Η απάθεια της καρδιάς αποτελεί προϋπόθεση για να δεχθεί τον θείο φωτισμό. Η καρδιά ειρηνεύει, δείχνει αγαπητική διάθεση προς όλους. Η καρδιά δεν μπορεί να λάβει την θεϊκή φανέρωση/αποκάλυψη, όσο διάστημα τα πνευματικά μάτια της ψυχής είναι σκοτισμένα από τα πάθη. Η έλλειψη των παθών, η απάθεια της καρδιάς, την καθιστά δεκτική της θείας χάριτος, εύφορον έδαφος όπου ανθίζει η αγάπη για τον Θεό. Έτσι, η απαθής καρδιά αντανακλά την γαλήνη και την ειρήνη του Θεού, εργάζεται αυτές τις αρετές και τις διαχέει στο περιβάλλον της, στην συγγένεια, στην γειτονιά, στην εργασία, στην κοινωνία, σε όλους.
Η απαθής καρδιά επιδρά σε όλους ειρηνικά και καθαγιαστικά, καθώς έχει κατακτήσει την ειρήνη των λογισμών που εισχωρεί στα πιο μύχια μέρη της καρδιάς, όπου κανείς συναντά την ειρηνική και γαλήνια παρουσία του Θεού. Αυτή καρδιά έχει φθάσει στην πνευματική κατάσταση της απλότητος, καθώς κατά πρώτον «δέχεται και συλλαμβάνει τα πράγματα στην απλότητα των νοημάτων τους, χωρίς δηλ. να διαπλέκονται με τα πάθη. Και κατά δεύτερον, είναι μία κατάσταση( της καρδιάς) που δεν αποκλείει αλλά εμπεριέχει την αγάπη» (άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής). Η καρδιά αλλά και ο νους με την Χάρη του Θεού εργάζονται τα έργα της αρετής και πλησιάζουν στην γνώση και την κατανόηση του μυστηρίου του Θεού. Η απαθής καρδιά καθαίρεται, ο νους λεπτύνεται, γίνονται τόσον διαφανείς και πιο ανοικτοί στην παρουσία του Θεού (άγιος Μάρκος ο Ερημίτης).