐ­τὴ ποὺ ἀγάπησες μὲ τὴν πιὸ τρυφερὰ ἀ­γάπη, μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψῃ· τὸ παιδὶ ποὺ γέννησες καὶ ἀνέθρεψες, μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψῃ. Ὅλοι μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψουν καὶ νὰ μείνῃς μόνος· ἕνας δὲν σὲ λησμονεῖ, ὁ Θεός. Στὰ χρόνια τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως στὴν Πελοπόννησο, σὲ μιὰ δύσκολη περίστασι, ἄφησαν ὅλοι τὸ γέρο – Κολοκοτρώνη κ᾽ ἔ­μεινε ὁλομόναχος. Τότε κατέφυγε σ᾽ ἕνα ἐκκλησάκι, προσευχήθηκε, καὶ πῆρε θάρρος· αἰσθάνθηκε, ὅτι ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του. Κι ὅποιος ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του, δὲ νιώθει μόνος.
Ὁ παράλυτος λοιπὸν τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου ἦταν ἐγκαταλελειμμένος ἀπὸ τοὺς ἀν­θρώπους, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν τὸν ξέχασε.
Ὁ Κύ­ριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς, ποὺ φόρεσε σάρκα ἀνθρώπινη καὶ κατέβηκε ἀπὸ τὰ οὐράνια ἐδῶ στὴ γῆ, ἀποφάσισε νὰ τὸν θεραπεύσῃ. Πῆγε κοντά του, ἐκεῖ στὸ ὑπόστεγο ποὺ ἦταν κατάκοιτος, καὶ τὸν πλησίασε σὰν ἄγνωστος ξένος. Ἀλλὰ προτοῦ νὰ τὸν θεραπεύσῃ τοῦ εἶπε κάτι. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ παρακαλῶ νὰ προσέξετε, γιατὶ ἔχει μεγάλη σημασία. Προτοῦ νὰ τὸν θεραπεύσῃ ὁ Χριστὸς τὸν ἐ­ρωτᾷ· «Θέλεις νὰ γίνῃς καλά;» (Ἰωάν. 5,7). Περί­εργη ἐρώτησι. Ἄρρωστος αὐτὸς 38 χρόνια, τί ἄλλο λαχταροῦσε παρὰ τὴ θεραπεία του. Γιατί λοιπὸν ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπευθύνει τὴν ἐρώτησι αὐτή; Τί θέλει μ᾽ αὐτὸ νὰ μᾶς διδάξῃ; Ὁ Χριστὸς θέλει νὰ διδάξῃ ἕνα μεγάλο δίδαγμα· ὅτι σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾽ αὐτὸ κ᾽ ἐμεῖς πρέπει νὰ σεβώμεθα τὴν ἐλευθερία τοῦ συνανθρώπου μας. Διότι ἂν ἔχῃ κάτι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ ὁποῖο διακρίνεται ἀπὸ τὸ κτῆνος ―ἐκτὸς τῆς λογικῆς καὶ τῆς συνειδήσεως―, εἶνε ἡ ἐλευθερία του.
* * *
Ἐλευθερία εἶνε τὸ νὰ ἔχῃ τὴ δυνατότητα ὁ ἄνθρωπος νὰ σκέπτεται καὶ νὰ ἐκφράζῃ τὰ φρονήματά του, τὸ νὰ μπορῇ νὰ ἐνεργῇ χω­ρὶς περιορισμούς, τὸ νὰ κινῆται μέσα στὰ πλαίσια τοῦ ἀγαθοῦ. Ἡ ἐλευθερία εἶνε δῶρο τοῦ Θεοῦ· ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἐλεύθερος. Ἀναγκαία ἡ ἐλευθερία. Τὸ ν᾽ ἀφαιρέσῃ καν­εὶς τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου εἶνε σκληρό, ἀποτρόπαιο, ἀντικοινωνικό, ἀντιδημοκρατικό, ἀντιφυσικό, ἀπάνθρωπο ―τίποτα δὲν εἶπα―, εἶνε ἀντιχριστιανικό, ἀντίθεο. Ὅποιος στερεῖ τὴν ἐ­λευθερία τοῦ προσώπου (ἡ ὁποία ἐννοεῖ­ται ὅτι κινεῖται μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἐννόμου τάξεως καὶ τῆς εὐπρεπείας), κάνει κάτι σατανικό. Τὸ ν᾽ ἀφαιρέσῃς τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάποιον εἶνε σὰ νὰ τοῦ ἀφαιρῇς τὸ ὀξυγόνο. Εἶ­νε σὰ νὰ βγάζῃς τὸ ψάρι ἀπὸ τὴ θάλασσα· τὸ ψάρι πλάστηκε γιὰ νὰ κολυμπᾷ στὸ νερό, κι ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ κολυμπᾷ στὴν ἐλευθερία. Γι᾽ αὐτὸ οἱ γυναῖκες στὸ Σούλι ἔψαλλαν· «Στὴ στεριὰ δὲ ζῇ τὸ ψάρι οὔτε ἀνθὸς στὴν ἀμμουδιά, κ᾽ οἱ Σουλιώτισσες δὲν ζοῦνε δίχως τὴν ἐλευθεριά». Κανένας λαὸς δὲν ὕμνησε μὲ τόσο πάθος τὴν ἐλευθερία ὅπως ὁ Ἑλληνικὸς λαός. Ὑ­πεν­θυμίζω μόνο τὸ στίχο τοῦ ῾Ρήγα Φεραίου «Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωὴ παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιὰ καὶ φυλακή». Ἐλεύθερος λαὸς ἐμεῖς, οἱ ὁποῖοι χύσαμε ποταμοὺς αἱμάτων γιὰ τὴν ἐλευθερία, αἰσθανόμεθα τὴ σημασία τοῦ λόγου ποὺ εἶπε σήμερα ὁ Θεάνθρωπος «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (ἔ.ἀ.). Ἐὰν θέλῃς, σὲ κάνω καλά· ἐὰν δὲν θέλῃς, ὄχι. Τὸ αἴτημα τῆς ἐλευθερίας εἶνε ἀρχέγονο καὶ πανανθρώπινο. Καὶ πρὸ Χριστοῦ, ἀπὸ τὰ χρόνια τῆς παλαιᾶς διαθήκης, ὁ Θεὸς φωνάζει· Ἄνθρωπε, ἔβαλα μπροστά σου δυὸ πρά­γματα, τὴ φωτιὰ καὶ τὸ νερό· διάλεξε καὶ πάρε. Ἂν ἁ­πλώσῃς τὸ χέρι σου στὸ νερό, θὰ δροσιστῇς· ἂν τὸ ἁπλώσῃς στὴ φωτιά, θὰ καῇς (Σ. Σειρ. 15,16).
* * *
Νερὸ δροσερό, ἀγαπητοί μου, εἶνε οἱ ἀλήθεια τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τὰ δόγματα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Φωτιὰ ποὺ καίει ποιό εἶνε· εἶνε ἡ πλάνη, ἡ κακία, ἡ διαφθορά (ἡ κλεψιά, τὸ ψέμα, ἡ συκοφαν­τία, ἡ ψευδομαρτυρία, ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ βλα­σφημία, τὸ ἔγκλημα). Διάλεξε καὶ πάρε, ἄνθρω­πε. Κι ὁ ἄνθρωπος τοῦ αἰῶνος μας τί διαλέγει; Ἐδῶ εἶνε ἡ τραγικότης. Τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀν­­θρώ­που εἶνε ἡ ἐλευθερία, ἀλ­λ᾽ αὐτὴ εἶνε καὶ ἡ τραγικότης του. Γι᾽ αὐ­­τὸ ὡρισμένοι ἰσχυ­ρίζονται, ὅ­τι εἶνε προτιμότε­ρο νὰ κυβερνηθοῦν οἱ λαοὶ μὲ περιορισμὸ τῆς ἐ­λευθερίας, ὥστε νὰ παιδαγωγηθοῦν κατὰ τὸ συμφέρον, παρὰ ν᾽ ἀ­φεθοῦν μὲν ἐλεύθεροι ἀλλὰ νὰ ταλαιπωροῦν­ται ἀπὸ τὰ λάθη των. Εἶνε δίκοπο μαχαίρι ἡ ἐ­λευθερία· συμφέρει ἢ δὲ συμφέρει; εἶ­νε πλε­ονέκτημα ἢ μειονέκτημα; Μεγάλο καὶ περίπλοκο ζήτημα αὐτό. Μολονότι ὅμως ἐνέχει κίνδυνο ἡ ἐλευθερία, δὲν παύει νὰ εἶνε πλεονέκτημα καὶ προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου· ἀ­ξίζει γι᾽ αὐτὴν νὰ συμβαί­νουν ὅσα συμβαίνουν. «Διάλεξε καὶ πάρε» λοιπόν. Καὶ ἡ ἀνθρωπό­της διαλέγει τὴ φωτιά! Κρίμα στὰ γράμματα καὶ τὶς ἐπιστῆμες καὶ τὰ πανεπιστήμια καὶ τὴ διπλωματία. Δυὸ φορὲς ἡ ἀνθρωπότης ἔ­βαλε τὸ χέρι στὴ φωτιά· ἢ μᾶλλον ὄχι ἁπλῶς τὸ χέρι ἔβαλε, ἀλλὰ ὁλόκληρη ἔπεσε μέσ᾽ στὴ φωτιά, στὸν παγκόσμιο πόλεμο. Στὸν πρῶτο παγκόσμιο πόλεμο 20 ἑκατομμύρια νεκροί, στὸν δεύτερο 38 ἑκατομμύρια νεκροί. Ὤ Θεέ μου! Μανάδες, σεῖς πρὸ παντὸς ποὺ αἰσθάνε­σθε περισσότερο τὴ ζωὴ στὰ σπλάχνα σας, ἀ­σπρομάλληδες γέροντες καὶ μικρὰ παιδιά, προσ­ευχηθῆτε. Δὲν εἶμαι προφήτης· βλέπω, ὅπως ὅλοι, ὅτι ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου κρέμεται ἀπὸ μιὰ κλωστή. Ἐὰν αὐτὴ κοπῇ, θὰ ἐκραγῇ νέος παγκόσμιος πόλεμος, ἢ μᾶλλον ὁ Ἁρμαγεδὼν τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16), ποὺ θὰ εἶνε τὸ τέλος τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁ Θεὸς νὰ φυλά­ξῃ καὶ ἂς χαρίσῃ τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο. Ἀλλὰ ἡ εἰρήνη στηρίζεται στὴν ἐλευθερία. Ὁ Κύριος ἐρωτᾷ· Ἀνθρωπότης, «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Δυστυχῶς δὲν διδαχθήκαμε ἀπὸ τὰ παθήματά μας. Παρ᾽ ὅλα τὰ φῶτα τῆς ἐπιστή­­μης, εἴμαστε λιγώτερο νοήμονες ἀπὸ τὰ ζῷα. Τὸ γαϊδουράκι ποὺ γλίστρησε σ᾽ ἕνα λάκ­κο, ὅ­ταν ξαναπερνᾷ ἀπὸ ᾽κεῖ προσέχει μὴ ξαναπέ­σῃ. Τὸ Εὐαγγέλιο κηρύττει τὴν ἐλευθε­­ρία. Οἱ ἄνθρωποι δυστυχῶς κλείνουν τ᾽ αὐ­τιά τους. Δὲν συνετίζονται. Μέσ᾽ στοὺς χίλιους ἕνας ἀ­κούει τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἐν τῷ μεταξὺ τὰ θηρία βρυχῶνται καὶ ἑτοιμάζονται πάνοπλα γιὰ ἐπίθεσι. Τί θὰ γίνῃ, ποιός θὰ ἐπικρατήσῃ; Μὲ βάσι τὴν ἁγία Γραφὴ λέγω· δὲν θὰ νική­σῃ ἡ ἀρκούδα, οὔτε ὁ λέων, κανένα θηρίο. Ἡ Ἀποκάλυψις τελειώνει μὲ αἰσιόδοξο μήνυμα· θὰ νικήσῃ τὸ Ἀρνίον. Τὸ δὲ Ἀρνίον εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀνδρέου Λευκῶνος – Πρεσπῶν τὴν 16-5-1976. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 18-5-2008.