81. ...Και ἂν θέλεις, ὅπως στὴν μάχη ποὺ διεξάγεται νύχτα, δὲν
μποροῦμε σήμερα νὰ ξεχωρίσουμε τοὺς φίλους ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς..., καί (ὤ,
τί φοβερὸν πρᾶγμα) χτυποῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον καὶ ἀλληλοσκοτωνόμαστε.
82. Καὶ δὲν διαφέρει πλέον ἡ συμπεριφορὰ τοῦ λαοῦ ἀπὸ ἐκείνη τῶν ἱερέων,
ἀλλὰ νομίζω ὅτι τώρα πραγματοποιεῖται ὁλοφάνερα ἐκεῖνο τὸ μεγάλο κακό,
ποὺ εἶχε προβλεφθεῖ παλαιότερα πὼς θὰ συμβεῖ· ὅτι δηλαδή, «ὁ ἱερεὺς θὰ
ἐξομειωθεῖ -ὡς πρὸς τὴν κακίαν- μὲ τοὺς λαϊκούς». Καὶ δὲν
συμπεριφέρονται οἱ πολλοὶ μ' αὐτὸν τὸν τρόπο, οἱ δὲ ἐπιφανεῖς καὶ
διακρινόμενοι ἀπὸ τὸν λαὸν μὲ διαφορετικὸ τρόπο· ἀλλ’ ὅλοι ἐναντιώνονται
κατὰ τῶν ἱερέων, καλυπτόμενοι -γιὰ νὰ πείθουν- πίσω ἀπὸ τὸ προσωπεῖο
τῆς εὐσεβείας.
Καὶ ὅσους μὲν ἐναντιώνονται κατὰ τῶν ἱερέων διὰ τὴν πίστιν καὶ τὰ ἀνώτερα καὶ σημαντικότερα θέματα, οὔτε ἐγὼ τοὺς κατακρίνω, ἀλλά, ἐὰν θὰ πρέπει νὰ πῶ ὅλη τὴν ἀλήθεια, τοὺς ἐπαινῶ καὶ χαίρομαι κι ἐγὼ μαζί τους.
Καὶ θὰ εὐχόμουνα νὰ εἶμαι ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ λοιδωροῦνται, καὶ θεωροῦνται γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὡς ἐχθροί. Μᾶλλον δὲ καὶ καυχῶμαι ὅτι εἶμαι τέτοιος.
Διότι εἶναι προτιμότερος ὁ πόλεμος γιὰ τὴν ἀρετήν, ἀπὸ τὴν εἰρήνη ποὺ
συμβιβάζεται μὲ τὴν κακία καί, ὡς ἐκ τοῦτου, χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεόν. Γι’
αὐτὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὁπλίζει τὸν ἤρεμον ἀγωνιστήν, διὰ νὰ μπορεῖ νὰ
ἀγωνίζεται μὲ ἐπιτυχίαν κατὰ τῶν κακῶν.
83. Τώρα δὲ ὑπάρχουν μερικοί, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται καὶ πολεμοῦν γιὰ πράγματα τιποτένια ποὺ δὲν προσφέρουν καμία ὠφέλεια,
μὲ πολλὴν ἀμάθειαν καὶ θράσος, προσεταιρίζονται ὀπαδοὺς τῆς ἀσεβείας
τους ὅσους ἠμποροῦν. Ἔπειτα τὸ ἀνώτερον ἀπὸ ὅλα εἶναι ἡ πίστις, ἀλλὰ
αὐτὸ τὸ σεβαστὸ ὄνομα διασύρεται ἀπὸ τὶς προσωπικές τους ἔριδες. Ἐξ
αἰτίας αὐτῶν δέ, ὅπως εἶναι φυσικόν, μισούμεθα ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες
καί, τὸ ἀκόμα χειρότερο, δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι αὐτὸ τὸ πράγμα
συμβαίνει ἀδίκως.
Συκοφαντούμεθα δὲ καὶ ἀπὸ τοὺς πιὸ ἁπλοϊκοὺς ἀπὸ τοὺς ἰδικούς μας. Δὲν
εἶναι δὲ παράδοξον τὸ νὰ συμβαίνη αὐτὸ ἀπὸ τοὺς περισσοτέρους, οἱ ὁποῖοι
μόλις καὶ μετὰ βίας θὰ μποροῦσαν νὰ δεχθοῦν κάτι καλόν.
84. Μηχανεύονται δὲ πολλοὶ πίσω ἀπὸ τὴν πλάτην μας οἱ ἁμαρτωλοί. Καὶ
ἐκεῖνα ποὺ ἐπινοεῖ καὶ ἐπιρρίπτει ὁ ἕνας ἀπὸ μᾶς ἐναντίον τοῦ ἄλλου, τὰ
χρησιμοποιοῦν αὐτοὶ ἐναντίον ὅλων μας. Καὶ ἔχομεν γίνει νέον καὶ
παράδοξον θέμα καὶ θέατρο, ὄχι εἰς τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους,
ὅπως ἔλεγε ὁ πιὸ γενναῖος ἀπὸ τοὺς ἀθλητὲς ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος
ἀγωνιζόταν πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας τοῦ σκότους, ἀλλὰ εἰς ὅλους
σχεδὸν τοὺς πονηροὺς καὶ σὲ κάθε καιρὸ καὶ τόπο, στὶς ἀγορές, στὰ
καπηλεία, σὲ ὧρες χαρᾶς καὶ σὲ ὧρες πένθους.
Ἔχομεν δὲ φθάσει σὲ τέτοιο σημεῖο, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον ἐνῶ λέγω, εἶμαι ἕτοιμος νὰ κλάψω,
ὥστε νὰ μᾶς διακωμωδοῦν, βάζοντάς μας μαζὶ μὲ τὰ πιὸ διεφθαρμένα
πρόσωπα. Καὶ τίποτα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦν καὶ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶναι
τόσον εὐχάριστον σ’ αὐτούς, ὅσον ἕνας χριστιανός, ὁ ὁποῖος
διακωμωδεῖται.
85. Ὅλα αὐτὰ τὰ δυσάρεστα δημιουργεῖ τὸ μίσος καὶ ἡ μεταξύ μας ἔχθρα.
Αὐτὰ παθαίνουν ἐκεῖνοι ποὺ ἀγωνίζονται διὰ τὸ ἀγαθὸν καὶ τὴν εἰρήνη μὲ
λάθος τρόπο καὶ ἀγαποῦν τὸν Θεὸν μὲ ἄλλον τρόπο ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ
συμφέρει. Καὶ δὲν ἐπιτρέπεται μὲν νὰ παλεύει κανεὶς ἔξω ἀπὸ τὰ
κεκανονισμένα ὅρια, οὔτε νὰ ἀγωνίζεται παρὰ τὸν νόμο. Διότι θὰ
ἀποδοκιμασθεῖ, καὶ θὰ ντροπιασθεῖ, καὶ θὰ χάσει τὴν νίκη ἐκεῖνος, ὁ
ὁποῖος ξεφεύγει ἀπὸ τὰ ὅρια καὶ ἀγωνίζεται κατ’ ἄλλον τρόπον, χωρὶς νὰ
ἐφαρμόζει τοὺς ὅρους τοῦ ἀγῶνος, ἔστω κι ἂν εἶναι γενναῖος καὶ πολὺ
τεχνίτης.
Ἐὰν δὲ ἀγωνισθεῖ κάποιος διὰ τὸν Χριστόν, ἀλλὰ κατὰ τρόπον ἀντίθετον μὲ
τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, μήπως προσφέρει τίποτε στὴν εἰρήνη μὲ τὸ νὰ
ἀγωνίζεται γι’ αὐτὴ κατὰ τρόπον μὴ ἐπιτρεπόμενον;
__________________________________________________
ΚΕΙΜΕΝΟΝ: 81. Εἰ βούλει δέ, ὡς ἐν νυκτομαχίᾳ, ἐχθρῶν ἢ φίλων ὄψεις οὐ διαγινώσκοντες..., φεῦ τοῦ πάθους! ἀλλήλλοις περιπίπτομεν, καὶ ὑπ' ἀλλήλων ἀναλισκόμεθα.
82. Καὶ οὐχ ὁ λαὸς μὲν οὕτως, ὁ δὲ ἱερεὺς ἑτέρως· ἀλλά μοι νῦν ἐκεῖνο πληροῦσθαι δοκεῖ καθαρῶς, τὸ, Γέγονεν ὁ ἱερεὺς καθὼς ὁ λαὸς, ἐν κατάρᾳ πάλαι λεγόμενον. Καὶ οὐχ οἱ πολλοὶ μὲν οὕτως, οἱ δὲ ἁδροὶ τοῦ λαοῦ καὶ προέχοντες ἐναντίως· ἀλλ᾿ οὗτοί γε καὶ φανερῶς πολεμοῦσι τοῖς ἱερεῦσιν, ἐφόδιον ἔχοντες εἰς πειθὼ τὴν εὐσέβειαν· καὶ ὅσοι μὲν περὶ πίστεως τοῦτο πασχόντων, καὶ τῶν ἀνωτάτω ζητημάτων καὶ πρώτων οὐδ᾿ ἐγὼ μέμφομαι, ἀλλ᾿ εἰ δεῖ τἀληθὲς εἰπεῖν, καὶ προσεπαινῶ, καὶ συνήδομαι. Καὶ τούτων εἷς εἴην τῶν ὑπὲρ ἀληθείας ἀγωνιζομένων καὶ τῶν ἀπεχθανομένων· μᾶλλον δὲ καὶ εἶναι καυχήσομαι. Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ· καὶ διὰ τοῦτο τὸν πραῢν μαχητὴν ὁπλίζει τὸ Πνεῦμα, ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον.
83. Νῦν δέ εἰσί τινες οἱ καὶ περὶ μικρῶν πολεμοῦντες, καὶ εἰς οὐδὲν ὅφελος, καὶ κοινωνοὺς, ὅσους ἂν δύνωνται, τοῦ κακοῦ προσλαμβάνοντες, λίαν ἀμαθῶς καὶ θρασέως. Εἶτα ἐπὶ πᾶσιν ἡ πίστις, καὶ τοῦτο τὸ σεμνὸν ὄνομα ταῖς ἰδίαις αὐτῶν φιλονεικίαις παρασυρόμενον. Ἐκ δὲ τούτων, ὡς τὸ εἰκὸς, μισούμεθα μὲν ἐν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ὃ τούτου χαλεπώτερον, οὐδὲ εἰπεῖν ἔχομεν, ὡς οὐ δικαίως· διαβεβλήμεθα δὲ καὶ τῶν ἡμετέρων τοῖς ἐπιεικεστέροις· οὐδὲν γὰρ θαυμαστὸν εἰ τοῖς πλείοσιν, οἳ μόλις ἄν τι καὶ τῶν καλῶν ἀποδέχοιντο.
84. Τεκταίνουσι δὲ ἐπὶ τῶν νώτων ἡμῶν οἱ ἁμαρτωλοί· καὶ ἃ κατ᾿ ἀλλήλων ἐπινοοῦμεν, κατὰ πάντων ἔχουσι· καὶ γενόναμεν θέατρον καινὸν, οὐκ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις, οἷον ὁ γενναιότατος τῶν ἀθλητῶν Παῦλος, πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἀγωνιζόμενος, ἀλλὰ πᾶσι μικροῦ τοῖς πονηροῖς, καὶ ἐπὶ παντὸς καιροῦ καὶ τόπου, ἐν ἀγοραῖς, ἐν πότοις, ἐν εὐφροσύναις, ἐν πένθεσιν. Ἤδη δὲ προήλθομεν καὶ μέχρι τῆς σκηνῆς, ὃ μικροῦ καὶ δακρύω λέγων, καὶ μετὰ τῶν ἀσελγεστάτων γελώμεθα· καὶ οὐδὲν οὕτω τερπνὸν τῶν ἀκουσμάτων καὶ θεαμάτων, ὡς Χριστιανὸς κωμῳδούμενος.
85. Ταῦτα ἡμῖν ὁ πρὸς ἀλλήλους πόλεμος· ταῦτα οἱ λίαν ὑπὲρ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ πράου μαχόμενοι· ταῦτα οἱ πλέον ἀγαπῶντες τὸν Θεὸν ἢ ὅσον συμφέρει· καὶ παλαίειν μὲν οὐκ ἔξεστιν ἔξω τῶν νενομισμένων, οὐδ᾿ ἄλλο τι ἀγωνίζεσθαι· ἢ καταβοήσεται καὶ ἀτιμασθήσεται, καὶ ἀπολεῖ τὴν νίκην ὁ ἐκπαλαίων, ἢ ἄλλο τι μὴ καλῶς ἀγωνιζόμενος, μηδὲ κατὰ τοὺς κειμένους ὅρους τῆς ἀγωνίας, κἂν ὅτι γενναῖος ᾖ καὶ τεχνικώτατος· ὑπὲρ Χριστοῦ δὲ ἀγωνιεῖταί τις οὐ κατὰ Χριστὸν, ἔπειτα χαριεῖται τῇ εἰρήνῃ, πολεμῶν ὑπὲρ αὐτῆς ὡς οὐκ ἕξεστι;
πηγή