ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ
ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ θαυμάσιο λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου στὴ λαμπροφόρο
Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας: «Ἂς ἑορτάσουμε τὴν ἑορτὴ αὐτὴ τὴ μεγίστη καὶ
λαμπρά, κατὰ τὴν ὁποία ἀνέστη ὁ Κύριος. Κι ἂς τὴν ἑορτάσουμε μὲ
φαιδρότητα μαζὶ καὶ θεοσέβεια. Ἀνέστη ὁ Κύριος καὶ ἀνέστησε μαζί του καὶ
τὴν οἰκουμένη. Ἁμάρτησε ὁ Ἀδὰμ καὶ πέθανε. Ὁ Χριστὸς δὲν ἁμάρτησε, ἀλλὰ
πέθανε. Καὶ ἀνέστη κατόπιν, σπάζοντας τοῦ θανάτου τὰ δεσμά. Πρωτοφανὲς
καὶ παράδοξο πρᾶγμα.
Ἐκεῖνος ἁμάρτησε καὶ πέθανε. Αὐτὸς δὲν ἁμάρτησε καὶ
πέθανε. Γιατί; Γιὰ νὰ μπορέσει ἐκεῖνος ποὺ ἁμάρτησε καὶ πέθανε νὰ
γλυτώσει ἀπὸ τὸν θάνατο χάριν ἐκείνου ποὺ δὲν ἁμάρτησε ἀλλὰ πέθανε. Ἕνας
ὀφείλει πολλὰ καὶ μὴ ἔχοντας νὰ πληρώσει, μένει στὴ φυλακή. Ἄλλος δὲν
ὀφείλει τίποτε καὶ καταβάλλει γιὰ τὸν πρῶτο καὶ πετυχαίνει τὴν ἀπόλυσή
του. Αὐτὸ συνέβηκε μὲ τὸν Ἀδάμ. Χρωστοῦσε ὁ Ἀδάμ, δὲν εἶχε νὰ πληρώσει
καὶ ἦταν δέσμιος τοῦ διαβόλου. Δὲν χρωστοῦσε τίποτε ὁ Χριστός, οὔτε ἦταν
κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ μποροῦσε νὰ πληρώσει. Ἦλθε,
πλήρωσε μὲ τὸν θάνατό του γιὰ ἐκεῖνον ποὺ δεσμευόταν ἀπὸ τὸν διάβολο,
γιὰ νὰ ἀπολύσει τὸν κρατούμενο.
Εἶδες τῆς ἀναστάσεως τὰ κατορθώματα;
Διπλὸ θάνατο πεθάναμε ἐμεῖς καὶ διπλὴ ἄρα περιμένουμε τώρα ἀνάσταση.
Ἐκεῖνος ἁπλὸ θάνατο πέθανε, κι ἔτσι, ἁπλὴ ἀνάσταση ἀναστήθηκε. […]
Ἀναστηθήκαμε, λοιπόν, τὴ μεγαλύτερη ἀνάσταση, ἔχοντας ρίξει ἀπὸ πάνω μας
τὸν χαλεπὸ θάνατο τῆς ἁμαρτίας καὶ ξεντυθεῖ τὸ παλαιὸ ἱμάτιο. Ἂς
περιμένουμε λοιπὸν καὶ τὴ μικρότερη. Αὐτὴ τὴν πρώτη ἀνάσταση
ἀναστηθήκαμε ἐμεῖς ἀπὸ καιρό, ὅταν βαπτισθήκαμε»!