ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Κυρ. κδ΄ ἐπιστολῶν (Ἐφεσ. β΄ 14-22)
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ: Λουκ. Ιη΄ 35-43
1. Ἡ εἰρήνη
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ
γιατί ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ εἰρήνη μας. «Αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν», λέει. Αὐτὸς
ἔκανε τοὺς δύο ἀντιμαχόμενους κόσμους, τὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ τὸν Ἐθνισμό, ἕνα λαό.
Γκρέμισε τὸν τοῖχο ποὺ δημιουργοῦσε ὁ φραγμὸς τοῦ νόμου, ποὺ ὀρθωνόταν ἀνάμεσα
στοὺς δύο λαούς. Δηλαδὴ κατέλυσε τὴν ἔχθρα τῶν δύο λαῶν, ἀφοῦ κατήργησε μὲ τὸ αἷμα
του τὸ νόμο τῶν ἐντολῶν ποὺ ἐνῶ περιεῖχε ἐπιβλητικὲς προσταγές, δὲν ἔδινε ὅμως
καὶ τὴ χάρη γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ καὶ τὴν τήρηση τῶν προσταγμάτων αὐτῶν. Καὶ ἑνώνοντας
τοὺς δύο λαοὺς μὲ τὸν Ἑαυτό του δημιούργησε μιὰ νέα ἀνθρωπότητα, κι ἔτσι ἔφερε
εἰρήνη μεταξύ τους. Καὶ μὲ τὸ σταυρικό του θάνατο ἕνωσε σ’ ἕνα σῶμα τοὺς δύο
λαοὺς καὶ τοὺς συμφιλίωσε καὶ μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ προηγουμένως θανάτωσε τὴν ἔχθρα
μὲ τὸ θάνατό του. Κι ἀφοῦ ἦλθε ὁ Χριστὸς στὴ γῆ, κήρυξε χαρμόσυνο μήνυμα εἰρήνης
σὲ σᾶς τοὺς ἐθνικούς, ποὺ ἤσασταν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ σὲ μᾶς τοὺς Ἰουδαίους,
ποὺ ἤμασταν κοντά του. Διότι ὁ Χριστὸς μᾶς ἔφερε καὶ τοὺς δύο λαοὺς διὰ τοῦ ἑνὸς
Ἁγίου Πνεύματος κοντὰ στὸν Πατέρα. Διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγινε ἡ προσέγγισή
μας αὐτὴ μὲ τὸν Θεό.
Ἐπιγραμματικὰ λοιπὸν ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ἐξηγεῖ πῶς
ὁ Θεὸς ἕνωσε τοὺς δύο ἀντιμαχόμενους κόσμους, τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες.
Ὑπῆρχε, λέει, μία μεσοτοιχία ἀνάμεσα στοὺς δύο λαούς, ὑπῆρχε μεγάλη ἐχθρότητα ἀνάμεσά
τους. Τὴν ἔχθρα αὐτὴ τὴν κατήργησε ὁ Κύριος ὄχι μόνο μὲ τὴ διδασκαλία του ἀλλὰ
κυρίως καὶ προπαντὸς μὲ τὴ θυσία του. Δὲν ἀνέμειξε τοὺς δύο λαούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς
δύο τοὺς ἀνύψωσε σὲ μιὰ ὑψηλότερη πνευματικὴ κατάσταση. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἔφερε
τοὺς δύο λαοὺς κοντὰ στὸν Πατέρα του καὶ ἔτσι τοὺς ἕνωσε καὶ μεταξύ τους. Καὶ ἀπὸ
τοὺς δύο λαοὺς προῆλθε ἕνας νέος λαός, ἡ Ἐκκλησία, μιὰ νέα κοινωνία πιστῶν ποὺ
λατρεύει τὸν ἴδιο Θεό, καὶ ἔχει τὸν ἴδιο Σωτήρα. Σώθηκε ἀπὸ τὴν ἴδια θυσία, ἐλπίζει
στὴν ἴδια ἐλπίδα, ἀποβλέπει στὸν ἴδιο οὐρανό.
Ὁ Χριστὸς λοιπὸν δὲν ἔγινε μόνο ὁ εἰρηνοποιὸς ὅλων τῶν
πιστῶν ἀλλὰ καὶ ὁ δεσμὸς τῆς εἰρήνης τους, ἡ ἴδια ἡ εἰρήνη τους. Τί ἔχει νὰ πεῖ
ὅμως αὐτὸ γιὰ μᾶς σήμερα; Ὅτι ὁ μοναδικὸς τρόπος γιὰ νὰ εἰρηνεύσουμε οἱ ἄνθρωποι
μεταξύ μας εἶναι τὸ νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Κύριο. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι πλησιάζουμε τὸν
Χριστὸ καὶ ζοῦμε μέσα στὴν ἀγάπη του, πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Ὅσο
περισσότερο ἀγαποῦμε τὸν Κύριο, τόσο περισσότερο ἀγαποῦμε καὶ τοὺς
συνανθρώπους μας καὶ συνδεόμαστε στενότερα μαζί τους. Φεύγει κάθε ἀποξένωση καὶ
ψυχρότητα. Μέσα στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία γινόμαστε ὅλοι ἕνα σῶμα.
2. Λίθοι ζωντανοί
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴ συνέχεια τονίζει
συμπερασματικά: Δὲν εἶστε λοιπὸν πλέον ξένοι καὶ προσωρινοὶ κάτοικοι στὴ Βασιλεία
τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ εἶστε συμπολίτες τῶν ἁγίων καὶ μέλη τῆς οἰκογένειας τοῦ Θεοῦ.
Μέσα στὸ πνευματικὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας εἶστε ζωντανοὶ λίθοι ποὺ κτισθήκατε
πάνω στὰ θεμέλια τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Προφητῶν. Καὶ ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος –
τὸ γωνιακὸ ἀγκωνάρι ποὺ πιάνει καὶ δένει τοὺς δύο τοίχους – καὶ στηρίζει ὅλο τὸ
οἰκοδόμημα εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἔτσι ὅλη ἡ οἰκοδομὴ τῆς Ἐκκλησίας ἑνώνεται
ἁρμονικὰ καὶ στερεὰ καὶ αὐξάνει, ὥστε νὰ γίνεται ναὸς ἅγιος. Μὲ τὴν ἕνωσή σας
λοιπὸν μὲ τὸν Κύριο «καὶ ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ», κι ἐσεῖς
οἰκοδομεῖσθε μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους πιστοὺς γιὰ νὰ γίνετε ναὸς στὸν ὁποῖο κατοικεῖ
ὁ Θεός.
Στὸ ἱερὸ αὐτὸ κείμενο ὁ ἅγιος Ἀπόστολος παρουσιάζει τὴν
Ἐκκλησία ὡς ἕνα πνευματικὸ οἰκοδόμημα ποὺ τὸ ἔκτισε ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας.
Θεμέλιο στὸ οἰκοδόμημα αὐτὸ καὶ ἀκρογωνιαῖο λίθο ἔθεσε τὸν ἴδιο τὸν Ἑαυτό
του. Πρῶτοι λίθοι στὰ θεμέλιά του τέθηκαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Προφῆτες. Αὐτοὶ
ἀποτελοῦν τὸ πνευματικὸ ὑπόβαθρο τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ὅλοι οἱ πιστοὶ εἴμαστε
οἱ λίθοι ποὺ κτίζονται πάνω στὸ πνευματικὸ αὐτὸ θεμέλιο. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς ἀκρογωνιαῖος
λίθος συγκρατεῖ καὶ δένει τοὺς τοίχους καὶ τὰ θεμέλια. Ἑνώνει ὅλους μας. Αὐτὴ ἡ
οἰκοδόμηση συνεχίζεται ἀκόμη. Καθένας πιστὸς προστίθεται στὴν οἰκοδομὴ αὐτή.
Καὶ ὅλοι μαζὶ ἑνωνόμαστε ὑπερφυσικὰ καὶ ἀδιάσπαστα σὲ μία στέρεη ἑνότητα. Καθὼς
ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μεταξύ μας μὲ τὴ Χάρη τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας
μας καὶ μὲ μία ἀγάπη πνευματική, ἀποτελοῦμε ἕνα ναὸ ἅγιο, μέσα στὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς
ἔχει ἀδιάκοπη κοινωνία μὲ τὸ λαό του. Μέσα στὸ ναὸ αὐτὸ οἱ πιστοὶ λατρεύουμε τὸν
Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς φανερώνεται μέσα μας καὶ ἐπιδαψιλεύει σὲ μᾶς τὶς εὐλογίες του
καὶ τὶς δωρεές του. Πόσο ἅγιοι πρέπει νὰ εἴμαστε μέσα στὸ ναὸ αὐτό! Σὲ ποιὰ ἁγνότητα
καὶ καθαρότητα ὀφείλουμε νὰ διατηροῦμε τὸν ἑαυτό μας, ὥστε νὰ ἐνοικεῖ μέσα μας
τὸ Ἅγιον Πνεῦμα! Πόσο ἁγιασμένη καρδιὰ πρέπει νὰ ἔχουμε! Καὶ πόσο θὰ πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε,
ὥστε νὰ μὴ διώχνουμε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἀπὸ μέσα μας! Γι’ αὐτὸ ἂς προσέχουμε πολύ.
Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ μεγάλα καὶ ἱερὰ ἂς τὰ σκεπτόμαστε καὶ ἂς τὰ ζοῦμε. Μὲ
συναίσθηση καὶ δέος. Μὲ πίστη καὶ ἁγιασμό.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”