ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ:
Ἰωάν. δ΄ 5-42
1.
ΤΟ ΑΘΑΝΑΤΟ ΝΕΡΟ
Ὁ
Κύριός μας ἔπειτα ἀπό μεγάλη ὁδοιπορία φθάνει κατάκοπος μέσ’τό
καταμεσήμερο κοντά στήν πόλι τῆς Σαμαρείας Συχάρ. Καθώς οἱ μαθηταί
φεύγουν στήν πόλι γιά νά ἀγοράσουν τρόφιμα, ὁ Κύριος κάθεται μόνος
του πλάϊ σ’ ἕνα πηγάδι πού πρίν ἀπό αἰῶνες εἶχε ἀνοίξει ὁ Ἰακώβ. Σέ
λίγο ἡ ἀπόλυτη ἡσυχία διακόπτεται καθώς πλησιάζει ἐκεῖ μιά
γυναῖκα Σαμαρείτιδα μέ τή στάμνα της γιά νά πάρῃ νερό. Ξαφνιάζεται
κυριολεκτικά ὅταν ἀκούῃ τόν Κύριο νά τῆς ζητᾷ λίγο νερό γιά νά πιῇ·
γι’ αὐτό καί ἀμήχανη τόν ρωτᾶ μέ ἀπορία:
– Πῶς
ἐσύ ἕνας Ἰουδαῖος ζητᾶς ἀπό ἐμένα, μιά Σαμαρείτιδα νά σοῦ δώσω νερό;
(Διότι οἱ Ἑβραῖοι καί οἱ Σαμαρεῖτες εἶχαν μεγάλη ἔχθρα μεταξύ
τους).
– Ἐάν
γνώριζες, ἀπαντᾶ ὁ Κύριος, τήν δωρεά τοῦ Θεοῦ καί ποιός σοῦ ζητᾶ νερό,
ἐσύ θά μοῦ ζητοῦσες νά σοῦ δώσω νερό τρεχούμενο πού δέν στερεύει ποτέ.
–
Κύριε, λέγει ἔκπληκτη ἡ Σαμαρείτιδα, ἐσύ οὔτε δοχεῖο ἔχεις καί τό
πηγάδι εἶναι βαθύ. Ἀπό ποῦ λοιπόν ἔχεις τό τρεχούμενο νερό; Καί ἡ ἀπάντησι
τοῦ Χριστοῦ μας ἀκατανόητη καί συγκλονιστική: Κάθε ἄνθρωπος πού πίνει
ἀπ’ τό νερό αὐτό τοῦ πῆγαδιοῦ, θά διψάσῃ καί πάλι. Ἐκεῖνος ὅμως πού
θά πιῇ ἀπό τό νερό πού ἐγώ θά τοῦ δώσω, δέν θά διψάσῃ ποτέ, ἀλλά τό νερό
αὐτό θά γίνῃ μέσα του πηγή ὕδατος πού θά ἀναβλύζῃ διαρκῶς καί θά τοῦ μεταδίδῃ
αἰώνιο ζωή.
Καί
ἡ γυναῖκα μέ λαχτάρα τοῦ λέγει: – Δός μου Κύριε, ἀπ’ αὐτό τό νερό, γιά
νά μήν διψῶ πλέον καί νά μήν ἀναγκάζομαι νά ἔρχωμαι ἐδῶ γιά νά βγάζω
νερό.
Ἡ
κρίσιμη στιγμή λοιπόν ἔχει φθάσει καί ὁ Κύριος μέ μία ἀπροσδόκητη
προτροπή ξυπνᾶ τή ναρκωμένη συνείδησί της: – Πήγαινε, τῆς λέγει, στόν
ἄνδρα σου κι ἐλᾶτε μαζί γιά πάρετε αὐτό τό νερό. Ἡ γυναῖκα τώρα ἀμήχανη
ἀρχίζει νά καταλαβαίνῃ πώς ὁ Κύριος κινεῖται στούς μυστικούς κόσμους
τῆς ζωῆς της γι’ αὐτό καί προσπαθεῖ νά ξεφύγῃ. – Δέν ἔχω ἄνδρα, ἀπαντᾷ.
–
Καλά εἶπες πώς δέν ἔχεις ἄνδρα, ἐπιβεβαιώνει ὁ Κύριος. Διότι ἕως τώρα
πέντε ἄνδρες εἶχες, ἀλλά καί αὐτόν πού τώρα ἔχεις δέν εἶναι νόμιμος σύζυγός
σου. Εἶναι ἀλήθεια αὐτό πού εἶπες.
ΑΣ
ΔΙΑΚΟΨΟΥΜΕ ὅμως ἐδῶ γιά λίγο τήν εὐαγγελική διήγησι, γιά νά ἐπικεντρώσουμε
τήν προσοχή μας σέ μία μεγάλη ἀλήθεια, πού ἀνέπτυξε ὁ Κύριος πρός τήν Σαμαρείτιδα
καί πρός ὅλους ἐμᾶς· ὅτι ὁ Κύριος χαρίζει στούς πιστούς του νερό ἀθάνατο
πού δέν στερεύει ποτέ, πού ξεδιψᾶ γιά πάντα, πού μεταδίδῃ ζωή αἰώνιο.
Δέν πρόκειται βέβαια γιά τό ἀθάνατο νερό τῶν παραμυθιῶν καί τῶν θρύλων. Ἀλλά
γιά κάτι ἀληθινό, γνήσιο καί ὑπερφυσικό. Τό ἀθάνατο νερό τῆς ζωῆς πού μόνον ὁ
Θεός μᾶς προσφέρει, μᾶς ἐξηγοῦν οἱ ἱεροί Πατέρες, εἶναι ἡ Χάρις ἡ ἀκατάβλητη
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι τά νάματα νέας ζωῆς πού πλημμυρίζουν τήν
ψυχή μας ἰδιαιτέρως ὅταν προσερχόμαστε στά ζωοπάροχα μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας
μας καί κυρίως στήν Ἱερά Ἐξομολόγησι καί τή Θεία Κοινωνία.
Ὅμως
ἐδῶ θά πρέπει νά προσέξουμε κάτι πολύ σημαντικό γιά τό θέμα μας. Ὁ Κύριος
δέν προσφέρει αὐτό τό νερό στήν Σαμαρείτιδα, ἀκόμη καί ὅταν αὐτή μέ πόθο τό
ζητᾷ. Ἀλλά πρῶτα τῆς λέγει νά φωνάξῃ τόν ἄνδρα της, τήν βοηθᾷ δηλαδή νά ἔλθῃ
πρῶτα σέ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός της. Καί μᾶς διδάκει ἔτσι ὁ
Κύριός μας πώς δέν προσφέρει τό νερό αὐτό τῆς ζωῆς ἀμέσως, ἀκόμη καί ὅταν τοῦ
τό ζητήσουμε, ἀλλά θέλει πρῶτα νά ἀποκτήσουμε ἐπίγνωσι τῆς ἁμαρτωλότητος
καί ἀναξιότητός μας· καί ταυτόχρονα νά ἐκτιμήσουμε τό μεγαλεῖο τῆς
θείας δωρεᾶς. Ἀλλιῶς κινδυνεύουμε νά μένουμε γιά πάντα διψασμένοι καί
ἄδειοι, ἐνῶ γύρω μας τόσοι ἄλλοι θά ξεδιψοῦν ἀπό τό νερό αὐτό τῆς ἀθανασίας·
ὅπως τό ἔκανε καί ἡ Σαμαρείτιδα στή συνέχεια τῆς ζωῆς της.
2.
ΦΤΕΡΑ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ
Ἡ
Σαμαρείτιδα λοιπόν ἔκπληκτη μπροστά στίς συνταρακτικές αὐτές ἀποκαλύψεις
τοῦ Χριστοῦ διαισθάνεται ὅτι δέν ἔχει ἐμπρός της ἕναν τυχαῖο ἄνθρωπο.
Γι’ αὐτό καί ὁμολογεῖ συγκλονισμένη: Κύριε, καταλαβαίνω ὅτι εἶσαι
προφήτης. Πές μου, λοιπόν, ποῦ εἶναι σωστό νά λατρεύῃ κανείς τόν Θεό,
ἐδῶ στό ὄρος Γαριζείν, ὅπως τόν λατρεύουν οἱ πατέρες μας Σαμαρεῖτες,
ἤ στά Ἱεροσόλυμα, ὅπως λέτε ἐσεῖς οἱ Ἰουδαῖοι;
–
Πίστεψέ με, τῆς ἀποκρίνεται ὁ Κύριος, φθάνει μιά νέα ἐποχή, πού οὔτε
στό ὄρος Γαριζείν οὔτε στά Ἱεροσόλυμα, θά λατρεύετε ἀποκλειστικά
τόν Θεό. Διότι ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα, καί αὐτοί πού τόν λατρεύουν θά πρέπει
νά τόν κάνουν αὐτό «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» μέ ἀφοσίωσι ψυχῆς καί ἐπίγνωσι.
Ἡ
Σαμαρείτιδα τώρα ἔχοντας πλέον σαγηνευθῆ ἀπό τά φοβερά καί παράξενα
λόγια τοῦ Κυρίου λέγει:
–
Γνωρίζω Κύριε, ὅτι ἔρχεται ὁ Μεσσίας, ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος θά μᾶς τά
ἐξηγήσῃ ὅλα.
«Ἐγώ
εἰμί, ὁ λαλῶν σοι». Ἐγώ εἶμαι ὁ Μεσσίας πού περιμένεις, τῆς ἀποκαλύπτει
ὁ Κύριος.
Ἐκείνη
ὅμως τή στιγμή ὁ διάλογος διακόπτεται, διότι ἔφθασαν οἱ μαθηταί,
οἱ ὁποῖοι ἐξεπλάγησαν βλέποντας τόν Κύριο νά συνομιλῇ μέ μία γυναῖκα,
κάτι πού οἱ ραββίνοι ἀπό περιφρόνησι ἐπιμελῶς τό ἀπέφευγαν.
Ἡ
Σαμαρείτιδα ὅμως καταγοητευμένη ἀπό τή συναρπαστική αὐτή συνομιλία
της, ἄφησε τή στάμνα της ἐκεῖ στό πηγάδι καί ἄρχισε νά τρέχῃ στήν πόλι
καί νά φωνάζοντας στούς συμπολίτες της. – Ἐλᾶτε νά δῆτε ἕναν ἄνθρωπο
μοναδικό, πού ξέρει ὅλα τά μυστικά τῆς ζωῆς μου, μήπως εἶναι αὐτός ὁ
Μεσσίας;..
Σέ
λίγο ἄρχισαν νά καταφθάνουν οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως ἐκεῖ στό πηγάδι γιά
νά δοῦν τόν Κύριο. Τόσο μάλιστα ἐνθουσιάστηκαν ἀπό τή διδασκαλία
του, ὥστε τοῦ ζήτησαν μέ θέρμη καί ἔμεινε στήν πόλι τους δύο ἡμέρες. Ἔλεγαν
μάλιστα στήν γυναῖκα ὅτι τώρα δέν πιστεύουμε μόνον ἐπειδή ἐσύ μᾶς
μίλησες γι’ Αὐτόν ἀλλά ἐπειδή οἱ ἴδιοι διαπιστώσαμε ὅτι αὐτός εἶναι
ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός.
***
ΜΟΝΑΔΙΚΗ
ἦταν πραγματικά ἡ συνάντησι τῆς Σαμαρείτιδος μέ τόν Κύριο ἐκεῖνο τό
καταμεσήμερο στό πηγάδι τῆς Συχάρ. Ἀλλά καί ἀποφασιστική γιά τή ζωή της. Πῶς ἄλλαξαν
ὅλα μέσα σέ λίγες στιγμές! Συνάντησε τόν Κύριο, ἀντίκρυσε τήν θεϊκή του
μορφή, γοητεύτηκε ἀπό τά ὑπέροχα λόγια του, ἄκουσε τίς φοβερές του ἀποκαλύψεις,
αἰσθάνθηκε ὅτι ἔχει μπροστά της τόν Μεσσία. Τίποτε πλέον δέν μπορεῖ νά τήν συγκρατήσῃ.
Ὁ Χριστός ἔβαλε φωτιά στήν ψυχή της κι αὐτή φτερά στά πόδια της. Δέν
σκέφτεται πλέον οὔτε τή στάμνα της, οὔτε τήν προηγούμενη ἁμαρτωλή ζωή
της. Αὐτή ἕνα μόνο ζεῖ, ἕνα μόνο τήν συγκλονίζει: Εἶδε τόν Μεσσία. Καί
θέλει νά τό πῇ αὐτό σ’ ὅλους τούς συμπολῖτες της, σ’ ὅλο τόν κόσμο. Κι ἀλλάζει
ζωή. Γίνεται πλέον ἡ Ἁγία Φωτεινή ἡ ἰσαπόστολος. Καί, ὅπως μᾶς λέει ἡ
παράδοσι, κηρύττει τόν λατρευτό της Κύριο στά πέρατα τοῦ κόσμου· φθάνει
μέχρι τήν Ἀφρική καί τή Ρώμη. Καί γι’ Αὐτόν θυσιάζει ἀκόμη καί τή ζωή
της μαζί μέ τίς πέντε ἀδελφές της καί τούς δύο γιούς της.
Σέ
κάποιο ἄλλο πνευματικό πηγάδι κι ἐμεῖς ἀσφαλῶς αἰσθανθήκαμε τή παρουσία τοῦ
Κυρίου στή ζωή μας, γευθήκαμε τήν ἀγάπη του, μᾶς συνεπῆρε ἡ μορφή του. Ἄς ἀφήσουμε
λοιπόν κι ἐμεῖς τίς στάμνες τῶν βιοτικῶν μας μεριμνῶν κι ἄς τρέξουμε στούς
γύρω μας νά ἐκδηλώσουμε τήν ἀμέτρητη χαρά μας γι’ αὐτό τό θαῦμα πού ζήσαμε,
γιά τήν ὑπέροχη ζωή πού ζοῦμε κοντά στόν Χριστό μας. Ἡ Ἁγία Φωτεινή μᾶς δίνει
τό παράδειγμα. Οἱ διψασμένοι ἀμέτρητοι γύρω μας…
Ορθόδοξο
Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”