Ἄκουσε κυρία
Μελετία ἐμᾶς μᾶς στηρίζει τέκνον μου, μᾶς στηρίζει ἡ προσευχὴ τέκνον μου
καὶ ἡ νηστεία καὶ ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ Θεία κοινωνία. Ρώτησαν λέει τὸν
ποιμένα, λέει, τὸν ἐπίσκοπο τὸν Πατριάρχη τῆς Ρωσίας. Δὲ μοῦ λετε
δέσποτα μου, δύο δημοσιογράφοι, τί σᾶς στηρίζει ἐσᾶς; Τοὺς παπᾶδες καὶ
τοὺς χριστιανούς; Λέει, ἡ Θεία μετάληψις! Ἡ Θεία κοινωνία! Τὸ ἀκοῦτε
παιδιά μου! Καὶ ὁ διάβολος ξέρεις τί λέει; Ὅτι δὲν φοβᾶμαι τίποτα. Τὴν
ταπείνωση βέβαια τὴν φοβάται. Την νηστεία δὲν τὴ φοβᾶται! Τὴν ἀϋπνία καὶ
τίποτε δὲν φοβᾶται ὁ διάβολος. Ἀλλὰ ἐμεῖς παιδιὰ μοῦ καλά, πρέπει νὰ τὰ
κάνουμε αὐτὰ γιατί ἂν μᾶς βρεῖ καὶ ἀπροετοίμαστους, ἔ, μπορεῖ νὰ μπεῖ
μέσα μας. Λοιπὸν εἶπε ὁ διάβολος δὲν φοβᾶμαι τίποτα, αὐτὸ ποὺ τρῶνε οἱ
παπᾶδες τὴν Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία! Τὴν θεία κοινωνία τέκνον μου! Ἀκοῦτε
τί εἶπε ὁ σατανᾶς;
Δὲν τὰ λέω ἐγώ, μὲ συγχωρεῖτε, ἐγὼ εἶμαι ἀγράμματος
δὲν ξέρω γράμματα ἀλλὰ μὲ συγχωρεῖτε, τὰ λένε, μὲ συγχωρεῖτε, τὰ λένε
ἄνθρωποι καὶ
μορφωμένοι, ἀλλὰ τὰ λέει καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Αλλά τα λένε, μὲ
συγχωρεῖτε, καὶ οἱ δαιμονισμένοι. Δὲν φοβᾶται τίποτε βρὲ Ἰάκωβε! Αὐτὸ
ποὺ τρῶτε βρὲ στὴν ἐκκλησία Ἰάκωβε! Κάθε Κυριακὴ ποὺ τρῶνε στὴν
ἐκκλησία. Τί τρῶνε; Τὴν Θεία κοινωνία, τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ!
Γι' αὐτὸ λέει καὶ ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν
αἰώνιον.